«Πάει καιρός που ο ύπνος του ταράζεται από δαύτην. Μια κόρη ωραία, ζηλευτή, που όµοιά της δεν υπάρχει. Με χρυσοπύρινα µαλλιά στα χρώµατα του ηλίου, να ακουµπούν ανάλαφρα στους ακριβούς της ώµους. Το δέρµα βενετσιάνικη γνήσια πορσελάνη, εύθραυστη και πολύτιµη στ’ άγγιγµα και στο θώρι. Τα µάτια της απύθµενο πράσινο και γαλάζιο· φτιαγµένα λες και ήτανε µε σπάνιο χαολίτη, την πέτρα που λαξεύουνε οι άντρες στα νταµάρια. Κι η µυρωδιά πρωτόγνωρη κι ευωδιαστή συνάµα, σαν από σπάνιο φυτό που τρέφονται οι Μοίρες.»

– Ποια είσαι; Πες µου, να χαρείς! Ποιο είναι τ’ όνοµά σου; Πού θε’ να ψάξω να σε βρω και πού να σ’ ανταµώσω;

– Το ταίρι σου το αµάραντο. Ζωή µε λένε, ανθέ µου. Στον Κήπο ψάξε των Ευχών. Εκεί θα µ’ ανταµώσεις…

Κι η κόρη χάθηκ’ άξαφνα, σα να την πήρε αγέρας.

«Αγριεµένα τα νερά ορµάνε στο καΐκι, να το κατασπαράξουνε, στον πάτο να το σύρουν. Λες κι είχανε τα κύµατα χέρια και το τραβούσαν. Κι ο άνεµος ο χιονιστής, σα σίφουνας χιµάει· αρπάζει το έρµο το σκαρί, ψηλά το στροβιλίζει κι έπειτα πάλι, µε ορµή στη θάλασσα το ρίχνει. Κι ο ουρανός αµέτοχος να µείνει δεν µπορούσε. Αστραποβρόντια τρανταχτά στέλνει, που ξεκουφαίναν· και συνεχίζει µε βροχή, νεροποντή, χαλάζι, που έπεφτε µε δύναµη· µελάνιαζε το σώµα. Δυο µέρες θαλασσόδερναν. Δυο µέρες και δυο νύχτες. Μα ήταν κι οι δυο ανθεκτικοί. Σαν από στόφα ηρώων. Την τρίτη ηµέρα ο καιρός ηµέρεψε και πάει, άλλα πελάγη για να βρει· αλλού θυµό να βγάλει.»


Ο Θέµης Αµοιρίδης γεννήθηκε τον Δεκέµβρη του 1979 στη Θεσσαλονίκη και µεγάλωσε στα Γιαννιτσά. Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.).

Ζώντας σε ένα ιδιαίτερα καλλιτεχνικό οικογενειακό περιβάλλον, ήρθε από µικρή ηλικία σε επαφή µε τις τέχνες της µουσικής, της λογοτεχνίας, της ζωγραφικής και της γλυπτικής. Διδάσκεται πιάνο και κλασσική κιθάρα, και µέσα από τη µουσική του µαθητεία ανακαλύπτει δύο µεγάλες του αγάπες· το τραγούδι και τη σύνθεση.

Το 2012 µετακοµίζει στην Αθήνα, όπου συναντά έναν καινούριο καλλιτεχνικό δρόµο. Αυτόν του θεάτρου. Ασχολείται µε το παιδικό θέατρο ως ηθοποιός, ενώ παράλληλα διδάσκεται κλασσικό τραγούδι (µονωδία). Από το ζευγάρωµα των δύο αυτών τεχνών γεννιέται ο «Κήπος των Ευχών,» που αποτελεί το πρώτο του συγγραφικό έργο.

Σήµερα ζει και εργάζεται στην Αθήνα, ως µουσικός και ηθοποιός.