Οι Hidden Orchestra, το κουαρτέτο του δημιουργού, συνθέτη και πολυ-εργαλείου Joe Acheson, από το Εδιμβούργο της Σκωτίας, επιστρέφει στην Ελλάδα για δύο μοναδικές εμφανίσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Οι ενώσεις jazz, drum ‘n’ bass, instrumental, classic, electronic, δημιουγουν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ μουσικού ρεσιτάλ που στο ακουσμά του σε παρασύρει στη μαγεία των αισθήσεων. Θα έχουμε τη χαρά να τους δούμε στις 11 Απριλίου στο Block 33 στη Θεσσαλονίκη και στις 12 Απριλίου στο Gagarin 205 στην Αθήνα.

Πάμε να δούμε όμως τι έχει να μας πει ο Joe Acheson και η μπάντα του λίγο πριν τις εμφανίσεις τους.

Συνέντευξη: Τζένη Τσόκα

CultureNow: Περιγράψτε μας εν συντομία την ιστορία της μπάντας. Πως σχηματίστηκε και τι σημαίνει το όνομα Hidden Orchestra για εσάς;

Hidden Orchestra: Η Hidden Orchestra που είναι το προσωπικό μου στούντιο πρότζεκτ αποτελεί συγχρόνως και ένα ειδικό έργο στο οποίο προσπαθώ να διατηρήσω ενιαία τη συνοχή του ύφους του. Δημιουργω πολλά διαφορετικά είδη πραγμάτων αλλά η Hidden Orchestra ειναι το κύριο αποτέλεσμα των στούντιακών μου συνθέσεων. Η αρχική ιδέα ήταν να παντρέψω όλους τους ήχους και τις μουσικές που προσωπικά αγαπώ και βρίσκω όμορφες, και να τους ενσωματώσω πάνω σε ρυθμούς οι οποίοι συνδυάζουν την δεξιοτεχνία των σόλο ντραμς με την ενέργεια διάφορων χoρευτικών μπιτ. Η μπάντα σχηματίστηκε το 2006, ύστερα από παρότρυσνη πολλών φαν να ακούνε ζωντανά τη μουσική. Το όνομα αναφέρεται στις κρυμμένες ορχήστρες που βρίσκονται συνήθως απομακρυσμένες κάτω από τη σκηνή και οι οποίες δημιουργούν σάουντρακ κυρίως για θεατρικά έργα, όπερες και ταινίες. Επίσης η ορχήστρα δημιουργήθηκε απο μεμονωμένους μουσικούς που με τον καθένα από αυτούς ηχογραφούσα ξεχωριστά κάθε φορά, επομένως είναι ένα είδος φανταστικής ορχήστρας που στην πραγματικότητα δεν ιφίσταται.

C. N.: Τζαζ, κλασσική, ενορχηστρωτική και ηλεκτρονική μουσικη, φαίνεται πως συνδυάζεται πολλα μουσικά είδη. Πως θα περιγράφατε την μοναδική στο είδος μουσική σας και ποιές είναι οι μουσικές και όχι μόνο επιρροές σας;

H. O. Το μουσικό αποτέλεσμα είναι ένας συνδυασμός όλων των μουσικών με τις οποίες έχω εμπλάκεί ή έχω βιώσει μέχρι τώρα στη ζωή μου. Οι κύριες επιρροές μου είναι από χορωδίες, ορχήστρες, συγκροτήματα και ντι-τζέινγ χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορώ να επηρεαστώ και απο την μουσική που θα ακούσω σε ένα κλαμπ ή σε μία συναυλία που θα παρευρεθώ. Ο συνθέτης Brahms πιστεύει πως δεν μπορεί κανείς να παράξει τίποτα το αυθεντικό εάν πρώτα δεν γνωρίσει και καταλάβει οτιδήποτε έχει προηγηθεί σε σχέση με αυτό. Προσπαθούσε πάντα να τονίζει τη μεγάλη σημασία της μάθησης και της εκπαίδευσης, οι οποίες περιλαμβάνουν την τελειοποίση των τεχνικών της αρμονίας, την εναρμόνιση, την ενορχήστρωση κ.α. Εγώ προτιμώ να λέω πως οτιδήποτε δημιουργείς είναι απλά το σύνολο των επιρροών σου. Η αυθεντικότητα έρχεται από τον τρόπο που συνδυάζεις η επανερμηνεύεις αυτές τις επιρροές. Είναι εξαιρετικά σπάνιο κάποιος να φτιάξει κάτι και να ονομαστεί πραγματικά “νέο”.

C. N.: Μέτα την τεράστα επιτυχία του ντεμπούτου αλμπουμ “Night Walks” κυκλοφορήσατε το δεύτερο που τιτλοφορείται “Archipelago”. Αυτό το βήμα σας άσκησε κάποια πίεση καθώς αυτή τη φορά είχατε να ανταποκριθήτε στις υψηλότερες προσδοκίες του κόσμου;

H. O.: Νομίζω ότι είναι πολύ δύσκολο να δημιουργήσεις οτιδήποτε έχοντας στο μυαλό σου μόνο το τί θέλουν οι άλλοι να ακούσουν από εσένα. Προσπαθώ να μένω πιστός στην ιδέα να φτίαχνω κάτι που αυτό να αρέσει αρχικά σε εμένα. Εάν ξεκινήσεις να δημιουργήσεις μουσική μόνο και μόνο επειδή αρέσει σε κάποιους τότε θα χάσεις την ουσία των πραγμάτων, οτι δηλαδή αυτοί που σε άκουγαν άκουγαν εσένα μέσα από αυτό.

C. N.: To “Archipelago” είναι το τελευταίο σας πρότζεκτ. Ποιό είναι το νέο και διαφορετικό στοιχείο που περιέχει το συγκεκριμένο άλμπουμ;

H. O.: Ξεκίνησα να γράφω τα άλμπουμ την ίδια περίοδο επομένως έχουν πολλά κοινά στοιχεία μεταξύ τους. Η ολοκλήρωση της δημιουργίας τους μου πήρε περισσότερο από τέσσερα χρόνια ενώ κυκλοφόρησαν με διαφορά μόλις δύο ετών το ένα από το άλλο. Αυτό ήταν εν μέρει μία προσπάθεια για να αποφευχθεί η πίεση του “συνδρ’ομου δεύτερου άλμπουμ” στο οποίο αναφερθήκατε στην προηγούμενή σας ερώτηση. Στο “Archipelago” χρησιμοποιώ περισσότερα όργανα και οι μουσικές υφές είναι εντονότερες. Επίσης υπάρχουν σαφώς περισσότερες επιρροές από την παραδοσιακή σκωτσέζικη μουσική εξαιτίας της πολύχρονης διαμονής μου στο Εδιμβούργο.

C. N.: Κάθε σας τραγούδι έχει και από έναν ιδιαίτερο τίτλο που κάνει τον ακροατή να θέλει να ανακαλύψει τι κρύβεται πίσω από αυτό. Ποια είναι η διαδικασία με την οποία δουλεύετε; Δημιουργείτε πρώτα το τραγούδι και μετα του δίνετε το όνομα  ή πρώτα επινοήτε κάποια ιστορία και μετά την αναπτύσσετε μουσικά:

H. O.: Σας ευχαριστώ πολυ! Ο τίτλος είναι συνήθως το τελευταίο κομμάτι του πάζλ. Δημιουργώ πρώτα τα κομμάτια και μετά τους δίνω όνομα, ποτέ δεν έχω κάποια ιστορία στο μυαλό μου όταν τα γράφω. Ίσως να είναι η έκφραση κάποιου συναισθήματος, αλλά δεν είμαι σίγουρος πιο στα αλήθεια μπορεί να είναι αυτό. Επομένως οι τίτλοι που θα δώσω στα κομμάτια είναι κάπως αφηρημένοι. Συνήθως αναφέρομαι σε κάτι με έμμεσο τρόπο και μερικές φορές μία συγκεκριμένη λέξη απλά κουμπώνει καλύτερα. Για παραδειγμα το (Out of nowhere / Από το πουθενά) φαίνεται να έχει έρθει από ένα μυστηριώδες μέρος, το (Disquiet / Η ανησυχία) ακούγεται σαν κάτι αόριστα συνταρακτικό, το (Dust / Η σκόνη) έχει ένα στρώμα κροταλίσματος και σφυρίγματος σαν ένας παλίος σκονισμένος δίσκος από βινύλιο και τέλος το (Tired and awake / Κουρασμένος και ξάγρυπνος) είναι ταυτόχρονα αισιόδοξο και απαισιόδοξο.

C. N.: Τα τελευταία χρόνια έχετε περιοδεύσει πολύ σε όλη την Ευρώπη. Πως νοιώθετε όταν είστε στη σκήνη και λαμβάνετε τόσο θετική αύρα από το κοινό σας; Αυτό σας δίνει δύναμη για το μέλλον ωστέ να συνεχίσετε στα επόμενα βήματά σας με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση;

H. O: Η ανταπόκριση του κόσμου στις παραστάσεις είναι φανταστική. Είναι υπέροχο συναίσθημα οι άνθρωποι να ανταποκρίνονται δυνατά στη μουσική σου και να στο δείχνουν με διάφορους και πολλές φορές απροσδόκητους τρόπους. Ανεξαρτήτως του χώρου στον οποίο θα παίξουμε ζωντανά ή του πλήθους που θα έχει παρευρεθεί, πάντοτε θέλουμε να έχουμε το καλύτερο δυνατό ηχητικό αποτέλεσμα.

C. N.: Υπάρχει κάτι καινούριο στα σκαρία αυτή τη στιγμή; Τι να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;

H. O.: Παρόλο που συνεργάζομαι με αρκετά πρακτορεία σε διάφορες περιοχές ωστόσο το να οργανώσεις και να σχεδιάσεις μία περιοδεία απαιτεί πολύ χρόνο. Γι’ αυτό λοιπόν αποφάσισα μετά το τέλος της συγκεκριμένης περιοδείας να αφοσιωθώ αποκλειστικά στη δημιουργία του επόμενου άλμπουμ. Επίσης συνεργάζομαι με τη Βρετανική Βιβλιοθήκη Αρχείων ‘Ηχου για να γιορτάσουμε μερικές από τις πιο σπάνιες και ενδιαφέρουσες ηχογραφήσεις της συλλογής τους. Επίσης θέλω να βρω το χρόνο και να συνεχίσω διάφορα άλλα πρότζεκτ που έμειναν στο συρτάρι λόγω του Hidden Orchestra, όπως για παράδειγμα το να δημιουργήσω ραδιοφωνικά ντοκιμαντέρ, κάτι που απολαμβάνω στο έπακρο.

C. N.: Πως αισθάνεστε που θα παίξετε για το ελληνικό κοινό; Τι θα δούμε στη συναυλία σας;

H. O.: Το τελευταίο μας σόου στη Αθήνα ήταν απίστευτο. Είχαμε το πιο θερμό κοινό που θα μπορούσαμε να έχουμε σε έναν ωραίο χώρο με έναν εξαιρετικό τεχνικό στη ρύθμιση του ήχου και ένα άρτιο ηχητικό αποτέλεσμα. Επίσης λατρέψαμε το φαγητό και την κουλτούρα σας, οπότε υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους ανυπομονούμε να επιστρέψουμε. Έχουμε ακούσει τα καλύτερα και για τη Θεσσαλονίκη, την οποία θα επισκεφθούμε για πρώτη φορά φέτος. Θα έχουμε μαζί μας τον Phil Cardwell στην τρομπέτα, ο οποίος συμμετείχε και στις δύο δουλειές, κυριώς όμως στη δεύτερη και στο κομμάτι “Spoken”. Θα παίξουμε υλικό από όλα τα άλμπουμ συμπεριλαμβανομένων και κάποιων τραγουδιών που τα παίξαμε λάιβ για πρώτη φορά σε αυτή την περιοδεία. Μεταξύ άλλων θα ακουστεί και ένα ρεμίξ που έγραψα για το τσέχικο συγκρότημα Clarinet Factory.