Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη το βιβλίο του Τζέϋ Άσερ με τίτλο “Δεκατρία Γιατί”, σε μετάφραση από την Αργυρώ Πιπίνη.

 

Το βιβλίο:

Μια μέρα ο Κλέυ βρίσκει στη βεράντα του σπιτιού του ένα πακέτο με το όνομά του. Όταν το ανοίγει, ανακαλύπτει εφτά κασέτες που έχουν ηχογραφηθεί από τη Χάννα, πρώην συμμαθήτρια και κρυφό του έρωτα. Μόνο που η Χάννα έχει δώσει τέλος στη ζωή της εδώ και δύο εβδομάδες…

 

Όταν ο Κλέυ βάζει την πρώτη κασέτα να παίξει, ακούει τη φωνή της Χάννα να του ανακοινώνει ότι είναι ένας από τους δεκατρείς λόγους που την οδήγησαν στην αυτοκτονία. Γιατί όμως;

 

Στην καρδιά του σοφού αυτού μυθιστορήματος βρίσκεται η βαθιά κατανόηση της εφηβικής σύγχυσης σε όλες τις επίπονες παραλλαγές της. Εδώ βρίσκουμε τη διαδρομή προς την αυτοκτονία ενός κοριτσιού που άφησε μια ολόκληρη κοινότητα να αναρωτιέται: Γιατί πέθανε η Χάννα Μπέικερ; Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά βρίσκεται στις κασέτες όπου οι γνωστοί του νεκρού κοριτσιού θα ακούσουν την απόκοσμη φωνή της να εξιστορεί τη συνεχή της πτώση και να κατονομάζει τους δεκατρείς ανθρώπους που την οδήγησαν στη φριχτή απόφαση της αυτοκτονίας. Καταδεικνύοντας τις αφανείς —αλλά και τις εμφανείς— πράξεις σκληρότητας στη ζωή ενός εφήβου (από τα κουτσομπολιά μέχρι τις φήμες, τους εκφοβισμούς, την αδιαφορία αλλά και τη σκληρότητα), η Χάννα εξηγεί στους ακροατές της ότι «τελικά όλα έχουν τη σημασία τους».

 

Το αυτί του πρωτοεμφανιζόμενου Άσερ είναι συντονισμένο στην εφηβική απελπισία, καθώς, όπως ο ίδιος παραδέχεται, έχει αντλήσει την έμπνευσή του από ένα συγκεκριμένο συμβάν της ζωής του: «Ήμουν στο γυμνάσιο και οι φίλοι μου πείραζαν έναν συμμαθητή μας» λέει. «Δεν κάναμε τίποτα πραγματικά κακό, απλώς επαναλαμβάναμε ένα αστείο που κυκλοφορούσε. Όμως μια φορά το πρόσωπο του θύματος είχε ένα διαφορετικό ύφος… Ήταν ανέκφραστος και το βλέμμα του μ’ έκανε να παγώσω. Τότε μου ήρθε σαν χτύπημα η αίσθηση ότι δεν είχα ιδέα πώς μπορεί να ήταν η ζωή αυτού του παιδιού έξω από το σχολείο, κι αυτό σήμαινε ότι δεν είχα ιδέα τι αποτέλεσμα μπορεί να είχε πάνω του αυτό το μικρό πείραγμα».

 

Ο συγγραφέας:

Ο Τζέυ Άσερ συνέλαβε την ιδέα του μυθιστορήματος μέσα σ’ ένα μουσείο, την ώρα που παρακολουθούσε μια ηχογραφημένη ξενάγηση. Η φωνή της ξεναγού που περιέγραφε όλα όσα έβλεπε μπροστά του, δίχως να είναι παρούσα, του φάνηκε αλλόκοτα παράξενη.