Το Συμπόσιον του Νίκου Καζαντζάκη είναι μια συνάντηση τεσσάρων “ιπποτών” της σκέψης που αγγίζουν το θείο

Ο λόγος και η φιλοσοφία του Νίκου Καζαντζάκη συμπυκνώνονται τόσο άρτια και τόσο σοφά σε ένα βιβλίο φιλοσοφικό στο οποίο έχει επενδύσει όλη την αγάπη του για τον άνθρωπο.

Μπορεί να μην κατάφερε να κερδίσει, όπως θα του άξιζε, το Νόμπελ Λογοτεχνίας λόγω συγκρούσεων με το εσωτερικό μέτωπο, μπορεί η Εκκλησία να τον απειλούσε πως θα τον αφορίσει, ωστόσο ο εμβληματικός και ξεχωριστός Νίκος Καζαντζάκης ανήκει πια στο πάνθεον των κορυφαίων συγγραφέων μα και στοχαστών ανά τον κόσμο. Ο λόγος του και η γραφή του παραμένουν ένα παράθυρο στην γνώση και την ανακάλυψη του σύγχρονου ανθρώπου, τα έργα του και οι μεταφράσεις του δεν παύουν να συγκινούν τον αναγνώστη παντός καιρού. Το Συμπόσιον είναι ένα έργο, το οποίο ο Καζαντζάκης θεωρούσε χαμένο καθώς δεν είχε βρει πουθενά το χειρόγραφο και άρα δεν το συμπεριέλαβε ούτε στα Άπαντά του, ούτε καν στη διαθήκη του. Γράφτηκε χρονικά πολύ κοντά με την Ασκητική, η οποία αποτελεί κατά μία έννοια το δίδυμο αδελφάκι της και στην οποία, όπως και εδώ, αναπτύσσει τις σκέψεις του και τις αγωνίες του ενώ παράλληλα έρχεται πιο κοντά στην ανώτερη δύναμη, στο δικό του Θεό, στον οποίο και απευθύνεται.

Ένας ακούραστος σκαπανέας του πνεύματος, ένας ακαταμάχητος σαγηνευτής του λόγου

Η περίπτωση του Νίκου Καζαντζάκη είναι η περίπτωση του στρατευμένου συγγραφέα που μάχεται με τα γραπτά του για να αφυπνίσει πρώτα τον εαυτό του και έπειτα τους υπόλοιπους πως ο κόσμος χρειάζεται αλλαγή, να σημάνει πως φοβάται τις τύχες των ανθρώπων. Είναι εξάλλου αυτός ο ρόλος ενός πνευματικού ανθρώπου, ενός αληθινού διανοούμενου που δεν γράφει απλώς για να γράψει μα επιθυμεί να κομίσει ένα μήνυμα σαν το περιστέρι με το γράμμα στο στόμα και για αυτό βρίσκεται σε αέναη εγρήγορση. Τέτοια ήταν και η αποστολή των συγγραφέων στην εποχή του μεσοπολέμου – κανείς δεν τους άκουσε – όταν κρίνονταν οι τύχες του κόσμου από έναν νέο πολεμικό πυρετό που όλο και πλησίαζε. Ο Καζαντζάκης, που λίγο έλειψε να λάβει το Νόμπελ για το σύνολο του έργου του και ας όψεται η Εκκλησία που τον εμπόδισε με τα γνωστά γεγονότα, με όπλο τη γραφή του, βγαίνει μπροστά σαν τον στρατιώτη στη μάχη και αγωνιά για την έκβασή της. Μόνο που εδώ πρόκειται για μια μάχη πνευματική, η οποία και οφείλει να κερδηθεί για το καλό του ανθρώπου.

Στο Συμπόσιον, έργο που σαφώς έχει επηρεαστεί ως προς την σύλληψή του και τον τίτλο του από εκείνο του Πλάτωνα, ο Καζαντζάκης επιδίδεται σε ένα ταξίδι αυτογνωσίας και διαλόγου με το θείο μέσω προσώπων οικείων σε εκείνον. Παίρνουν μέρος στο βιβλίο ο Άγγελος Σικελιανός, ο Ίωνας Δραγούμης και ο Μύρος Γουναλάκης, επιστήθιος φίλος του. Ξεδιπλώνει μια συζήτηση μαζί τους δίχως τέλος με σκοπό την αναζήτηση απαντήσεων έχοντας θέσει πλείστα ερωτήματα ενώ παράλληλα με βλέμμα από το εξωτερικό στα εσωτερικά της χώρας, ο Καζαντζάκης εξυμνεί τις ομορφιές της Ελλάδας και οδηγεί τον ίδιο, ως Άρπαγο, αλλά και κατ’ επέκταση τον αναγνώστη σε μια εργασία με τον εσώτερο εαυτό του. Με τα ταξίδια του στο εξωτερικό για να μπορέσει να ξαναβρεί τον εαυτό του και να στοχαστεί, ο Καζαντζάκης αναζητά την αναγέννηση μέσω των ιδεών αλλά και των αποριών που τον βασανίζουν για χρόνια. Αναζητά λοιπόν απαντήσεις στα ερωτήματα σχετικά με την θέση του ανθρώπου, τα ηθικά διλήμματα που τίθενται ως προς την αλλοίωση της ανθρώπινης φύσης, το μίσος που επικρατεί και τις συνεχείς συγκρούσεις που κοστίζουν ζωές. Αυτά και άλλα τόσα είναι τα ερωτήματα, ένας ωκεανός φιλοσοφικών ερωτημάτων και είναι κρίσιμο το σταυροδρόμι για εκείνον. Μέσα στις αποσκευές του κατοικεί η αγωνία και η ανησυχία για το αύριο και με αυτούς τους προβληματισμούς ξεκινάει το ταξίδι της αναζήτησης.

Στο επίμετρο του βιβλίου, το οποίο είναι άκρως διαφωτιστικό και έχει εμπλουτιστεί με κείμενα των Ε.Χ. Κάσδαγλη και Πάτροκλου Σταύρου, ο πρώτος αναφέρει χαρακτηριστικά τα λόγια του ίδιου του Καζαντζάκη, ο οποίος μάχεται και πασχίζει με τις λέξεις και τις έννοιες: «Μάχομαι εδώ, πολιορκώ την κρίσιμη στιγμή. Αρρώστησα. Τώρα γέρεψα πάλι κι εξακολουθώ τον αγώνα. Λέω: θα τελειώσω το Συμπόσιο, ένα βιβλίο που γράφω, σχόλια στη θρησκεία μας, στο Πιστεύω και στο Δεκάλογό μας. Εμείς (εσύ, ο Λευτέρης ο Σφακιανάκης, ο Σικελιανός και δυο γυναίκες) κουβεντιάζομε για το Θεό, σ’ ένα τραπέζι. Όπως ο Πλάτωνας για τον έρωτα, εμείς μιλάμε για το Θεό. Γι’ αυτό σε παρακαλώ θερμότατα γράψε μου όσο μπορείς λεπτομερέστερα τη θεογονία Σου, έτσι θα με βοηθήσεις πολύ να βρω στο στόμα Σου τα λόγια ακριβώς που Σου ταιριάζουν. Καθένας μας θα σαρκώσει τη νέα μορφή του Αγωνιζόμενου σύμφωνα με την ιδιαίτερη ψυχή του…».

Στο Συμπόσιον, σε διάλογο με το πλούσιο αρχαιοελληνικό παρελθόν αλλά και με το ταλαίπωρο και ανηφορικό παρόν, ο Καζαντζάκης επιθυμεί να διεισδύσει και να βουτήξει στα πιο βαθιά νερά της επικοινωνίας του με το επέκεινα, με τα τέσσερα μέλη του συμποσίου μοιάζει να αναπαριστά τους τέσσερις Ευαγγελιστές και να γράφει ο ίδιος με κόπο τη δική του μοναδική ιστορία και αφήγηση. Με έντονες τις εσωτερικές διεργασίες ξετυλίγει όλο το πλέγμα της φιλοσοφίας ζωής που τον διακατέχει, αγγίζει όλο το φάσμα της ζωής και του θανάτου, μιλάει για όλα χωρίς να φοβάται να μιλήσει και να εκφραστεί. Εξάλλου, μην ξεχνούμε πως στον τάφο του πάνω ζήτησε να χαραχτεί κάτι το οποίο αναφέρει και εδώ, δηλαδή το γεγονός πως δεν φοβάται τίποτε και δεν ελπίζει τίποτε, αυτή είναι η πεμπτουσία των όσων πρεσβεύει μέχρι και το τέλος της ζωής του.

Η Βίκυ Κατσαρού, η οποία έχει επιμεληθεί το προλογικό σημείωμα του βιβλίου αναφέρει για αυτό το έργο εξομολόγησης του Νίκου Καζαντζάκη τα εξής ενδιαφέροντα που συμπυκνώνουν και όλα όσα καταθέτει ο Κρητικός συγγραφέας: «Το Συμπόσιον του Καζαντζάκη δεν είναι απλώς ένα φιλοσοφικός διάλογος, αλλά ένα έργο που αντανακλά τον στοχασμό του συγγραφέα του. Πρόκειται για μια συνομιλία μεταξύ σπουδαίων στοχαστών και πνευματικών μορφών, καθώς αναζητούν απαντήσεις στα μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα. Όπως και στο ομώνυμο έργο του Πλάτωνα, το κεντρικό θέμα του διαλόγου είναι ο έρωτας – ο πνευματικός, ο φιλοσοφικός, που οδηγεί τον άνθρωπο στην αυτογνωσία και στη θέωση». Είμαστε τυχεροί ως αναγνώστες και ως Έλληνες που έχουμε έναν τέτοιο συγγραφέα οικουμενικό, στα έργα του καθρεφτίζεται όλη η ανοιχτοσύνη του μυαλού ενός ανθρώπου που διάβασε πολύ, μελέτησε πολύ, που ταξίδεψε πολύ και μπόρεσε να μεταδώσει το πάθος του για τον άνθρωπο ακριβώς όπως και ένας άλλος κορυφαίος, ο Τολστόι.

Απόσπασμα από το «Συμπόσιον»:

«Κύριε, αν σηκώσω το κεφάλι, θα σε δω να στέκεσαι μπροστά μου να μου χαμογελάς με το δάχτυλο στο στόμα, μα σε κρατώ και σε αναπνέω και δε βιάζομαι»

Διαβάστε επίσης:

Νίκος Καζαντζάκης – Συμπόσιον: Ένα βιβλίο για τη λύτρωση στη διονυσιακή κατάφαση της ζωής

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ