Το μυθιστόρημα «Μια φιλία στη Σμύρνη», το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο αφηγηματικού πεζού λόγου του Ιδρύματος Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών, ακολουθεί τους τέσσερις πρωταγωνιστές από την παιδική και εφηβική τους ηλικία στην πολυπολιτισμική Σμύρνη των αρχών του 20ου αιώνα και την καταστροφή της, μέχρι την ωριμότητά τους. Και οι τέσσερις προέρχονται από διαφορετικές εθνικές και θρησκευτικές κοινότητες, εντούτοις συνδέονται με μια βαθιά φιλία. Η Μαρία Ηλιού, συγγραφέας, σκηνοθέτις του κινηματογράφου και σεναριογράφος, επιστρέφει σε γνώριμα εδάφη αλλά με άλλη ιδιότητα, κάποια χρόνια μετά το ντοκιμαντέρ της με τίτλο «Σμύρνη, η Καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης», το οποίο παρουσιάστηκε στο Μουσείο Μπενάκη και στο Μέγαρο Μουσικής. Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε η συγγραφέας μιλάει για την απόφασή της να γράψει όχι μόνο για την καταστροφή αλλά και για τα καλά χρόνια της Σμύρνης που προηγήθηκαν, για την αποδοχή του διαφορετικού, αλλά και για τη διαχρονικότητα και τον πανανθρώπινο χαρακτήρα αυτής της ιστορίας ενηλικίωσης.

***

-Το βιβλίο σας «Μια φιλία στη Σμύρνη» είναι προϊόν μυθοπλασίας, που τοποθετείται ωστόσο σε ένα πραγματικό ιστορικό πλαίσιο, για το οποίο μάλιστα κάνατε εκτεταμένη έρευνα. Τι παραπάνω ή τι διαφορετικό μπορέσατε να εκφράσετε ως δημιουργός μέσα από τη μυθοπλασία, συγκριτικά με το ντοκιμαντέρ σας «Σμύρνη, η Καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης»;

Το βιβλίο μυθοπλασίας είναι εντελώς διαφορετικό από το ντοκιμαντέρ που παρουσιάσαμε πριν από χρόνια. Σε αντίθεση με το ντοκιμαντέρ, το μυθιστόρημα εξελίσσεται κυρίως στα καλά, άγνωστα χρόνια της Σμύρνης, από το 1912 έως τον Αύγουστο του 1922 και έχει μόνο ένα σύντομο τμήμα για την Καταστροφή και έναν επίλογο το 1962 στη Νέα Υόρκη. Αλλά η μεγάλη διαφορά είναι πως εδώ δεν έχουμε ένα ιστορικό μυθιστόρημα αλλά κυρίως ένα bildungsroman, μια ιστορία ενηλικίωσης τεσσάρων φίλων από διαφορετικές θρησκείες και κοινότητες. Είναι η ιστορία της Άννας Βλαστού, του Ρεσάτ Κασαμπά, του Ισαάκ Μοντιάνο και της Ρόζας Μπερμπεριάν και των οικογενειών τους που έχουν στενούς φιλικούς και επαγγελματικούς δεσμούς. Είναι ένα βιβλίο για την χαρά της ζωής αλλά και για τις απώλειες. Είναι μια πανανθρώπινη ιστορία ενηλικίωσης τοποθετημένη στη Σμύρνη και στα Βουρλά όπου οι οικογένειες περνούν τα καλοκαίρια τους. Είμαστε στην αρχή του εικοστού αιώνα και η κεντρική ηρωίδα, η Άννα Βλαστού, συγκρούεται, διεκδικεί μια διαφορετική ζωή από την ζωή της μητέρας της θέλοντας να σπουδάσει, ερωτεύεται, ανακαλύπτει οικογενειακά ψέματα. Παράλληλα τρέχουν τα αφηγηματικά νήματα από τις ζωές των φίλων της και των οικογενειών τους. Τα θέματα του μυθιστορήματος είναι η αναζήτηση του εαυτού σε έναν κόσμο που εκσυγχρονίζεται, η αποδοχή του διαφορετικού σε μια κοσμοπολίτικη κοινωνία και πώς οι ηθικοί δεσμοί αντέχουν ακόμη και όταν ο κόσμος των ηρώων καταρρέει και από την αποδοχή του διαφορετικού, η κοινότητα περνάει στον εθνικισμό, στο «ό,τι διαφορετικό, εχθρικό». Είναι ένα βιβλίο για την δύναμη των ανθρώπων να επιβιώνουν και να ξαναχτίσουν την ζωή τους.

– Η ιστορία του βιβλίου έχει πρωταγωνιστές τέσσερα μικρά παιδιά τα οποία ο αναγνώστης ακολουθεί από τις ημέρες της ανεμελιάς σε μια κοσμοπολίτικη Σμύρνη μέχρι τη μεγάλη Καταστροφή και, ύστερα, στη Νέα Υόρκη. Γιατί επιλέξατε να πείτε την ιστορία αυτή ιδωμένη μέσα από παιδικά μάτια;

Η ιστορία στην αρχή είναι πράγματι μέσα από τα παιδικά μάτια των τεσσάρων φίλων, οκτώ χρονών το 1912, μετά μέσα από μια εφηβική ματιά, με το πέρασμα του χρόνου, το 1922 οι φίλοι έχουν γίνει δεκαοκτώ χρονών και το 1962 στη Νέα Υόρκη, είναι πια ενήλικες, πενήντα οκτώ χρονών. Επέλεξα να είναι στην αρχή οι ήρωες παιδιά (αν και η αφήγηση είναι όχι μέσα από τις φωνές τους αλλά μέσα από τον αφηγητή) γιατί η χαρούμενη και προστατευμένη παιδική ηλικία που ζούνε ταιριάζει με την χαρά της ζωής μιας κοσμοπολίτικης πόλης και αργότερα έρχεται σε αντίθεση με την ενηλικίωση και τις προσωπικές απώλειες. Όπως σας έλεγα το «Μια φιλία στη Σμύρνη» είναι ένα bildungsroman, μια ιστορία ενηλικίωσης και οι ιστορίες ενηλικίωσης έχουν να κάνουν με την ανακάλυψη της χαράς της ζωής αλλά και με τις απώλειες, ιδιωτικές αλλά και απώλειες που έχουν να κάνουν με το μεγάλο κύμα της Ιστορίας που επηρεάζει τις ζωές μας. Εδώ σε αυτήν την περίπτωση η απώλεια γίνεται και απώλεια της πόλης στην οποία μεγάλωσαν.

– Στο τέταρτο μέρος του βιβλίου σας διαβάζουμε σελίδες από το ημερολόγιο της βασικής ηρωίδας, της Άννας για τις ημέρες της Καταστροφής. Γιατί επιλέξατε την πρωτοπρόσωπη αφήγηση σε εκείνο το σημείο;

Γιατί η πρωτοπρόσωπη αφήγηση είναι πάντα πιο ισχυρή. Βλέπουμε, ακούμε την ιστορία μέσα από τα μάτια και την φωνή της ηρωίδας, ο αφηγητής εξαφανίζεται, κρύβεται. Επίσης με την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, μπόρεσα να γράψω κάτι που στιγμές στιγμές γίνεται εσωτερικός μονόλογος, χωρίς στίξη, που μεταφέρει την ψυχική ένταση της ηρωίδας. Σίγουρα αυτές οι σελίδες είναι σελίδες κορύφωσης. Σχεδόν ασυνείδητα πήρα αυτήν την απόφαση γιατί όταν ξεκίνησα να  γράφω το κεφάλαιο της Καταστροφής στο γ’ πρόσωπο, όπως είναι το υπόλοιπο βιβλίο, έμοιαζε λάθος. Έτσι βρέθηκε η λύση του ημερολογίου της Άννας σε πρώτο πρόσωπο, που ανακαλύπτει η Ίριδα, η κόρη της στη Νέα Υόρκη το 1962.

– Θεωρείτε ότι υπάρχουν αντηχήσεις της αρμονικής πολυπολιτισμικότητας και του κοσμοπολιτισμού της Σμύρνης σε άλλα μέρη του κόσμου σήμερα ή είναι κάτι που έχει οριστικά χαθεί;

Συχνά η αποδοχή του διαφορετικού κινδυνεύει στις μέρες μας. Όμως η πολυπολιτισμικότητα δεν έχει χαθεί στις μεγάλες πρωτεύουσες. Για αυτό και το μυθιστόρημα ολοκληρώνεται στη Νέα Υόρκη, μια πολυπολιτισμική πόλη όπου ζει η Άννα και ανακαλύπτει το 1962 ένα μυστικό από το παρελθόν που αλλάζει τη ζωή της.

Απλώς ιστορικά ήταν κάπως διαφορετικός ο κοσμοπολιτισμός στην Οθωμανική αυτοκρατορία από την πολυπολιτισμικότητα σήμερα στην Νέα Υόρκη και σε άλλες πρωτεύουσες του κόσμου. Αλλά το κοινό και στις δυο περιπτώσεις που είναι πολύτιμο είναι η αποδοχή –και όχι η καχυποψία ή απόρριψη– του διαφορετικού. Αν και στις μέρες μας συχνά η αποδοχή του διαφορετικού οπισθοχωρεί, μόνο η αρμονική πολυπολιτισμικότητα θα μας κάνει να ζήσουμε δημιουργικά και ειρηνικά τα επόμενα χρόνια.

– Για ποιο λόγο πιστεύετε ότι τόσο οι δημιουργοί όσο και το κοινό στην Ελλάδα νιώθει την ανάγκη να επιστρέφει σε ιστορίες για τον πάλαι ποτέ ακμάζοντα ελληνισμό της Μικράς Ασίας;

Το 1922 έφτασαν στην Ελλάδα ένα εκατομμύριο πρόσφυγες. Από τότε έγιναν γάμοι ανάμεσα σε πρόσφυγες και Ελλαδίτες, γεννήθηκαν παιδιά και εγγόνια με αποτέλεσμα σχεδόν κάθε οικογένεια να έχει κάποια σχέση με την Μικρά Ασία. Η Καταστροφή, ο ξεριζωμός από τον τόπο που οι Έλληνες της Μικράς Ασίας έζησαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία για αιώνες, είναι ένα πολύ μεγάλο συλλογικό τραύμα. Και το τραύμα το ξεπερνάς μόνο μιλώντας και ακούγοντας ιστορίες για αυτό.

Αλλά κλείνοντας την συνέντευξη θέλω να πω πως το μυθιστόρημα «Μια φιλία στη Σμύρνη» δεν είναι ένα μυθιστόρημα νοσταλγίας για τις χαμένες πατρίδες. Είναι ένα μυθιστόρημα που σε ταξιδεύει σε άλλες εποχές και τόπους αλλά μιλάει για αλήθειες που πονάνε και αλήθειες που λυτρώνουν, μιλάει για το τότε μιλώντας για το τώρα.

Επίσης είναι ένα μυθιστόρημα που δεν είναι επετειακό αλλά διαχρονικό, είναι μια πανανθρώπινη ιστορία ενηλικίωσης. Είναι λοιπόν ένα μυθιστόρημα και για το καλοκαίρι για την παραλία. Όχι μόνο γιατί το μεγάλο του μέρος είναι οι καλές μέρες της Σμύρνης με γιορτές, χορούς, βραδιές στο θέατρο, λεμβοδρομίες και καλοκαίρια στα Βουρλά αλλά και γιατί το εξώφυλλο –αν και δεν φαίνεται– είναι πλαστικοποιημένο για να μπορεί κανείς να διαβάζει στην παραλία, αυτό το μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται από την άλλη πλευρά του Αιγαίου.

Πληροφορίες έκδοσης: Μια φιλία στη Σμύρνη, Εκδόσεις Μίνωας, Σελίδες: 536, Τιμή: 17,91€, ISBN: 978-618-02-2172-5