Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν – Juan Gabriel Vasquez: Κριτική βιβλίου

«Ακούγεται ένας ήχος που δεν μπορώ, που ποτέ δεν μπόρεσα να ταυτοποιήσω: ένας ήχος που δεν είναι ανθρώπινος ή είναι παραπάνω από ανθρώπινος, ο ήχος από ζωές που χάνονται, αλλά και ο ήχος από υλικά που σπάνε. Είναι ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν από ψηλά, ένας ήχος διακεκομμένος και εξ’ αυτού αέναος, ένας ήχος που δεν τελειώνει ποτέ, που συνεχίζει να βοά στο κεφάλι μου…» είναι όλα αυτά που συνταράσσουν την αφήγηση του σαφώς συνειδητοποιημένου πολιτικά Βάσκεζ και τα ξεστομίζει κάπου στο μέσο του βιβλίου.

«Ακούγεται ένας ήχος που δεν μπορώ, που ποτέ δεν μπόρεσα να ταυτοποιήσω: ένας ήχος που δεν είναι ανθρώπινος ή είναι παραπάνω από ανθρώπινος, ο ήχος από ζωές που χάνονται, αλλά και ο ήχος από υλικά που σπάνε. Είναι ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν από ψηλά, ένας ήχος διακεκομμένος και εξ’ αυτού αέναος, ένας ήχος που δεν τελειώνει ποτέ, που συνεχίζει να βοά στο κεφάλι μου…» είναι όλα αυτά που συνταράσσουν την αφήγηση του σαφώς συνειδητοποιημένου πολιτικά Βάσκεζ και τα ξεστομίζει κάπου στο μέσο του βιβλίου.

Στο επίκεντρο της ιστορίας του μία γυναίκα που ζει στην σύγχρονη Κολομβία και ως θύμα των διαχρονικών άθλιων τακτικών επιβίωσης σε μία ανθρώπινη ζούγκλα, ακροβατεί ανάμεσα στα ραδιοκύματα που εκπέμπει ο νους της όταν βρίσκεται αγκαλιά με τον θάνατο και μετέωρη ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν που περνάνε μπροστά της σαν ταινία. Και ο αφηγητής, ο  αναστατωμένος από όλα αυτά Αντόνιο, που προσπαθεί να διαλευκάνει μία υπόθεση οικογενειακή που εμπλέκει την γυναίκα αυτή, τον παραβάτη άντρα της και την κόρη τους, την Μάγια, ένα κορίτσι που έχει πάψει να θυμάται γιατί οι πληγές από εκείνα τα χρόνια είναι ακόμα ανοιχτές σαν το νερό που ανοίγει αυλάκια στο εύθραυστο και εύπλαστο χώμα. Γιατί όπως αναφέρει και ο συγγραφέας για λογαριασμό της Μάγια: «Οι αναμνήσεις κουράζουν, αυτό είναι κάτι που δεν μας διδάσκουν, η εξάσκηση της μνήμης είναι εξουθενωτική δραστηριότητα, στραγγίζει την ενέργεια και καταπονεί τους μυς».

Ένας κόσμος βρώμικος για να θυμηθούμε και τον Μπουκόφσκι που ολισθαίνει όλο και περισσότερο στην ασυδοσία και την ατιμωρησία, μία πραγματικότητα νοσηρή και τουλάχιστον αρρωστημένη σε μία χώρα έρμαιο των πολιτικών παρεμβάσεων, της καταστροφικής διαφθοράς, των κυκλωμάτων διακίνησης ναρκωτικών που οδηγούν τις ζωές των ανθρώπων της στα κάγκελα της οπισθοδρόμησης αντί της προόδου και της ευημερίας. Γιατί μία κοινωνία που δεν μπορεί να εφαρμόσει την δημοκρατία αργά ή γρήγορα θα βρεθεί στον τοίχο να αναζητά τα ίχνη της. Πρωταγωνιστούν εδώ όλα εκείνα τα συναισθήματα και οι σκέψεις που στροβιλίζονται στο μυαλό του συγγραφέα στην προσπάθειά του να εξηγήσει και να αναλύσει τις συγκυρίες και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες η Κολομβία, η δική του πατρίδα, αιμορραγεί ανάμεσα σε δικτατορικά καθεστώτα, σε πολιτικούς που πυροβολούν το κοινό μέλλον ενός τόπου με σφαίρες, τα χτυπήματα των οποίων κανείς δεν εξουσιάζει και δεν κοστολογεί. Ανίατη είναι η ασθένεια της εκπόρνευσης του δημόσιου βίου και ο Αντόνιο, σε απόσταση από την οικογένειά του βρίσκεται αντιμέτωπος και θέτει το στοίχημα στον εαυτό του να ερμηνεύσει τον βίο και την πολιτεία του Ρικάρδο Λαβέρδε, ενός παράνομου που κυκλοφορεί ανενόχλητος να συνεχίζει την σάπια παράδοση της αύξησης του πλούτου με άνομα μέσα. Ο λαβύρινθος στον οποίο υποβάλλει εκούσια τον αναγνώστη ο Βάσκεζ είναι παράλληλα μία μαύρη τρύπα που μπάζει νερά γιατί η κατάσταση των ηρώων είναι κρίσιμη σαν έναν ασθενή που εκλιπαρεί για θεραπεία και δεν βρίσκει. Η γυναίκα του Ρικάρδο Έλενα Φριτς, που χάθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα και η κόρη του Μάγια Φριτς που έμελλε να επωμιστεί όλο αυτό τον δυστυχή πυρετό των αδικοχαμένων γονιών της είναι η προσωποποίηση της ξοφλημένης από καιρό χαμένης ταυτότητας μίας χώρας. Ο τίτλος του βιβλίου είναι άκρως αντιπροσωπευτικός των όσων ο Βάσκεζ με συγκλονιστική ροή και ορμή μας αφηγείται, είναι τέτοιες οι μαρτυρίες και τόσο έντονο το παρασκήνιο των βρώμικων διεργασιών των κυκλωμάτων που δεν υπάρχει κανένα περιθώριο να ανασάνουμε από τον αποτροπιασμό για τα τεκταινόμενα σε αυτή την φιλάσθενη γωνιά του κόσμου. Ο Βάσκεζ εμμέσως πλην σαφώς κατακεραυνώνει με κομψό πλην ευθύ τρόπο τις εξελίξεις των χρόνων που πέρασαν: τον πόλεμο του Βιετνάμ που σημάδεψε την εποχή των ζυμώσεων στον κόσμο, την Αμερική του Κένεντι που εμφανίζεται ως σωτήρας και υπερασπιστής των δικαιωμάτων των λαών αλλά λερώνει τις τύχες των λαών με ανέξοδες πολιτικές και επικίνδυνα πολιτικά παιχνίδια, τα οποία συνεχίζονται μέχρι σήμερα και τέλος τις ανίκανες ολιγαρχικές κυβερνήσεις, όπως της Κολομβίας για παράδειγμα, που υπερασπίζονται τα καρτέλ και χαϊδεύουν εγκληματίες ενώ εκούσια δεν φροντίζουν να ξεκαθαρίσουν το τοπίο της επιβίωσης ενός ολόκληρου καθεστώτος που σαν σκουλήκι τρώει τον κοινωνικό ιστό.

Ο Βάσκεζ μας παραδίδει ένα μυθιστόρημα αξιομνημόνευτο και στιβαρό γιατί είναι κομμένο και ραμμένο στους καιρούς μας, στην διαχρονική λογική της εσωτερικής μάχης του ήρωα με τους προβληματισμούς που τον ταλανίζουν και τον αναγκάζουν να ψάξει πίσω και μέσα στον χρόνο. Παράλληλα, κινείται και στέκεται πλάι στην λογική των ανθρώπων που παλεύουν και στέκονται όρθιοι στα χτυπήματα της μοίρας για μία ζωή που αλλιώς υπολόγισαν και αλλιώς κατέληξε. Ο αφηγητής σε μία αποστροφή του λόγου του αναρωτιέται: «Δεν ξέρω τι μας χρησιμεύει να θυμόμαστε, τι καλό μας κάνει ή πως μπορεί να μας βασανίζει, ούτε πως γίνεται ν’ αλλάξουν όσα έχουμε ζήσει με το να τα θυμόμαστε». Γιατί η ιστορία της οικογένειας που περιγράφεται εδώ είναι ποτισμένη με αλήθειες που είναι σαν τα φίδια που ζώνουν. Πόσο εύκολο είναι το χρήμα που βασίζεται σε ανήθικες ενέργειες και πόσο βλαβερό είναι στην πλήρη αποδόμηση ενός ευτυχούς οικογενειακού βίου? Πόσο αδύναμος, πόσο εγωιστής ήταν ο Ρικάρδο, θύτης, θύμα και δολοφόνος μαζί των γυναικών της ζωής του που έμελλε να τις οδηγήσει την μία στο θάνατο και την άλλη στον ολοκληρωτικό τραυματισμό της ψυχής της. Η ανθρώπινη τραγωδία παίρνει σάρκα και οστά γιατί κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τις παγίδες που του έχουν οριστεί αν δεν αγωνιστεί με σθένος απέναντί τους.

«Θα σας πω πως κάποια μέρα είδα να καίγεται μέσα στη νύχτα
μια πολιτεία πυκνοκατοικημένη, φαντασμένη και τρελή
Και εγώ ατάραχος, να καταρρέει την είδα
να πέφτει, σαν κάτω από μία οπλή ένα ροδοπέταλο»

Αουρέλιο Αρτούρο, ποιητής

«Δεν ενδείκνυται να σκέφτεσαι στα σκοτεινά: τα πράγματα στα σκοτεινά φαντάζουν πιο μεγάλα ή πιο σοβαρά, οι αρρώστιες πιο ολέθριες, η παρουσία του Κακού πιο κοντινή, η αδιαφορία πιο έντονη, η μοναξιά πιο βαθιά. Για αυτό μας αρέσει να κοιμόμαστε με κάποιον συντροφιά»

Το βιβλίο του Juan Manuel Vasquez, Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος.

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ