Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών υποδέχεται έναν ακόμη ταλαντούχο νεαρό καλλιτέχνη, τον τσελίστα Μιχάλη Χόιπελ, που εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης, την Τρίτη 11 Μαρτίου (ώρα έναρξης: 20.30).

Τον ανερχόμενο μουσικό, ο οποίος ζει και σπουδάζει στην Γερμανία, θα πλαισιώσει η Αθηναϊκή Συμφωνική Ορχήστρα Νέων υπό τον αρχιμουσικό Παύλο Σεργίου. Θα ακουστούν έργα Χάυντν, Σνίτκε, Κωνσταντινίδη και Κόκορα. Η συναυλία εντάσσεται στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του νέου Κύκλου «Καλωσόρισμα-Νέοι Καλλιτέχνες στο Μέγαρο», μέσω του οποίου δίνεται η ευκαιρία στο κοινό να γνωρίσει αξιόλογους Έλληνες μουσικούς που σπουδάζουν σε ευρωπαϊκές ακαδημίες και διακρίνονται στο εξωτερικό.

Ο τσελίστας Μιχάλης Χόιπελ γεννήθηκε το 1988 στην Αθήνα. Προέρχεται από καλλιτεχνική οικογένεια με μητέρα χορεύτρια-χορογράφο και πατέρα ζωγράφο. Είναι απόφοιτος του Συγχρόνου Ωδείου Αθήνας (δίπλωμα με άριστα και πρώτο βραβείο). Στην Ελλάδα, μελέτησε βιολοντσέλο με τον Ρενάτο Ρίπο. Χάρη σε υποτροφία του Ιδρύματος Ωνάση, συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του με τον διακεκριμένο καθηγητή Τίλμαν Βικ στο Πανεπιστήμιο του Ανοβέρου και τον διεθνούς φήμης βιολοντσελίστα Άρτο Νόρας στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει επίσης συμμετάσχει σε σεμινάρια και έχει μελετήσει τσέλο με τους Γκρήνχαους, Γκέρινγκας, Σμιντ, Μάιντς και Μπλύσμα. Είναι αποδέκτης του πρώτου βραβείου των Πανελληνίων Μαθητικών Αγώνων, καθώς και του βραβείου «Masefield» του Ιδρύματος Alfred Toepfer. Ο Μιχάλης Χόιπελ εμφανίζεται συχνά ως σολίστ και μέλος συνόλων μουσικής δωματίου εντός και εκτός Ελλάδος. Παίζει με βιολοντσέλο κατασκευασμένο το 1723 στη Ρώμη από τον David Tecchler.

Ο πολλά υποσχόμενος σολίστ θα παίξει, στο πρώτο μέρος της βραδιάς, το Κοντσέρτο για βιολοντσέλο αρ. 2 σε ρε μείζονα, Hob. VIIb: 2, έργο 101 του Γιόζεφ Χάυντν (1732-1809). Μέχρι το 1951, οι ειδικοί αμφισβητούσαν τη γνησιότητα του έργου και το απέδιδαν με επιφύλαξη στον μεγάλο κλασικιστή μουσουργό, αλλά όλες οι αμφιβολίες διαλύθηκαν όταν ανακαλύφθηκε η υπογραφή του συνθέτη σε χειρόγραφη παρτιτούρα του κοντσέρτου. Γράφτηκε στα 1783 για τον βιολοντσελίστα Αντονίν Κραφτ, μέλος της ορχήστρας του Πρίγκιπα Εστερχάζυ, για λογαριασμό του οποίου ο Χάυντν εργάσθηκε ως αυλικός μουσικός επί σειρά ετών. Αποτελείται από τρία μέρη, είναι υψηλών δεξιοτεχνικών απαιτήσεων και έχει έντονα λυρικό χαρακτήρα.

Η Αθηναϊκή Συμφωνική Ορχήστρα Νέων, η οποία θα συνοδεύσει τον Μιχάλη Χόιπελ στο δεύτερο κοντσέρτο για τσέλο του Χάυντν, είναι ένα σύνολο που αποτελείται από νέους μουσικούς από 14 ετών. Συγκροτήθηκε το 1997, όταν ιδρύθηκε ο ομώνυμος μη κερδοσκοπικός σύλλογος «Αθηναϊκή Συμφωνική Ορχήστρα Νέων», ο οποίος δεν υπάγεται σε ιδιωτικό ή κρατικό φορέα. Ο σύλλογος δημιουργήθηκε από μέλη της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, τον μουσικολόγο Νίκο Μαλιάρα και γονείς σπουδαστών ωδείων. Οι δύο βασικοί στόχοι της ορχήστρας είναι να εκπαιδεύσει νέους καλλιτέχνες στο συμφωνικό ρεπερτόριο προετοιμάζοντάς τους για την παρουσίαση συναυλιών και να δημιουργήσει έναν πυρήνα ανερχόμενων επαγγελματιών μουσικών. Η Α.Σ.Ο.Ν. έχει δώσει περισσότερες από 120 συναυλίες σε όλη την Ελλάδα. Ερμηνεύει συχνά έργα νέων Ελλήνων συνθετών σε πρώτη εκτέλεση.

Στην εμφάνισή της στο Μέγαρο, την Αθηναϊκή Συμφωνική Ορχήστρα Νέων θα καθοδηγήσει από το πόντιουμ ένα εκ των ιδρυτικών μελών της, ο μαέστρος Παύλος Σεργίου, ο οποίος έχει στο ενεργητικό του συνεργασίες με την Κ.Ο.Α., την Ορχήστρα των Χρωμάτων, την Ορχήστρα Δωματίου Αθηνών, την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και άλλα μουσικά σύνολα. Μελέτησε σύνθεση με τον Γιάννη Ιωαννίδη και διεύθυνση ορχήστρας με τον Φόλκερ Βάνγκενχαϊμ στην Ανωτάτη Σχολή Μουσικής της Κολονίας, από την οποία αποφοίτησε το 1988. Έχει διατελέσει μουσικός διευθυντής της Περιφερειακής Σκηνής του Ζάξεν-Άνχαλτ, με τον λυρικό θίασο της οποίας περιόδευσε σε πολλές πόλεις της Γερμανίας. Είναι Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Ορφείου Ωδείου Αθηνών και επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Διαθέτει μακρά εμπειρία στη διδασκαλία ανώτερων θεωρητικών και διεύθυνσης ορχήστρας.

Το πρόγραμμα της βραδιάς περιλαμβάνει ακόμη τρεις ορχηστρικές συνθέσεις: την Fanfara Magno Arcano για μεγάλη συμφωνική ορχήστρα του Παναγιώτη Κόκορα, το έργο (Καν)ένα Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας ([Κ]ein Sommernachtstraum) για μεγάλη ορχήστρα του Άλφρεντ Σνίτκε και τη Μικρασιατική ραψωδία του Γιάννη Κωνσταντινίδη.

Η δουλειά του πολυβραβευμένου συνθέτη Παναγιώτη Κόκορα (γεν. 1974) έχει παρουσιασθεί και παλαιότερα στο Μέγαρο από το Ergon Ensemble και άλλα σύνολα. Μελέτησε σύνθεση, όπως και ο μαέστρος Παύλος Σεργίου, με τον Γιάννη Ιωαννίδη και ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο του Γιορκ (Tομέας Mουσικής Tεχνολογίας). Έργα του έχουν μεταδοθεί από πολλούς ραδιοφωνικούς σταθμούς και εκτελεσθεί σε δεκάδες πόλεις σε όλο τον κόσμο. Συνθέσεις του έχουν αποσπάσει διακρίσεις σε 51 διεθνείς διαγωνισμούς. Δημιουργίες του κυκλοφορούν από γνωστές δισκογραφικές εταιρείες. Ο Παναγιώτης Κόκορας έχει λάβει παραγγελίες από παγκοσμίου κύρους μουσικούς και εκπαιδευτικούς φορείς (Ίδρυμα Φρομ, IRCAM, κ.ά.), καθώς και από σημαντικά φεστιβάλ. Στην εργογραφία του περιλαμβάνονται δεκάδες συνθέσεις ηλεκτρονικής μουσικής για μικτά μέσα, οργανικά  σύνολα και ορχήστρα. Είναι ιδρυτικό μέλος και πρώην πρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Σύνθετων Ηλεκτροακουστικής Μουσικής. Έχει διδάξει σε δημόσια και ιδιωτικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Από το 2012 είναι Επίκουρος Καθηγητής (Τομέας Σύνθεσης) στο Πανεπιστήμιο του Βόρειου Τέξας των Η.Π.Α.. Η Fanfara Magno Arcano για μεγάλη συμφωνική ορχήστρα, που θα ερμηνεύσει η Α.Σ.Ο.Ν. στο πρώτο μέρος της συναυλίας, είναι σύνθεση του 2007.

Στο δεύτερο μέρος της συναυλίας, η Αθηναϊκή Συμφωνική Ορχήστρα Νέων θα ερμηνεύσει μια ακόμη ελληνική δημιουργία, τη Μικρασιατική ραψωδία του Γιάννη Κωνσταντινίδη (1903-1984). Ως γνωστόν, ο πολυβραβευμένος συνθέτης, μαέστρος και πιανίστας σταδιοδρόμησε τόσο στο χώρο της λόγιας μουσικής όσο και της «ελαφράς μούσας», της οπερέτας και του θεάτρου ‒επιθεωρησιακού αλλά και σοβαρού‒ με το ψευδώνυμο Κώστας Γιαννίδης κληροδοτώντας στις νεότερες γενεές συνθετών μια πλουσιότατη παρακαταθήκη φωνητικών έργων με ποικίλες ενορχηστρώσεις που μαρτυρούν πόσο ευφάνταστος, καλλιεργημένος και ευαίσθητος μουσικός ήταν. Το ύφος του Κωνσταντινίδη δέχθηκε επιρροές από την ελληνική παραδοσιακή μουσική και τον ιμπρεσιονισμό κυρίως. Στις λόγιες συνθέσεις του, στις οποίες αφοσιώθηκε όταν εγκατέλειψε οριστικά την «ελαφρά» μουσική στις αρχές της δεκαετίας του 1960, περιλαμβάνονται ορχηστρικά έργα, «έντεχνα» τραγούδια και μουσική δωματίου. Στα πρώτα συγκαταλέγεται και η Μικρασιατική ραψωδία (1945-1950), στην οποία είναι εμφανής η νοσταλγία του συνθέτη για τον τόπο καταγωγής του –είχε γεννηθεί στη Σμύρνη. Η Ραψωδία χωρίζεται σε τρία μέρη, το καθένα από τα οποία βασίζεται σε γνώριμα θέματα από λαϊκούς σκοπούς της Μικράς Ασίας, όπως τα κάλαντα των Θεοφανείων ή ο ζεϊμπέκικος χορός.

Το κοινό θα έχει ακόμη τη δυνατότητα να ακούσει το έργο (Καν)ένα όνειρο καλοκαιρινής νύχτας ([Κ]ein Sommernachtstraum) για μεγάλη ορχήστρα του ρωσικής καταγωγής Άλφρεντ Σνίτκε (1934-1998), ενός από τους διαπρεπέστερους και παραγωγικότερους συνθέτες της σύγχρονης εποχής˙ ενός συνθέτη που καταπιάστηκε με πολλές μουσικές φόρμες (κοντσέρτα, ορατόρια, μπαλέτα, όπερες, τραγούδια, μουσική δωματίου, κ.ά.), ενώ έγραψε και κινηματογραφική μουσική για περισσότερες από 66 ταινίες. Το (Καν)ένα όνειρο καλοκαιρινής νύχτας είναι  μια σύντομη, διασκεδαστική σύνθεση, εμπνευσμένη από το διάσημο έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ (με παραφρασμένο τίτλο). Γράφτηκε στα 1985, κατόπιν παραγγελίας του Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η –μάλλον παραπλανητική και παιγνιώδης– οδηγία του Σνίτκε προς τους ερμηνευτές της παρτιτούρας: «Αυτό το κομμάτι πρέπει να παίζεται σε κοντσέρτα με σαιξπηρικό υπόβαθρο, σαν να μην είχε καμία άμεση σχέση με τον Σαίξπηρ». Μολονότι μεταμοντέρνος κατά τους ειδικούς και παρά τις αρχικές επιρροές που δέχθηκε από τους Σοστακόβιτς και Βέμπερν, ο Σνίτκε θεωρείται ένας από τους πλέον προσιτούς, για το κοινό, δημιουργούς της εποχής μας λόγω του «πολυστιλιστικού» ιδιώματος που διαμόρφωσε, συνδυάζοντας συχνά στις ενορχηστρώσεις του όργανα διαφορετικών εποχών και μουσικών ειδών: από τσέμπαλο μέχρι ροκ μπάντες!