Η μεγάλη Ελληνίδα ερμηνεύτρια ξανασυναντά τον σαξοφωνίστα της τζαζ, «πατέρα της λεγόμενης World Music Scene», για μια συναυλία-αποκορύφωμα της

οχτάχρονης γνωριμίας τους που το περασμένο καλοκαίρι στο Ηρώδειο οδήγησε στην πρώτη παρουσίαση ενός μοναδικού «Athens Concert». Ενός σπάνιου «μουσικού συμποσίου» στη διάρκεια του οποίου οι δυο τους μαζί με τρεις ακόμη δεξιοτέχνες του «Charles Lloyd quartet» (τον πιανίστα Τζέησον Μόραν, τον μπασίστα Ρούμπεν Ρότζερς και τον ντράμερ Ερικ Χάρλαντ) καθώς και δύο έλληνες μουσικούς (τον πιανίστα και συνθέτη Τάκη Φαραζή και τον Σωκράτη Σινόπουλο στην πολίτικη λύρα), «μπόλιασαν» την ελληνική μουσική παράδοση με την τζαζ μετουσιώνοντάς την σ’ένα πρωτόγνωρο άκουσμα.

Στο Μέγαρο, στη συνεύρεση του σχήματος που θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 9 Νοεμβρίου, στις 8.30 το βράδυ στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης, στο πλαίσιο της Σειράς Ειδικές Εμφανίσεις, παρουσιάζονται εκ νέου τέσσερις συνθέσεις του Τσαρλς Λόυντ (Dream Weaver, Blow Wind, Requiem και Prayer) καθώς και ελληνικές δημιουργίες των Μίκη Θεοδωράκη, Ελένης Καραΐνδρου, Νίκου Κυπουργού και Αλκίνοου Ιωαννίδη βασισμένες σε έργα Ελλήνων ποιητών και στιχουργών (Γιώργου Σεφέρη, Γιάννη Ρίτσου, Αγαθής Δημητρούκα, Λίνας Νικολακοπούλου) ενώ το πρόγραμμα εμπλουτίζεται με την «Ελληνική Σουίτα», σε ενορχήστρωση του Τάκη Φαραζή, η οποία βασίζεται σε μελωδίες και τραγούδια από την ελληνική παράδοση.

Από τον πρωτοχριστιανικό ύμνο του τρίτου αιώνα μέχρι τα πεντατονικά μοιρολόγια της Ηπείρου, τις αιγαιοπελαγίτικες μελωδίες και τα τραγούδια του Πόντου. Στη συναυλία του Μεγάρου τα τραγούδια του Λόυντ συνυφαίνονται μ’έναν μοναδικό τρόπο με τα ελληνικά τραγούδια, υπογραμμίζοντας την ουσιαστική, εσωτερική ενότητα των διαφορετικών μουσικών ιδιωμάτων. Αγάπη, νοσταλγία, εξορία, αποχωρισμός, λόγια και συναισθήματα αποτυπωμένα στον βασικό, θεματικό-αφηγηματικό ιστό του ελληνικού τραγουδιού (παραδοσιακού και μεταγενέστερου) συγγενεύουν και αναγνωρίζονται εξίσου αυτονόητα και στη θεματολογία της φωνητικής παράδοσης της τζαζ.

Η μακρόχρονη, βαθιά φιλία του Λόυντ με την ελληνίδα ερμηνεύτρια (γνωρίστηκαν το 2002 όταν η Μαρία Φαραντούρη προσκλήθηκε να δώσει μια συναυλία στο Πανεπιστήμιο της Σάντα Μπάρμπαρα στην Καλιφόρνια) στάθηκε αφορμή να δημιουργηθούν νέα δεδομένα σ’ αυτό που ονομάζουμε «διαπολιτιστική καλλιτεχνική δημιουργία» ή όπως οι ίδιοι αποκαλούν, «μια γέφυρα ανάμεσα στους κόσμους μας». «Η προσωπικότητα, το πνεύμα και το ταλέντο του Λόυντ» δηλώνει σήμερα η Μ. Φαραντούρη «με ενέπνευσαν σε νέες μουσικές προκλήσεις και στην αναδημιουργία παλιών και δοκιμασμένων παραδοσιακών τραγουδιών» χαρακτηρίζοντας αυτή τη συνεργασία ως μια «γνήσια αισθητική απόλαυση και μια μοναδική εμπειρία».

Στη νέα τους συνάντηση στο Μέγαρο Μουσικής, υπέροχες μπαλάντες του Λόυντ όπως το γαλήνιο σπιρίτσουαλ «Prayer», τo «Blow Wind», το «Dream Weaver» (από το ομότιτλο άλμπουμ του Λόυντ το 1966) και το «Requiem» – σε στίχους της Αγαθής Δημητρούκα – ενώνονται με ελληνικά ακούσματα δημιουργώντας έναν νέο ηχητικό κόσμο. Ο Λόυντ μαζί με τρεις εκπληκτικούς Αμερικανούς μουσικούς, από τους πιο προικισμένους της γενιάς τους, τον πιανίστα Τζέησον Μόραν, τον μπασίστα Ρούμπεν Ρότζερς και τον ντράμπερ Ερικ Χάρλαντ που συμπληρώνουν το «Charles Lloyd Quartet», επιχειρούν την προσωπική τους υπέρβαση ερμηνεύοντας στο ξεκίνημα της συναυλίας το «Κράτησα τη ζωή μου» (το μελοποιημένο από τον Μίκη Θεοδωράκη ποίημα του Γιώργου Σεφέρη «Επιφάνια 1937»).

Το σαξόφωνο του Λόυντ τυλίγεται γύρω από το πλούσιο κοντράλτο της Μαρίας Φαραντούρη καθώς εκείνη τραγουδά και το «Χιονίζει μέσα στη νύχτα» – επίσης του Μ. Θεοδωράκη σε στίχους Ναζίμ Χικμέτ και Γιάννη Ρίτσου – ή ακολουθεί το περίφημο «Ταξίδι στα Κύθηρα» (1984) της Ελένης Καραΐνδρου αλλά και τα τραγούδια «Σπορά» και «Με τόσα ψέματα» σε στίχους και μουσική Αλκίνοου Ιωαννίδη (από τους δίσκους του «Νεροποντή» και «Ανεμοδείκτης» αντίστοιχα). Ενώ είναι συγκινητικά «παρών» και στην «Ελληνική Σουίτα»: μια μουσική πρόταση της Μαρίας Φαραντούρη που πήρε την οριστική της μορφή με τη δημιουργική συμβολή του Τάκη Φαραζή – γνωστού για τη δυναμική του σχέση τόσο με τα διαφορετικά ακούσματα της ελληνικής μουσικής παράδοσης όσο και με την τζαζ – καθώς εκείνος ανέλαβε να ενορχηστρώσει αυτοσχεδιαστικά ελληνικά τραγούδια και μελωδίες που έρχονται απ’ τα παλιά και φέρουν ήχους αρχέγονους.

Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο ήχος της ποντιακής λύρας του Σωκράτη Σινόπουλου συνδυάστηκε ιδανικά με κείνον του σαξόφωνου, του φλάουτου, του πιάνου και του κοντραμπάσου προκειμένου – στο πρώτο μέρος της τριμερούς Σουίτας – να αποδοθεί ο πρώιμος βυζαντινός «Ύμνος στην Αγία Τριάδα» (από χειρόγραφο του 3ου μ.Χ. αιώνα) όπως και τα «Επάνω στο ξερό χώμα» και «Μέσα στους παραδείσιους κήπους», έργα σε στίχους και μουσική του Μίκη Θεοδωράκη (από το δίσκο «Ο Ήλιος και ο Χρόνος» του 1967) από την «ιδεώδη ερμηνεύτριά» του.

Στο δεύτερο μέρος της που περιλαμβάνει το σμυρνέικο παραδοσιακό της «Μαργαριταρένιας» και το δωδεκανησιακό «Θαλασσάκι μου», εντάσσεται και το τραγούδι «Βλέφαρό μου» που έγραψε το 2001 ο Νίκος Κυπουργός σε στίχους Λίνας Νικολακοπούλου. Το ταξίδι στο χώρο και το χρόνο της ελληνικής μουσικής ολοκληρώνεται με το τρίτο μέρος της σουίτας όπου ακούγεται ένα ποντιακό παραδοσιακό κομμάτι («Του ήλ’ το κάστρον») και αρκετά ηπειρώτικα («Ηπειρώτικο μοιρολόι», «Καίγομαι και σιγολιώνω», «Μωρή κοντούλα λεμονιά», «Αλησμονώ και χαίρομαι», «Γιάννη μου το μαντίλι σου»). Τα τελευταία δεν θα μπορούσαν να λείψουν δεδομένου πως οι πεντατονικές κλίμακες της παραδοσιακής μας μουσικής, και κυρίως της ηπειρώτικης, έχουν περάσει στο DNA της τζαζ μέσω του μπλουζ κι ως εκ τούτου αποτελούν βασικό δίαυλο επικοινωνίας των δύο μουσικών ιδιωμάτων.