Η έκθεση Home -η οποία άνοιξε ξανά για το κοινό- στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Ιλεάνα Τούντα περιγράφει τη συνθήκη συμβίωσης και εργασίας των δύο καλλιτεχνών κάτω από την ίδια στέγη. Τα έργα τους όμως δεν ταυτίζονται αλλά προσεγγίζουν διαφορετικά το ζήτημα της συμβίωσης. Πρόκειται για την πρώτη κοινή παρουσίαση του ατομικού έργου των δύο εικαστικών, μετά από παράλληλη πορεία είκοσι ετών. Μέσα από τα ίχνη, τη γραφή και τις χειρωνακτικές αποτυπώσεις της Παπακωνσταντίνου και την γραμμικότητα του γλυπτικού αλφάβητου του Μπασάνου, υποδηλώνεται μία διπλή ανάγνωση της συμβίωσης.


-Τι σημαίνει για εσάς ο τίτλος HOME;

ΝΠ: Ο τίτλος προέκυψε μέσα από την ανάγκη να καθορίσουμε το πλαίσιο της κοινής μας παρουσίασης. Νομίζω ότι προέκυψε αρκετά αυθόρμητα όχι επειδή θέλαμε να μιλήσουμε για την κοινή μας ζωή, αλλά επειδή η συνεργασία μας για την έκθεση και κάθε συζήτηση γινόταν –και γίνεται- αναπόφευκτα στο σπίτι, με τη φυσική και εννοιολογική του διάσταση, γεγονός που στην πορεία καθόρισε τη θεματική μας. Η σημασία και οι προεκτάσεις που δίνουμε στο θέμα, καθώς και οι διαφορές που εντοπίζονται ανάμεσα στους δυο μας, όσον αφορά στην αντιμετώπισή του, είναι εμφανείς στα έργα της έκθεσης.

ΚΜ: Εξάλλου, είναι και η πρώτη φορά που τα έργα μας βρίσκονται σε αποκλειστικό διάλογο -βέβαια έχουν προηγηθεί συμμετοχές σε ομαδικές εκθέσεις, αλλά η έκθεση HOME είναι θα λέγαμε η πρώτη μας «ατομική». Η επιλογή του τίτλου είναι αφενός μεν το αποτέλεσμα ενός πλαισίου εργασίας, δηλαδή η ανάγκη να κάνουμε πιο συγκεκριμένο το θέμα της έκθεσης, αφετέρου δε περιγράφει τη συνθήκη συμβίωσης και εργασίας κάτω από την ίδια στέγη. Η σημασία και οι προεκτάσεις που δίνει καθένας από τους δυο στον τίτλο της έκθεσης HΟΜΕ δεν ταυτίζονται αλλά εξερευνούν διακριτά μια κατάσταση. Αν είχαμε ένα σαφή ορισμό του τίτλου ή τέλος πάντων μια σαφή εικόνα του τι σημαίνει ίσως να μην ήταν και απαραίτητο να προχωρήσουμε μέσα από την έκθεση στην αναζήτηση διαπιστώσεων.

-Ποιο πιστεύετε ότι είναι το κοινό σημείο στη δουλειά σας;

ΚΜ: Νομίζω ότι θα συμφωνούσε και η Νίνα ότι αυτό που μπορούμε σε μια πρώτη ανάγνωση να διακρίνουμε ως κοινό τόπο στη δουλειά μας είναι –μεταξύ άλλων- το ενδιαφέρον μας για το κείμενο, χειρόγραφο ή τυπωμένο. Είναι πολύ πιθανό να υπάρχουν και άλλα κοινά σημεία, τα οποία μας διαφεύγουν -ενδεχομένως λόγω εγγύτητας.

ΝΠ: Σίγουρα το ενδιαφέρον μας για το κείμενο στην τυπωμένη ή χειρόγραφη μορφή του -στη δική μου περίπτωση η γραφή κυρίως, η μεταγραφή, και οι αλλοιώσεις της. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρώ ότι κοινό σημείο μας ως ένα βαθμό είναι και οι πηγές απ’ όπου αντλούμε το υλικό μας.

-Ποια είναι όμως η διαφορά στην προσέγγισή σας;

ΝΠ: Μια ουσιαστική διαφορά είναι ότι στη δική μου δουλειά χειρίζομαι το γραπτό λόγο ως χειρόγραφο, ενώ ο Κώστας ως τυπογραφικό κείμενο. Επιπλέον, ο Κώστας βλέπει τις γλυπτικές διαστάσεις του κειμένου, ενώ εγώ δεν το αντιμετωπίζω σε σχέση με το χώρο. Εμένα με ενδιαφέρει να εγγράφεται ο χρόνος και ο χειρωνακτικός μόχθος στην τελική μορφή του έργου, δηλαδή σε αυτό που προκύπτει από μια διαδικασία επεξεργασίας, αλλοίωσης και μεταγραφής –κάτι το οποίο δεν αφορά τον Κώστα. Επίσης, ξεκινώ πάντα από την επιθυμία να αποκρύψω αυτό που μεταγράφω ή αυτό που τελικά αποτυπώνω. Βασικό συστατικό της δουλειάς μου είναι η σχέση ανάμεσα στην επιθυμία της έκφρασης και επικοινωνίας και στην αδυναμία ή αποτυχία ή λάθος κατά τη διαδικασία, που στερεί από το κείμενο τη δυνατότητα να διαβάζεται.

ΚΜ: Συμφωνώ με τις παραπάνω επισημάνσεις της Νίνας, ωστόσο θα ήθελα να προσθέσω ότι το ενδιαφέρον μου για τον γραπτό λόγο σε μορφή τυπογραφικού κειμένου ξεκινά από το σχήμα ενός γράμματος ή μιας λέξης ή φράσης ως εν δυνάμει γλυπτικά αντικείμενα που «διαβάζονται». Αυτή η προσέγγιση διαφέρει από την εικονογραφική προσέγγιση της Νίνας του γραπτού λόγου μέσα από τα ίχνη αν και σε αρκετές περιπτώσεις χειρισμού της γλυπτικής φόρμας το τυπογραφικό στοιχείο και το κείμενο που παράγεται αποδομείται, «διαστρεβλώνεται» ή και «ανοίγεται» στο χώρο. Εξερευνώ δηλαδή την υλικότητα και τις χωρικές ιδιότητες του κειμένου στην αναπαραγωγή του είτε πρόκειται για μία σελίδα, είτε για ένα γλυπτό ή εγκατάσταση. Εξάλλου, το κείμενο που χρησιμοποιώ είναι λέξεις ή οικειοποιημένα αποσπάσματα κειμένου και πάντοτε τυπωμένο ή κατασκευασμένο στη γραμματοσειρά που έχει δημιουργήσει με βάση ένα δομικό τρισδιάστατο στοιχείο: το ξύλο της παλέτας.

Κώστας Μπασάνος

-Σύμφωνα με το δελτίο τύπου της έκθεσης, η κατοικία δεν αναπαρίσταται στα έργα σας, αλλά εκφράζεται μέσα από κείμενα, φράσεις και λέξεις. Εκθέτετε όμως και έργα σας όπου δεν υπάρχει, τουλάχιστον άμεσα, το στοιχείο της γραφής. Μπορείτε να μας πείτε για τη σύνδεσή τους με το θέμα και τη γραφή;

ΝΠ: Στο μεγαλύτερο μέρος της η δική μου δουλειά είναι βασισμένη σε κείμενο. Από την άλλη, με ενδιαφέρει και η αποτύπωση αναπαραστατικών σχεδίων, μεταξύ άλλων και εικονογραφήσεων παιδικών παραμυθιών. Στην έκθεση Home περιλαμβάνονται και τέτοια έργα, τα οποία δε χρησιμοποιούν κείμενο, ωστόσο το υπαινίσσονται σαφώς. Στο Diary 2010-2011, οι ανάγλυφες φιγούρες-αυτοπορτρέτα αναπαριστούν την πράξη της γραφής, ενώ στη σειρά Red Bed-time Stories, οι εικόνες προέρχονται από εικονογραφήσεις παραμυθιών των αδερφών Γκριμ, οι οποίες –καθώς είναι απολύτως αναγνωρίσιμες- αντικαθιστούν ως ένα βαθμό το κείμενο.

ΚΜ: Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι το στοιχείο της γραφής ή του κειμένου είναι χαρακτηριστικά της δουλειάς μας και ενδεχομένως να κυριαρχούν. Ωστόσο η πρακτική μας έχει και άλλες πτυχές, κυρίως εννοιολογικής βάσης, που πλαισιώνουν το θέμα που πραγματεύεται η έκθεση. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η έκθεση περιλαμβάνει έργα όπου η έννοια της κατοικίας δεν αναπαρίσταται μέσα από κυριολεκτικά σχήματα αναπαράστασης αλλά εκφράζεται μέσα από υπαινικτικές σχέσεις που διαμορφώνουν το πλαίσιο ενός διαλόγου. Τα στοιχεία της γραφής και του κειμένου από την άλλη συνυπάρχουν με εικόνες, γλυπτά και in situ έργα που με μια πρώτη ματιά ενδεχομένως να μην παρουσιάζουν κάποια μορφή σύνδεσης. Εξερευνώντας όμως την έκθεση ίσως να ανακαλύψει κανείς συνδέσεις που άμεσα ή έμμεσα να παραπέμπουν στην έννοια της κατοικίας και της συμβίωσης. Και αυτό είναι ίσως κάτι που να προέκυψε από την από κοινού έκθεση των έργων.

-Ζείτε μαζί τόσα χρόνια. Πιστεύετε πως ο ένας επηρεάζει τη δουλειά του άλλου;

ΝΠ: Σίγουρα έχουμε επηρεάσει ο ένας τον άλλον -θα μου φαινόταν παράξενο αν συνέβαινε το αντίθετο. Είναι αποτέλεσμα της συμβίωσης και της συνεχούς ανταλλαγής στο πλαίσιο της δουλειάς μας, είτε το θέλουμε είτε όχι. Αυτό που έχει ενδιαφέρον ωστόσο είναι ότι ο καθένας από μας διατηρεί τη «θέση» του απέναντι στο έργο του.

Νίνα Παπακωνσταντίνου

ΚΜ: Αναμφίβολα ναι θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος. Παρόλα αυτά οι δουλειές παραμένουν διακριτές και η έκθεση αυτή ήταν η ευκαιρία να κάνουμε και εμείς οι ίδιοι κάποιες διαπιστώσεις. Δηλαδή ακόμα και εμείς κάνουμε την ίδια ερώτηση στον εαυτό μας και δεν έχουμε μια απάντηση, παρά μόνο δείγματα συγγένειας, χωρίς ωστόσο να διακρίνουμε κοινά χαρακτηριστικά στη δουλειά μας πέρα από το γεγονός ότι έχουμε ένα κοινό ενδιαφέρον για το κείμενο και τη γραφή. Το εικαστικό μας υπόβαθρο είναι διαφορετικό και κατά συνέπεια το έργο μας να προσανατολίζεται σε διαφορετικά εκφραστικά πεδία και μέσα. Από την άλλη, μια συνθήκη συμβίωσης αδιαμφισβήτητα θέτει τις προϋποθέσεις για κοινά ερείσματα και το πλαίσιο για κοινές αναφορές, αφού τα ίδια βιβλία υπάρχουν στα ράφια, μια συζήτηση φέρνει μια άλλη, και οτιδήποτε συμβαίνει μοιράζεται, εκτός από αυτά που μας διαφεύγουν σε μια στιγμή αφηρημάδας.

Διαβάστε επίσης:

Home – Κώστας Μπασάνος και Νίνα Παπακωνσταντίνου: Ανοιχτή ξανά η έκθεση στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Ιλεάνα Τούντα