Με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννηση του Βασίλη Τσιτσάνη, η ΙANOS Αίθουσα Τέχνης φιλοξένησε (4 Απριλίου – 2 Μαΐου 2015) την ομαδική εικαστική έκθεση “Όταν συμβεί στα πέριξ…“, ένα εικαστικό αφιέρωμα στον μεγάλο λαϊκό συνθέτη Βασίλη Τσιτσάνη καθώς και μία εικαστική εγκατάσταση-αφιέρωμα στον μουσικοσυνθέτη με τίτλο «Το Τσακμάκι του Τσιτσάνη». Πριν τη μεταφορά της στη Θεσσαλονίκη και τα Τρίκαλα, τόπο διαμονής και καταγωγής του καλλιτέχνη αντίστοιχα, η έκθεση θα φιλοξενηθεί στον Πολιτιστικό Σύλλογο Μεγάρων «Ο Θέογνις» από τις 26 Ιουνίου έως τις 26 Αυγούστου 2015.


Το ομαδικό εικαστικό αφιέρωμα επιμελείται η Ίρις Κρητικού και την εικαστική εγκατάσταση επιμελείται ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης.

Στην ομαδική εικαστική έκθεση, τοπία της ζωής και της έμπνευσης του συνθέτη, οικογενειακές και οικείες φιγούρες που τον σημάδεψαν, μικροαντικείμενα που τον θυμίζουν, απόπειρες προσωπογραφίας-πορτρέτου του ιδίου, έμπνευση από ένα συγκεκριμένο τραγούδι ή εικονογράφηση συγκεκριμένων στίχων που επελέγησαν από τους καλλιτέχνες, προτείνουν ένα σύνθετο πλέγμα εικόνων που σκιαγραφούν τον Τσιτσάνη με επιθυμία μνημόνευσης και αγάπη,  ενίοτε ίσως με τρυφερό χιούμορ αλλά πάντα με σεβασμό.


Στην ομαδική έκθεση συμμετέχουν: Σπύρος Αγγελόπουλος, Μαίρη Γαλάνη – Κρητικού, Γιάννης Δέδες, Μηνάς Καμπιτάκης, Κώστας Λάβδας, Μιχάλης Μαδένης, Νεκτάριος Μαμάης, Τίμος Μπατινάκης, Χαρίτων Μπεκιάρης, Γεωργία Μπλιάτσου, Γεύσω Παπαδάκη, Βασίλης Σούλης, Κατερίνα Τσεμπελή, Πάβλος Χαμπίδης, Αθηνά Χατζή

Στην εγκατάσταση «Το τσακμάκι του Τσιτσάνη» συμμετέχουν οι Δημήτρης Λάμπρου, Ελεάννα Μαρτίνου και Μαργαρίτα Πέτροβα. 
Για «Το Τσακμάκι του Τσιτσάνη», ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης σημειώνει: Εκατό χρόνια από τη γέννηση του Μέγιστου Βασίλη Τστσάνη, ο Γιώργος Ίκαρος Μπαμπασάκης καλεί τρεις δυναμικούς εικαστικούς της νέας γενιάς να δημιουργήσουν ένα Τρίπτυχο Έργο με τίτλο Το Τσακμάκι του Τσιτσάνη.

Ο Δημήτρης Λάμπρου φτάχνει Τα Σήμαντρα, έργα/κάρτες όπου εξιχνιάζεται η σχέση του Βασίλη Τσιτσάνη με την σύγχρονη ελληνική ιστορία. Λούμπεν χαμοζωή, έρωτες και πάθη, Εμφύλιος και Πολιτική, κινηματογράφος και περιοδικά. Μπλέκονται παρτιτούρες του Τσιτσάνη με αποκόμματα από εφημερίδες και με φωτογραφίες από την ιστορία της Ελλάδας ανάμεσα στα 1915 και 1984. Αποκαθίσταται εδώ η διαλεκτική τέχνης/ιστορίας, ατόμου/πλήθους.


Η Ελεάννα Μαρτίνου στις Δέκα και Μία Λαϊκές Ζωγραφιές καταπιάνεται με στιγμιότυπα από τον βίο και το έργο του Βασίλη Τσιτσάνη. Σχηματίζουν ένα Τέμπλο. Ένα Εικονοστάσιο. Δέκα και Μία χρωματιστές ζωγραφιές που είναι και κατασκευές. Σαν να πρόκειται για Αναθήματα, για Τάματα, για Αφιερώματα που δέκα και μία διαφορετικές γυναίκες (άλλες χαροκαμένες, άλλες ερωτευμένες) έφτιαξαν για τον Τσιτσάνη. Κάποια μπορεί να είναι κέντημα, εργόχειρο. Κάποια άλλη μπορεί να είναι το καρρέ από ένα ασπρόμαυρο φιλμ με ήρωα τον Τσιτσάνη.

Η Μαργαρίτα Πέτροβα με την ενότητα Αργοσβήνεις μόνη είναι σαν να μας προσφέρει κουτιά/σπίτια/εστίες όπου εκτυλίσσονται σκηνές βγαλμένες από στίχους του Βασίλη Τσιτσάνη. Άλλοτε με ερωτικό περιεχόμενο. Άλλοτε με κοινωνικό/ιστορικό. Στα κουτιά/ σπίτια/εστίες είναι σαν τοποθετούνται προσωπικά είδη του Τσιτσάνη (τάχατες η κιθάρα του, το κομπολόι του, ένας στυλογράφος, το τσακμάκι του). Αλλά και αντικείμενα, πάντα κατασκευασμένα, που να αντλούν την έμπνευσή τους από τους στίχους τους, και από περιστατικά του βίου του».

Καλλιτεχνική διεύθυνση: Μικρή Άρκτος

Επιμέλεια: Ίρις Κρητικού & Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης

ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ: Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ


Ο Βασίλης Τσιτσάνης (Τρίκαλα Θεσσαλίας, 18 Ιανουαρίου 1915 – Λονδίνο, 18 Ιανουαρίου 1984) ήταν ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες λαϊκούς συνθέτες, στιχουργούς και τραγουδιστές του 20ού αιώνα (του οποίου τραγούδια ακούγονται μέχρι και σήμερα). Ήταν μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού.


Ο Τσιτσάνης γεννήθηκε στα Τρίκαλα στις 18 Ιανουαρίου 1915 από Ηπειρώτες γονείς και απεβίωσε στις 18 Ιανουαρίου 1984. Ο πατέρας του ήταν Γιαννιώτης και η μητέρα του από τα Ζαγόρια. Από μικρή ηλικία έδειξε ενδιαφέρον για τη μουσική και έμαθε μαντολίνο και βιολί και φυσικά μπουζούκι. Το φθινόπωρο του 1936 ο Τσιτσάνης επισκέφθηκε την Αθήνα. Κύριος σκοπός του ήταν να σπουδάσει Νομική, αλλά γρήγορα τον κερδίζει η μουσική. Οι πρώτες του επιρροές είναι τα τραγούδια του Βαγγέλη Παπάζογλου και του Μάρκου Βαμβακάρη. Η πρώτη του εμφάνιση γίνεται στο μαγαζί «Μπιζέλια», ενώ σύντομα γνωρίζει τον σπουδαίο αλλά αδικημένο από την Ιστορία τραγουδιστή Δημήτρη Περδικόπουλο. Ο Περδικόπουλος τον πηγαίνει στην Odeon όπου ηχογραφεί τα πρώτα του τραγούδια. Το «Σ’ έναν τεκέ μπουκάρανε» είναι η πρώτη ηχογράφηση του Τσιτσάνη. Την περίοδο 1937-1940 γράφει καταπληκτικά τραγούδια τα οποία ηχογραφεί με τις φωνές του Δημήτρη Περδικόπουλου, και των άλλων σπουδαίων τραγουδιστών εκείνης της εποχής Στράτου Παγιουμτζή, Μάρκου Βαμβακάρη, Στελλάκη Περπινιάδη, με τους οποίους σε πολλές ηχογραφήσεις ο Τσιτσάνης συμμετέχει σαν δεύτερη φωνή. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ο Τσιτσάνης έμεινε στη Θεσσαλονίκη, όπου για ένα μεγάλο διάστημα είχε δικό του μαγαζί, το ‘Ουζερί ο Τσιτσάνης’, στη διασταύρωση Παύλου Μελά και Τσιμισκή, που έγινε διάσημο. Εκεί έγραψε μερικά από τα καλύτερα τραγούδια του, τα οποία ηχογραφήθηκαν μετά τη λήξη του πολέμου.


Το 1946 εγκαθίσταται ξανά στην Αθήνα και αρχίζει να ηχογραφεί. Δίπλα του έγιναν ευρέως γνωστοί τραγουδιστές όπως η Σωτηρία Μπέλλου, η Ιωάννα Γεωργακοπούλου, η Μαρίκα Νίνου και ο Πρόδρομος Τσαουσάκης. Τα επόμενα χρόνια ο Τσιτσάνης γνώρισε ευρύτατη αποδοχή. Ειδικά μετά την πτώση της Χούντας είχε ξεκινήσει και συναυλίες σε στάδια και ανοιχτά θέατρα/ανοιχτούς χώρους, κάτι που συνέβαινε πρώτη φορά για λαϊκά τραγούδια. Η τελευταία του δημόσια εμφάνιση σε ανοιχτό χώρο ήταν σε τιμητική εκδήλωση του Δήμου Νίκαιας, σε συνεργασία του δημάρχου Στέλιου Λογοθέτη με τον Μίκη Θεοδωράκη για τη διοργάνωση του πρώτου πολιτιστικού καλοκαιριού στην Ελλάδα.
Κατά τον μουσικολόγο Λάμπρο Λιάβα, ο Τσιτσάνης, «έβγαλε το λαϊκό τραγούδι από τα όρια του περιθωρίου, όπου το είχαν τάξει τα αντικοινωνικά και ανατολίτικα στοιχεία του, για να το εντάξει στην καινούργια κοινωνική πραγματικότητα της μεταπολεμικής Ελλάδος.

Καθιέρωσε νέο ύφος παιξίματος και τραγουδιού με τον εξευρωπαϊσμό-συγκερασμό των κλιμάκων, αρμονίες με δεύτερες και τρίτες φωνές, εμπλουτισμένη ενορχήστρωση και καινοτομίες στην ποιητική δομή, όπου για πρώτη φορά το λαϊκό τραγούδι απoμακρύνθηκε από τις παραδοσιακές φόρμες του δίστιχου επισημοποιώντας το ρόλο του ρεφρέν». Ο Βασίλης Τσιτσάνης ήταν στενός φίλος του Ανδρέα Παπανδρέου, προέδρου του ΠΑΣΟΚ και πρωθυπουργού της χώρας, και ο αγαπημένος του μουσικός. Πέθανε στις 18 Ιανουαρίου 1984 στο Λονδίνο, όπου βρισκόταν για εγχείρηση, και κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.

Τον Ιούλιο του 1942 παντρεύτηκε τη Ζωή Σαμαρά, από τα Γρεβενά, όντας αρραβωνιασμένοι επί 19 μήνες. Κουμπάρος ήταν ο προσωπικός φίλος του Τσιτσάνη Νικόλαος Μουσχουντής, ο οποίος ήταν και διοικητής Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης, αλλά και θαυμαστής του έργου τού Τσιτσάνη και γενικώς του ρεμπέτικου τραγουδιού. Απέκτησε μια κόρη, τη Βικτώρια και ένα γιο, τον Κώστα.