Ο Γιάννης Αγγελάκης, συνθέτης ακουστικής και ηλεκτρονικής μουσικής, έχει γράψει πρωτότυπη μουσική για την παράσταση. Ζει κι εργάζεται στην Αθήνα, είναι καλλιτεχνικός επιμελητής στην Εθνική Λυρική Σκηνή, ενώ διδάσκει στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το Ωδείο Αθηνών.
***
Με τον Νίκο Καλύβα, τον χορογράφο της παράστασης, είμαστε φίλοι εδώ και αρκετά χρόνια. Γνωριστήκαμε σε ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, όπου μας συνταίριαξαν, ως χορογράφο-συνθέτη, για να δημιουργήσουμε ένα dance video με αφορμή τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση. Μέσα στα χρόνια έχουμε συζητήσει εκτενώς για παραστάσεις χορού, ωστόσο πέρσι, για πρώτη φορά, καθίσαμε και σκεφτήκαμε διάφορα θέματα και ιδέες που μας αφορούν προσωπικά και συγκεκριμένα για μια νέα και πιο ολοκληρωμένη παράσταση. Θυμάμαι εκείνη την περίοδο ο Νίκος υπέφερε από τραυματισμούς στα πόδια σε επίπεδο που δεν μπορούσε να χορέψει και ένιωθε πόνους ακόμη και στο περπάτημα. Έτσι, λοιπόν, τέθηκε σοβαρά στο τραπέζι o τραυματισμός ως ένα ευρύ ζήτημα που αφορά τον πυρήνα της ύπαρξης κάθε χορευτή.
Ξεκινήσαμε από το στερεοτυπικό “οι χορευτές πεθαίνουν δύο φορές… η πρώτη όταν σταματούν να χορεύουν” και οδηγηθήκαμε να εξετάζουμε την έννοια του θανάτου μέσα από το πρίσμα του τραυματισμού ως ένα διαφαινόμενο τέλος: το τέλος μιας ικανότητας που δεν υπάρχει πια, το τέλος της σωματικής δύναμης, το τέλος μιας καριέρας και μιας εποχής. Από αυτή τη σκοπιά, κάθε τραυματική εμπειρία συμβολίζει και προοικονομεί τον θάνατο: το σώμα πεθαίνει γιατί δεν μπορεί να χορέψει πια. Αυτός ο φόβος του τέλους διαπερνά κάθε σκηνή της παράστασης, είναι μια διαρκής απειλή, μια παρούσα απουσία.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Αυτή η αρχική σκέψη μας έστρεψε με τον Νίκο να διαλέξουμε δύο χορεύτριες που βρίσκονται ήδη στη μέση της καριέρας τους, τις Ιωάννα Αποστόλου και Μαρία Φουντούλη, και είναι τιμή μας που μας εμπιστεύτηκαν και μπήκαν στην ομάδα. Είναι και οι δύο μητέρες, επομένως έχουν ήδη βιώσει κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους τι σημαίνει να μην σου επιτρέπει το σώμα σου να χορεύεις κι, επιπλέον, κουβαλάνε προσωπικά βιώματα που μας βοήθησαν σημαντικά στην ανάπτυξη και επεξεργασία του χορογραφικού υλικού. Ουσιαστικά, η παράσταση είναι το ψυχογράφημα αυτών των δύο χορευτριών.
Ενώ ο χορός εμπεριέχει πολλούς μικρούς θανάτους και συμβολίζει τον “μεγάλο” θάνατο, ταυτόχρονα μας υπενθυμίζει πως δεν υπάρχουμε απλώς μέσα σε έναν κενό κόσμο που γεννιέται και πεθαίνει, αλλά είμαστε συνδεδεμένοι με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον μας μέσω βιωματικών και αισθητικών εμπειριών. Μπορεί ο χορός να τραυματίζει το σώμα, αλλά μπορεί, επίσης, να απελευθερώσει τον λυρισμό του. Μπορεί να συμβολίζει το θάνατο, αλλά μπορεί και να τον υπερβεί, γιατί εμπεριέχει, επίσης, τη χαρά και δύναμη για ζωή.
Εδώ ακριβώς είναι που τα πράγματα αντιστρέφονται γιατί συνειδητοποιήσαμε πως ό,τι εξετάσαμε ως φόβο, απειλή και θάνατο μπορεί να μετουσιωθεί σε θέληση για ζωή. Για αυτό οδηγηθήκαμε, σχεδόν μοιραία, στη γαλλική έκφραση “petite mort” που, εκτός από “μικρός θάνατος” χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον οργασμό. Με άλλα λόγια, ο “μικρός θάνατος” μεταφράζεται ως ένα εγγενές χαρακτηριστικό της απόλαυσης, σωματικής και αισθητικής, κι επομένως είναι άρρηκτα συνυφασμένος με τη δύναμη και θέληση για ζωή. Έτσι, ενώ ο φόβος του τέλους και οι μικροί θάνατοι διαπερνούν κάθε σκηνή της παράστασης, ταυτόχρονα, ψάξαμε να ανακαλύψουμε και να αποκαλύψουμε τον “οργασμό” κάθε σκηνής, την χαρά και την ελπίδα, τη λύτρωση και την απελευθέρωση, τη γέννηση και τη δημιουργία.
Ο χορός, ως άλλο φάρμακον [= phármakon] μπορεί να είναι ταυτόχρονα η πηγή αλλά και η θεραπεία του τραύματος. Αν μπορούσα να υπογραμμίσω τον πιο θεμελιώδη στόχο της παράστασης, χωρίς δεύτερη σκέψη, θα έλεγα πως είναι να αναδείξουμε αυτό το διττό νόημα του χορού. Η παράσταση ψάχνει συνεχώς να αξιοποιήσει και να εμπλουτίσει δημιουργικά τη διπολική φύση του φαρμάκου, ως αποστροφή και έλξη, καταδιωκτική και ερωτική, αποφυγής κι επιστροφής. Ωστόσο, πάνω απ’ όλα επιχειρεί να υπερβεί τα όρια του χορού και να εγείρει τη θνητότητα, τη φθορά, την ευθραυστότητα και την ευαλωτότητα ως καθολικές έννοιες που δεν αφορούν μόνο τις δύο χορεύτριες αλλά όλους και όλες μας.
Photo Credit: Γιάννης Αντώνογλου
Διαβάστε επίσης:
La Petite Mort, του Νίκου Καλύβα στο ΠΛΥΦΑ