Λητώ Τριανταφυλλίδου: Η παράσταση έρχεται στο τέλος μιας χρονιάς που συνέβησαν 17 γυναικοκτονίες

Μιλήσαμε με την Λητώ Τριανταφυλλίδου, η οποία σκηνοθετεί την παράσταση «Βίλα», για τις δυναμικές και ευαίσθητες Αλεχάνδρες της παράστασης και για τα λιγότερο γνωστά βασανιστήρια που έγιναν κατά την διάρκεια της ελληνικής δικτατορίας.

Τρεις γυναίκες που τις λένε «Αλεχάνδρα» συναντιούνται σε ένα δωμάτιο, επιφορτισμένες με το καθήκον να αποφασίσουν το μέλλον της Βίλας Γκριμάλντι, ενός υπαρκτού χώρου βασανιστηρίων και δολοφονιών της Χιλής κατά την δικτατορία του Αουγκούστο Πινοσέτ (1973-1990).

Με χιούμορ και δραματική μαεστρία, ο Χιλιανός συγγραφέας Guillermo Calderón, δημιουργεί τρεις σύγχρονους χαρακτήρες, που ανυποψίαστοι μπαίνουν σε ένα παιχνίδι ανάκτησης της προσωπικής τους ιστορίας. Θα πρέπει η Βίλα να γίνει ένα μνημείο για τις κτηνωδίες που συνέβησαν εκεί; Να παραμείνει ένα ερείπιο, να ξεχαστεί; Να γίνει χώρος τέχνης; Κάθε μια επιλογή εκφράζει μια διαφορετική σχέση με την Ιστορία, αλλά και μια διαφορετική ανάγκη των θυμάτων της.

Πώς θυμόμαστε την Ιστορία;
Πώς διαχειριζόμαστε ένα τραύμα;
Κι όταν η Ιστορία είναι το τραύμα;

Η σκηνοθέτις Λητώ Τριανταφυλλίδου σε συνεργασία με ένα ξεχωριστό θίασο ηθοποιών μας απαντούν μέσω της θεατρικής σκηνής.


-Σκηνοθετείτε την παράσταση “H Βίλα (Ο δρόμος που δεν πήραν)”. Θα θέλατε να μας πείτε δύο λόγια για το έργο;

Τρεις γυναίκες προσπαθούν να αποφασίσουν με δημοκρατικές διαδικασίες το μέλλον της Βίλας, ενός χώρου βασανιστηρίων και βιασμών κατά την διάρκεια της δικτατορίας του Πινοσέτ στην Χιλή. Καθώς συζητούν για την Βίλα, οι χαρακτήρες του έργου διεκδικούν να πουν την οικογενειακή τους ιστορία, την αρχή του τραύματος, αλλά και της ύπαρξης τους. Μέσα από αυτήν την διαδικασία οι χαρακτήρες του έργου παλεύουν με ένα δίλημμα: να ξεχνά ή να θυμάται κανείς; Σε προσωπικό επίπεδο, το να ξεχνάς σημαίνει να προχωράς, να ζεις, να θεραπεύεσαι, να μην μένεις κολλημένος στο παρελθόν, ίσως να κοιτάς λίγο την πάρτη σου. Από την άλλη, μια κοινωνία που ξεχνάει τα λάθη της είναι μάλλον καταδικασμένη να τα επαναλάβει.

-Σκιαγραφήστε μας τους τρεις γυναικείους χαρακτήρες του έργου.

Τρεις γυναίκες που τις λένε Αλεχάνδρα. Οι Αλεχανδρες μας είναι δυναμικές, ευφυείς, ευαίσθητες, σκληρές, τρυφερές, μαχητικές, αστείες, ανταγωνιστικές, παράλογες, παθιασμένες, λογικές και εκρηκτικές. Αλλάζουν γνώμη χωρίς να απολογούνται, κρατάνε τις πληγές τους κρυφές, υποστηρίζουν τις ιδέες τους μέχρι τέλους. Ο Calderón έχει γράψει τρεις πολύ αληθινές γυναίκες. Οι ηθοποιοί της παράστασης, Νατάσα Εξηνταβελώνη, Λίλα Μπακλέση και Αγγελική Πασπαλιάρη, έχουν δουλέψει στις λεπτομέρειες για να φέρουν στην ζωή αυτούς τους χαρακτήρες. Έχουν επενδύσει πολλά από τον εαυτό τους σε αυτούς τους ρόλους, πράγμα που κάνει τις Αλεχάνδρες μας ακόμα πιο μοναδικές.

– Στην παράσταση συναντάμε κωμικά αλλά και δραματικά στοιχεία. Τι πιστεύετε πως επιτυγχάνεται μέσα από αυτό το αντιθετικό συναισθηματικό σύμπλεγμα;

Θέλει θάρρος για να βρει κανείς κωμικά στοιχεία σε τόσο σκοτεινά μονοπάτια. Νομίζω πως θα ήταν αδύνατο να αναμετρηθούμε με τόση βία, αν δεν ψάχναμε την παρηγοριά. Ένα χαμόγελο είναι ακριβώς αυτό. Λίγο κρύο νερό στο πρόσωπο του κοινού. Δεν νομίζω πως είμαστε σε εποχές που αντέχουμε το πολύ δράμα, αλλά δεν έχουμε την πολυτέλεια να σταματήσουμε να ακούμε, να σκεφτόμαστε. Έτσι το έργο ισορροπεί ανάμεσα στα δύο αυτά στοιχεία: από την μία περιγράφει με ακρίβεια όσα συνέβησαν στην Βίλα και τις πληγές που άφησαν, από την άλλη οι χαρακτήρες κρατούν μια συναισθηματική απόσταση. Νομίζω πως αυτή η ισορροπία αφήνει το κοινό να σκεφτεί και να νιώσει ελεύθερα.

-Από ποιες παραμέτρους, θα λέγατε, πώς επηρεάστηκε η σκηνοθετική σας προσέγγιση πάνω στο έργο;

Οι ηρωίδες του έργου είναι γυναίκες στην ηλικία μου και νιώθω ότι τις ξέρω καλά. Μοιράζομαι μαζί τους την επιθυμία να κοιτάω μπροστά, αλλά δεσμεύομαι από την υποχρέωση που νιώθω απέναντι στο παρελθόν. Ζούμε σε μια χώρα που έχει επιλέξει να τιμά την αρχαία ένδοξη ιστορία της και να κοιτάει επιδεικτικά από την άλλη ως προς τις σύγχρονες πληγές της. Ήταν αναπόφευκτο να μην αναρωτηθώ πόσα κοινά είχαν όσα συνέβησαν στην Βίλα Γκριμάλντι με το κτήριο της Μπουμπουλίνας 18. Δεν πιστεύω ότι τα σεξουαλικά βασανιστήρια που έγιναν κατά την διάρκεια της ελληνική δικτατορία είναι ευρέως γνωστά. Όπως και στην περίπτωση της Χιλής, τα βασανιστήρια ήταν ακόμα πιο σκληρά στις γυναίκες, προκειμένου να τις τιμωρήσουν διπλά που τολμούσαν -ως γυναίκες- να έχουν πολιτική συνείδηση και δράση.

Γιατί όμως να μιλήσουμε τώρα για συστημικά βασανιστήρια σε γυναίκες; Η παράσταση μας έρχεται στο τέλος μιας χρονιάς που συνέβησαν 17 γυναικοκτονίες στην χώρα μας. Νομίζω πως αξίζει να αναρωτηθούμε αν η βία επιβιώνει και αν τελικά κληρονομούμε μια κουλτούρα βίας.
Αυτές οι ερωτήσεις έχουν καθορίσει την σκηνοθεσία της παράστασης της Βίλας.

Επιπλέον, το έργο του Guillermo Calderón μου δίνει την ευκαιρία να κάνω μια πολιτική παράσταση με συντελεστές γυναίκες. Για κάποιο λόγο, αυτό συμβαίνει σπάνια και για μένα είναι μια πολύτιμη ευκαιρία.

-Κατά την διάρκεια της δικτατορίας του Πινοσέτ, διαπράχθηκαν φρικαλεότητες. Κατά την γνώμη σας, ο πρωταρχικός σκοπός του συγγραφέα του έργου, Guillermo Calderón, ήταν να κάνει ευρέως γνωστά αυτά τα κρατικά εγκλήματα;

Με μεγάλη δραματουργική μαεστρία, ο Guillermo Calderón έχει αναθέσει σε τρεις γυναίκες που γεννήθηκαν περίπου όταν έκλεισε η Βίλα Γκριμάλντι, να αποφασίσουν για την τύχη της. Εξάλλου, η συζήτηση για τα όσα διέπραξε η δικτατορία του Πινοσέτ στην Χιλή, οι χιλιάδες άνθρωποι που εξαφανίστηκαν και τα χαμένα παιδιά κρατουμένων είναι γνωστά. Έτσι, νομίζω, πως το πρωταρχικό ζητούμενο του έργου δεν είναι να φέρει στην επιφάνεια όσα συνέβησαν, αλλά να μιλήσει για την διαχείριση αυτής της μαρτυρικής μνήμης από την επόμενη γενιά. Το έργο επικεντρώνεται στο δικό μας παρόν και όχι στο παρελθόν των θυμάτων. Το ερώτημα που θέτει είναι τι κάνουμε εμείς τώρα για όσα συνέβησαν τότε.

-Το έργο αντλεί την πλοκή αλλά και τον τίτλο του από την Βίλα Γκριμάλντι, έναν πραγματικό τόπο μνήμης στην Χιλή. Λόγω αυτού, θα λέγατε πως η παράσταση φέρει ιστορικό πρόσημο;

Ο προβληματισμός της παράστασης πάνω στην διαχείριση της ιστορικής μνήμης δεν νομίζω πως καθιστά την παράσταση μας ιστορική. Η δικιά μου πρόθεση είναι να κάνουμε τους χαρακτήρες και τα διλήμματα του έργου όσο πιο οικεία σε εμάς. Με αυτόν τον τρόπο, το έργο ξεπερνάει το παράδειγμα της Βίλας Γκριμάλντι. Δυστυχώς υπάρχουν πολλές “βίλες” εκεί έξω. Νομίζω πως μιλάμε για όλες αυτές.

Διαβάστε επίσης:

H Βίλα, του Guillermo Calderón σε σκηνοθεσία Λητώς Τριανταφυλλίδου στο Μικρό Θέατρο Κεραμεικού

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ