Ο Μιλτιάδης Φιορέντζης άρχισε να διαγράφει μια εντυπωσιακή πορεία στο ελληνικό θέατρο, με το που αποφοίτησε από το Θέατρο Τέχνης. Συνεργάστηκε για χρόνια με τον Θόδωρο Τερζόπουλο, σε σπουδαίες παραστάσεις εντός και εκτός Ελλάδας, πειραματίστηκε σε μικρές και μεγάλες σκηνές με αναγνωρισμένους, αλλά και νεότερους σκηνοθέτες, αποτελεί ιδρυτικό μέλος της Ομάδας Σημείο Μηδέν και πρόσφατα συμμετείχε σε δύο σημαντικές παραγωγές ξένων σκηνοθετών στην σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση.

Φέτος όμως, αποφάσισε να δοκιμάσει για πρώτη φορά τις δυνάμεις του στην σκηνοθεσία. Και αυτό γίνεται με ένα έργο ενδιαφέρον και καλά μελετημένο, όπως ταιριάζει στον ίδιο. Έτσι, στο Θέατρο της οδού Κυκλάδων παρουσιάζει την πολύπαθη ζωή της Κλάρα Σούμαν, μίας δημιουργού αρκετά μπροστά από τον αιώνα της. Στην συνέντευξη που ακολουθεί, ο Μ. Φιορέντζης αναφέρεται στην προσωπικότητα της Σούμαν και τις ιδιαιτερότητες της εποχής της, ενώ εξηγεί και το γιατί αποφάσισε να οικοδομήσει σκηνοθετικά την ζωή της συγκεκριμένης καλλιτέχνιδας.


– Η θεατρική βιογραφία της Κλάρα Σούμαν παρουσιάζεται στο Θέατρο της οδού Κυκλάδων. Γιατί θελήσατε να αναδείξετε ως σκηνοθέτης την συγκεκριμένη ιστορική προσωπικότητα;

Ο λόγος που ξεκίνησα να οραματίζομαι την σκηνική εκδοχή της πιο διακεκριμένης πιανίστριας του Ρομαντισμού, στηρίζεται σε μια απλή παραδοχή: αγνοούσα ολοκληρωτικά την ύπαρξή της. Η παράσταση που ετοίμαζα θα αφορούσε τον Σούμαν, μέχρι που στη διάρκεια της έρευνάς μου, η παρουσία της άλλαξε καθοριστικά τον προσανατολισμό μου.  Η ιστορία της με γοήτευσε, με συγκίνησε και με ενέπνευσε για περίπου 11 μήνες πυροδοτώντας μου την ανάγκη να μοιραστώ όλες τις πτυχές αυτής της εμπειρίας. Η παράσταση ήταν για μένα η αφορμή να την γνωρίσω και να την συστήσω.

– Πώς φωτίζεται η σχέση έρωτα και ανταγωνισμού με τον σύζυγό της Ρόμπερτ Σούμαν;

Το δίπολο έρωτας και ανταγωνισμός είναι από μόνο του μεγάλη πηγή παραστατικού πλούτου. Ακουμπά τις πιο ευαίσθητες χορδές στη ζωή ενός ζευγαριού, και ιδιαίτερα ενός ζεύγους ομότεχνων. Μπορεί να χωρέσουν κάτω από την ίδια στέγη δυο που αγαπιούνται πολύ και που αγαπούν εξίσου και την τέχνη τους; Μέλημά μας ήταν να φωτίσουμε ισάξια και τους δύο πόλους αυτής της ενδιαφέρουσας συνθήκης που έκανε την ιστορία αγάπης μεταξύ Ρόμπερτ και Κλάρα Σούμαν, να παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα ειδύλλια στην ιστορία της κλασικής μουσικής.

– Η χρήση μουσικής και ειδικότερα η παρουσία επί σκηνής των Βικτωρίας Κιαζίμη και Νικόλα Καραγκιαούρη, πώς αξιοποιείται ως προς το τελικό αποτέλεσμα της παράστασης;

Η Κλάρα Σούμαν ταυτίστηκε με την εξέλιξη και την αποθέωση της πιανιστικής τέχνης οπότε ένιωθα επιτακτική την ανάγκη ύπαρξης στη σκηνή ενός πιάνου και μιας εξαιρετικής πιανίστριας. Παράλληλα, ο Σούμαν θέλησε να «τραγουδήσει» την αγάπη του προς την Κλάρα, συνθέτοντας μαγευτικούς κύκλους τραγουδιών για βαρύτονο. Για το ζεύγος Σούμαν, η παγκόσμια γλώσσα της μουσικής ήταν η προσωπική γλώσσα της αγάπης και για αυτό θεώρησα, ως απαραίτητη συνθήκη αυτής της σκηνικής εξίσωσης, ο εκφερόμενος λόγος να συμπλέει με ζωντανή μουσική.

– Τι συμπεράσματα βγάλατε μέσα από τη μελέτη για την πορεία της Σούμαν, ως προς την αποδοχή καθώς και την ύπαρξη γυναικών – δημιουργών στον αιώνα της;

Η γυναίκα-δημιουργός την περίοδο του ρομαντισμού είναι ένα φαινόμενο που απαντάται πολύ σπάνια. Αν και η εποχή του Διαφωτισμού διαμόρφωσε νέο κώδικα για τα δικαιώματα του ανθρώπου, οι γυναίκες συνέχιζαν να θεωρούνται η βασική δύναμη φροντίδας του ανθρώπινου γένους, με ελάχιστες απαιτήσεις δημιουργίας. Υπήρχαν δεκάδες ταλαντούχες πιανίστριες τα χρόνια που έζησε η Κλάρα Σούμαν, και όλες χρειάστηκε να έρθουν αντιμέτωπες με την προκατάληψη που τις απαγόρευε να μεγαλουργήσουν.

– Κοινωνιολογικά και βάσει προσωπικής παρατήρησης, θα λέγατε πως η θέση της γυναίκας – δημιουργού σήμερα, έχει αναβαθμιστεί ή κάτω από την επιφάνεια υπάρχει ακόμα και τώρα, κάποιου είδους προκατάληψη και τάση για υποβάθμιση;

Αν και το συμπέρασμά μου στερείται βιωματικής εμπειρίας, καθώς διατυπώνεται αναγκαστικά από το πλαίσιο που μου επιβάλει το ίδιο μου το φύλο, καταλήγει ωστόσο στην εντύπωση πως τόσο σε επιτελικά πόστα, όσο και σε πόστα ατόφιας δημιουργίας, οι γυναίκες δημιουργοί αποκτούν σταδιακά την αναγνώριση που τους αναλογεί. Αξίζει ωστόσο να επισημάνω και κάτι ακόμη: δεν είμαι τόσο σίγουρος αν η δημιουργία έχει φύλο. Είναι μια περίπλοκη συνθήκη που προϋποθέτει τη ζύμωση αρσενικών και θηλυκών πλευρών του εαυτού. Η δημιουργία απαιτεί αντίθετες δυνάμεις να δώσουν τα χέρια και είναι μια συμφωνία που δεν μπορείς να αποφύγεις είτε είσαι άντρας είτε είσαι γυναίκα δημιουργός.

– Βρίσκεστε πρώτη φορά στο σανίδι ως σκηνοθέτης. Πώς σας γεννήθηκε αυτή η επιθυμία και με τι είδους έργα θα θέλατε να καταπιαστείτε ιδανικά; Έχετε κάποια συγκεκριμένα κείμενα στο μυαλό σας για το μέλλον;

Κυοφορούσα αυτήν την επιθυμία μάλλον ασυνείδητα για καιρό. Αφορμή για να βγει στο φως ήταν η πρόταση που μου έγινε από το Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, να αναλάβω για πρώτη φορά τον ρόλο του σκηνοθέτη. Είναι τόσα τα ερεθίσματα που πήρα τους τελευταίους μήνες και τόσο αποκαλυπτικό το φάσμα της εμπειρίας που το μόνο που μπορώ να πω για το μέλλον-με ζαλισμένο ακόμη το μυαλό- είναι πως θα ήταν ευλογία να ασχοληθώ ξανά με ένα τόσο ενδιαφέρον θέμα και να συν-δημιουργήσω ξανά με τόσο χαρισματικούς ανθρώπους.

© Κική Παπαδοπούλου

– Για αρκετά μεγάλο διάστημα συνεργαστήκατε με τον Θόδωρο Τερζόπουλο σε σπουδαίες παραστάσεις. Τι θα λέγατε ότι κερδίσατε από αυτήν την συνάντηση ως ηθοποιός, αλλά και ως σκηνοθέτης πλέον;

Θα χρειαστώ πολλές γραμμές για να απαριθμήσω όλα τα οφέλη της συνάντησής μου με τον Θόδωρο Τερζόπουλο. Αυτό που επιγραμματικά μπορώ να διατυπώσω είναι πως εμφύσησε στις καλλιτεχνικές μου αποσκευές τις πολύτιμες έννοιες της πίστης, της δύναμης και της λεπτομέρειας.

– Θα θέλατε κλείνοντας, να μας πείτε λίγα λόγια και για τα επόμενα επαγγελματικά σας βήματα;

Στο επόμενο επαγγελματικό μου βήμα, καλούμαι να επιστρέψω στην υποκριτική με τους ευτυχέστερους όρους, να δουλέψω ξανά με την σκηνοθέτη Ιόλη Ανδρεάδη και να βουτήξουμε στο σύμπαν ενός σπουδαίου έργου: στον Μισάνθρωπο του Μολιέρου που κάνει πρεμιέρα μετά το Πάσχα στο Σύγχρονο Θέατρο.


Φωτογραφία θέματος: Πάνος Δάβιος


Διαβάστε επίσης: 

Η ζωή της Κλάρα Σούμαν «ζωντανεύει» στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων