Δεδοµένη αλήθεια δεν υπάρχει. Η σηµερινή αλήθεια δεν είναι και αυριανή. Τίποτα δεν είναι αληθινό, αλλά γι’ αυτό ακριβώς καθετί µπορεί να είναι αλήθεια, τη στιγµή που έχει κανείς τη θέληση να το πιστέψει και τη δύναµη να το επιβάλει. Για φανταστείτε: αν υπήρχε µία δεδοµένη, σταθερή αλήθεια, η ζωή θα ήταν σαν ένας βηµατισµός επιτόπου, µια αποτελµάτωση – θάνατος. – Λουίτζι Πιραντέλο (1867-1936)

Ο Ματία Πασκάλ περνά µια ζωή που µοιάζει µε ατέλειωτη αγγαρεία σε µια επαρχιακή πόλη. Τότε, σαν από θεϊκή πρόνοια, κηρύσσεται νεκρός. Συνειδητοποιώντας πως µπορεί να κάνει ένα νέο ξεκίνηµα, να τα καταφέρει καλύτερα αυτή τη φορά, µετακοµίζει σε άλλη πόλη, παίρνει άλλο όνοµα και ακολουθεί άλλη πορεία ζωής – µόνο που µέλλεται να ανακαλύψει πως είναι το ίδιο αφόρητη µε την παλιά. Αλλά όταν επιστρέφει στον κόσµο που άφησε είναι πια πολύ αργά. Η δουλειά του δεν υπάρχει και η σύζυγός του έχει ξαναπαντρευτεί. Η µόνη του εναλλακτική είναι να ζήσει ως το φάντασµα του ανθρώπου που κάποτε υπήρξε.

Ο Ματία αφηγείται µε κωµικοτραγικό τρόπο τις περιπέτειες που τον οδήγησαν να γίνει «µακαρίτης» του ίδιου του εαυτού του, επιθυµώντας να σπάσει τα δεσµά των κοινωνικών συµβάσεων και καταδεικνύοντας την αδυναµία του ανθρώπου να κινεί ο ίδιος τα νήµατα του πεπρωµένου του. Με το µυθιστόρηµα αυτό, γραµµένο το 1904, ο νοµπελίστας Λουίτζι Πιραντέλο γράφει την πρώτη µεγάλη «µεταµόρφωση» της σύγχρονης λογοτεχνίας. Μια διερεύνηση της ταυτότητας και των µυστηρίων της από έναν από τους πιο δηκτικούς και διεισδυτικούς σύγχρονους κλασικούς.

Τρεις συγγραφείς του 20ού αιώνα έδωσαν φωνή στις ανησυχίες µας, στα τραύµατά µας, στον φόβο µας. και ταυτόχρονα µας βοήθησαν να ζήσουµε, µετριάζοντας το άγχος και την απελπισία µας. Αυτοί οι τρεις συγγραφείς είναι ο Πιραντέλο, ο Κάφκα και ο Μπόρχες. – Leonardo Sciascia, συγγραφέας

Αστείο, συχνά ξεκαρδιστικό. Και ταυτόχρονα συγκινητικό, διεισδυτικό, τραγικό. – New York Times Book Review

Αν επιχειρήσει κανείς να αναλύσει τον πεζογράφο Πιραντέλο στα εξ ων συνετέθη, εύκολα θα διαπιστώσει πως διαθέτει τα στοιχεία ενός έξοχου µυθιστοριογράφου της εποχής του. Το παιχνίδι του φιλοσοφικού στοχασµού και της διακειµενικότητας το παίζει άριστα και ξέρει πώς να αναµετρηθεί µε τα θέµατα που θα απασχολήσουν τον άνθρωπο του εικοστού αιώνα: ο θάνατος, η φάρσα της ζωής, το ζήτηµα της ταυτότητας και της ελευθερίας του ατόµου, η ανθρώπινη επινοητικότητα και τα όρια που θέτουν οι περιστάσεις είναι µόνο µερικά από τα ερωτήµατα που θέτει η µικρή οδύσσεια του Ματία Πασκάλ, ζητώντας απαντήσεις από τον ίδιο τον αναγνώστη. – Από τον πρόλογο του Δηµήτρη Στεφανάκη

Ο συγγραφέας

Ο Luigi Pirandello (Λουίτζι Πιραντέλλο, 1867-1936), πεζογράφος και ίσως ο σημαντικότερος σύγχρονος ιταλός θεατρικός συγγραφέας, γεννήθηκε στο Αγκριτζέντο της Σικελίας, τον αρχαίο Ακράγαντα. Ο ίδιος, μάλιστα, ισχυριζόταν ότι είναι ελληνικής καταγωγής και ότι το επίθετό του είναι παραφθορά του ελληνικού Πυράγγελος. Σπούδασε νομικά, φιλολογία και γλωσσολογία στα πανεπιστήμια του Παλέρμο, της Ρώμης και της Βόννης και δίδαξε ως καθηγητής ιταλικής φιλολογίας στο ανώτατο ινστιτούτο της ιταλικής πρωτεύουσας. Στη Ρώμη ο Πιραντέλο συνεργάστηκε με λογοτεχνικά περιοδικά. δημοσιεύοντας ποιήματα και πεζογραφήματά του.

Η πρώτη του ποιητική συλλογή εκδόθηκε το 1899. Η οικονομική καταστροφή του πατέρα του όμως, το 1903, τον ανάγκασε να αποδυθεί σε σκληρό αγώνα επιβίωσης ο οποίος τον έφερε στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα έγραψε το κυριότερο μυθιστόρημά του, Ο μακαρίτης Ματία Πασκάλ (1904), που η απήχησή του τον επέβαλε σαν πεζογράφο. Ακολούθησαν τα έργα Οι γέροι και οι νέοι (1909), Τερτσέτι (1912), Η τράπουλα (1915), κ.ά.

Εκείνο όμως που έμελλε να τον κάνει διάσημο σε όλο τον κόσμο ήταν το θεατρικό του έργο, το πρώτο μέρος του οποίου συνέθεσε και πάλι σε μια οδυνηρή εποχή γι’ αυτόν, εξαιτίας του θανάτου της μητέρας του και της διανοητικής αρρώστιας της γυναίκας του. Τα κυριότερα θεατρικά έργα του, με τα οποία αποκρυσταλλώθηκε το ύφος γνωστό ως “πιραντελλισμός”, είναι: Έτσι είναι (αν έτσι νομίζετε), 1917, Η ηδονή της τιμιότητας, 1917, Όλα σε καλό, 1920, Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα, 1921, Να ντύσουμε τους γυμνούς, 1922, Απόψε αυτοσχεδιάζουμε, 1930, κ.ά. Το 1934 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του. Πέθανε στη Ρώμη, το 1936.