Το 9ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Σύρου (SIFF) ξεκινά σε λίγες ημέρες τον καθιερωμένο του «διάλογο» με το κυκλαδίτικο νησί της Σύρου και εμείς συνομιλούμε με τους ιδρυτές και διοργανωτές του, Cassandra Celestin και Jacob Moe σε μία συζήτηση εφ’όλης της ύλης. Ξεκινάμε από την αρχική ιδέα και την παιδική τους αγάπη για την Σύρο και συνεχίζουμε με την ανταπόκριση που έχει από το κοινό ένα πρωτότυπο για τα ελληνικά δεδομένα και την κινηματογραφική εμπειρία φεστιβάλ.

Ακόμη, μαθαίνουμε γιατί η φετινή έκδοση του φεστιβάλ φέρει τον τίτλο «Εκτός εποχής», ενώ μας ιντριγκάρουν όσα ακούμε για τις νέες καλλιτεχνικές αναθέσεις που θα απολαύσουμε πηγαίνοντας σε ιστορικές τοποθεσίες της Σύρου. Παρά τις δυσκολίες της COVID εποχής αναμένουμε ένα αυθεντικό φεστιβάλ γεμάτο εκπλήξεις και νέες πολυαισθητηριακές εμπειρίες. Οπότε, σας προτείνουμε να αρχίσετε να ετοιμάζεται βαλίτσες και να μας συνοδεύσετε στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων σε αναζήτηση του τι σημαίνει σινεμά και μνήμη.


-Ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Πώς καταλήξατε στην ιδέα αυτού του σύγχρονου και συνάμα πρωτότυπου κινηματογραφικού φεστιβάλ και γιατί επιλέξατε το νησί της Σύρου;

Η ιδέα για το φεστιβάλ προέκυψε από μία κοινή επιθυμία να δημιουργήσουμε έναν εναλλακτικό χώρο για τον κινηματογράφο, έχοντας ένα κοινό υπόβαθρο από την Σύρο. Και οι δύο μεγαλώσαμε περνώντας κάθε καλοκαίρι στην Σύρο, εξερευνώντας τα τοπία, τις πόλεις και τα μονοπάτια της. Αφού ολοκληρώσαμε τις σπουδές μας -οι οποίες συμπεριλάμβαναν και για τους δύο τον κινηματογράφο- στραφήκαμε στο μέρος που αγαπούσαμε περισσότερο για να δημιουργήσουμε αυτήν τη διοργάνωση. Ήμασταν πολύ νέοι όταν ξεκινήσαμε το φεστιβάλ και αναζητήσαμε άλλες εκδηλώσεις -παλιές και νέες- που έλαβαν χώρα σε απρόσμενα και απομακρυσμένα μέρη, προσκαλώντας τον κόσμο να βιώσει τον κινηματογράφο με τρόπο πιο προσωπικό και άμεσο, συνδυάζοντας πλήρως την εμπειρία της θέασης με την εμπειρία ενός συγκεκριμένου τόπου.

Ξεκινήσαμε να δουλεύουμε για το φεστιβάλ πριν από περίπου μία δεκαετία πλέον, και μας είναι ενδιαφέρον να κατανοούμε αναδρομικά πως εν μέρει αυτό που μας ώθησε ήταν η αίσθηση του ότι έβλεπε κανείς όλο και περισσότερο σινεμά διαδικτυακά και ότι η ιδέα μιας φυσικής, συλλογικής θέασης σε ένα δεδομένο μέρος άλλαζε. Ειδικά, λοιπόν, τώρα μετά από αυτό το χρόνο βλέπουμε ότι κάτι τέτοιο γίνεται πραγματικότητα! Το αναφέρουμε για να πούμε ότι ακόμα και τότε ένα από τα πράγματα που μας ενθουσίαζε ήταν η ιδέα του να δημιουργήσουμε μία πραγματικά μοναδική εμπειρία θέασης, που ήδη από τότε αισθανόμασταν πως θα αλλάξει. Και νιώθαμε πως η Σύρος -ένα μέρος που μας ήταν πολύ οικείο, αλλά επίσης ένα νησί, χωρίς σύνδεση με τη βιομηχανία του κινηματογράφου, χωρίς ένα έντονα αστικό σκηνικό- ήταν πολύ πρόσφορη για αυτές τις ιδέες.

-Πώς νιώθετε με τη θερμή ανταπόκριση του κοινού όλα αυτά τα χρόνια; Φαντάζομαι ότι λαμβάνετε αρκετά ενθουσιώδη σχόλια.

Η σχέση μας με το κοινό του φεστιβάλ είναι κάτι που έχει εξελιχθεί σταδιακά και προοδευτικά αυτά τα εννιά χρόνια. Από τη μία πλευρά, οι προβολές σε κάποιες από τις τοποθεσίες -το ναυπηγείο Ταρσανάς, η κεντρική πλατεία της Ερμούπολης, η αυλή μιας εκκλησίας στην Άνω Σύρο, για παράδειγμα- σημαίνουν και την συμμετοχή συγκεκριμένων κοινοτήτων από όλο το νησί, κάθε χρόνο. Μερικά από τα σχόλια που σήμαιναν μεγάλη επιβράβευση για εμάς ήρθαν από ανθρώπους για τους οποίους το φεστιβάλ ήταν μια ασυνήθιστη και αναπάντεχη εμπειρία: μια ομάδα παιδιών που έπαιζε στην πλατεία της πόλης, ενώ προβαλλόταν η ταινία “Vampyr”, του Carl Theodor Dreyer, υπό τη μουσική της Ela Orleans, ή εργάτες του ναυπηγείου που έμειναν παραπάνω ώρες κατά τη διάρκεια μιας περφόρμανς του Gravity Hill, ένα συνεργατικό project από τον σκηνοθέτη Jem Cohen και τους μουσικούς Giorgos Xylouris, DJ Rupture. Ταυτόχρονα, μαζί με αυτές τις κοινότητες το φεστιβάλ έχει αναπτύξει ένα διαρκώς αυξανόμενο κοινό επισκεπτών από άλλα μέρη της Ελλάδας, και ολόκληρου του κόσμου. Τα σχόλια τους -ειλικρινή, ενθαρρυντικά, εποικοδομητικά- αποτελούν ένα κομμάτι που μας κινητοποιεί και το οποίο ενσωματώνουμε κάθε χρόνο στην επόμενη έκδοση του φεστιβάλ.

-Θα θέλαμε, επίσης, να μάθουμε περισσότερα για το κόνσεπτ του τίτλου της φετινής διοργάνωσης “Off-season” [Εκτός εποχής]. Ποιες είναι οι έννοιες που θέλατε να εξερευνήσετε και γιατί;

Επιλέξαμε το θέμα αυτό ως οργανωτική ομάδα πριν την στιγμή του COVID, με πραγματικό επίκεντρο τον τουρισμό και πώς η δραστηριότητά του επηρεάζει μέρη όπως η Σύρος, τόσο στην Ελλάδα αλλά και πέρα από αυτή, τα οποία εξαρτώνται, είτε οικονομικά είτε με άλλους τρόπους, από αυτή την εμπειρία. Η τουριστική εικόνα προορισμών όπως η Ελλάδα, που εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο, έχει πολύ έντονες επιπτώσεις στην κοινωνική και πολιτιστική ζωή των μερών αυτών, ακόμα και αν οι εικόνες είναι ιδιαιτέρως κατασκευασμένες.

Για το λόγο αυτό, μας ενδιέφερε ειδικά το «εκτός εποχής», ως ένας χώρος ή χρόνος στον οποίο οι τουριστικές εικόνες βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση με μία πιο ρεαλιστική αίσθηση του χώρου και τελικά, την περίπλοκη φύση αυτών των ζητημάτων. Παρόλα αυτά, αφού ο COVID άλλαξε εντελώς τον κόσμο και φυσικά, το περσινό μοντέλο του φεστιβάλ, ξεκινήσαμε να σκεφτόμαστε για το «Εκτός εποχής» και με άλλους όρους. Σκεφτήκαμε για μία δραστικά διαφορετική εμπειρία του χρόνου, η οποία ήταν ουσιαστικά πάντοτε εκτός εποχής και παρόλα αυτά, τρομερά συνδεδμένη με άλλους ανθρώπους, αν και με έναν τρόπο μη φυσικό.

-Θα θέλατε να μας πείτε περισσότερα για το πρόγραμμα και τις τοποθεσίες της φετινής διοργάνωσης; Υπάρχουν εκδηλώσεις που δε θα έπρεπε να χάσουμε και θα θέλατε να μας προτείνετε;

Κάτι μοναδικό στο πρόγραμμα αυτής της έκδοσης του φεστιβάλ είναι ο αριθμός των έργων σε νέα ανάθεση που θα φιλοξενήσουμε, τα οποία δημιουργήθηκαν ειδικά για το SIFF. Αυτό είναι αποτέλεσμα της παράτασης που πήρε η θεματική σε έναν άξονα δύο χρόνων, και στο ότι δημιουργήθηκαν νέες ταινίες και οπτικοακουστικά πρότζεκτ μέσα από σεμινάρια και συνεργασίες μεγάλης διάρκειας με τους καλλιτέχνες.  Σε αυτά περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων: η εγκατάσταση «Τελετή Καθέλκυσης», της Μαρίνας Γιώτη, στην αποκορύφωση ενός έτους αρχειακής έρευνας και συνεργασίας με την θερεμινίστριαt May Roosevelt, το «Χειρόγραφον» από τον μουσικό ερευνητή Ian Nagoski, και την ταινία «Πίσω αυλή με θέα», από την καλλιτέχνιδα Δήμητρα Κονδυλάτου.

Όπως κάθε χρόνο, προσπαθούμε να χρησιμοποιήσουμε για τις προβολές τοποθεσίες, οι οποίες ενσωματώνουν την κοινωνική κληρονομιά και την ιστορία του νησιού, και φέτος είμαστε στην ευχάριστη θέση να παρουσιάσουμε νέους χώρους που κάνουν ακριβώς αυτό. Για παράδειγμα, έχουμε ένα πάρκινγκ στο κέντρο της Ερμούπολης, το οποίο ήταν ο χώρος του πρώην θερινού σινεμά Αθηνά, που έκλεισε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970. Ανοίγοντας ξανά έναν χώρο για κινηματογραφικές προβολές μετά από τόσα χρόνια, προσπαθούμε να αφυπνίσουμε εκ νέου κάποιες από εκείνες τις μνήμες και εμπειρίες.

-Είναι η δεύτερη χρονιά, στην οποία φιλοξενείτε την Ελληνίδα καλλιτέχνιδα Μαρίνα Γιώτη, αυτή τη φορά με μία τοπο-ειδική εγκατάσταση. Θα θέλατε να μας πείτε περισσότερα για αυτή την συνεργασία και πώς το παρελθόν μπορεί να αναβιώσει μέσα από τον κινηματογράφο;

Η Μαρίνα Γιώτη είχε έρθει στο SIFF το 2019 για να παρουσιάσει τη μικρού μήκους ταινία “As to Posterity”, η οποία παρουσίαζε μία Αθήνα στο προτσεχές μέλλον κενή από ανθρώπους, σε μία προφητική αλληγορία για την αίσθηση που απέπνεε η πολη κατά τη διάρκεια του lockdown την εποχή του COVID. Αυτή τη φορά η Γιώτη επιστρέφει με ένα πρότζεκτ εξίσου παγκόσμιο, αλλά πιο αισιόδοξο. Η «Τελετή Καθέλκυσης» αντιλαμβάνεται τις τελετές εγκαινίασης των πλοίων και τα επακόλουθα ταξίδια τους σαν αλληγορίες της ανθρώπινης ύπραξης, που πραγματώνουν την υπέρβαση των φυσικών ορίων και την εξερεύνηση άγνωστων κόσμων. Η εγκατάσταση σχεδιάστηκε ειδικά για το παραδοσιακό ναυπηγείο του Ταρσανά στη Σύρο και αποζητά να αναβιώσει τα παρελθοντικά φαντάσματα του τεράστιου ρόλου που έπαιξε η Σύρος στην ναυτική ιστορία της Ελλάδας, συνδυάζοντας σπάνιο αρχειακό υλικό από την Ταινιοθήκη της Ελλάδος με πλάνα από διεθνείς τελετές καθέλκυσης και ταξιδιών. Μέσα στον χώρο του ναυπηγείου, οι εικόνες αυτές, η ανατριχιαστική ζωντανή μουσική της May Roosevelt, οι πραγματικοί ήχοι του ίδιου του ναυπηγείου και το κοινό του φεστιβάλ θα συγχωνευθούν σε μία μοναδική, site-specific δημιουργία που θα απευθύνεται τόσο στην συλλογική μας μνήμη για το μισό του περασμένου αιώνα, όσο και στην παροντική μας εμπειρία.

-Πώς ήταν η εμπειρία του προγραμματισμού για το φεστιβάλ κατά τη διάρκεια της πανδημίας; Θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας κάποιες από τις προκλήσεις που προέκυψαν;

Ίσως το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν ότι ήμασταν διαρκώς έτοιμοι να αλλάξουμε πρόγραμμα την τελευταία στιγμή ή έστω εβδομάδα. Πολλές από τις αναθέσεις του φετινού προγράμματος -συμπεριλαμβανομένου της «Τελετής Καθέλκυσης»- είχαν αρχικά συλληφθεί πριν τον COVID, και μεταμορφώθηκαν τελειώς μετά από αυτόν. Κάποιες από τις προκλήσεις μάς οδήγησαν σε νέες κατευθύνσεις: το καλοκαίρι του 2020, όταν ακόμα το μέλλον των προβολών με φυσική παρουσία ήταν αβέβαιο, αποφασίσαμε να παρουσιάσουμε ένα επαναλαμβανόμενο πρόγραμμα προβολών στην ελληνική δημόσια τηλεόραση (ΕΡΤ) για τον μήνα Αύγουστο, προτιμώντας να εξερευνήσουμε τις ιδιατερότητες αυτού του μέσου από το να προβάλλουμε τις ταινίες μας online. Παρομοίως, το κινηματογραφικό workshop για κινηματογραφικά αρχεία με τίλτο «Περιφερειακή Όραση», αναπτύχθηκε από τη μορφή ενός πενθήμερου εργαστηρίου με φυσική παρουσία σε ένα 10μηνο υβριδικό μοντέλο, το οποίο έφερε ως αποτέλεσμα πολύ πιο ολοκληρωμένα πρότζεκτ από τους εννιά συμμετέχοντες καλλιτέχνες-κινηματογραφιστές. Οι ταινίες και οι εγκαταστάσεις που δημιουργήθηκαν θα παρουσιαστούν την τελευταία ημέρα του φεστιβάλ. Νομίζω ότι έχουμε ξεκάθαρα αναδυθεί ανθεκτικότεροι και πιο προσαρμοστικοί στις αλλαγές ως προς το πώς οραματιζόμαστε και εξελίσσουμε το φεστιβάλ, μετά τον τελευταίο χρόνο.

-Τι θα θέλατε να πείτε στους φίλους του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Σύρου (SIFF), που δεν είχαν ακόμη την ευκαιρία να επισκεφθούν τις μαγικές νύχτες των εκδηλώσεων; Θα θέλατε να μας περιγράψετε την αίσθηση που επικρατεί κατά τη διάρκεια των κινηματογραφικών προβολών γύρω από το αγαπημένο κυκλαδίτικο νησί;

Πρώτα από όλα, ελπίζουμε να σας έχουμε κοντά μας σύντομα! Το φεστιβάλ έχει γίνει ευρέως γνωστό, αλλά ευτυχώς, συνεχίζει να διατηρεί έναν προσωπικό χαρακτήρα. Έχουμε ακούσει πολλούς φίλους και επισκέπτες να λένε ότι γνώρισαν διαφορετικούς ανθρώπους στο φεστιβάλ και ότι αισθάνθηκαν πως επρόκειτο για μία εμπειρία γεμάτη διάρκεια και κίνηση. Τα προηγούμενα χρόνια, η αίσθηση που επικρατούσε ήταν πολύ συλλογική, με ην έννοια του ότι καθώς περνούν οι μέρες, τα πρόσωπα γίνονται γνώριμα και ο κόσμος αντιδρά συντονισμένα στις προβολές και τις εκδηλώσεις, συνεχίζοντας τις συζητήσεις μέρα και νύχτα, είναι κάτι συνεχόμενο. Τώρα με τον κορονοϊό, θα λέγαμε πως η περσινή χρονιά ήταν πραγματικά ευχάριστη και ο κόσμος απλά ήταν χαρούμενος που βρισκόταν σε ένα χώρο μαζί με άλλους, λαμβάνοντας μέρος σε κάτι όλοι μαζί και αφήνοντας τις εικόνες και τους ήχους να τους γεμίσουν.

-Την επόμενη χρονιά το φεστιβάλ κλείνει τα πρώτα δέκα χρόνια συνεχούς παρουσίας και το ερώτημα “Τι είναι σινεμά” παραμένει. Σχεδιάζετε ήδη ένα πρόγραμμα ακόμα πιο γιορτινό από ότι συνήθως;

Συνεχίζουμε να εστιάζουμε στη δημιουργία ενός προγράμματος, που αναμειγνύει αναδρομικές και σύγχρονες ταινίες, καθώς και περισσότερα εκπαιδευτικά προγράμματα και αναθέσεις που εμπλέκονται, ας ελπίζουμε με την ευρύτερη περιοχή της Σύρου. Σχεδιάζουμε να καλέσουμε περισσότερους καλλιτέχνες και υπεύθυνους εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Θα θέλαμε, επίσης, να συμπεριλάβουμε ξανά περισσότερες από τις κοινωνικές μας εκδηλώσεις, ώστε να δώσουμε στους ανθρώπους τον αναγκαίο χρόνο να συναναστραφούν εκ νέου, όταν οι υγειονομικές συνθήκες βελτιωθούν.

Διαβάστε επίσης:

Το 9ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Σύρου ξεκινά!
SIFF 9 – Off-Season: Το πρόγραμμα του φεστιβάλ που έγινε θεσμός!
SIFF 2021: Η Μαρίνα Γιώτη παρουσιάζει την εγκατάσταση «Τελετή Καθέλκυσης»