Tο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης συνεχίζοντας την πολιτική ανάδειξης αποκεντρωμένων καλλιτεχνικών αναζητήσεων

σε περιφέρειες, διοργανώνει ατομική έκθεση της καλλιτέχνιδας Dilek Winchester (Ντιλέκ Γουίντσεστερ), μιας από τις σημαντικότερες εκπροσώπους της νεότερης γενιάς στη σύγχρονη τουρκική σκηνή.

Η έκθεση θα εγκαινιαστεί στις 31 Οκτωβρίου 2012 και θα διαρκέσει έως τις 13 Ιανουαρίου 2013.

Γεννημένη το 1974 στην Κωνσταντινούπολη, όπου  ζει και εργάζεται σήμερα, η Γουίντσεστερ σπούδασε ζωγραφική στο Central St Martins College of Art and Design στο Λονδίνο (Πτυχίο, 1998), Τέχνη, Ντιζάιν και Νέα Μέσα στο London Metropolitan University (Μaster, 2002) και στη συνέχεια γλυπτική στο Ινστιτούτο Καλών Τεχνών του Marmara University (Διδακτορικό, 2010). Ατομικές εκθέσεις και συμμετοχικές δράσεις στο δημόσιο χώρο έχει πραγματοποιήσει στην Κωνσταντινούπολη, το Λονδίνο, τη Λειψία κ.ά., ενώ έργα της έχουν επίσης παρουσιαστεί σε διεθνείς εκθέσεις, όπως οι: In Other Words, NGBK και Kunstraum Kreuzberg/Bethanian στο Βερολίνο (2012), Tarjama/Translation,  The Herbert F. Johnson Museum of Art, Cornell University (2010) και Queens Museum of Art, Νέα Υόρκη (2009), και Komşularla Konuşmalar [Neighbors in Dialogue], Istanbul Collection for Ars Aevi, Galerija Collegium Artisticum, Σεράγεβο (2008) κ.ά.

Όπως γράφει η Διευθύντρια του ΕΜΣΤ Άννα Καφέτση, που επιμελήθηκε την έκθεση: «Στα έργα της, εγκαταστάσεις, σχέδια, φωτογραφίες και βίντεο, κεντρική θέση κατέχει η γλώσσα, κυρίως με τη μορφή του γραπτού λόγου και της συγκρότησης γλωσσικών αρχείων, ενώ παράλληλα χρησιμοποιούνται τεχνικές ντοκυμαντέρ με συνεντεύξεις και φωτογραφικές καταγραφές, καθώς και έτοιμες εικόνες από αρχειακές και διαδικτυακές πηγές. Το ερευνητικό ενδιαφέρον της καλλιτέχνιδας εστιάζεται κυρίως στο ύστερο οθωμανικό παρελθόν της τουρκικής λογοτεχνίας του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, και ειδικότερα στη χρήση διαφορετικών γραφών και αλφάβητων από το καραμανλίδικο και αρμενοτουρκικό μυθιστόρημα και θέατρο, γραμμένα στην τουρκική γλώσσα με το ελληνικό και αρμενικό αλφάβητο αντίστοιχα.

Ταυτόχρονα, το ενδιαφέρον της για τη γλώσσα, ως κοινό πολιτισμικό και ανθρωπολογικό εργαλείο,  και η επιθυμία της να αποδώσει με λέξεις, σωματικές εκφράσεις και μεταφορές αυτό που δεν μπορεί να ειπωθεί, την οδηγούν σε μια ατέρμονη, σχεδόν αδύνατη αναζήτηση ορισμού, καταγραφής και ταξινόμησης των ανθρώπινων συναισθημάτων μέσα στην ποικιλία και τον τεράστιο πλούτο τους. Οι συνειρμοί που γεννιούνται σε σχέση με την γεωμετρική μέθοδο ορισμού των συναισθημάτων στην Ηθική φιλοσοφία του Σπινόζα αλλά και με φιλοσοφικές θέσεις για τη γλώσσα του Βιτγκενστάιν, διευρύνουν το ερμηνευτικό πλαίσιο των γλωσσοκεντρικών έργων της.

Η Γουίντσεστερ επαναφέρει στο προσκήνιο άγνωστα μέχρι πρόσφατα ή περιθωριοποιημένα κείμενα της καραμανλίδικης και αρμενοτουρκικής γραμματείας, που ως υβριδικά, γραμμένα από τουρκόφωνους ελληνικής και αρμενικής καταγωγής, αποκλείστηκαν από τον τουρκικό λογοτεχνικό κανόνα, ανασύρει από τη λήθη ένα πολυγλωσσικό παρελθόν ξαναγράφοντάς, συχνά με το χέρι, ξεχασμένα αλφάβητα, αναζητά και καταγράφει μέσα από μεταφραστικές διαδικασίες και γλωσσικά παίγνια κρυφές και νέες σχέσεις ανάμεσα σε πράγματα/συναισθήματα και το όνομά τους στην καθημερινή γλώσσα. Μέσα από τις δημιουργικές αυτές πρακτικές διερευνά ζητήματα εθνικής ταυτότητας και διαπολιτισμικότητας, εξετάζει και σχολιάζει με κριτικό τρόπο, συχνά παιγνιώδη, σχέσεις γλώσσας και ιδεολογίας, τέχνης και πολιτικής.

Στην έκθεση παρουσιάζονται οκτώ έργα της τελευταίας πενταετίας, μεταξύ των οποίων και δύο νέες βιντεοεγκαταστάσεις (Zevallı Delikanlı και Alphabets (Interviews)του 2012), που παρουσιάζονται για πρώτη φορά. Κεντρική θέση στην έκθεση κατέχει η εγκατάσταση με τίτλο On reading and Writing (Περί ανάγνωσης και γραφής) του 2007, ένα κομβικό έργο που συνοψίζει την βασική έρευνα και προβληματική της Γουίντσεστερ, στο όριο μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας. Σε τρεις μαυροπίνακες η καλλιτέχνις μεταγράφει με λευκή κιμωλία τρία αποσπάσματα δικού της κειμένου, γραμμένα στην τουρκική γλώσσα με ελληνικό, αραβικό και αρμενικό αλφάβητο, που αφηγούνται αυτή τη γλωσσική «βαβέλ» με τα μάτια ενός μικρού παιδιού. Η αναφορά στην ιστορική φωτογραφία που απεικονίζει τον Κεμάλ Ατατούρκ να παρουσιάζει σε φορητό μαυροπίνακα το νέο λατινικό αλφάβητο της νεοσύστατης Δημοκρατίας της Τουρκίας το 1928, είναι φανερή για τον επισκέπτη της έκθεσης, και μέσα απ’ αυτήν μπορεί να διαβάσει τον κριτικό σχολιασμό του έργου πάνω στη βίαια ρήξη και τις τραυματικές πολιτικές της πολιτιστικής επανάστασης απέναντι σε ένα πλούσιο πολυπολιτισμικό οθωμανικό παρελθόν».

Επιμέλεια: Άννα Καφέτση