Χάρης Χιώτης: Η κωμωδία «Χάσαμε τη Θεία Στοπ» παίζει με τις αδυναμίες και τις ρωγμές των ανθρώπων

Το CultureNow μίλησε με τον Χάρη Χιώτη, που υποδύεται τον Αποστόλη στην παράσταση «Χάσαμε τη Θεία Στοπ» του Γιώργου Διαλεγμένου, μια μαύρη κωμωδία-σχόλιο για τη μικροαστική ηθική και τις κοινωνικές παθογένειες της δεκαετίας του ’50, που ανεβαίνει φέτος στο Αίθριο του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος» σε σκηνοθεσία Χρήστου Τριπόδη.

Το εμβληματικό έργο του Γιώργου Διαλεγμένου «Χάσαμε τη Θεία Στοπ» παρουσιάζεται φέτος το καλοκαίρι στο Αίθριο του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», σε μια φρέσκια και δυναμική σκηνοθετική προσέγγιση από τον Χρήστο Τριπόδη και παραγωγή της εταιρίας Μέθεξις. Σε μια εποχή γεμάτη κοινωνικές αντιφάσεις, ο Διαλεγμένος μετατρέπει μια οικογενειακή τραγωδία σε μια μαύρη κωμωδία υψηλής θεατρικής έντασης, μέσα από την ιστορία ενός ζευγαριού που ζει φτωχικά, προσμένοντας τη λύτρωση μέσα από την κληρονομιά της κατάκοιτης θείας. Στο ρόλο του Αποστόλη, ο Χάρης Χιώτης ενσαρκώνει μια από τις πιο χαρακτηριστικές φιγούρες του έργου, συμμετέχοντας σε ένα δυνατό ensemble ηθοποιών. Το CultureNow μίλησε μαζί του για την εμπειρία του στη συγκεκριμένη παράσταση, την ιδιαιτερότητα του ρόλου και το διαχρονικό αποτύπωμα του έργου του Γιώργου Διαλεγμένου.

***

-Το ζευγάρι του έργου, ο Θανάσης και η Ουρανία, είναι προσκολλημένο στα υλικά αγαθά – μια καρέκλα, ένα ρούχο, ένα ψυγείο. Τι τους κρατάει στη μιζέρια;

Δεν είναι ότι κάτι τους κρατάει στην μιζέρια, είναι ότι δεν έχουν άλλη αφετηρία από την οποία να μπορούν να ξεκινήσουν. Είναι ένα ζευγάρι, το οποίο μετά βίας τα φέρνει βόλτα και μέσα σε αυτή την κατάσταση προσπαθούν να επιβιώσουν, όπως ξέρουν και μπορούν. Η αφετηρία τους είναι αυτή η καρέκλα, αυτό το ρούχο, αυτό το ψυγείο, και φυσικά η σχέση τους – η οποία περικλείεται σε τέσσερις τοίχους στους όποιους να μην ξεχνάμε ότι ζουν και συνυπάρχουν με την “ετοιμόρροπη” θεία.

-Ο ρόλος σας είναι σύντομος αλλά καίριος. Ποιο θεωρείτε ότι είναι το «αποτύπωμα» που αφήνει ο Αποστόλης μέσα στην αφήγηση του έργου;

Ο Αποστόλης, καθώς και όλοι οι χαρακτήρες του έργου, αποτυπώνουν την πραγματικότητα εκείνης της εποχής, πίσω από τις καλημέρες, τις καλησπέρες και τις τυπικές χαιρετούρες του κόσμου και των ανθρώπων. Κάθε άνθρωπος σε κάθε κοινωνία αναπτύσσει διαφορετικές σχέσεις με τους ανθρώπους τριγύρω του. Ο Αποστολής με την Ουρανία έχουν μία σχέση η οποία ξεφεύγει των λέξεων και των συναισθημάτων και ορίζεται από το αμοιβαίο συμφέρον. Το συμφέρον βέβαια έχει πολλά πρόσωπα και πολλές πτυχές. Εκεί ακριβώς είναι λοιπόν που ο κάθε χαρακτήρας του έργου αφήνει το αποτύπωμά του και ορίζει την ιστορία του. Ακριβώς δηλαδή, όπως συμβαίνει σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία ανά τα χρόνια και τις εποχές.

-Το «Χάσαμε τη θεία, στοπ» γράφτηκε στους τοίχους της πόλης από τους ίδιους τους συντελεστές και έγινε σύνθημα της εποχής. Τι πιστεύετε ότι εξέφρασε αυτή η φράση τότε; Τι την έκανε να κολλήσει τόσο έντονα στη συλλογική συνείδηση;

Αυτή η φράση δεν μπορώ να ξέρω τι εξέφραζε τότε. Καταλαβαίνω όμως ότι ήταν και είναι συνάμα αστεία και τραγική μαζί, όπως η ζωή μας πολλές φορές. Και αυτός ο συνδυασμός, κατά τη δική μου άποψη, την έκανε μότο της τότε κοινωνίας, το οποίο παραμένει γνωστό και γνώριμο μέχρι και σήμερα, από τότε.

-Σήμερα, κατά τη γνώμη σας, θα μπορούσε να συνδεθεί μια πλατιά μάζα με την ίδια ένταση με το κείμενο του Διαλεγμένου; Ή έχει αλλάξει το τοπίο;

Οι συνθήκες αλλάζουν, κάνουν τον κύκλο τους, προχωρούν, αναπροσαρμόζονται και επιστρέφουν κάποια στιγμή ξανά στην πρότερη μορφή τους. Το έργο περιγράφει μία συνθήκη εντός ενός σπιτιού μεταξύ ενός ζευγαριού. Μέσα σε κάθε σπίτι συμβαίνει μία ξεχωριστή και μοναδική πραγματικότητα που αφορά το συγκεκριμένο σπίτι, πολλές φορές όμορφη και πολλές φορές άσχημη. Το κείμενο είναι με εξαιρετική μαεστρία γραμμένο, έχοντας ως βάση του τον άνθρωπο. Και αυτό είναι που το κάνει τόσο διαχρονικό. Και με την διαχρονικότητα, ανάλογα και με τη φάση ζωής του καθενός μας, είτε συνδεόμαστε είτε την αναγνωρίζουμε χωρίς όμως απαραίτητα να ταυτιζόμαστε. Εξαρτάται από τον κάθε θεατή ξεχωριστά.

-Τι θα λέγατε για το χιούμορ της παράστασης; Είναι μια κωμωδία όπως την εννοούμε παραδοσιακά ή ενέχει κάτι πιο υπόγειο, πιο σαρκαστικό;

Είναι μία κωμωδία υποδόρια και υπαινικτική. Παίζει με τις αδυναμίες και τις ρωγμές των ανθρώπων. Από εκεί γεννιέται το αστείο και το κωμικό, λειτουργώντας ταυτόχρονα ως ένα σχόλιο των ανθρώπινων κοινωνιών. Διότι ως γνωστόν, καθετί που σαρκάζεις, το λυτρώνεις κιόλας μέσα σου και λυτρώνεσαι από αυτό. Είναι μία κωμωδία λύτρωσης το «Χάσαμε την θεία στοπ», μία δικαιολογία του χαρακτήρα του ανθρώπου και γενικότερα των ανθρωπίνων επιλογών.

-Η γλώσσα του έργου είναι σχεδόν ωμά καθημερινή — μακριά από «μεγάλους» θεατρικούς διαλόγους. Πώς λειτουργεί αυτό για εσάς ως ηθοποιό;

Είναι μία πρόκληση. Το κείμενο είναι δεξιοτεχνικά γραμμένο σε πολύ καθημερινό απτό λόγο. Με λόγια που θα έκαναν μια παρέα ανθρώπων. Με λέξεις, παύσεις, αλλαγές θεμάτων, γραμμένα με τόση φυσικότητα που αυτό αποτελεί και την μεγαλύτερη δυσκολία. Σαν ηθοποιός, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να βουτήξεις μέσα του και να αφεθείς. Τα υπόλοιπα, θα φανούν στο χειροκρότημα.

-Υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο στοιχείο που θέλετε να ξεχωρίσετε στο ανέβασμα του έργου στο Κέντρο Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος»; Κάτι στη σκηνοθεσία, τη μουσική ή τα σκηνικά που θεωρείτε πως ενισχύει την ατμόσφαιρα του έργου;

Ο Χρήστος Τριπόδης έχει κάνει μία πολύ ευαίσθητη και ανθρώπινη σκηνοθεσία στο σύνολό της –  από την προσέγγιση των χαρακτήρων, τα σκηνικά της Μαρίας Φιλίππου μέχρι τις επιλογές της μουσικής. Είναι ένα έργο που αναφέρεται στο 1950 με ταύτιση στο 2025 που ζούμε τώρα, διατρέχοντας ένα μεγάλο χρονικό διάστημα που ενώ όλα φαίνονται να είναι διαφορετικά στο σήμερα από τότε, συνειδητοποιείς πόσα κοινά υπάρχουν και καταλαβαίνεις πως μάλλον έτσι προχωρούν τελικά οι ανθρώπινες κοινωνίες και οι εποχές. Αντιγράφοντας το παρελθόν, ελπίζοντας σε ένα καλύτερο παρόν και σε ένα ακόμα καλύτερο μέλλον.

-Και τέλος: αν ήταν να στείλετε ένα τηλεγράφημα στους αναγνώστες του CultureNow για να τους προετοιμάσετε για την παράσταση, τι θα τους γράφατε;

Παιδιά, «Χάσαμε την θεία, στοπ» – ελάτε να την βρούμε όλοι μαζί, over and out!

Διαβάστε επίσης:

Χάσαμε τη Θεία Στοπ, του Γιώργου Διαλεγμένου σε σκηνοθεσία Χρήστου Τριπόδη στον Ελληνικό Κόσμο