“Τα γεράματα δεν σε προστατεύουν από τον έρωτα. Όμως ο έρωτας σε προστατεύει από τα γεράματα” είχε πει κάποτε η Γαλλίδα ηθοποιός Ζαν Μορώ. Ο Μάρτιν Βάλζερ πλέκει μία ιστορία που αφηγείται έναν έρωτα δίχως αύριο, τον έρωτα του γνωστού σε όλους μας Γιόχαν Βόλφανγκ Γκαίτε, ο οποίος στα γεράματά του ερωτεύεται σφόδρα και δίχως αναστολές μία κατά πολύ μικρότερή του, την Ουλρίκε φον Λέβετσβω.

Το ερώτημα είναι αν ο έρωτας έχει ηλικία, αν η ηλικία μπορεί να ορίσει τον έρωτα και να θέσει περιορισμούς, ο φτερωτός θεός που όλα τα υποκινεί γιατί θερίζει ανέμους για να σπείρει θύελλες; Η γοητεία και η εμπειρία μπορούν να παρακάμψουν στο όνομα του έρωτα το γήρας και να εξοβελίσουν την νεότητα και την απειρία; Στο τέλος ποιο είναι αυτό που θα υπερνικήσει;

Ο Βάλζερ μέσα από την ιστορία του εξέχοντος ποιητή και διανοούμενου Γκαίτε καταγράφει ήθη και έθιμα της εποχής, εκεί στις αρχές του 19ου αιώνα όπου η υψηλή κοινωνία δεχόταν τον ποιητή, αποκαλούμενο και ως μυστικοσύμβουλο με τις τιμές που αρμόζουν σε έναν λεγεωνάριο της πνευματικής ζωής της Ευρώπης. Γιατί ο Γκαίτε αποτελούσε σημείο αναφοράς και ήταν αξιοσέβαστος από τον κύκλο των ομοϊδεατών του αλλά και από τον κοινωνικό περίγυρο του. Στα μεγάλα σαλόνια τον υποδέχονταν ένθερμα και πάντα φρόντιζαν να συμβουλεύονται την γνώμη του. Η δε ευφράδειά του και η ευκολία με την οποία εξέφραζε τα συναισθήματά του προκαλούσαν και όχι άδικα ρίγη και πάθη κυρίως στις κυρίες της εποχής, τόσο τις μικρότερες όσο και τις μεγαλύτερες, οι οποίες και θα επιθυμούσαν να σταθούν στο πλευρό ενός ανδρός με τέτοια αναγνωρισιμότητα και εμβέλεια. Είναι άλλωστε τόσο διαδομένο πως η δύναμη γοητεύει και έλκει, είτε αυτό λέγεται πολιτική, κοινωνική ή πνευματική δύναμη.

Αυτήν την εξουσία στις συνειδήσεις των γυναικών “εκμεταλλευόταν” ο βετεράνος ποιητής για να ξεδιπλώνει το εκφραστικό του ταλέντο και να τις σαγηνεύει με κάθε του εμφάνιση, κίνηση και λέξη. Επειδή όμως κανείς δεν είναι άτρωτος και φτιαγμένος από πάγο, ο Γκαίτε στο απόγειο της ωριμότητάς του πέφτει στα δίχτυα ενός έρωτα που του χτύπησε την πόρτα και δεν ήταν έτοιμος. Ούτε έτοιμος ούτε και θαρραλέος για να μπορέσει να έρθει αντιμέτωπος με τον μεγαλύτερο ιό όλων των εποχών που κανείς δεν έχει βρει θεραπεία και γιατρειά.

Γιατί ο Γκαίτε να αποτελέσει εξαίρεση του ερωτικού ανέμου και του σκιρτήματος που νιώθει ο ερωτευμένος όταν βρεθεί εγκλωβισμένος στην “φυλακή” του πόθου για ένα άλλο πρόσωπο; Ερωτεύεται χωρίς δεύτερη κουβέντα την 19χρονη Ουλρίκε στο πρόσωπο της οποίας βρίσκει εκτός από τα κάλλη της και ένα μυαλό διαυγές, μία ζωντάνια κρυστάλλινη που μυρίζει αγνότητα και σαν ένα αγρίμι που έχει πέσει στην παγίδα και δεν θέλει να ξεφύγει, έρχεται αντιμέτωπος με το παρόν και τα όνειρα για ένα μέλλον δίπλα της. Εδώ είναι όμως που υπεισέρχεται το δύσκολο της ηλικίας του, η αδυναμία να ακολουθήσει τα δικά της πατήματα γιατί όσο και αν η σκέψη και η καρδιά επιθυμεί το σώμα δεν μπορεί πάντα να εναρμονιστεί. Στα 73 του εκείνος, κουρασμένος από την ζωή που απήλαυσε λαχταρά να ξαναζήσει διακαώς μία δεύτερη νεότητα. Οι κίνδυνοι για ένα τέτοιο εγχείρημα παραμονεύουν, το όπλο του παραμένει η ποίησή του, η έμπνευσή του και η καθαρότητα του πνεύματος του. Όλη η διεργασία που κρατάει τον έρωτα αυτόν μακριά από την χειμερία νάρκη και μία πιθανή εξολόθρευση είναι η ανταλλαγή ποιητικών λόγων και η ταχύτητα με την οποία επικοινωνούν μαρτυρούν πως τα κύματα της έλξης που νιώθει ο ένας για τον άλλον έχουν ένταση και ενέργεια ίση με ηφαίστειο που είναι έτοιμο να εκραγεί.

Η διάρκεια όμως ενός τέτοιου έρωτα είναι εκ προοιμίου βέβαιο πως μπορεί να διαρραγεί από λεπτό σε λεπτό και από ώρα σε ώρα, τι μέλλει γενέσθαι ανάμεσα στους δύο ερωτοχτυπημένους? Είναι αρκετή η αύρα που τους διακατέχει? Η εγκεφαλική επαφή και η ποιητική αυτή καταιγίδα είναι δυνατόν να κοπάσει και να ξεσπάσει ανεμοστρόβιλος που να παρασύρει ότι μέχρι τώρα έχει χτιστεί. Αυτό συμβαίνει όταν στην ζωή της Ουλρίκε εισέρχεται σαν γράμμα σε ανοιγμένο χαρτοφύλακα ένας νέος και πολλά υποσχόμενος νέος που δεν της αφήνει περιθώρια να τον προσπεράσει. Το τρένο της ευτυχίας της την περιμένει, είναι ολοφάνερο πως το μόνο που έχει να κάνει είναι να ανέβει τα σκαλιά της αμαξοστοιχίας και να γευτεί τον έρωτα φυσιολογικά, ορθόδοξα και μακριά από σχολιασμούς και κουτσομπολιά. Ο έρωτας με τον Γκαίτε ήταν για εκείνη ένα διάλλειμα ευχάριστο και πολύ εποικοδομητικό, ευχαριστήθηκε του συντροφιά ενός πραγματικού κυρίου αλλά η συνέχεια βρίσκεται σε άλλη σφαίρα. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο για εκείνον που βιώνει μετά την απάρνηση της προς το πρόσωπό του την δυστυχία, την αγωνία, την εγκατάλειψη και τα γεράματα του τον βυθίζουν όλο και πιο πολύ στην απομόνωση. Αδημονεί κάθε ώρα και στιγμή να την συναντήσει, πάσχει από ισχυρό κλονισμό απόρριψης και βρίσκεται σαν ψάρι έξω από τα νερά του. Αναρωτιέται πως από την μία μέρα στην άλλη έκαναν φτερά τα όνειρά του, οι προσδοκίες του, οι προβλέψεις του πως θα είναι για πάντα δική του.

Ο Βάλζερ με έναν τρόπο μοναδικό καταφέρνει να εμφυσήσει στον αναγνώστη όλο αυτό το μυστηριακό τοπίο όπου εραστές και ερωμένες βρίσκονται χαμένοι στο ποιητικό άλσος. Καταθέτει όλο το κοινωνικό πλαίσιο μίας εποχής που οι ανθρώπινες σχέσεις παρά την όποια εξέλιξή τους σε επίπεδο επικοινωνίας παρέμεναν σε υψηλό επίπεδο μακριά από βωμολοχίες και αναίσχυντες αντεγκλήσεις. Αυτό όμως που κερδίζει τον αναγνώστη είναι πως καταπιάνεται με μία ιστορία πολύ οικεία, διδακτική που μιλάει για την αγάπη και την αφοσίωση, για το παλιό και το νέο που έρχεται να το υπερκεράσει γιατί αυτή είναι η φυσική τάξη των πραγμάτων. Εξάλλου όπως λέει και ο συγγραφέας “άπελπις είναι ο αγώνας της πραγματικότητας εναντίον της ομορφιάς”.

“Να γνωρίζεις επακριβώς τι πρέπει να κάνεις και να μην το κάνεις, είναι η ολοκληρωτική καταστροφή”

Το βιβλίο του Μάρτιν Βάλζερ, “Ο άντρας που ήξερε ν’αγαπάει” κυκλοφορεί από το Βιβλιοπωλείον της Εστίας.