Συγγραφέας, ποιητής, καλλιτέχνης, ο Γιάκομπσεν κινείται στα χνάρια του συμπατριώτη του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Ο αφηγηματικός του οίστρος είναι τόσο διαχυτικός, η λογοτεχνική του πινελιά τόσο πολύχρωμη και θελκτική που η νουβέλα του “Μόγκενς” καθίσταται ένα απαραίτητο σύγγραμμα, ένα φιλοσοφικό παραμύθι, μία σαγηνευτική εξωτερίκευση των πνευματικών ανησυχιών του συγγραφέα και μία ερωτική ψυχολογική ανάλυση που κανείς δεν πρέπει να χάσει με κανέναν τρόπο. Γραμμένο το 1872, σε ηλικία μόλις 25 χρονών η νουβέλα αυτή αποκαλύπτει το αστείρευτο έμφυτο ταλέντο ενός καταραμένου δημιουργού – δυστυχώς πεθαίνει μόλις σε ηλικία 38 ετών – ενός ανθρώπου που μοιάζει να γράφει με όρους ζωγραφικής σχηματίζοντας με τον λόγο του ηχοχρώματα ψυχής μοναδικής ομορφιάς και αξίας.

Το Μόγκενς είναι αναμφίβολα ένας λογοτεχνικός θησαυρός, ένα κείμενο που συγκλονίζει όχι με την πολυπλοκότητά του αλλά με την απλότητα που το διακρίνει καθώς και την ικανότητα του Γιάγκομπσεν να αναδεικνύει την ανεκτίμητη αξία της φύσης που μας περιβάλλει.

Έρωτας και φύση

Το στοιχείο της φύσης είναι στο επίκεντρο της γραφής του Γιάκομπσεν, κάθε φορά που μας την περιγράφει σαν κάτι ιερό και παραμυθένιο μαζί μοιάζει να αναβλύζουν νερά και να γεμίζει η πλάση αρώματα. Η δεινότητά του να περιγράφει με λεπτομέρεια προιμπρεσιονιστή ζωγράφου τις εικόνες και τις μυρωδιές επιτρέπει στον αναγνώστη να περιπλανιέται νοερά στο δάσος όπου εκτυλίσσεται μία από τις σκηνές της νουβέλας.

Ο ήρωας βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με το περιβάλλον στο οποίο ο συγγραφέας τον εντάσσει και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της φύσης, η οποία τον αγκαλιάζει και τον δέχεται σαν παιδί της. Είναι πασπαλισμένος με την αθωότητά του και το ειδυλλιακό τοπίο είναι το ιδανικό μέρος για να ξεδιπλώσει τον λόγο του σαν την θάλασσα στην οποία πλέει η βάρκα εξαπλώνοντας μία αίσθηση νηνεμίας και ηρεμίας. “Όλα ακτινοβολούσαν, άστραφταν τυλιγμένα στον ρόχθο. Τα φύλλα, τα κλαδιά, οι κορμοί. Όλα έλαμπαν στο νερό. Κάθε σταγόνα που έπεφτε στο χώμα, στο γρασίδι, στο φράχτη, παντού, έσπαγε και γινόταν χίλια πανέμορφα μαργαριτάρια”.

Μέσα σε αυτό τον πυρετώδη κόσμο που η φύση είναι κυρία του, ο έρωτας μπορεί και ανθίζει για τον Μόγκενς. Και είναι η “Αγία Τριάδα” του έρωτα που εδώ πρωταγωνιστεί μέσα από τις μορφές της Καμίλλα, της Λάουρα και της Θόρα “την κόρη μιας πανάρχαιας φυλής” σύμφωνα με τον Söderberg. Είναι πολύ πιθανό ο αριθμός τρία να είναι μια τυχαία επιλογή και να μην συμβολίζει κάτι, μιας και ο συγγραφέας ήταν άθεος και είχε επηρεαστεί πολύ από την “Καταγωγή των ειδών” του Δαρβίνου, τον οποίο μελέτησε διεξοδικά. Ο Μόγκενς θα αγαπήσει τρεις φορές και θα αγαπήσει εντελώς διαφορετικά την καθεμία. Ο έρωτας για τον Μόγκενς δεν είναι αυτοσκοπός, είναι μία ολόκληρη διεργασία και ιεροτελεστία στον δρόμο προς την ευτυχία μέσα από ένα πρίσμα ηθικής που οφείλει αυτός να καλύπτει και να εξασφαλίζει.

Στο εισαγωγικό σημείωμα της έκδοσης πολύ εύστοχα σημειώνει η μεταφράστρια Αγγελική Νάτση – την οποία αξίζει να συγχαρούμε για την μετάφρασή της – σημειώνει: “Ο έρωτας δεν χρειάζεται να είναι άπιαστος και ανεκπλήρωτος, οφείλει  όμως να ανήκει στη σφαίρα των ανώτερων συναισθημάτων. Κατακτιέται όχι μόνο με τη βοήθεια της γνώσης και της σοφίας που προσφέρει η αλήθεια του, αλλά κυρίως μέσα από την επιστροφή στην παιδικότητα και την ανάμνηση της αθωότητας, την επιστροφή στη φυσική, θετική πλευρά της ανθρώπινης ύπαρξης”.

Ο Μόγκενς, ως ένας καθρέφτης του Γιάκομπσεν μιας και ο συγγραφέας από πολύ μικρός είχε επαφή με την φύση, ερωτεύεται και παράλληλα φιλοσοφεί τον έρωτά του για να φτάσει σε κάποιο επίπεδο ανώτερο για αυτόν, έναν έρωτα σωτήρα και λυτρωτή. Αυτόν ακριβώς τον έρωτα του τον χαρίζει η Θόρα και με αυτήν θα πορευτεί τον υπέροχο δρόμο της από κοινού συμβίωσης αφού έχει χάσει πρόωρα την αγαπημένη του και πρώτη αγάπη Καμίλλα. Από την άλλη, ο ανόητος έρωτας της Λάουρα που είναι συνυφασμένος με “ελαφρά ήθη” και εκπέμπει κάτι το ζωώδες απωθεί τον ρομαντικό και στοχαστή Μόγκενς. Εκείνος επιθυμεί τον έρωτα που τον παρασέρνει στο καράβι της γεμάτης ευδαιμονία ζωής, εκείνον που αποπνέει μία αυθεντικότητα και μία αγνότητα, έναν έρωτα που είναι έτοιμος και ικανός να τον ανεβάσει στα πιο υψηλά επίπεδα της στρατόσφαιρας αγκαλιά με την σύντροφό του να ατενίζουν το μέλλον. Η άδολη και αληθινή αγάπη είναι το μοναδικό μονοπάτι και αυτό ακολουθεί δίχως ανούσια παιχνίδια και παρεκκλίσεις.

Αν κοιτάξει κανείς τον ίδιο τον συγγραφέα, ο οποίος έπασχε από πολύ μικρή ηλικία από φυματίωση, ουσιαστικά γράφει για όλα αυτά που θέλει να ζήσει, διψά για ζωή και το καταθέτει με κάθε ευκαιρία και αυτή η αρρώστια που έμελλε να του στερήσει τελικά μια τέτοια ζωή όπως την περιγράφει, εκείνος την μετατρέπει σε ανείπωτη χαρά με όπλο την δύναμη της θαρραλέας ψυχής του.


Αποσπάσματα

“Αν ο κόσμος ήταν γεμάτος από χτυποκάρδια και ο ουρανός από έναν γεμάτη αγάπη Θεό; Τότε γιατί εγώ δεν το γνωρίζω, γιατί γνωρίζω κάτι άλλο; Και αυτό που εγώ ξέρω είναι διαφορετικό, τόσο άγριο, σκληρό, αληθινό…”

“Είχε μια αγάπη καθαρή και ευγενική, χωρίς προστυχιές και γήινο πάθος, ναι, έτσι ήταν ͘  κι αν δεν ήταν, έτσι έπρεπε να γίνει. Το πάθος τα κατέστρεφε όλα, ήταν τόσο άσχημο, τόσο απάνθρωπο!”


Διαβάστε επίσης: 

Μόγκενς – Jens Peter Jacobsen