Ο Αθάνατος Μπάρτφους: Το βιβλίο του Άαρον Άππελφελντ από τις εκδόσεις Άγρα

«Ο Αθάνατος Μπάρτφους», το βιβλίο του Άαρον Άππελφελντ, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα.

Λαμβάνοντας χώρα στο σύγχρονο Ισραήλ, «Ο Αθάνατος Μπάρτφους» είναι ίσως το πιο βαθύ και δυνατό πορτραίτο επιζώντος του Ολοκαυτώματος που γράφτηκε ποτέ.

Ο Άαρον Άππελφελντ χρησιμοποιεί τις τεχνικές της παράλειψης και της έμμεσης αναφοράς, που τελειοποίησε σε αριστουργήματα όπως το Badenheim 1939 και το To the Land of the Cattails, για να αφηγηθεί την ιστορία του Μπάρτφους «του αθάνατου», όπως αινιγματικά τον αποκαλούν λόγω της εμπειρίας του στα ναζιστικά στρατόπεδα.

Πολίτης πλέον του Ισραήλ, πατέρας δύο κοριτσιών και εγκλωβισμένος σε έναν άπελπι γάμο, ο Μπάρτφους αγωνίζεται να καταπιέσει συναισθήματα και αναμνήσεις που του προκαλούν φόβο και αποστροφή, ενώ προσπαθεί να κρατήσει ζωντανή την ηρεμία, την αξιοπρέπεια και τη συμπόνια που είναι απαραίτητες για κάθε ανθρώπινο ον. Ο Αθάνατος Μπάρτφους είναι η σκληρή και αλησμόνητη σπουδή ενός ανθρώπου που έχει φτάσει στα τραγικά του όρια.

Ο Αθάνατος Μπάρτφους είναι πολύ σκληρό βιβλίο για τους επιζώντες, το οποίο – κατηγορηματικά- μόνο όποιος μοιράστηκε την ίδια μοίρα μαζί τους, όπως ο Άππελφελντ, έχει ηθικό δικαίωμα να το γράψει. Δεν είναι σκληρό μονάχα για τον τρόπο, διόλου τιμητικό, με τον οποίο τους παρουσιάζει, αλλά και για τα ερωτήματά του: «Σάμπως ο πόλεμος μάς έκανε καλύτερους ανθρώπους;» ή «Τί κάναμε εμείς, οι επιζώντες της Σοά; Άραγε η τρομερή εμπειρία μάς άλλαξε καθόλου;»

Επέζησαν όσοι επέζησαν, αλλά δεν μπορούσαν πια να ζήσουν. Ο Μπάρτφους, ένας από αυτούς, απαιτεί από τον εαυτό του περισσότερη γενναιοδωρία. Δεν τα κατάφερε να την εκφράσει. Ας είναι αυτός ένας πρόσθετος λόγος, φίλε αναγνώστη, να είμαστε εμείς πιο γενναιόδωροι στην κρίση μας για τον βασανισμένο Μπάρτφους.

-Από το επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη

Απόσπασμα από το βιβλίο

Με την πάροδο του καιρού έπαψε να θυμώνει, να κάνει δηλώσεις. Έμαθε να αγνοεί τη Ρόζα και δαύτους. Είναι αλήθεια, αυτή η στάση δεν του έκανε καλό. Αποσύρθηκε στα βάθη του εαυτού του, και τα λόγια που άλλοτε χρησιμοποιούσε μαράθηκαν μέσα του. Τώρα δεν έλεγε παρά καμιά λέξη εδώ κι εκεί, και μόνο για πρακτικές ανάγκες.

Στην Ιταλία είχε επιβάλει στον εαυτό του σιωπή. Δεν ήταν εύκολο να σιωπάς εκείνο τον καιρό. Η κάψα της μέρας, τα ποτά, γεννούσαν, μεταξύ άλλων, λόγια, εξομολογήσεις, παράπονα και δικαιολογίες. Έτσι και δεν υπήρχε η δραστηριότητα, η συνεχής δραστηριότητα, οι άνθρωποι θα δέρνονταν μεταξύ τους ανελέητα.

Η πυρετώδης όμως δραστηριότητα τούς είχε μάθει να είναι λιγομίλητοι. Τώρα δεν απόμενε από εκείνες τις σκοτεινές μέρες παρά ένα συνονθύλευμα από νευρικά τικ, σπαράγματα από εφιάλτες, γκριμάτσες και ξέφτια από ομιλίες. Όμως οι έμποροι δεν έπαυαν να κεντούν μύθους.

«Ο Μπάρτφους, δεν ξέρεις τον Μπάρτφους;»

«Ναι, τον ξέρω. Έχει αλλάξει πολύ. Χρόνια τώρα τον παρακολουθώ».

Ή άλλοτε πάλι, με κούφιο θαυμασμό: «Έχει αλλάξει πολύ!»

Τους απέφευγε σαν κυνηγημένος. […]

[…] Η λογομαχία περιστρεφόταν τότε γύρω από δύο λέξεις, έλεος και γενναιοδωρία. Ο Σμούγκλερ είχε απορρίψει με βδελυγμία τη λέξη «έλεος». Είχε απαιτήσει ώς και να απαγορευτεί η χρήση της. Όσο για τη γενναιοδωρία, είχε ουκ ολίγες επιφυλάξεις. Ο Μπάρτφους θυμήθηκε ότι κάποιος του είχε πει, σχετικά με κάτι άλλο, ότι οι λέξεις που άλλοτε μας χρησίμευαν τώρα ήταν απαγορευμένες, σαν μια κλεμμένη ηδονή.

Άαρον Άππελφελντ

Ο Άαρον Άππελφελντ, Ισραηλινός συγγραφέας, επιζών της Σοά και μια από τις πιο σημαντικές φωνές της λογοτεχνίας στη χώρα του, γεννήθηκε το 1932 σε ένα χωριό κοντά στην άλλοτε αυστροουγγρική, ρουμανική και τώρα ουκρανική πόλη Τσερνόβιτσι στη Βουκοβίνα. Η μητέρα του δολοφονήθηκε από τους Ναζί. Ο Άππελφελντ μαζί με τον πατέρα του εκτοπίστηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Το έσκασε το 1942 και επιβίωσε για τρία χρόνια μέσα στα δάση, «υιοθετημένος από μια συμμορία Ουκρανών παρανόμων». Έγινε «παιδί της κουζίνας» για εννέα μήνες στον Κόκκινο Στρατό, τον οποίο άφησε το 1945. «Κανείς δεν ήθελε ορφανά στην Ευρώπη. Το μόνο μέρος που μπορούσαμε να πάμε ήταν η Παλαιστίνη», είπε ο συγγραφέας σε συνέντευξή του. Έζησε για ένα διάστημα σε στρατόπεδο εκτοπισμένων στην Ιταλία. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, σε ένα στρατόπεδο προσφύγων στο Ισραήλ, ξαναβρίσκει τον πατέρα του, για τον οποίο πίστευε ότι ήταν νεκρός, αλλά που επίσης είχε επιζήσει από τη ναζιστική βαρβαρότητα. Το πρώτο του βιβλίο δημοσιεύθηκε το 1962 και ακολούθησαν περισσότερα από σαράντα έργα, μυθιστορήματα και συλλογές ποιημάτων. Στην αυτοβιογραφία του Ιστορία μιας ζωής (1999) αφηγείται πως επέζησε από το Ολοκαύτωμα.

Αρνήθηκε να χαρακτηριστεί ως συγγραφέας του Ολοκαυτώματος, παρόλο που έδωσε φωνή σε όσους δεν επέζησαν. «Δεν μπορείς να είσαι συγγραφέας του θανάτου. Το να γράφεις προϋποθέτει ότι είσαι ζωντανός», είπε.

Δίδαξε λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν στην Μπέερσέβα, στο νότιο Ισραήλ, από το 1979 μέχρι τη συνταξιοδότησή του. Ο φίλος του Αμερικανός συγγραφέας Φίλιπ Ροθ τον έκανε χαρακτήρα στο μυθιστόρημά του Επιχείρηση Σάυλωκ.

Το έργο του, αφιερωμένο σε μεγάλο βαθμό στη ζωή των Εβραίων στην Ευρώπη πριν και κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος, έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Βραβεύτηκε σε πολλές χώρες του κόσμου. Μεταξύ άλλων, τιμήθηκε με το Βραβείο Ισραήλ το 1983, το Βραβείο Harold U. Ribelow το 1987 και με το Prix Médicis στη Γαλλία το 2004 για την αυτοβιογραφία του.

Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία του Τσίλι: ζωή στη σκιά του θανάτου, Απρόσμενη αγάπη, Μπάντενχαϊμ 1939 και Ιστορία μιας ζωής. Πέθανε το 2018 σε ηλικία ογδονταπέντε ετών.

Εξώφυλλο: Φωτογραφία © Sean Scully, Lost Door in Ireland, 1999

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ