Λιλή Ζωγράφου: Λογοτεχνία, γένους θηλυκού

Παθιασμένη με τη Λογοτεχνία, η Λιλή Ζωγράφου ήταν ένα ντόμπρο αρσενικό σε σώμα γυναίκας και καλεί όλες τις απανταχού Ωραίες Κοιμωμένες να ανοίξουν τα μάτια και να ανακλαδιστούν μπροστά στην αλήθεια.

Πρέπει κάποτε οι γυναίκες να επιλέξουν ανάμεσα στον αυτοπροσδιορισμό και τον προσδιορισμό τους από τους άνδρες. Όταν ανακαλύψουν ποιές πραγματικά είναι, θα απελευθερωθούν, και ο εαυτός τους από εχθρός, θα γίνει ο πιο πιστός τους φίλος. Πρέπει να πάψουν να κουβαλούν μαζί τους ένα σύννεφο από βολικές πεποιθήσεις που κινούνται γύρω τους σαν μύγες του καλοκαιριού. Όταν δεν θα έχουν την ανάγκη ενός αφέντη, τότε οι σχέσεις τους με το άλλο φύλο, δεν θα αποτελούν πρόβλημα προς επίλυσιν. Πρέπει, με άλλα λόγια, να εξαρτήσουν την ευτυχία τους από στόχους, κι όχι από ανθρώπους ή αντικείμενα. Να ζυμώσουν την πλαστελίνη του κόσμου μες στις παλάμες τους και να τον πλάσουν μόνες τους. Πρέπει να καταλάβουν ότι οι γάμοι που γίνονται απλώς για να γίνουν, είναι εκείνοι που δεν απευθύνονται απαραίτητα σε μη ολοκληρωμένα άτομα, αλλά σ’ αυτά που λίγο καιρό αργότερα, θα θεωρούνται επισήμως τελειωμένα. Ήρθε η ώρα λοιπόν, για όλες τις απανταχού Ωραίες Κοιμωμένες, να ανοίξουν τα μάτια και να ανακλαδιστούν μπροστά στην αλήθεια. Το χρειάζονται, άλλωστε!

Ένα είναι το σίγουρο: δεν υπάρχουν βασιλόπουλα ανάμεσά μας. Ποτέ δεν υπήρχαν. Υπάρχουν μόνο άνθρωποι που έχουν την τύχη να αγαπήσουν, αλλά και να αγαπηθούν. Άνθρωποι που κάτι φοβούνται, που κάτι έχουν χάσει, που αναζητούν κάτι για να το αναπληρώσουν. Υπάρχουν άνδρες που δημιουργούν κυνικώς τη ζωή τους και γυναίκες που ως μαγεμένες μαριονέτες τρέχουν ξωπίσω τους (μα πώς μπορούν;), δικαιολογώντας εν μέρει τη δική τους. Θηλυκά δηλαδή, που επιτρέπουν στους αρσενικούς να γνωρίζουν τα πάντα γι’ αυτές, και με την πρώτη ευκαιρία να τα χρησιμοποιούν εναντίον τους. Καρδιές που ποντάρουν κάθε προσδοκία και ελπίδα σε άλλες, μη φερέγγυες, και αργά ή γρήγορα απογοητεύονται καθώς βιώνουν ένα είδος συναισθηματικής χρεοκοπίας.

Αυτά είναι τα δεινά που καταγράφει η Λιλή Ζωγράφου με καυστικό χιούμορ, ειλικρίνεια και διαχρονική αμεσότητα στο βιβλίο της, «Μού σερβίρετε ένα βασιλόπουλο, παρακαλώ» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Κι ένα είναι το ζήτημα στις τρεις νουβέλες που περιλαμβάνονται σε αυτό: για τη γυναίκα το να παντρευτεί είναι κάτι σοβαρό, το να μην το κάνει όμως, είναι κάτι ακόμα πιο σοβαρό. Η δημοσιογράφος και συγγραφέας που γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης στις 17 Ιουνίου 1922, και σπούδασε Φιλολογία στην Ελλάδα και το εξωτερικό, σηκώνει το δάχτυλο στις γυναίκες που δεν σχεδιάζουν το πλάνο της ζωής τους, μια κι είναι οι ίδιες που πέφτουν άχαρα στο πλάνο κάποιων άλλων, και τις στέλνει στο πυρ το εξώτερον, όχι για αυτά που κάνουν, αλλά για τον τρόπο με τον οποίο παραμελούν τον εαυτό και τα θέλω τους.

Εξάλλου, η Ζωγράφου που έγκυος, φυλακίστηκε κατά τη Γερμανική Κατοχή για αντιστασιακή δράση, και έφερε στη ζωή την κόρη της πίσω από τα κάγκελα, ξέρει πως ο άνθρωπος χωρίς αυτοσεβασμό δεν έχει αυτοπεποίθηση, χωρίς αυτοπεποίθηση δεν έχει ταυτότητα και χωρίς ταυτότητα, δεν είναι τίποτα. Η Ζωγράφου που ουδέποτε μάσησε τα λόγια της στα 24 έργα που δημοσίευσε και ταξίδεψε από την Ευρώπη ως τις Ανατολικές χώρες με μια μικρή προτίμηση στο Παρίσι, ξέρει πως με μαθηματική ακρίβεια οι αφελείς γίνονται ευτυχισμένοι σύζυγοι, ενώ οι δυστυχισμένοι γάμοι είναι απότοκα έξυπνων συζύγων που ελίσσονται ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι κι ακροβατούν μεταξύ ψεύδους κι αλήθειας. Στο συγκεκριμένο βιβλίο θίγει το πεπρωμένο των αδύναμων γυναικών. Ναι, εκείνων που καταβροχθίζονται από τους δυνατούς άνδρες.

Ως πότε όμως; Ως πότε η ζωή θα μοιάζει με ξένη γλώσσα που προφέρουμε λάθος; Ως πότε θα μας καταπίνουν τα μυστικά μας; Ως πότε θα αργεί η αγάπη; Και πόσο εμείς είμαστε διατεθειμένοι να την περιμένουμε; Ίσως και για πάντα, αφού το νόημα είναι να τα ρισκάρουμε όλα γι’ αυτήν, και ο σκοπός όχι να κρατάμε καλά χαρτιά, μα να παίζουμε έξυπνα ένα άσχημο φύλλο. Από την άλλη, χρειαζόμαστε δυσκολίες κι αντιστάσεις, για να αποκτήσουμε ψυχική δύναμη. Για να συνειδητοποιήσουμε ότι εξουσιάζοντας τη στιγμή, εξουσιάζουμε ταυτόχρονα και την ίδια τη ζωή κι ότι πρέπει πάντα να κάνουμε αυτό που είναι σωστό για εμάς τους ίδιους, ακόμα κι αν πληγώνει ανεπανόρθωτα τα αγαπημένα μας πρόσωπα.

Το δημοφιλέστερο βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου, «Η αγάπη άργησε μια μέρα» που επίσης κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, ακριβώς από αυτά αποτελείται: από αυτούς που αλίμονό τους που δε μπορούν να ξυστούν με τα δικά τους νύχια, από αυτούς που το μισό χρόνο σφυρηλατούν τις αλυσίδες και τον άλλο μισό τις φορούν, από αμίλητες γυναίκες που τίποτα δεν τις ομορφαίνει όσο η θλίψη τους κι από κρίσιμα ζητήματα, όπου οι αποφάσεις επιβάλλεται να έρχονται κατευθείαν από την καρδιά.

Η οικογένεια Φτενούδου που ζει σε μια αγροτική περιοχή της Κρήτης, φοβάται και τρέμει τον Μιχαήλο, πατέρα κι αρχηγό της. Η σύζυγος και οι πέντε κόρες του, βρίσκονται υπό τον πλήρη έλεγχό του, μα η ευτυχία θα βρει πρόσκαιρο καταφύγιο σε τούτο το αυστηρό σπίτι. Και συγκεκριμένα, στο υπόγειο, όπου η Ερατώ, δεκαπέντε ετών κατά τη διάρκεια του πολέμου (1944), θα συλλαβίσει την πρώτη και αιώνια αγάπη κλεισμένη στις πληγωμένες φτερούγες του Ιταλού στρατιώτη, Τονίνο. Το όμορφο κορίτσι που θυμίζει άγγελο επί γης, θα μάθει κρυφά από όλους, και κυρίως από τη μητέρα της, πως ό,τι γίνεται από αγάπη, είναι πέρα από το καλό και το κακό, και πως στη ζωή δεν υπάρχει τίποτα ωραιότερο, σαφέστερο και λιτό απ’ την χρυσή Αφροδίτη (έρωτα). Κατανοεί ότι όλοι είμαστε γεννημένοι γι’ αυτόν, καθώς είναι ο απόλυτος προορισμός μας, κι η πεμπτουσία μιας χορτάτης ύπαρξης.

Η Ερατώ θα μείνει έγκυος, μα θα ξεμείνει από συμμάχους. Όταν η Αμαλία θα γεννηθεί, η μητέρα και η μεγάλη αδελφή της, θα πάρουν το παιδί κι εκείνη θα γίνει μια γυναίκα που μαζί με τη λατρεία ενός άνδρα, θα χάσει και το μητρικό δικαίωμά της. Ένας ανήφορος ορθώνεται μπροστά στην όμορφη κοπέλα, ενώ η Πηνελόπη, η δύσμορφη αδελφή της, είναι πάντα εκεί να τη στηρίξει με τον τρόπο της, ακόμα κι αν θεωρείται ξεγραμμένη μέχρι κι από τον Δημιουργό της. Όσα θα ακολουθήσουν για τα θηλυκά της οικογένειας Φτενούδου είναι ένα γαϊτανάκι μυστικών, συγκάλυψης, μα και θρυμματισμένης αγάπης που ο αναγνώστης οφείλει να ενώσει τα κομμάτια της.

Η Ζωγράφου εκθέτει γεγονότα και πεποιθήσεις. Κεντά μπαλώματα στις καρδιές, και παρουσιάζει τον κόσμο σαν μια μικρή κόλαση, όπου οι άνθρωποι χωρίζονται στις βασανισμένες ψυχές και τους διαβόλους. Γράφει για ζωές που πηγαίνουν στράφι, μια και αναβάλλονται οι χαρές τους, και δείχνει να φοβάται περισσότερο ένα ανεπαρκές διάστημα κατά το οποίο είμαστε ζωντανοί, από τον θάνατο. Συγχρόνως, οι ήρωές της δαμάζουν τα κύματα της μοίρας. Εξορκίζουν τους ποικίλους δαίμονές τους χωρίς να πετάξουν ό,τι καλό υπάρχει εντός τους. Δεν σταματούν. Όχι τουλάχιστον μέχρι οι άνθρωποι να αρχίσουν να φοβούνται τη συνείδησή τους και όχι την κακή φήμη.

Η Ζωγράφου που μελέτησε όσο κανείς το Νίκο Καζαντζάκη, και έγινε ευρέως γνωστή για το βιβλίο της «Νίκος Καζαντζάκης, ένας τραγικός», ενώ έκανε την εμφάνισή της στα γράμματα το 1950 με την  συλλογή διηγημάτων «Αγάπη», και άφησε τη στερνή της πνοή στις 2 Οκτωβρίου 1998 στη γενέτειρά της, ήταν ένα ντόμπρο αρσενικό σε σώμα γυναίκας. Παθιασμένη με τη Λογοτεχνία και κυρίως με την ποίηση του Ελύτη για τον οποίο έγραψε το 1971, η δημιουργός των «Βιογραφία – Άπαντα Μ. Πολυδούρη» (1961), «Και το χρυσάφι των κορμιών τους» (1961), «Οι καταραμένες» (1962), «Οι Εβραίοι κάποτε» (1966), «Ο ηλιοπότης Ελύτης» (1971), «Επάγγελμα: Πόρνη» (1978), «Η γυναίκα σου η αλήτισσα» (1984), «Νύχτωσε αγάπη μου, είναι χθες» (1990), κ.α, η Λιλή Ζωγράφου εκφράζει τα αισθήματά κάθε εποχής και τα δικά της, μέσα από τον ανθρώπινο πόνο και τις στραβοτιμονιές. Δεν κηρύττει αλήθειες, αλλά τις ανακαλύπτει, και θα έχει παντοτινούς αναγνώστες, χωρίς να γίνονται σχολιαστές της. Κι αυτό, γιατί γράφει με σαφήνεια για όλους εμάς που είμαστε ένοχοι για κάθε καλό που δεν κάνουμε, μα και για ‘μας που την ίδια στιγμή, στα μισά του ταξιδιού της ζωής, αρχίζουμε να τη ζούμε.

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ