Τι σχέση έχουν τα «Μαγνητικά Πεδία» του Μπρετόν με τα «Μαγνητικά Πεδία» της Μαρίας Πασχαλίδου; Τι φέρνει κοντά τα συμπαγή και συνεκτικά έργα της με τον διαρκώς «ανοιχτό» σουρεαλιστικό αυτοματισμό; Πέρα από την τεχνική επάρκεια και τη μορφολογική καθαρότητα, το έργο «χτίζεται» και αλλού: το σύμπαν της Μαρίας Πασχαλίδου τείνει σταθερά προς τον υπαρκτό σουρεαλισμό, όπως αυτός εκφράζεται στην επίμονη ανάσυρση της πραγματικής ιστορίας ενός πραγματικά γκρεμισμένου σπιτιού. Η Πασχαλίδου χτίζει με υλικά παλιά. Αναστρέφει τη διάλυση και ανακαινίζει τα ερείπια. Με άλλα λόγια, διασώζει το μέλλον μέσα από το παρελθόν, γεγονός αρκούντως σουρεαλιστικό στις νεολάγνες μέρες μας. Το έργο της δεν μιλά απλώς για μια αρχαιολογία: πρόκειται για τη συναισθηματική αρχαιολογία του μέλλοντος μέσα από τα μάτια (και τα χέρια) μιας νέας ζωγράφου.

Θούλη Μισιρλόγλου, επιμελήτρια έκθεσης

Δομικά στοιχεία και υλικά -μπάζα, τσιμέντα, τούβλα ενός κατεδαφισμένου νεοκλασσικό της Άνω Πόλης γίνονται πρώτες ύλες στα χέρια της Μαρίας Πασχαλίδου, η οποία με τη σειρά της μεταπλάθει την ενέργεια, την έννοια του χρόνου και της Ιστορίας πάνω στον καμβά. Το σπίτι αυτό στην οδό Θεοφίλου 18 της Άνω Πόλης, που αποτέλεσε και την πρώτη ύλη στην έκθεση αυτή της Μαρίας Πασχαλίδου, συνοδεύτηκε από μια ενδελεχή έρευνα της δημιουργού σχετικά με την ιστορία του.

Όπως προκύπτει από αυτήν, το “Σπίτι των Ρόδων” όπως ονομαζόταν, χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, κατοικήθηκε από Τούρκους, οι οποίοι με την ανταλλαγή των πληθυσμών έφυγαν και το κτίσμα περιήλθε στην Εθνική Τράπεζα.Το 1929 το αγόρασε ο Κωνσταντινουπολίτης Εμμανουήλ Παπαδόπουλος. Το σπίτι εγκαταλείφθηκε το 1981 και δεν ξανακατοικήθηκε. Με υπουργική απόφαση το 1979 χαρακτηρίστηκε έργο τέχνης που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία καθώς παρουσιάζει ιδιαίτερο μορφολογικό και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, συνδυάζοντας τη μακεδονίτικη αρχιτεκτονική με νεοκλασικά στοιχειά και έχει μεγάλη ιστορική αξία γιατί αποτελεί παράδειγμα της εξέλιξης του αρχιτεκτονικού τύπου στην Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης.