Προτού τη γνωρίσει, νόμιζε πως τη θαύμαζε. Όταν επιτέλους τη γνώρισε, συνειδητοποίησε πόσο αμετάκλητα έξω είχε πέσει. Σχεδόν τρομακτικά. Αφότου αντάλλαξαν τις πρώτες κουβέντες, κι αβροφροσύνες, και το ένα ποτό έφερνε το επόμενο, την κατέταξε εκεί ακριβώς όπου ανήκε. Στην κατηγορία των γυναικών εκείνων δηλαδή, που από τη μία ο Θεός κάνει όμορφες, κι από την άλλη μονάχα ο διάβολος κάνει ακαταμάχητες.

Έτσι, τόσο απλά και ξάστερα, στην περίπτωση της Μελίνας, της δικής του Μελίνας, το ρήμα «θαυμάζω» πήρε άλλες διαστάσεις, κι άρχισε να παραπέμπει περισσότερο στο «μένω άναυδος». Στην περίπτωση της Μελίνας, ο παντρεμένος τότε Ζυλ Ντασέν με τη βιολονίστα και παιδική του φίλη, Μπεατρίς Λόουνερ, δεν είχε παρά να πάρει το μονόδρομο που ανοιγόταν εμπρός του. Αυτόν της καρδιάς. Κι είναι ελκυστικός τούτος ο μονόδρομος. Όποια πέτρα του κι αν σηκώσεις, θα πέσεις πάνω σε ‘κείνο το ρητό που λέει κι επιμένει πως ο μοναδικός τρόπος για να αντισταθείς στον πειρασμό, είναι να ενδώσεις σ’ αυτόν. Κι η αλήθεια είναι πως για την υπόλοιπη ζωή του, ο Γάλλος ηθοποιός με τα καταγάλανα μάτια και την μεγάλη πέραση στο γυναικείο κοινό, σήκωσε ένα σωρό τέτοιες πέτρες για χάρη της Μελίνας Μερκούρη.

Η γεννηθείσα στις 18 Οκτωβρίου 1920, ΜαρίαΑμαλία Μερκούρη, η βραβευμένη σε διεθνές κι εγχώριο επίπεδο, ξανθιά ηθοποιός, κι Υπουργός Πολιτισμού σε όλες τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, κατά τα έτη 1981 – 89 και 1993 – 94, έπεσε ως αθερίνα στα δίχτυα του πραγματικού έρωτα. Κι ήταν μόλις ελάχιστα εικοσιτετράωρα από τη γνωριμία της με τον Γάλλο, που παραδέχθηκε σε στενή της φίλη πως εκείνος και μόνο εκείνος ήταν ο άνδρας της ζωής της. Έτσι είναι, άλλωστε, όταν κάποια μαγικά πλάσματα δίνουν το μοιραίο τους ραντεβού πάνω σ’ αυτή τη γη. Έτσι δεν είναι όταν δύο μισά σχηματίζουν επιτέλους το όλον; Έτσι δεν είναι όταν η καρδιά πείθεται πως η αγάπη είναι το αληθινό της πεπρωμένο;

Καταγόμενη από γνωστή οικογένεια πολιτικών, η Μερκούρη το 1938 θα γίνει δεκτή στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου κι ένα χρόνο αργότερα θα παντρευτεί τον πάμπλουτο και κατά πολύ μεγαλύτερό της, Παναγή Χαροκόπο. Μαζί θα ζήσουν μες στις ανέσεις, και αυτός θα είναι ο λόγος που πολλές φορές θα πιαστούν στο στόμα του λαού, τη στιγμή που εκείνος πεινούσε κι ερχόταν καθημερινά αντιμέτωπος με το χάος της Κατοχής. Κατά την περίοδο του γάμου της δεν έλειψαν ούτε οι απιστίες, αλλά ενδιαφέρον παρουσιάζει το θάρρος της να τις αποκαλύψει από μόνη της. Ο ένας εραστής της ήταν ο Φειδίας (Αλέξης) Γιαδικιάρογλου, και ο άλλος ήταν ο Πύρρος Σπυρομήλιος.

Μόνο όταν γνώρισε το 1955 το Ζυλ Ντασέν σβήστηκαν όλοι από τα τεφτέρια της ψυχής της. Εκείνη η χρονιά υπήρξε σταθμός για την προσωπική της ζωή, καθώς βέβαια και για την καριέρα της. Πρωταγωνιστεί στην ταινία Στέλλα, η οποία και θα διαγωνιστεί στο Φεστιβάλ των Καννών, κι η ίδια κουρνιάζει σαν πουλάκι στην αγκαλιά του Ντασέν μέχρι το τέλος της ζωής της. Η γυναίκα που πέρασε από όλα τα γνωστά έργα εκείνης της εποχής «Το μονοπάτι της Λευτεριάς», «Η κόμισσα κι ο καμαριέρης», «Μις Μπα», «Θα σε παντρευτώ Τέρας», «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα», «Πωλείται κέφι», «Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι», «Λεωφορείον ο πόθος», «Η Άννα των χιλίων ημερών», «Ποτέ την Κυριακή», κ.α, την χόρτασε την ζωή της.

Με τον Ντασέν παντρεύτηκαν στις 18 Μαΐου 1966 στο δημαρχείο της Λωζάνης κι ο μοναδικός Έλληνας μάρτυρας του γάμου τους ήταν ο Νίκος Κούρκουλος. Πλάι στο νέο σύζυγό της η Μελίνα ένιωθε να πετάει. Πλάι του ανακάλυψε πως οι δύο πιο σημαντικές μέρες στη ζωή ενός ανθρώπου είναι η μέρα που γεννιέται, μα και η μέρα που τον διαπερνά το βέλος του φτερωτού θεού. Πλάι του έμαθε πως μόνο ο έρωτας είναι εφευρετικότατος στις δυσκολίες, και πως η έκφραση της αγάπης είναι προνόμιο των γενναίων. Η γυναίκα που πήγε κόντρα στο ρεύμα σε αρκετά από τα σοβαρά θέματα της εποχής της, κι αποδείχθηκε πιο αντράκι από πολλούς άνδρες, ήταν από εκείνες τις περσόνες που υπάρχουν στην αρχή μα και το τέλος όλων των μεγάλων πραγμάτων, και η βεβαίωση πως η φύση θέλει το θηλυκό να είναι το αριστούργημά της.

Η Μελίνα κατήγγειλε ανοιχτά τη Χούντα, ενώ στις 7 Μαρτίου 1969 έγινε απόπειρα δολοφονίας εναντίον της, κι ήταν αυτή που είχε το σθένος να ξεκινήσει εκστρατεία επιστροφής των κλεμμένων μαρμάρων από την Ακρόπολη, τα οποία βρίσκονται μέχρι και σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο. Όταν άφησε την τελευταία της πνοή στο Memorial της Νέας Υόρκης, νικημένη από τον καρκίνο, είχε προλάβει να περάσει με χρυσά γράμματα στα κιτάπια της έβδομης Τέχνης και της πολιτικής.

Όταν άφησε τον Ντασέν για πάντα μόνο του στις 6 Μαρτίου 1994, είχε προλάβει να δώσει και στον ίδιο περγαμηνές. Η γυναίκα του ήταν ηθοποιός που φλεγόταν εσωτερικά με φαινομενική άνεση εξωτερικά, το ταλέντο της ήταν αυτό που πετύχαινε όσα δε μπορούσαν οι άλλοι, κι η ευφυΐα της πετύχαινε όσα οι άλλοι δεν έβλεπαν καν. Για τον φιλέλληνα Ζυλ Ντασέν, η χώρα μας έγινε όλος του ο κόσμος, κι αυτό επειδή αγαπούσε παράφορα έναν από τους κατοίκους της, κι η αγάπη του αυτή δεν ήταν παρά ο χρόνος και χώρος που μετριούνται πάντα με την καρδιά, όπως θα έλεγε κι ο Προυστ. Για τον Ζυλ Ντασέν, η δική του Μελίνα ήταν ίδια ακριβώς με την δική μας Μελίνα: μια γυναίκα που διατηρούσε άριστες σχέσεις τόσο με το Θεό όσο και με το διάβολο και γι’ αυτό πηγαινοερχόταν άνετα πότε στον παράδεισο και πότε στην κόλαση.