Κάποτε υπήρχε κάτι που το έλεγαν demo…

Κάποτε, παλιά, πριν όχι και τόσα πολλά χρόνια υπήρχε κάτι που το έλεγαν demo To demo ήταν μια κασέτα (αργότερα cd-r) που πήγαιναν ή έστελναν οι καλλιτέχνες στις δισκογραφικές εταιρείες ως δείγμα της δουλειάς τους προτείνοντας παράλληλα συνεργασία.

Κάποτε, παλιά, πριν όχι και τόσα πολλά χρόνια υπήρχε κάτι που το έλεγαν demo To demo ήταν μια κασέτα (αργότερα cd-r) που πήγαιναν ή έστελναν οι καλλιτέχνες στις δισκογραφικές εταιρείες ως δείγμα της δουλειάς τους προτείνοντας παράλληλα συνεργασία.

Η ηχογράφηση ενός demo γινόταν συνήθως στο σπίτι του καλλιτέχνη. Και όχι αυτό δεν προϋπέθετε την ύπαρξη home studio. To home studio εκείνα τα όχι και τόσο μακρινά χρόνια ήταν άπιαστο όνειρο για την συντριπτική πλειοψηφία των καλλιτεχνών.

Η ηχογράφηση γινόταν συχνά μόνο με κιθάρα –φωνή ή πιάνο – φωνή, μπροστά σε ένα μικρόφωνο (όχι απαραίτητα καλής ποιότητας) και γραφόταν απευθείας στην κασέτα. Σε άλλες περιπτώσεις ο καλλιτέχνης είχε φροντίσει για την αγορά ενός τετρακάναλου κασετοφώνου (ειδικό για αυτές τις περιπτώσεις) που του έδινε τη δυνατότητα ηχογράφησης και  μιας δεύτερης κιθάρας ή/και δεύτερων φωνητικών, κάποιων πλήκτρων, ίσως κάποιου βιολιού. Μπορούσε με δυο λόγια ηχογραφώντας κανάλι – κανάλι να στήσει μία ενδεικτική ενορχήστρωση. Στο ίδιο πνεύμα – και εφόσον υπήρχε διαθέσιμος και κάποιος υπολογιστής Atari και μία τράπεζα ήχων του πρωτοκόλλου General Midi (η κοινώς επονομαζόμενη «φέτα») – μπορούσε να στήσει μία πλήρη ενορχήστρωση στον Atari στον οποίον είχε φορτώσει ένα πρόγραμμα τύπου Cubase και είχε συνδέσει το General Midi. Μετά να ηχογραφήσει το αποτέλεσμα σε δύο από τα τέσσερα κανάλια της  κασέτας του τετρακάναλου και να του μείνουν δύο κανάλια ελεύθερα για φωνές ή για κάποιο φυσικό όργανο που ήθελε ίσως να προσθέσει. Εννοείται ότι η ενορχήστρωση σε αυτήν την τελευταία περίπτωση χρησιμοποιούσε «ψεύτικους»  συνθετικούς ήχους, απομιμήσεις φυσικών οργάνων.

Ήταν μία αποδεκτή από όλους (καλλιτέχνες και εταιρείες) λύση ανάγκης για την περίπτωση που ο καλλιτέχνης επιθυμούσε να παρουσιάσει μία πληρέστερη (φευ – πάντα ενδεικτική ) ενορχήστρωση.

Αν ο καλλιτέχνης ήταν ένα συγκρότημα που «τά’σπαγε» ή ένα πολυμέλες συγκρότημα με πλούσιες ενορχηστρώσεις επιλέγονταν η – επίσης ενδεικτική – ηχογράφηση πρόβας σε κάποιο «προβάδικo». Live 2-track ηχογράφηση, χωρίς την παραμικρή δυνατότητα εκ των υστέρων διόρθωσης, κατευθείαν σε απλή κασέτα (το πολύ – πολύ να ήταν σε μια κάπως ακριβότερη κασέτα «χρωμίου»  για καλύτερη απόδοση), χωρίς τη δυνατότητα μίξης. Τη θέση της μίξης έπαιρναν οι ρυθμίσεις (στοιχειώδεις εντάσεις και ένα υποτυπώδες reverb) της κονσόλας του προβάδικου στην  οποία ήταν συνδεδεμένα τα όργανα των μουσικών που έπαιζαν live. Ο ηχολήπτης πατούσε το κουμπί rec, το συγκρότημα έπαιζε τα τραγούδια κατευθείαν σε κασέτα μέχρι να τα «πετύχει» και έτοιμο το demo.
Σε όποια περίπτωση από τις παραπάνω ανήκε το demo σου, εξ ορισμού και πάντα δεν είχε καμία σχέση με το «τελικό προϊόν».

Ένα τέτοιο demo (συγκεκριμένα της κατηγορίας τετρακάναλο/Atari/General Midi) πήγα κι εγώ στον Αιμίλιο Κατσούρη στην Hitch-Hyke τον Σεπτέμβριο του 1998. Το άκουσε, του άρεσε, του «έκανε» (άλλο μου αρέσει και άλλο μου «κάνει» – δεν συμπίπτουν απαραίτητα αυτά τα δύο), τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε και σύντομα μπήκα στο στούντιο για την ηχογράφηση του πρώτου μου προσωπικού άλμπουμ «Η Άλλη Πλευρά» που κυκλοφόρησε τον Μάιο του 1999.

Η παραπάνω διαδικασία (της ηχογράφησης του demo) μου έδωσε τη δυνατότητα να δοκιμάσω πράγματα. Να δοκιμάσω συνθετικές ιδέες, ενορχηστρωτικά ευρήματα, να βρω εκείνες τις σκόρπιες λεπτομέρειες που δίνουν συνοχή και προσδίδουν ατμόσφαιρα και άποψη σε ένα άλμπουμ, να διορθώσω  ή να εξελίξω τραγούδια. Να κρατήσω – να πετάξω τραγούδια. Ακόμη και τραγούδια που ήμουν απόλυτα σίγουρος πως «έπρεπε» να είναι στο άλμπουμ. Μέχρι που διαπίστωσα ότι δεν λειτουργούσαν μέσα στο υπό διαμόρφωση σύνολο και έτσι έμειναν στην άκρη για μελλοντική χρήση.

Και αυτό δεν ήταν δική μου ιδιοτροπία ή ιδιαιτερότητα. Το ίδιο συνέβαινε με όλους μας…

Στις μέρες μας έχει χαθεί η ουσία του demo. Ο όρος χρησιμοποιείται ακόμη αλλά χρησιμοποιείται … κατ’ευφημισμόν.  Η λέξη demo είναι το «χαϊδευτικό» της έκφρασης «demonstration tape». Που θα πει (σε κατ’αναλογία και όχι κατά λέξη μετάφραση) «δείγμα δουλειάς». Πλέον και με την εξέλιξη της τεχνολογίας που έκανε την ύπαρξη ενός home studio ή μια επαγγελματικής studio ηχογράφησης πολύ πιο προσιτή, το ενδιάμεσο αυτό στάδιο έχει χαθεί. Το “demo” που φτάνει πια στις εταιρείες είναι final product. Είναι τελικό προϊόν. Ακόμη κι αν ο καλλιτέχνης δεν απευθυνθεί σε εταιρεία και αποφασίσει να το κυκλοφορήσει απευθείας μόνος του και πάλι έχει εξαλείψει αυτήν την ενδιάμεση διαδικασία. Ηχογραφεί κατευθείαν τελικό προϊόν και χάνει όλα τα καλλιτεχνικά οφέλη που του έδινε η διαδικασία ηχογράφησης demo.

Φτάνουν συχνά στα χέρια μου τέτοια «demo» /τελικό προϊόν καλλιτεχνών που είμαι βέβαιος ότι θα κατέληγαν σε ένα εξαίρετο (και γιατί όχι σπουδαίο) άλμπουμ  αν πρώτα είχαν μπει στη διαδικασία να φτιάξουν ένα demo με την αρχική σημασία της λέξης. Αλλά κάτι λείπει, κάτι φταίει, κάποιες αστοχίες υπάρχουν που είναι αδικαιολόγητες για το εν δυνάμει επίπεδο τους, το οποίο το βλέπεις ότι είναι εκεί αλλά δεν λάμπει, δεν λειτουργεί. Δεν έχει ωριμάσει σαν αποτέλεσμα. Είναι ξεκάθαρο στα αυτιά μου πως  λείπει αυτή η ενδιάμεση διαδικασία κι έτσι το αποτέλεσμα καταλήγει να  είναι κάτω των προσδοκιών των οποίων οι  αντικειμενικές ικανότητες του καλλιτέχνη και οι ήδη διαφαινόμενες δυνατότητες του καλλιεργούν. Και το κρίμα είναι ακόμη μεγαλύτερο όταν το ίδιο συμβαίνει σε επίσημες κυκλοφορίες που πάσχουν από το ίδιο ακριβώς πρόβλημα για τον ίδιο ακριβώς λόγο.

Ο Μike Scott των Waterboys δεν είχε ανάγκη να κάνει demo  πριν ηχογραφήσει το τρίτο άλμπουμ των Waterboys («This is the sea»).  Είχε συμφωνία με δισκογραφική εταιρεία, είχε σταθερό συγκρότημα, τα δυο πρώτα άλμπουμ τους είχαν πάει καλά (με το “This Is The Sea” έμελε να απογειωθούν τελικά). Γιατί να μπει στη διαδικασία να κάνει demo;  Ήταν αυτονόητο όμως και για εκείνον και για όλους τους τραγουδοποιούς τόσο της γενιάς του όσο και μερικών ακόμη μεταγενέστερων γενεών.  Ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της διαδικασίας.

26 χρόνια μετά την κυκλοφορία του «This Is The Sea» κάποια από τα demo αυτά (πιάνο-φωνή) κυκλοφόρησαν στην αρχειακή έκδοση με τίτλο «In a special place». Από εκεί και το demo του “The Whole of the moon” (η μετέπειτα πρώτη πολύ μεγάλη διεθνής επιτυχία των Waterboys). Στην πρώιμη μορφή του, με μεγάλο τμήμα των στίχων του να έχει αλλάξει (και σαφώς βελτιωθεί) μέχρι την τελική ηχογράφηση που γνωρίζουμε από το άλμπουμ. Σε αυτήν την πρώιμη μορφή δεν υπάρχει καν το χαρακτηριστικό (μουσικό και στιχουργικό) τμήμα «Too high, too far, too soon» το οποίο προστέθηκε αργότερα.

Φαντάσου να μην είχε μπει ο Mike στη διαδικασία να κάνει demo…

The Whole Of The Moon. Από το άλμπουμ  “In A Special Place: The Piano Demos For This Is The Sea” (Chrysalis records, 2011).

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ