To Ερευνητικό Κέντρο MOHA παρουσιάζει την Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016 στην Οικία Μοχάμετ Άλι στην Καβάλα, την έκθεση ζωγραφικής του ζωγράφου Ανδρέα Γεωργιάδη με τίτλο “Αλεξανδρινό Κουαρτέτο”, βασισμένη στην ομότιτλη τετραλογία του Λώρενς Ντάρρελ, σε επιμέλεια της Φανής-Μαρίας Τσιγκάκου.

 

“Υπάρχουν τόσες πραγματικότητες όσες θέλεις να φαντάζεσαι”- Περσγουόρντεν

Η έκθεση παρουσιάστηκε τελευταία φορά στον Χαρουπόμυλο, στο Ρέθυμνο τον περασμένο Ιούνιο, στο πλαίσιο των εργασιών του 19ου Διεθνούς Συνεδρίου για τον Λ. Ντάρρελ που διοργάνωσε το International Lawrence Durrell Society, αποσπώντας πολύ καλές κριτικές.

Πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας τον Οκτώβριο του 2014, ενταγμένη στον εορτασμό των 12ων γενεθλίων της Βιβλιοθήκης. Η παρουσίαση σημείωσε μεγάλη επιτυχία, ενώ ο κυβερνήτης της Αλεξάνδρειας απένειμε στο ζωγράφο το χρυσό κλειδί της πόλης. Στη συνέχεια η έκθεση μεταφέρθηκε στο Κάιρο, στο μεσαιωνικό Παλάτι Amir Taz, (υπό την αιγίδα του Αιγυπτιακού Υπουργείου Πολιτισμού), στην Αθήνα στην Ianos Αίθουσα Τέχνης (με την υποστήριξη του British Council και του Μορφωτικού Κέντρου της Αιγύπτου) και στο Λονδίνο, στο Hellenic Centre (με την υποστήριξη της Ελληνικής Πρεσβείας στο Λονδίνο).

Ο Ανδρέας Γεωργιάδης, συνεπαρμένος από την μοναδική ατμόσφαιρα της Αλεξάνδρειας, και από το κορυφαίο μυθιστόρημα – ποταμό του βρετανού συγγραφέα, δημιουργεί μια εικαστική καταγραφή από στιγμιότυπα, εντυπώσεις και αναμνήσεις και συνδυάζοντας το πραγματικό με το φανταστικό, το παρελθόν με το παρόν, την κυριολεξία με τη μεταφορά.

Μετά από μεθοδική έρευνα σε πλούσιο αρχειακό υλικό, καλλιτέχνης ανασυνθέτει με τη ζωγραφική του, την εποχή της δεκαετίας του 1940, μέσα από σημεία-ορόσημα της πόλης που περιγράφει ο συγγραφέας στην τετραλογία: θέατρα, καφενεία, παραλίες, εστιατόρια, δρόμους, πλατείες, ξενοδοχεία, μπαρμπέρικα, σπίτια, λιμάνια, σταθμούς τραίνων, καθώς και στιγμιότυπα των πρωταγωνιστών του έργου.

Το ξενοδοχείο Σέσιλ, το ζαχαροπλαστείο Delices, το καφέ του Παστρούδη, το Baudrot, ο σιδηροδρομικός σταθμός, το δυτικό λιμάνι, η Rue Fouad, η Rue des Soeurs, το ελληνικό καρτιέ, η πλατεία Μωχάμεντ Άλι, το αρχηγείο της αστυνομίας, το τέμενος του Αταρίν, το ίδιο το σπίτι που κατοικούσε ο Ντάρελ κατά την παραμονή του στην Αλεξάνδρεια, η αράπικη συνοικία και φυσικά η μεγάλη Κορνίς, πρωταγωνιστούν στα έργα της έκθεσης, μαρτυρώντας την ιστορία της Αλεξάνδρειας του 2ου παγκοσμίου πολέμου αλλά και ταυτόχρονα συνιστώντας μια υποκειμενική ανθρωπογεωγραφία.

Ο Ανδρέας Γεωργιάδης μέσα από τα 33 έργα της ενότητας, όλα μελάνια σε χαρτί, πλάθει ένα εύθραστο ποιητικό περιβάλλον, διάστικτο από πολλαπλές αναγνώσεις, γεμάτο εναλλαγές του πραγματικού με το φαντασιακό.

Η επιμελήτρια της έκθεσης, Φανή-Μαρία Τσιγκάκου, γράφει στο εισαγωγικό της  κείμενο:

“Αλεξάνδρεια. Χώματα ιερά με όλη την προϊστορική τους ακεραιότητα. Πριγκίπισσα και πόρνη. Αυτή είναι η Αλεξάνδρεια του Laurence Durrell (1912-1990), συναρπαστική πολιτεία, όπου περιφέρονται οι μοιραίοι ήρωες του Κουαρτέτου. Η τετραλογία με τον τίτλο Tο Αλεξανδρινό Κουαρτέτο (The Alexandria Quartet) που κυκλοφόρησε στα 1957-1960, θεωρείται ένα εμβληματικό λογοτεχνικό έργο και ένα αριστούργημα ποιητικής πρόζας.

 

Ήταν γενναία η πρόθεση του ζωγράφου Ανδρέα Γεωργιάδη να μετουσιώσει με την τέχνη του, «με τα υγρά μελάνια του», το βιβλίο που ο ίδιος αποκαλεί «Το βιβλίο της ζωής του». Να αποτίσει, δηλαδή φόρο τιμής στην Αλεξάνδρεια του Durrell, όταν «το σούρουπο τη μεταμορφώνει σε μια μωβ ζούγκλα», είτε «καθώς πέφτει η νύχτα ανάβουν τα χίλια καντηλέρια των πάρκων και των κτιρίων της, ενώ οι φοίνικες παντρεύονται με τους μιναρέδες», είτε όταν «η λεπτή σκόνη από το χαμσίνι σκορπάει παντού αντικαθρεφτίσματα λεηλατώντας τη σκηνογραφία του τοπίου».

 

Διόλου εύκολη υπόθεση. Διότι οι εικόνες που φιλοτέχνησε ο ζωγράφος, οι οποίες προέκυψαν, φυσικά από αλληλουχίες μεταστοιχειώσεων και συναρτήσεων φορτισμένων από τις προσωπικές του διαδρομές, αποτυπώνουν την προσωπική του προσέγγιση και συνακόλουθα επικαλούνται μια νέα ανάγνωση των λογοτεχνικών αναφορών που υποδηλώνονται στους τίτλους που τις συνοδεύουν. Ωστόσο, η ζωγραφική του Ανδρέα Γεωργιάδη, αν και παραστατική στη διατύπωση, δεν είναι αφηγηματική. Ο ρεαλισμός του δεν εικονογραφεί τις σελίδες του αναγνώσματος, αλλά υπαινίσσεται την ατμόσφαιρα και τις αθέατες ιστορίες που στοιχειώνουν τους γνώριμους ήρωες, τα σπίτια, τα πολυτελή ξενοδοχεία, του δρόμους και το τοπίο. Επιπλέον, οι εικόνες που αναδύονται από τα μελάνια του ζωγράφου είναι διαποτισμένες με στοιχεία λυρισμού και νοσταλγίας, ενώ παράλληλα εμφορούνται από ένα βαθύτερο περιεχόμενο που προσκαλεί τον θεατή σε μία άμεση ιδιωτική συνομιλία. Θεωρώ, λοιπόν, ότι η πρόθεση του ζωγράφου δικαιώθηκε, διότι προσέδωσε στα έργα μία αυτόνομη, προσωπική ζωή που υπερβαίνει το λογοτεχνικό ερέθισμα.

 

Όταν το 1965, ο εκδοτικός οίκος Ίκαρος εξέδωσε τα Ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη –μαζί με τη σειρά συνθέσεων που είχε φιλοτεχνήσει ο Γιάννης Μόραλης– ο ποιητής σχολίασε: Σπάνια μου πέτυχαν τα ζευγαρώματα των τεχνών. Ήταν πάντα για μένα κάτι σαν δυο άλογα ζεμένα στο ίδιο αμάξι που ξαφνικά τραβούν προς αντίθετες κατευθύνσεις. Έτσι άκουσα με δισταγμό την ιδέα του Ικάρου να ζητήσει από το Γιάννη Μόραλη να εικονογραφήσει τα ποιήματα μου. Ωστόσο όταν, ύστερα από αρκετούς μήνες, ο Μόραλης μου έδειξε τις ζωγραφιές του, κατάλαβα πως μπορεί κάποτε να μην υπάρχει διόλου αμάξι, παρά μόνο δυό ελεύθερα άλογα καλπάζοντας ανεξάρτητα σ’ ένα πράσινο λιβάδι.

 

Εύχομαι, το άλογο του Ανδρέα Γεωργιάδη να μεταμορφωθεί σε έναν Πήγασο που θα οδηγεί τον αναβάτη του σε ολοένα «υψηλότερες» διαδρομές.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Ο Ανδρέας Γεωργιάδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1972. Ζει και εργάζεται στον Υμηττό. Έχει πραγματοποιήσει εννέα ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει σε πολλές σημαντικές ομαδικές, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έργα του υπάρχουν σε σημαντικές δημόσιες και ιδιωτικές Συλλογές. Έχει φιλοτεχνήσει με έργα του βιβλία και δίσκους. Ανήκει στην καλλιτεχνική ομάδα της Μικρής Άρκτου.