Αν μου ζητούσανε να χαρακτηρίσω  τη μουσική παιδεία της χώρας μας θα έλεγα χωρίς κανένα ενδοιασμό εντελώς  ασυγκρότητη.  Και αυτή είναι μία πραγματικότητα που κανείς δεν μπορεί να διαψεύσει..

Το να σπουδάσει κάποιος μουσική στην Ελλάδα ή να μάθει ένα μουσικό όργανο επαφίεται στον πατριωτισμό του, στη θέληση του και την προσωπική του επιθυμία. Για καλή μας τύχη υπάρχουν δεκάδες ιδιωτικές σχολές ή μεγάλα και μικρότερα ωδεία στα οποία διδάσκουν συν τοις άλλοις και παραδοσιακά όργανα εξαιρετικοί μουσικοί και καλλιτέχνες και εκατοντάδες παιδιά με έκδηλη τη διάθεση για απόκτηση μουσικής γνώσης. Τα μουσικά σχολεία στην Ελλάδα, αν και εξαιρετικά, είναι λίγα.  Το Υπουργείο Παιδείας, σαφώς και θα μπορούσε να δώσει λύση με τη δημιουργία μουσικών σχολείων σε κάθε νόμο ή περιφέρεια  π.χ σε όλες τις πρωτεύουσες των νομών ή για να μην σημειώνεται συγκεντρωτισμός στην δεύτερη μεγαλύτερη πόλη των νομών.

Το γιατί δεν συμβαίνει; Για τον ίδιο λόγο που ο ελληνικός κινηματογράφος χρηματοδοτείται από το κράτος με ψίχουλα σε σχέση με το πώς χρηματοδοτείται στην Πολωνία ή στην Ιταλία ή ακόμη και σε μικρότερες χώρες από τη δική μας, όπως στην Ιρλανδία. Αναφέρω μόνο ότι στην Φινλανδία το ποσοστό του προϋπολογισμού που δίνεται για τον Πολιτισμό είναι  11% και  εμείς δίνουμε μόλις 0,4 %.. Εμείς έχουμε πει και στην καινούρια κυβέρνηση να αυξηθεί σημαντικά το ποσό. Όχι για να χρηματοδοτεί τους ημέτερους  θιάσους, σκηνοθέτες ή μουσικές σκηνές ,γιατί αυτό συμβαίνει κυρίως , αλλά για να δίνει την ευκαιρία στα νέα ταλέντα να ανθίζουν.

Και φτάνουμε πάλι στο σημείο που η καρποφόρα διδασκαλία εναπόκειται στο  πείσμα και στην αγάπη ορισμένων καθηγητών, που εμπνέουν την αγάπη για την μουσική Τέχνη στα παιδιά. Το υπάρχων σχολικό σύστημα όχι μόνο δε δίνει κανένα κίνητρο στα παιδιά μας , αλλά ακρωτηριάζει και εξαφανίζει  χιλιάδες ταλέντα που θα μπορούσαν να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των Τεχνών. Είναι εντελώς στην τύχη ή στο πείσμα του δασκάλου και του ίδιου του παιδιού αν θα καλλιεργήσει την κλίση του στη μουσική. Όλα επαφίενται στους γονείς, στους δασκάλους και τα ίδια τα παιδιά. Το κράτος και οι ελληνικές κυβερνήσεις ασχολούνται με άλλα πράγματα, και όχι με τον πολιτισμό.

Ξεχνάμε ότι το Υπουργείο Πολιτισμού ιδρύθηκε από τον Γεώργιο Παπαδόπουλο το ’69, ως «άλλοθι». Είναι ντροπή μία κυβέρνηση της Χούντας να στήνει ένα μηχανισμό δήθεν για τον Πολιτισμό και από τότε να μην έχει γίνει τίποτε το ιδιαίτερο. Παρόλο που πέρασαν σπουδαίοι άνθρωποι- και επί καιρό κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ- από το τιμόνι του, οι οποίοι θα μπορούσαν να κάνουν περισσότερα πράγματα και όχι να παίζουν το ρόλο του τροχονόμου για το που θα πάνε οι επιδοτήσεις και οι χορηγήσεις των «δικών μας». Αυτό έκανε το Υπουργείο Πολιτισμού δευτερευόντως και πρωτίστως αποχαρακτήριζε αρχαιολογικούς χώρους για να εκποιήσει δημόσια περιουσία ή για να απαλλοτριώσει ή να πουλήσει οικόπεδα. Η κύρια δραστηριότητα του Υπουργείου Πολιτισμού είναι η διαχείριση και η διατήρηση των αρχαιοτήτων και των αρχαιολογικών χώρων, η οποία γίνεται με το χειρότερο τρόπο.

Το Υπουργείο Πολιτισμού  τώρα έχει την αρμοδιότητα του Τουρισμού. Είναι ανήκουστο να  αντιλαμβάνονται τον πολιτισμό ως τουρισμό. Θα έπρεπε να υπάρχει ένα Υπουργείο που να ασχολείται με την Παιδεία και τον Πολιτισμό συγκροτημένα και με πλάνο.  Από τη μία έχουμε Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, που στην ουσία είναι διαχείριση των κατηχητικών της ορθοδοξίας και  των  θρησκευτικών συμβόλων, ένα ζήτημα που θα έπρεπε να αφορά θεοκρατικά καθεστώτα και όχι την  Ελλάδα, ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, και το Υπουργείο Πολιτισμού που είναι γύρω από τον Τουρισμό. Ουδείς  ασχολείται με το Θέατρο, τον Κινηματογράφο, με τη Μουσική, με τα μουσικά σχολεία, με τους καθηγητές  τους δασκάλους των μουσικών σχολείων οι οποίοι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα.

Η μουσική στην Ελλάδα όσο αναπτύχθηκε, αναπτύχθηκε σχεδόν στην παρανομία. Το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι μέχρι ένα σημείο ήταν σχεδόν παράνομα. Τα μπουζούκια και οι ζουρνάδες ήταν σχεδόν παράνομα. Το ρεμπέτικο τραγούδι πέρασε δεκαετίες στην παρανομία. Το δημοτικό τραγούδι πέρασε ξεχασμένο  πολλές δεκαετίες και προβλήθηκε με τα τσάμικα της Χούντας. Τότε ξαναθυμήθηκε ο κόσμος, ανατριχιάζοντας βέβαια, το δημοτικό τραγούδι το οποίο συνδέθηκε τότε με τα εμβατήρια και την εθνικιστική παραφροσύνη. Το δημοτικό τραγούδι είναι τελείως υποβαθμισμένο και ουδεμία κυβέρνηση το ενίσχυσε και επένδυσε σε αυτό. Τόσο για την παραγωγή νέων μουσικών όσο και για την διδασκαλία του στο σχολείο, πέραν ορισμένων δεκαπεντασύλλαβων στο πλαίσιο μίας ελληνοχριστιανικής εκπαίδευσης της πλάκας, χωρίς να μπαίνουμε στην ουσία της πηγής της μουσικής μας παράδοσης. 

Που καταλήγουμε;  Στο συμπέρασμα ότι η επίσημη πολιτεία δεν θέλει να ενισχύσει αυτές τις φλέβες πολιτισμού γιατί αισθάνεται ένα κίνδυνο  προφανώς. Γιατί όσο πιο πολύ παιδεία και πολιτισμός υπάρχει τόσο περισσότερο κινδυνεύει το σαθρό σύστημα της πελατειακής σχέσης. Δεν είναι αδυναμία του κράτους να το κάνει, είναι επιθυμία του κράτους να μην το κάνει. Και για αυτό δεν υπάρχει σχέδιο ανάπτυξης μουσικών σχολείων, μουσικής παιδείας ούτε της θεατρικής παιδείας. Το κάνανε μόνο μερικοί άνθρωποι, όπως ο Αριστείδης Μόσχος, που είχαν την προσωπική επιθυμία και το πάθος Αυτοί οι άνθρωποι έχουν σώσει την κατάσταση και αυτούς τους ανθρώπους δεν στήριξε το κράτος αλλά  τους αμόρφωτους, τους αεριτζήδες και τους γλείφτες. Κάποια στιγμή πρέπει κάποια κυβέρνηση να το αλλάξει αυτό. Να κάνει κάτι που να γράψει ιστορία. Να οργανώσει  ένα σύστημα Παιδείας και Πολιτισμού από τη βάση του, από τα σχολεία από τα δημοτικά, από τους παιδικούς σταθμούς. 

Όσο για τη σημερινή ελληνική μουσική πραγματικότητα; Πάντα υπάρχουν ωραία και αξιόλογα πράγματα που χάνονται στα σκουπίδια. Πέρασαν και κάτι περίοδοι που τα σκουπίδια χάνονταν μέσα στα αριστουργήματα. Δεν έβρισκες εύκολα σκουπιδοτενεκέδες για απορρίμματα Τέχνης. Ήταν τόσο μεγάλη η παραγωγή σπουδαίων έργων και στη Μουσική αλλά και στο Θέατρο και στον Κινηματογράφο που οι διάφορες δευτεράντζες χανόντουσαν. Τώρα είναι η εποχή που ξαναπαίρνουν την εκδίκησή τους οι δευτεράντζες,  οι σκουπιδοτενεκέδες και οι σκουπιδοφάγοι. Θα κάνει τον κύκλο του και αυτό και θα περάσει.

Info: O Γρηγόρης Ψαριανός είναι βουλευτής. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1954 και εργάστηκε ως Δημοσιογράφος-μουσικός παραγωγός. Έχει επιμεληθεί την έκδοση δίσκων και CD στη δισκογραφία και έχει διατελέσει μέλος του γνωμοδοτικού συμβουλίου του φεστιβάλ Αθηνών και του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης.