Όποιος έχει βρεθεί Σαββατόβραδο στην πολυσύχναστη περιοχή του Κεραμεικού δεν θα παραξενευόταν ιδιαίτερα εάν συναντούσε κίνηση στις κεντρικές οδούς και στα στενάκια της περιοχής. Ωστόσο, βλέποντας τον κόσμο που είχε μαζευτεί έξω από το Gazarte θα καταλάβαινε αμέσως ότι κάτι διαφορετικό γινόταν αυτό το Σάββατο. Φαίνεται, λοιπόν, ότι επιβεβαιώθηκε για ακόμη μία φορά η στερεότυπη προσέγγιση της σύγχρονης κουλτούρας που θέλει τους Έλληνες να είναι της τελευταίας στιγμής, αφού πολλοί ήταν εκείνοι που επέλεξαν να αγοράσουν τα εισιτήρια τους λίγο πριν την έναρξη της συναυλίας δημιουργώντας ουρά στο ταμείο της εισόδου. Είναι γνωστό πως η μουσική και κυρίως η Jazz, δεν γνωρίζει περιορισμούς ή άλλα όρια, καθώς έχει φίλους διαφόρων ηλικιών, κάτι που ήταν εμφανές στο κοινό που παρακολούθησε αυτό το live.

Η μουσική βραδιά, στο σχεδόν γεμάτο Gazarte, ξεκίνησε στις 10 ακριβώς με opening act από το τρίο Datfunk BAND το οποίο εξέπληξε ευχάριστα το κοινό. Ο Αστέριος Παπασταματάκης (πλήκτρα), ο Adedeji Adetayo (κιθάρα, φωνητικά) και ο Μιχάλης Καπηλίδης (ντράμς) προσέφεραν ένα μείγμα Funk, Soul και Jazz, ιδανικό για να προετοιμάσουν την ατμόσφαιρα και την διάθεση του κόσμου για τη συνέχεια. Δεν ήταν λίγες οι φορές, κατά τη διάρκεια των 40 περίπου λεπτών που το μουσικό τρίο βρισκόταν στην σκηνή, όπου το κοινό ξέσπασε σε χειροκροτήματα στα σόλο των μουσικών.

Στη συνέχεια, έπειτα από μια 15 λεπτη αναμονή για τις απαραίτητες αλλαγές στη σκηνή, εμφανίστηκε λίγο πριν τις 11 ο Kenny Garrett και το Κουιντέτο του, αποτελούμενο από τον Corcoran Holt (ακουστικό μπάσο), τον Marcus Baylor (ντράμς), τον Rudy Bird (τύμπανα) και τον Vernell Brown (πιάνο). Το ελληνικό κοινό τους καλωσόρισε με ένα θερμό χειροκρότημα στο άκουσμα των πρώτων ήχων του alto σαξοφώνου του Garrett, ενώ από τα πρώτα κιόλας λεπτά της παρουσίας τους στη σκηνή, έγινε αντιληπτή η εξαιρετική χημεία μεταξύ των μελών της μπάντας. Μια μοναδική ακουστική εμπειρία ξεκίνησε υπό τους ήχους του μαγευτικού και ρυθμικά εναλλασσόμενου «Philly». Μετά όμως από μία δυναμική αρχή με πολλά διαφορετικά ρυθμικά ιδιώματα Bebop και Hard bop, παρατηρήθηκε μια αμηχανία στο κοινό που παρακολουθούσε παθητικά λόγω της απότομης εναλλαγής σε Modal Jazz στην οποία δόθηκε μεγάλη διάρκεια και έμφαση. Ωστόσο, όλο αυτό το κλίμα άρχιζε να αλλάζει ραγδαία μετά το πρώτο μισό της συναυλίας.

Η βραδιά κύλησε με το ελεύθερο πνεύμα του Kenny Garrett, ως γνήσιου εκφραστή της προσέγγισης Free Jazz, να είναι εμφανές καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας, ενώ ο ήχος του σαξοφώνου του σε πολλά σημεία και ιδιαίτερα στον αυτοσχεδιασμό του στο «Pushing The World Away», θύμισε έντονα τους Grover Washington Jr., Cannonball Adderley και John Coltrane.

Τα  πιο ανεβαστικά «Chucho’s  Mambo», «Backyard Groove», «Do  your  dance», «Happy People» και «J’ouvert (Homage to Sonny Rollins)» κατάφεραν να ξεσηκώσουν το αρχικά παθητικό κοινό το οποίο με την παρότρυνση του Garrett χειροκροτούσε ρυθμικά και επαναλάμβανε μικρές μουσικές φράσεις τις οποίες οι μουσικοί συνόδευαν με διάφορα σόλο. Η ενέργεια και ο ενθουσιασμός του κοινού, πυροδότησαν μακρά και έντονα χειροκροτήματα που οδήγησαν σε ένα εκρηκτικό

15λεπτο encore.

Καθ’ όλη τη  συναυλία, συνολικής διάρκειας  2  ωρών και 15 λεπτών,  ο Garrett, παίζοντας αρκετές φορές με την πλάτη του γυρισμένη στο κοινό όπως ακριβώς συνήθιζε και ο μέντοράς του, Miles Davis, έδειχνε να ευχαριστιέται κάθε λεπτό που περνούσε στην σκηνή. Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε το γεγονός ότι άφηνε τους μουσικούς του να κάνουν σόλο περισσότερες από μία φορές, κάτι που δεν συνηθίζεται σε εμφανίσεις κορυφαίων μουσικών αντίστοιχου βεληνεκούς.

Το Κουιντέτο του Kenny Garrett κατάφερε να εντυπωσιάσει το μουσικόφιλο κοινό με μια πάρα πολύ καλή εμφάνιση που δικαιώνει τον χαρακτηρισμό από πολλούς ότι πρόκειται για μια μπάντα με κορυφαίους μουσικούς στον χώρο της σύγχρονης Jazz. Ο ίδιος ο Garrett έχει δηλώσει στο παρελθόν πως θέλει να κάνει τους ανθρώπους να χορεύουν με την μουσική του και ακριβώς αυτό έκανε και στην συναυλία του στο Gazarte. Στο τέλος της βραδιάς, όλος ο κόσμος έφυγε ευτυχισμένος και χαμογελαστός, με τον Kenny Garrett να εκπληρώνει τον σκοπό του κομματιού του, «Happy People».