Αν η όπερα προέκυψε από την εσφαλμένη εντύπωση των μουσικών της Αναγέννησης ότι η αρχαία ελληνική τραγωδία, την οποία επιθυμούσαν διακαώς να αναβιώσουν, ήταν ένα αδόμενο και χωρίς απαγγελλόμενα μέρη είδος, οι Βερολινέζοι Novoflot έρχονται να καταθέσουν ένα διαφορετικό αφήγημα. Στο ερώτημα «τι θα είχε συμβεί στην περίπτωση που είχαν διασωθεί όλα τα έργα του πατριάρχη του λυρικού θεάτρου Κλαούντιο Μοντεβέρντι», ο εικονοκλαστικός θίασος αντιπροτείνει μια άλλη εκδοχή του βαγκνερικού Gesamtkunstwerk, ήτοι του συνολικού έργου τέχνης.

Αποδόμηση και έσωθεν φωτισμός του φαντασιακού χώρου που καταλαμβάνει η όπερα. Κατάτμηση του όλου που γεννά η συμβολική συγχώνευση των επιμέρους τεχνών που συμπράττουν στη δημιουργία της. Προσθήκη νέων παραμέτρων όπως η πολυπολιτισμική συμμετοχικότητα. Προεκτάσεις προς μια σωματική και κιναισθητική παραστατικότητα. Εφαρμογή της μεταμοντέρνας αποσπασματικής σύνθεσης και του παζλ. Υπονόμευση μιας αποθέωσης των σύμφωνων ήχων και της όποιας ενοποιητικής λογικής. Ενσωμάτωση μιας πανοραμικής ιστορικότητας της μουσικής εμπειρίας. Δημιουργία ηχητικών τοπίων που αποδίδουν τις διαστάσεις του χώρου στον αντίποδα αφηρημένων ακουστικών ντεκόρ. Νομιμοποίηση της παραμόρφωσης και του «σημείου» του θορύβου ως μιας καταστατικής δραματουργικής συνθήκης κατά την επιτέλεση. Αυτοσχεδιαστικός οίστρος και παιγνιώδης διάθεση.

Κινούμενοι στις παραπάνω συντεταγμένες οι Novoflot απέδωσαν μια άλλη όψη της Gesamtkunstwerk, της οποίας ο θεμέλιος λίθος δεν είναι ούτε αποκλειστικά η μουσική (Βάγκνερ) ούτε το ακέραιο σώμα ενός κειμένου (Κλωντέλ και Ράινχαρντ), αλλά μια εναλλαγή στοιχείων που επαναπροσδιορίζονται και μεταμορφώνονται διαρκώς τόσο κατά τον ρου της περφόρμανς όσο και κατά τη διάδραση μεταξύ τεχνών και ετερόκλητων ερμηνευτών.

Ο σκηνοθέτης Σβεν Χολμ, ο αρχιμουσικός Βισέντε Λαρρανιάγα και ο δραματολόγος Μάλτε Ούμπεναουφ σύστησαν μια ιδιότυπη πανδαισία ήχων, λόγου και κίνησης χωρίς αυστηρές ιεραρχήσεις με τελικό σκοπό μια διήθηση της βίωσης του καλλιτεχνικού έργου από τα στερεά κατάλοιπα του πραγματικού κόσμου και μακριά από τις σημειολογίες του οριζόντιου αισθητισμού. Το αποτέλεσμα, χωρίς να περιχαρακώνεται στα στενά όρια του πειράματος ή του μανιφέστου, στερεοποιήθηκε ως δημιουργική και σκεπτόμενη αναπροσαρμογή της συνθετότητας ενός μουσικού επιτελεστικού εγχειρήματος.

Καθένας και καθεμία από το ensemble των ερμηνευτών κατέθεσε το προσωπικό στίγμα του. Εξέχουσα παρουσία εκείνη της Rosemary Hardy με διακριτές ερμηνευτικές πτυχές και επεξεργασμένα εκφραστικά μέσα. Εξίσου αξιοσημείωτη η πλαστικότητα και η αναβλύζουσα δυναμική της χορεύτριας Ichi Go, αλλά και η συμβολή των μουσικών του στενού κύκλου του θιάσου, καθώς και των μετακληθέντων από την Αθηναϊκή Συμφωνική Ορχήστρα Νέων (με εξαιρετική προετοιμασία της από τον αρχιμουσικό Παύλο Σεργίου) ως ερμηνευτές που μεταστοιχειώνουν τις δημιουργίες του Αντώνη Ανισέγκου σε ένα λόγο πολυπρισματικό όσο και διάφανο, αναγνωρίσιμο όσο και αιρετικό.