Η αναδρομική έκθεση της Μαρίας Φιλοπούλου με τίτλο «Ελευθερία» παρουσιάζεται στην αίθουσα περιοδικών εκθέσεων του Παραρτήματος Ναυπλίου της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου και θα διαρκέσει έως τις 30 Οκτωβρίου.
Η Μαρία Φιλοπούλου, μέσα από δεκαπέντε ζωγραφικά έργα και δύο γλυπτά της, μας αποκαλύπτει τη δική της αλήθεια και τη βαθιά της σχέση με τη φύση, στο πεδίο των αισθήσεων και των συναισθημάτων. Ελεύθερη μέσα στο φυσικό περιβάλλον – και κυρίως μέσα στο ζωοποιό στοιχείο του νερού – η ζωγράφος δημιουργεί παραστατικούς, βιωμένους τόπους κάτω τον μεσογειακό ήλιο.
Η έκθεση «Ελευθερία» προσκαλεί κατοίκους και επισκέπτες του Ναυπλίου σε μια περιήγηση αισθήσεων και εσωτερικής γαλήνης μέσα από τον ζωγραφικό κόσμο της Μαρίας Φιλοπούλου.
***
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
-Πώς επηρέασε η μαθητεία σας στο Παρίσι (1984–1988) δίπλα στον Leonardo Cremonini την τεχνική και καλλιτεχνική σας πορεία;
Από τα χρόνια της προετοιμασίας για την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (Α.Σ.Κ.Τ.) έκανα παραστατική ζωγραφική. Γνώρισα το έργο του Leonardo Cremonini και επέλεξα να πάω στο Παρίσι για να μαθητεύσω δίπλα του. Ήμουν πολύ τυχερή που με δέχτηκε στο εργαστήριό του. Εκτός από εξαιρετικός ζωγράφος, ήταν και φιλόσοφος. Η εμπειρία στο εργαστήριο ήταν μοναδική για όλους μας· οι αναλύσεις και οι συζητήσεις που γίνονταν εκεί σίγουρα επηρέασαν την πορεία μου. Ένα από αυτά που κράτησα είναι ότι αυτό που έχει αξία είναι να βγάζεις στο έργο την προσωπική σου αλήθεια.
-Στο Παρίσι ξεκινά και η αναζήτησή σας για το φως. Πώς αποτυπώνεται στα έργα εκείνης της περιόδου, και πώς μετασχηματίζεται η σχέση σας με αυτό με την επιστροφή στην Ελλάδα;
Το φως το αναζητούσα από την αρχή της δουλειάς μου.
Στο Παρίσι παρατηρούσα το φως στις εντυπωσιακές, μεγάλες σιδερένιες τζαμαρίες του εργαστηρίου στη Σχολή Καλών Τεχνών – ένα θέμα με το οποίο ασχολήθηκα εμμονικά για τα πέντε χρόνια που ήμουν εκεί. Με την επιστροφή μου στην Αθήνα, βρήκα ένα εργαστήριο στην οδό Τροφωνίου, κοντά στον σταθμό Λαρίσης, λουσμένο στο φως. Εκεί παρατηρούσα το φως μέσα από τη σιδερένια σκάλα υπηρεσίας· πάλι η αντίθεση σίδερου και φωτός, αλλά εδώ είχα να κάνω με το δυνατό φως του αττικού ουρανού. Δίπλα στη σιδερένια σκάλα υπήρχε ένας υπέροχος ώχρινος τοίχος. Άλλαξε η δουλειά μου· μπήκε χρώμα στα έργα μου.
-Για μια περίοδο εστιάζετε στις σκάλες, αποτυπώνοντας μια αίσθηση ιλίγγου. Είναι μια απόπειρα να αποκτήσει κίνηση κάτι το ακίνητο;
Πάντα με ενδιέφερε η κίνηση. Κοιτούσα ένα σημείο και μετά παρατηρούσα ότι το μάτι μου έπιανε δεξιά, αριστερά, πάνω, κάτω, σαν ένα παιχνίδι προοπτικής. Αυτό μου δημιουργούσε ευρυγώνια θέαση, μια αίσθηση ιλίγγου και κίνησης. Η σκάλα έχει μια κίνηση από μόνη της· κοιτώντας τη στρογγυλή σκάλα από κάτω, η κίνησή της ήταν μοναδική, σαν να χόρευε.
-Αργότερα, βγαίνετε στα θερμοκήπια. Τι σας τράβηξε εκεί την προσοχή;
Αγαπώ τη φύση. Αλλάζοντας εργαστήριο – από την Τροφωνίου αναγκάστηκα να φύγω – μετακόμισα στην Κηφισιά το ’93. Μπαίνοντας σε έναν καινούργιο χώρο, δεν ήξερα τι να κάνω, κι έτσι έκανα εργαστήριό μου τα θερμοκήπια στον Σχοινιά, που τότε ήταν εντελώς εγκαταλελειμμένα.
Στην πρώτη μου ατομική έκθεση, στον Μπαχαριάν, στην Ώρα, είχα εκθέσει ένα θερμοκήπιο, το οποίο είχε προκύψει «τυχαία». Προχώρησα πάνω σ’ αυτή τη θεματολογία, γιατί είχα τον θόλο από σχισμένα νάιλον, απ’ όπου φαινόταν το φως του ουρανού, και την ξύλινη δομή — τον σκελετό του θερμοκηπίου. Για μένα ήταν η απόλυτη σχέση με τις τζαμαρίες που δούλευα στο Παρίσι. Και κάτω είχα το χώμα και τα φυτά. Είχα εντυπωσιαστεί.
Λόγω της ευρυγώνιας θέασης, δημιουργούσα μια φωλιά όπου μπορούσα να ελευθερωθώ. Απ’ έξω πάντα έβαζα ένα κομμάτι της φύσης. Στα θερμοκήπια μπήκε σιγά-σιγά το ζωντανό στοιχείο στα έργα μου: τα φυτά.
-Πότε αισθανθήκατε ότι βρήκατε τη δική σας εικαστική «φωνή»;
Προσπαθούσα στη ζωγραφική να βγάζω πάντα την προσωπική μου αλήθεια. Μέσα από τη δουλειά εκφράζομαι. Νομίζω ότι στην πρώτη μου ατομική έκθεση, στην γκαλερί Ώρα, έδειξα την πρώτη μου ολοκληρωμένη δουλειά, αμέσως μετά τη σχολή.
-Το γυμνό σώμα – κυρίως το γυναικείο – αποτελεί κεντρικό μοτίβο στο έργο σας, χωρίς να φέρει ίχνη ερωτισμού ή αμηχανίας. Ήταν αυτή μια συνειδητή καλλιτεχνική επιλογή;
Με ενδιαφέρει το σώμα να βρίσκεται στην απόλυτη ελευθερία, χαλαρό, να αιωρείται μέσα στο νερό χωρίς καμία ένταση ή ενοχή. Θέλω να είναι ενταγμένο στη φύση. Πιστεύω ότι τα γυμνά μου είναι ερωτικά, αλλά όχι προκλητικά.
-Οι μορφές που κινούνται μέσα στο υδάτινο στοιχείο – ιδίως στη σειρά «Ιεράπολη» – μου μοιάζουν σα να αιωρούνται έξω από συγκεκριμένο χρόνο ή εποχή. Σας ενδιέφερε να δημιουργήσετε αυτή την αίσθηση χρονικής αοριστίας;
Ζωγραφίζω προσωπικούς παραδείσους, τα σύνορα της ευτυχίας, απομονωμένους από το πριν και το μετά. Δεν υπάρχει χρόνος, μόνο τόπος. Επικεντρώνομαι στον άχρονο, καθαρό χώρο που είναι ήρεμος, προσωπικός.
-Ο τίτλος της έκθεσής σας στο Ναύπλιο, «Ελευθερία», μοιάζει να συνοψίζει μια ολόκληρη στάση ζωής και δημιουργίας. Πώς εκφράζεται αυτή μέσα από τις μορφές, τα χρώματα και τον τρόπο που προσεγγίζετε τη ζωγραφική;
Στη φύση, και κυρίως στο νερό, βρίσκω την ηρεμία και την κάθαρση. Προσπαθώ να μεταφέρω στα έργα μου ό,τι πιο θετικό έχω – στιγμές ευτυχίας. Ζωγραφίζω την προσωπική μου ελευθερία.
Δημιουργώ φωλιές όπου αισθάνομαι προστατευμένη, στην απόλυτη ελευθερία και χαλάρωση, στην ένωση με τη φύση. Προκαλώ τον θεατή να βιώσει τη δική μου εμπειρία, έξω από φόβους και κοινωνικές συμβάσεις, σαν αντίδοτο σε μια ολότελα ρευστή εποχή, βοηθώντας με να παραμείνω αισιόδοξη και αφυπνισμένη.
-Οι πίνακές σας φέρουν έντονη την αίσθηση της προσωπικής εμπειρίας. Πώς γεννιέται ένα έργο σας; Θα μπορούσατε να μας περιγράψετε τη δημιουργική διαδικασία που ακολουθείτε;
Όλοι οι χώροι που ζωγραφίζω είναι βιωμένοι. Προσπαθώ να μεταφέρω την αίσθηση που έχω για τον χώρο στο έργο μου.
Κάθε έργο το ξεκινώ με ένα «οργανωμένο τυχαίο». Ξέρω πολύ γενικά τι θέλω να φτιάξω· μέσα από αυτό το τυχαίο οδηγούμαι και, πολλές φορές, καταστρέφοντας και ξανά και ξανά, προσπαθώ να βγάλω την αίσθηση που θέλω. Είναι η περιπέτεια της ζωγραφικής ενός έργου.
-Υπάρχει κάποιο έργο που αισθάνεστε ότι σας εκφράζει απόλυτα; Ή κάποιο που δεν μπορέσατε ποτέ να ολοκληρώσετε;
Νομίζω ότι τα έργα που έχω τελειώσει με εκφράζουν απόλυτα, γιατί δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο πάνω σ’ αυτά. Έχω μερικά έργα που δεν τα έχω ολοκληρώσει, αλλά επιμένω, γιατί δεν δέχομαι τα όριά μου. Έχω καταστρέψει πολλά έργα.