Έλενα Κελεσίδη: Μια τραγουδίστρια της όπερας σε μουσικές αλχημείες

Η σπουδαία λυρική σοπράνο Έλενα Κελεσίδη μιλά για τις μουσικές της περιπέτειες, με αφορμή την όπερα «Υπόθεση Μακρόπουλου» που ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Εθνική Λυρική Σκηνή!

Πώς θα ήταν άραγε για μια ντίβα της όπερας να τραγουδά τρεισήμισι… αιώνες; Είναι ένα από τα πολλά ερωτήματα που γεννώνται μέσα από το έργο του Λέος Γιάνατσεκ, «Υπόθεση Μακρόπουλου», που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Εθνική Λυρική Σκηνή, υπό τη σημαντική σκηνοθετική καθοδήγηση του Γιάννη Χουβαρδά. Μία τραγουδίστρια της όπερας τριακοσίων περίπου ετών, κρύβει κάποιο μεγάλο και πολύτιμο μυστικό, του οποίου η αποκάλυψη έρχεται να δώσει ένα τέλος στην… αθάνατη περιπέτειά της.

Έχοντας ερμηνεύσει ρόλους σε σημαντικά λυρικά θέατρα της υφηλίου, η Έλενα Κελεσίδη, μια ιδιοσυγκρασιακή «εργάτρια» της μουσικής, ζωντανεύει για πρώτη φορά στην καριέρα της την ιδιαίτερη πρωταγωνίστρια του Γιάνατσεκ. Μάλιστα, αναφέρει γελώντας: «Πιστεύω πως θα αρέσει στον κόσμο. Διαρκεί μόλις 1 ώρα και 40 λεπτά. Δεν έχουμε διάλειμμα. Πρώτη φορά θα το κάνω και αυτό, παίζοντας σε μια όπερα χωρίς μια ολιγόλεπτη ανάσα».

Λίγο πριν υποδυθεί λοιπόν την πολύπλευρη αιωνόβια ντίβα, μιλήσαμε μαζί της για όσα καθιστούν ιδιαιτέρως σημαντικά, τόσο το έργο, όσο και τον συνθέτη, ενώ αναφερθήκαμε στην δική της σπουδαία διαδρομή στην όπερα, αλλά και στην διαφορετική ρεπερτοριακή πορεία που χαράσσει με σταθερά βήματα η Εθνική Λυρική Σκηνή.


– Η Υπόθεση Μακρόπουλου παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Λυρική, κατά συνέπεια, θα το συστήσετε στο ελληνικό κοινό. Πού βρίσκετε να σας αγγίζει περισσότερο η δημιουργία του Γιάνατσεκ, τόσο μουσικά, όσο και στο κομμάτι του λιμπρέτου;

Θα έλεγα ότι με αγγίζει περισσότερο μουσικά. Γιατί ως μουσικός και εγώ, αυτή είναι η προτεραιότητά μου. Με συγκινεί η μουσική δημιουργία του. Είναι πάρα πολύ προχωρημένη και έχει μεγάλη διαφορά από άλλες όπερες. Πρέπει να τονίσω όμως, ότι αποτελεί και κάτι διαφορετικό για το ελληνικό κοινό, σε σχέση με όσα έχει συνηθίσει να βλέπει και να ακούει στις σκηνές μας.

Το έργο έχει πολύ ενδιαφέρον και ρυθμικά και μουσικά, γιατί ο Γιάνατσεκ δένει μοναδικά το λιμπρέτο με τη μελωδία. Απλώς, χρειάζεται χρόνος να το συνειδητοποιήσει ο θεατής. Στο τέλος όμως, είναι βέβαιο ότι θα αγαπήσουν πολύ την συγκεκριμένη όπερα. Το πιο σημαντικό δε, είναι το μήνυμα που στέλνει ο Γιάνατσεκ για εμάς που ζούμε μια κανονική, θνητή ζωή. Μπορεί βεβαίως να μην φτάνουμε τα τριακόσια χρόνια όπως η πρωταγωνίστρια, αλλά έχουμε αυτήν την ψευδαίσθηση ότι διαθέτουμε άλλα τριακόσια χρόνια περιθώριο μπροστά μας, ενώ η πραγματικότητα μας διαψεύδει!

Στο τέλος του έργου λοιπόν, υπάρχει ένας μεγάλος μονόλογος της Εμίλια Μάρτυ όταν καταλαβαίνει ότι πεθαίνει. Μέσα σε άκρες, αναφέρει πως οι απλοί άνθρωποι ζουν καλύτερα, γιατί ξέρουν ότι υπάρχει τέλος και βιώνουν την κάθε μέρα. Αυτή η γυναίκα από την άλλη, ζει μια καθημερινότητα βαρετή, χωρίς στόχους, χωρίς έναν ουσιαστικό σκοπό. Ξέρει την επόμενη ατάκα που θα ακούσει, την επόμενη ανθρώπινη αντίδραση, ακριβώς γιατί βλέπει τα ίδια και τα ίδια για… αιώνες! Δεν ενθουσιάζεται, δεν υπάρχουν συναισθήματα, τα έχει ζήσει όλα. Αυτό το μήνυμα είναι υπέροχο. Διαπιστώνουμε έτσι, ότι εκτός από την μεγάλη αξία του μουσικού μέρους, έχει και το λιμπρέτο κάτι σημαντικό να μας πει.

© Δημήτρης Σακαλάκης

– Από την εμπειρία σας, πώς θα λέγατε ότι ανταποκρίνονται οι θεατές σε δύσκολα και άγνωστα σε αυτούς, έργα της ευρωπαϊκής όπερας;

Κοιτάξτε, στο εξωτερικό υπάρχει κοινό που αγαπά τις όπερες του Γιάνατσεκ, όπως αυτές του Βάγκνερ και του Στράους. Βέβαια, δεν είναι τόσο μεγάλο όσο το κοινό που θα παρακολουθήσει τον Μότσαρτ ή τον Βέρντι. Ο κόσμος γενικά, είναι γεγονός πως αρέσκεται περισσότερο σε όπερες τύπου Κάρμεν και Μποέμ. Αυτά τα έργα τα έχει πάντοτε σε προτεραιότητα.

Ως προς τον Γιάνατσεκ, στην Αγγλία ας πούμε, τα έργα του παίζονται αρκετά συχνά. Εμείς το κάνουμε πρώτη φορά για το ελληνικό κοινό, αν εξαιρέσει κανείς την «Πονηρή Αλεπουδίτσα», που ανέβηκε πριν λίγα χρόνια στο Ολύμπια. Ίσως αποδειχθεί δύσκολο αρχικά, αλλά θα το συνεχίσουμε δυναμικά. Του χρόνου πχ, θα παρουσιάσουμε την «Γενούφα». Νομίζω πως ήρθε ο καιρός να γίνει και αυτό. Γιατί τώρα υπάρχει ένα καινούργιο, σύγχρονο θέατρο, με μεγάλη σκηνή και ενδείκνυται για απαιτητικές παραγωγές. Το Ολύμπια δεν είχε αυτή τη δυνατότητα. Είναι λοιπόν καλή στιγμή στην Ελλάδα να μάθουμε και τον Γιάνατσεκ. Διαθέτει έργα που παίζονται παγκοσμίως, δεν είναι ένας εντελώς άγνωστος συνθέτης.

Γενικώς όμως, υπάρχουν όπερες που γράφτηκαν στο τέλος του 20ου αιώνα. Και ακόμα φυσικά, γράφονται. Στην Εναλλακτική μας, ας πούμε, παίζονται έργα μοντέρνα, που δημιουργήθηκαν τώρα και ο κόσμος ανταποκρίνεται! Αυτό είναι υπέροχο, διαφορετικό και εξαιρετικά ενδιαφέρον. Η «Υπόθεση Μακρόπουλου» από την άλλη, γράφτηκε πριν περίπου 100 χρόνια. Αυτό δεν σημαίνει ότι αφήνουμε το κλασικό ρεπερτόριο, αλλά το συνδυάζουμε, κρατώντας μια ισορροπία.

Μακάρι να έρθει ο κόσμος για να το γνωρίσει. Έχουμε προγραμματίσει τρεις παραστάσεις. Θέλει υπομονή το χτίσιμο ενός τέτοιου ρεπερτορίου, δεν πρέπει να βιάζεται κανείς. Σκεφτείτε ότι εμείς πριν λίγα χρόνια δεν είχαμε ούτε καν σύγχρονο λυρικό θέατρο. Στα Βαλκάνια οι περισσότερες χώρες έχουν δύο ή τρία τέτοια θέατρα. Θέλω να πω, πως γίνονται πολύ ωραία πράγματα σε σχέση με όταν πρωτοήρθα από την Πρώην Σοβιετική Ένωση. Έχει αλλάξει ριζικά και η σχέση του κοινού με την όπερα. Είναι μεγάλη η πρόοδος και οι θεατές ενδιαφέρονται! Υπήρχε μια σκέψη ότι θα έρθουν μόνο στην αρχή, από περιέργεια για τις νέες εγκαταστάσεις του Νιάρχος. Όμως όχι. Έρχονται για να ακούσουν και να απολαύσουν τα λυρικά έργα.

– Αλήθεια, ποιο είναι το συναίσθημα μιας έμπειρης σοπράνο, όταν καλείται να ερμηνεύσει έναν ρόλο για πρώτη φορά στην καριέρα της;

Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που είπα «ναι»! Το σκέφτηκα πάρα πολύ, γιατί μιλάμε για έναν ρόλο πολύ δύσκολο να τον μάθει κανείς. Για οκτώ μήνες έκανα μονάχα αυτό. Δεν πήγα πουθενά αλλού να τραγουδήσω και απέρριψα και έργα που ξέρω πάρα πολύ καλά. Έπρεπε να μάθω γρήγορα, γιατί κανονικά απαιτεί πολύ χρόνο για εκμάθηση. Τόσο από μουσικής πλευράς, όσο και από γλωσσικής, μιας και είναι γραμμένο στα τσέχικα. Από την αρχή με δυσκόλεψε και σκεφτόμουν συνέχεια εάν επέλεξα σωστά.

Όμως, τώρα που πέρασαν οι μήνες μελέτης, λέω πως είμαι απόλυτα ευχαριστημένη και ευχαριστώ τον Γιώργο Κουμεντάκη που επέμενε ως προς το πόσο καταπληκτικός ρόλος είναι ο συγκεκριμένος. Μαθαίνοντας, είχα ανασφάλεια εάν θα μπορούσα να προσαρμόσω όλο αυτό στη φωνή μου και να εκφραστώ σωστά. Μου πήρε ένα μήνα να αποφασίσω! Μα πλέον, έχω την αίσθηση πως θα λυπούμουν πραγματικά εάν δεν το έκανα. Αγάπησα τη μουσική του Γιάνατσεκ και πιστεύω πως η ορχήστρα μας, θα την αποτυπώσει εξαιρετικά!

© Δημήτρης Σακαλάκης

– Από την άλλη, συνηθίζεται στα λυρικά θέατρα του κόσμου, να παρουσιάζονται συχνά κλασικά έργα, όπως Τραβιάτα, Μποέμ, Τόσκα κτλ. Πώς είναι όμως για μια καλλιτέχνιδα να καλείται να ερμηνεύει συχνά τους ίδιους ρόλους; Νιώθει κάποια στιγμή έναν κορεσμό ή αποτελεί πάντα μια διαφορετική εμπειρία;

Να μια καλή ερώτηση. Κοιτάξτε, ο καλλιτέχνης πάντα προσέχει το ρεπερτόριο να αντιστοιχεί στη φωνή του γιατί εάν τραγουδάς λάθος ρεπερτόριο, την καταστρέφεις. Πρέπει να έχεις πολύ καλή τεχνική και να την προστατεύεις. Όμως, είναι δύσκολο γιατί ας πούμε εγώ, όλη μου τη ζωή τραγούδησα όπερες σαν την Τραβιάτα και ανάλογους λυρικούς ρόλους, ενώ τώρα πάω σε άλλο ρεπερτόριο.

Δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε ότι μεγαλώνουμε και εμείς. Τα κοριτσάκια στην όπερα είναι ωραία, αλλά πόσο μπορείς πια να τα τραγουδήσεις; Πρέπει να ρισκάρεις σε ρόλους, μα να ρισκάρεις με μυαλό και σύνεση. Για παράδειγμα, εγώ δεν έχω τη φωνή μιας τραγουδίστριας που ειδικεύεται σε ένα διαφορετικό ρεπερτόριο, όπως η Karita Mattila ή η Gabriela Benackova. Αυτές έχουν σπίντο δραματικό ρεπερτόριο. Έχουν μεγάλες δραματικές φωνές και σε «καρφώνουν». Εγώ προσπαθώ να βρω αυτήν την ισορροπία με τη λυρική μου φωνή και να βάζω πιο πολλή εκφραστικότητα. Όχι να «φορτώνω», γιατί δεν έχω από τη φύση τέτοια φωνή.

Ξέρετε, εν τέλει όλα είναι στο μυαλό του καλλιτέχνη. Όλα εξαρτώνται από το εάν είσαι καθολικά έτοιμος για το εκάστοτε έργο. Βέβαια, εμένα με ενδιαφέρει πολύ να κάνω κάτι καινούριο. Πάντα το καινούργιο μάς δίνει μια άλλη ανάσα. Ρισκάρεις, όπως είπαμε και πριν, αλλά είναι ωραίο να βρίσκεσαι σε μια εγρήγορση για το πώς θα πετύχεις, πώς θα μάθεις και να βρίσκεσαι συνεχώς σε μια δημιουργική αμφιβολία. Ρισκάρω λοιπόν, αλλά προσέχω! Πάντα βέβαια, περνά από το μυαλό μου αυτό το παρηγορητικό «εάν είχα ακόμη ένα μήνα προβών στη διάθεσή μου θα ήταν το ιδανικό» (γέλια)!

– Σήμερα, βρίσκετε να σας συγκινούν και να σας παρακινούν τα ίδια πράγματα που σας έκαναν να ασχοληθείτε επαγγελματικά με το τραγούδι; Υπάρχουν στιγμές που φαντάζεστε τον εαυτό σας σε κάτι διαφορετικό;

Τι να πω, μόνο αυτό μπορώ να κάνω… Είμαι άνθρωπος που θα ήθελε να καταπιάνεται και με πολλά άλλα πράγματα. Πάντα βέβαια σε σχέση με την τέχνη… Δεν μπορώ ξαφνικά να πιάσω μια δουλειά γραφείου και να κάτσω έξι ώρες σερί. Θα ήταν αυτοκτονία. Μπορώ μόνο να τραγουδήσω. Παρακολουθώ βέβαια θέατρο, σινεμά, διαβάζω πάρα πολύ, είμαι ενήμερη. Νομίζω όμως, ότι εάν κατείχα μια επιπλέον γνώση πολύ καλά, θα ασχολούμουν και με αυτό.

Προς το παρόν όμως, κάνω αυτό και ακόμα μου αρέσει! Είναι σημαντικό να βγαίνεις στην σκηνή και να μπορείς κάτι να πεις στον κόσμο, να επικοινωνήσεις ουσιαστικά μαζί του. Απλώς με τα χρόνια πρέπει να το κάνεις καλύτερα ποιοτικά. Να έχεις μια πολύ αξιοπρεπή παρουσία και να προσέχεις. Δεν μπορείς να διαπράττεις μεγάλα λάθη, γιατί δεν διορθώνονται πλέον εύκολα. Με το πέρασμα του καιρού, αυτό δυσκολεύει. Ένας νέος άνθρωπος έχει πάντα περιθώριο, έχει δικαίωμα σε μια λιγότερο καλή επιλογή. Αλλά αυτό δεν υπάρχει ύστερα από ένα σημείο. Σε κριτικάρουν με ευκολία, όταν έχεις κάνει μια καριέρα και η διαδρομή σου είναι μεγαλύτερη.

– Με ποιες ηρωίδες θα θέλατε ιδανικά να αναμετρηθείτε ερμηνευτικά στο μέλλον;

Για να είμαι ειλικρινής, εγώ θα ήθελα να προχωρήσω στα μοντέρνα! Σε κομμάτια άγνωστα. Με ενδιαφέρουν πολύ. Και με ενδιαφέρει επίσης και κάτι από το κλασικό ρεπερτόριο που μέχρι σήμερα δεν έχω ερμηνεύσει. Θα μπορούσα να κάνω την «Κοντέσσα» από τους «Γάμους του Φίγκαρο» ή την «Ντεσπίνα» από το «Έτσι κάνουν όλες» – είναι μεν ένας τρίτος ρόλος, όμως έχει ιδιαίτερο χαρακτήρα και ενδιαφέρον! Η «Κοντέσσα» για παράδειγμα, έχει δύο καταπληκτικές άριες!

Και φυσικά, εάν μιλάμε για μια πολύ καλή παραγωγή, σου γεννά εκ νέου την επιθυμία να συμμετέχεις και σε μια πολυπαιγμένη όπερα! Για αυτό λέω, υπάρχουν ακόμα ρόλοι και στο κλασικό και στο προχωρημένο ρεπερτόριο που σου δημιουργούν την επιθυμία να τους γνωρίσεις και να τους επικοινωνήσεις με τον κόσμο. Το παν είναι οι μουσικοί. Εάν η ορχήστρα είναι καλή, όλα γίνονται!


Διαβάστε επίσης:

Υπόθεση Μακρόπουλου, του Λέος Γιάνατσεκ στην Εθνική Λυρική Σκηνή

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ