Robert Carsen – William Christie – Les Arts Florissants: To κορυφαίο μπαρόκ σύνολο και ο ιδιοφυής εμπνευστής και μαέστρος του επιστρέφουν στο Μέγαρο με την «Όπερα του ζητιάνου», μια διεθνή παραγωγή με δεκαέξι ηθοποιούς-τραγουδιστές   που υπογράφει ο σύγχρονος μάγος της οπερατικής σκηνής! Η αιχμηρή κωμική όπερα-μπαλάντα του γερμανού συνθέτη JohannChristoph Pepusch [Γιόχαν-Κρίστοφ Πέπους] και του άγγλου θεατρικού συγγραφέα και ποιητή John Gay [Τζον Γκέυ] –εμπλουτισμένη και με χορογραφίες–, μετά την πρώτη της επιτυχημένη παρουσίαση τον προηγούμενο Απρίλιο στο Théâtre des Bouffes du Nord στο Παρίσι, ταξιδεύει στον κόσμο και παρουσιάζεται στην Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη.

Σ’ αυτό το προκλητικό παραμύθι του 1728 –μέσα από τη φρέσκια ματιά των Ian Burton [Ίαν Μπάρτον] και Robert Carsen [Ρόμπερτ Κάρσεν] που προσάρμοσαν το κείμενο του Gay στο σήμερα– ζωντανεύει επί σκηνής ένας σκληρός υπόκοσμος, με πρωταγωνιστές κλεφτρόνια, ζητιάνους, πόρνες και νταβατζήδες του Λονδίνου, ντυμένος μουσικά με γνωστές μπαλάντες και μελωδίες εκείνης της εποχής.

«H όπερα του ζητιάνου»…

… που γράφτηκε πριν από 300 χρόνια, θεωρείται η πρώτη μουσική κωμωδία της ιστορίας. Ο όρος «όπερα-μπαλάντα» παραπέμπει στο ομώνυμο είδος λυρικού θεάτρου που αναπτύχθηκε στην Αγγλία, στο οποίο τα έργα «ανακύκλωναν» επιτυχημένα τραγούδια (μπαλάντες) με παραλλαγμένους στίχους που εξυπηρετούσαν την πλοκή.

«Η όπερα του ζητιάνου», έργο-ορόσημο στην ιστορία του παγκόσμιου μουσικού θεάτρου, σημείωσε τεράστια επιτυχία όταν πρωτοπαρουσιάστηκε (29 Ιανουαρίου 1728), ενώ τον 18ο αιώνα επαναλαμβανόταν συνεχώς στο Λονδίνο, αναβιώνοντας παράλληλα σε πολλές χώρες. Η επιστροφή της στη βρετανική μουσικοθεατρική σκηνή στα 1920 ήταν μάλιστα τόσο θριαμβευτική, που ενέπνευσε κορυφαίους συγγραφείς και συνθέτες εκείνης της εποχής, όπως τους Μπέρτολτ Μπρεχτ και Κουρτ Βάιλ, οι οποίοι βασίστηκαν στην «Όπερα του ζητιάνου» για να γράψουν τη γνωστή σε όλους μας «Όπερα της πεντάρας» (1928).

Η παραγωγή

«Η όπερα του ζητιάνου» είναι μάλλον ένα θεατρικό παρά ένα λυρικό έργο, στο οποίο συναντά κανείς περίπου 60 μπαλάντες και μελωδίες, τα «χιτ» εκείνης της εποχής (18ος αιώνας), ορισμένα από τα οποία είχαν γραφτεί από ξακουστούς συνθέτες, όπως ο Πέρσελ και ο Χαίντελ.

Ερμηνεύοντας μέσα από ένα σύγχρονο πρίσμα την απληστία του καπιταλισμού και την κοινωνική αδικία έτσι όπως προβάλλονται μέσα από μια ιστορία που μπορεί να συγκριθεί με τους «Άθλιους» του Ουγκώ, αυτή η παραγωγή δίνει στο κοινό την ευκαιρία να ανακαλύψει εκ νέου το σατιρικό κείμενο του Γκέυ, αλλά και τις αυτοσχεδιαστικές ικανότητες των μουσικών του Συνόλου Les Arts Florissants που, σε κάθε παράσταση, αντιμετωπίζουν την παρτιτούρα με… τελείως τζαζ διάθεση!

Ο Robert Carsen μιλά για το έργο

«Έχοντας γνωρίσει πρωτοφανή δημοσιότητα ήδη από την πρεμιέρα της το 1728, “Η όπερα του ζητιάνου” αποτέλεσε τη βάση για πολυάριθμες σκηνικές, μουσικές και κινηματογραφικές διασκευές. Εξερευνά έναν κυνικό κόσμο, όπου βασιλεύουν η απληστία του καπιταλισμού, το έγκλημα και η κοινωνική ανισότητα. Όλοι οι πολιτικοί και όλοι οι αξιωματούχοι είναι εξ ορισμού διεφθαρμένοι και το μόνο που μπορεί να κάνει κανείς, εάν θέλει να πάει μπροστά, είναι να πάρει το μέρος τους.

Κάτι σας θυμίζει; Πράγματι, σχεδόν τίποτα δεν έχει αλλάξει από την εποχή που πρωτοπαρουσιάτηκε το έργο, και τα θέματα της “Όπερας του ζητιάνου” συνεχίζουν να απασχολούν με εμμονικό τρόπο τη σύγχρονη τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Σε αυτή την παραγωγή ελπίζουμε ότι θα καταφέρουμε να συνδυάσουμε την υπερβατική διάθεση με την αστείρευτη ενέργεια του πρωτότυπου. Ο Γκέυ, συγγραφέας με βλέμμα διεισδυτικό, κοφτερό σαν ξυράφι, βάζει έναν από τους χαρακτήρες του να λέει στην αρχή της Γ΄ Πράξης: τα λιοντάρια, οι λύκοι και τα όρνια δεν συμβιώνουν σε αγέλες, κοπάδια ή σμήνη. Από όλα τα αρπακτικά, ο άνθρωπος είναι το μόνο κοινωνικό ζώο. Όλοι κατασπαράζουμε τον διπλανό μας, κι όμως ζούμε στην ίδια αγέλη».

Συντελεστές

Σκηνοθεσία: Robert Carsen
Μουσική σύλληψη: William Christie
Σκηνογραφία: James Brandily
Κοστούμια: Petra Reinhardt
Χορογραφία: Rebecca Howell
Φωτισμοί: Robert Carsen και Peter van Praet
Δραματουργία: Ian Burton
Συνεργάτης-σκηνοθέτης: Christophe Gayral
Βοηθός σκηνοθέτη: Stéphane Ghislain Roussel
Μακιγιάζ-περούκες: Marie Bureau du Colombier
Σχεδιασμός ήχου: Léonard Françon
Υπεύθυνος διανομής: David Grindrod CDG
Υπέρτιτλοι: Richard Neel
Δόκιμη βοηθός ενδυματολόγου: Jana Höreth
Δόκιμη βοηθός σκηνογράφου: Ava Rastegar

Διανομή

Robert Burt: Κύριος Πήτσαμ
Beverley Klein: Κυρία Πήτσαμ / Νταϊάνα Τρέιπς
Kate Batter: Πόλυ Πήτσαμ
Benjamin Purkiss: Μακχήθ
Kraig Thornber: Λόκιτ
Olivia Brereton: Λούσυ Λόκιτ
Lyndsey Gardiner: Τζέννυ Ντάιβερ
Sean Lopeman: Φιλτς  / Μανουέλ
Gavin Wilkinson: Ματ
Taite-Elliot Drew: Τζακ / Δεσμοφύλακας
Wayne Fitzsimmons: Ρόμπιν
Dominic Owen: Χάρρυ
Natasha Leaver: Μόλλυ

Με τη συμμετοχή των μουσικών του Συνόλου Les Arts Florissants

Στη μουσική διεύθυνση και στο τσέμπαλο εναλλάσσονται οι William Christie, Florian Carré και Marie van Rhijn

Mουσική έρευνα: Anna Besson και Sébastien Marq

Επιμέλεια μουσικού υλικού: Pascal Duc (Les Arts Florissants)

Παραγωγή: C.I.C.T. – Théâtre des Bouffes du Nord

Σε συμπαραγωγή με την Αττική Πολιτιστική Εταιρεία, Αθήνα και τους Les Arts Florissants, Edinburg International Festival, CA-CIB / Angers Nantes Opéra – Opéra de Rennes / Les Théâtres de la Ville de Luxembourg / Opéra Royal-Château de Versailles Spectacles / Grand Théâtre de Genève / Théâtre de Caen / Festival di Spoleto / Centre Lyrique Clermont-Au­vergne / Opéra Royal de Wallonie-Liège / Opéra de Reims-La Comédie de Reims CDN / Teatro Coccia / Teatro Verdi / Cercle des Partenaires des Bouffes du Nord