Ντοκιμαντέρ. Τριακόσιες λέξεις. Ελεύθερη επιλογή θέματος. Διατρέχω αυθόρμητα τις ταινίες στις οποίες θα αναφερθούμε.

1996, μετά τις σπουδές μου (έξι χρόνια εκτός Ελλάδος) Λήμνος, Μηχανοκίνητο Τάγμα Πεζικού, “το πιο μαύρο τάγμα στην Ελλάδα”, όπως το αποκαλούσαν. Μέσα σ’ όλα τα άλλα, σκεφτόμουν πολύ συχνά τη γιαγιά μου. Ογδόντα επτά ετών τότε, συνέχιζε να ζει μόνη της στο χωριό, στην Πίνδο, υπερασπιζόμενη με σθένος το πατρικό μας ενάντια στο φράγμα της Μεσοχώρας, αρνούμενη πεισματικά κάθε πρόταση να κατέβει στην πόλη. Ένιωθα ενοχές που λόγω των σπουδών δεν είχα προλάβει να κάνω τίποτε γι’ αυτό που γινόταν, για την ίδια, για χάρη των ιστοριών από την δύσκολη ζωή της, που μου διηγούνταν δίπλα στο τζάκι και οι οποίες με καθόρισαν. Θυμάμαι ήμουν σίγουρος  πώς θα ήθελα να ξεκινήσει το ντοκιμαντέρ. Όπως κάθε φορά που έφτανα στο χωριό, «Γιαγιά, γιαγιά!» θα φώναζα πλησιάζοντας στο σπίτι. Κι αμέσως θα ακουγόταν δυνατά και χαρούμενα η φωνή της: «Π’λιμ γλυκό! Π’λιμ γλυκό!».

Δεκαπενταύγουστος, Μεσοχώρα Τρικάλων, πριν από τρία χρόνια. Ψώνιζα από τον μανάβη. Καθώς περίμενα την σειρά μου μπροστά από το φορτηγό, μου ήρθε η ιδέα για την ταινία.  Έτσι, αναπάντεχα. Αφού ψώνισα, δεν γύρισα στο σπίτι. Έμεινα  και κοιτούσα το φορτηγό. Όλα βούιζαν μες στο κεφάλι μου.

Παρακάλεσα τον κυρ-Νίκο να τον ακολουθήσω στο δρομολόγιό  του. «Μπες μέσα!», μου είπε. Ξεκινήσαμε. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα συναισθήματά  μου μπροστά σ’ αυτά που έβλεπα να διαδραματίζονται σε κάθε στάση. Ήξερα πως ο Μανάβης θα ήταν η επόμενη ταινία μου!

Το 2000 ήταν μια σημαντική χρονιά για μένα. Ξεκίνησα να εργάζομαι σε δραματικές σχολές ως καθηγητής υποκριτικής στον κινηματογράφο. Ανακάλυψα την χαρά τού να βρίσκομαι ανάμεσα σε νέους, συνειδητοποιημένους ανθρώπους, να ψάχνουμε και να βρίσκουμε μαζί. Με είχε εντυπωσιάσει βαθιά ο μόχθος τους για να υλοποιήσουν το όνειρό τους, να γίνουν ηθοποιοί. Μια διαδικασία που λίγος κόσμος φαντάζεται πόσο δύσκολη, κοπιαστική και οδυνηρή είναι κάποιες φορές.  

Το 2008 ξεκίνησα τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ. Μετά από μερικούς μήνες έπρεπε – παρά την θέλησή μου – να σταματήσω. Είχα λυπηθεί πολύ. Το μόνο που με παρηγορούσε ήταν πως θα μπορούσα να ξαναρχίσω. Πράγμα που έγινε. Το 2011, ύστερα από 3 χρόνια.  

Info: Ο Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος σπούδασε σκηνοθεσία κινηματογράφου και τηλεόρασης στο Πανρωσικό Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου της Μόσχας (V.G.I.K). Έχει σκηνοθετήσει για την τηλεόραση και τον κινηματογράφο ντοκιμαντέρ, σειρές, μικρού και μεγάλου μήκους ταινίες, ενώ δουλειές του έχουν βραβευτεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Από το 2000 διδάσκει Υποκριτική στον Κινηματογράφο σε Δραματικές Σχολές μεταξύ των οποίων και η Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης του Κ.Θ.Β.Ε. Από το 2004 μέχρι το 2007 διετέλεσε διδάσκων καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, στο Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, ενώ από το 2009 έως το 2013, στην Σχολή Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ,  στο Τμήμα  Κινηματογράφου.

*Αναδημοσίευση από το περιοδικό Culturenow Mag, τεύχος 29