The Invisible Hands, της Μαρίνας Γιώτη στο Τριανόν

Η documenta 14 παρουσιάζει την ταινία της Μαρίνας Γιώτη The Invisible Hands στον κινηματογράφο Τριανόν, την Πέμπτη 27 Απριλίου στις 21:00.

Η πρεμιέρα της ταινίας θα πραγματοποιηθεί συνοδεία μιας αποκλειστικής για την περίσταση περφόρμανς από τον μουσικό και εθνικομουσικολόγο Alan Bishop και το συγκρότημά του The Invisible Hands από το Κάιρο.

Η ταινία της Γιώτη εκτυλίσσεται στο διάστημα μεταξύ των δύο κρίσιμων εκλογών που σηματοδότησαν την περίοδο που ακολούθησε την Αραβική Άνοιξη στην Αίγυπτο –μια περίοδο ανέγγυας ελπίδας και απομυθοποίησης– και είναι μια ιλαροτραγωδία με θέμα την πολιτική και την παραγωγή τέχνης σε μια ταραγμένη περιοχή.

Σύνοψη της ταινίας

Ο αιρετικός underground Αμερικανολιβανέζος μουσικός και εθνομουσικολόγος Alan Bishop (Sun City Girls, Sublime Frequencies) προσγειώνεται ως ξένος στο Κάιρο λίγο μετά την επανάσταση του 2011 και ενώνει τις δυνάμεις του με τρεις νέους Αιγύπτιους μουσικούς για να μεταφράσουν τα παλιά τραγούδια του στα Αραβικά. Υπό την καθοδήγηση του Bishop, αυτή η απρόσμενη συνεργασία μεταμορφώνεται στο συγκρότημα The Invisible Hands. Αποτελούμενη από σκηνές fly-on-the-wall, υλικό αρχείου, παράλογες cameo εμφανίσεις και ποιητικές ημερολογιακές αφηγήσεις του Bishop, η ταινία εκτυλίσσεται μεταξύ δύο κρίσιμων εκλογών που σφράγισαν την περίοδο μετά την «Αραβική Άνοιξη» στην Αίγυπτο, αντιπαραβάλλοντας την ιλαροτραγωδία της πολιτικής με την καλλιτεχνική δημιουργία σε μια ταραγμένη περιοχή της περιφέρειας.

The Invisible Hands (Τα αόρατα χέρια)

Μαρίνα Γιώτη, Αίγυπτος / Ελλάδα, 2017, 93΄
Στα αγγλικά και αραβικά με αγγλικούς και ελληνικούς υπότιτλους

Με τους: Alan Bishop, Aya Hemeda, Cherif El Masri, Adham Zidan
Σκηνοθεσία, σενάριο, μοντάζ: Μαρίνα Γιώτη
Ποίηση και πρόζα: Alan Bishop
Φωτογραφία, συν-σκηνοθεσία: Γιώργος Σαλαμέ
Παραγωγοί: Μαρίνα Γιώτη & Γιώργος Σαλαμέ
Executive Producer: Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη

Μια παραγωγή της Vertiginous, σε συμπαραγωγή με τη Haos Film. Με την υποστήριξη της documenta 14

Για τη Μαρίνα Γιώτη

Τι κοινό μπορεί να έχουν ένα διαφημιστικό της δεκαετίας του ’80 στο οποίο µια ξανθιά γυναίκα και ένας ξανθός άντρας παίζουν μετά µανίας κάτι μεταξύ ρακετών και softball σε µια παραλία κοντά στην Αθήνα, στον ρυθμό του τραγουδιού των Dead Κennedys «California Über Alles», µε µια διαφήμιση όπου µια νεαρή νοικοκυρά καθαρίζει µε µανία τα ήδη πεντακάθαρα παράθυρά της µε µια έκφραση που προδίδει την αίσθηση νιρβάνας; Και πώς θα κόλλαγε σε αυτά µια προπαγανδιστική ταινία μικρού μήκους από τα χρόνια της χούντας στην Αθήνα (1967-74), στην οποία µια οικογένεια, καθώς περπατάει μέσα σε ένα μουσείο ελληνικής ιστορίας, συζητάει την έννοια της «πατριωτικής αυτοθυσίας» ενώ τα λόγια των πρεσβυτέρων και των παπάδων αρχίζουν να ακούγονται σαν σατανικοί στίχοι;

Επιπλέον, πώς σχετίζονται όλα αυτά µε τη μαγνητοσκοπηµένη περιήγηση ενός εθνομουσικολόγου, του Λιβανεζοαμερικανού μουσικού της underground σκηνής Alan Bishop –µέλους της θρυλικής μπάντας Sun City Girls και συνιδρυτή της δισκογραφικής εταιρείας Sublime Frequencies–, ο οποίος αποφάσισε να μετακομίσει στο Κάιρο λίγο καιρό μετά την εξέγερση του 2011 για να συνεργαστεί µε ντόπιους μουσικούς;

Αν και φαινομενικά μοιάζει να µην υπάρχει συνοχή μεταξύ τους, ουσιαστικά όλα αυτά αποτελούν αποσπάσματα της ίδιας διαδρομής: της διαρκούς έρευνας και παρεμβατικής παρατήρησης της «ιστορίας» από τη Μαρίνα Γιώτη. Επηρεασμένη από την ηθική του punk, η καλλιτέχνις, που γεννήθηκε το 1972 και ζει στην Αθήνα, υιοθετεί εναλλακτικές μεθοδολογίες αποκαλύπτοντας παράλληλες αφηγήσεις στα επίσημα καταγεγραμμένα γεγονότα. Συχνά επεξεργάζεται πλάνα από την τηλεόραση και το σινεμά, τα οποία «τυχαία βρίσκονται» στον δρόμο της, προκειμένου να ρίξει φως σε ξεχασμένες πτυχές της ιστορίας και να τις επανερμηνεύσει µε κριτική διάθεση. Σκοπός της δεν είναι µόνο να σχολιάσει την κατασκευή του παρελθόντος, αλλά και να ερευνήσει την επινοημένη ιστορία του παρόντος.

Τα έργα της Γιώτη καταγγέλλουν το δίπολο τοπικότητα-παγκοσμιοποίηση – είτε αναφέρονται στο σύνδρομο του «αμερικανικού ονείρου» είτε στο στερεότυπο της «καλής νοικοκυράς», στην άποψη ότι αποκλειστικά η Εκκλησία ανέλαβε τη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ή στην ηχογράφηση ενός δίσκου εν µέσω πολιτικής αστάθειας στην Αίγυπτο. Ταυτόχρονα σχολιάζουν τη σχιζοφρένεια που μπορεί να επιφέρει ένα τέτοιο δίπολο, ειδικά όταν πρόκειται για πραγματικότητες σαν αυτή της Ελλάδας· μιας χώρας που, ενώ μοιράζεται έντονες πολιτισμικές συγγένειες µε την Αφρική, τη Μέση Ανατολή και την ευρύτερη Ανατολή, έχει «ερμηνευτεί» επίσης ως λίκνο του δυτικού πολιτισμού.

Μαρίνα Φωκίδη


Περισσότερες πληροφορίες για το πρόγραμμα της documenta 14 μπορείτε να δείτε εδώ.

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ