Γράφτηκε το 1982 από τον Αμερικανό συγγραφέα Christopher Durang και πραγματεύεται τον αυτοπροσδιορισμό του φύλου καυτηριάζοντας τις όποιες αγκυλώσεις της κοινωνίας.

Το «Baby» είναι μία δημιουργία πέρα από σύνορα που άνετα στέκεται στη σύγχρονη εποχή. Και αυτό γιατί η διαχρονικότητα της αυτοδιάθεσης και κοινωνικοποίησης του ατόμου παραμένει κλασικό αίτημα.

Την παράσταση σκηνοθετεί η Αναστασία Κουμίδου με το μοναδικά ευρηματικό και εισχωρητικό της ταλέντο, αναδεικνύοντας την ενδιαφέρουσα μετάφραση του Χρήστου Παρίδη.

Μια δουλειά πρόκληση, αν σκεφτούμε πως αγγίζει ένα νευραλγικό θέμα που δίνει τη δυνατότητα στο άτομο να οριοθετήσει την ταυτότητά του. Και η πρόκληση γίνεται διπλή, καθώς το θεατρικό προϊόν παράγεται σκηνικά με κωμικό ύφος.

Το πυρηνικό θεματικό κέντρο βέβαια κάθε άλλο παρά κωμικό είναι. Είναι δραματικό με δυσδιάκριτα τα όρια από την κάθε σαρκαστική διάθεση. Αν όμως δεν «διακωμωδήσουμε» τα πολύ σοβαρά ζητήματα, οι προσδοκίες για μία ακομπλεξάριστη κοινωνία ναυαγούν εν μια νυκτί.

Το να αποφασίζει ο άνθρωπος βοηθούμενος και από τη σχετική νομοθεσία πώς θα ζήσει, δείχνει το πολιτικό εύρος του συστήματος. Επιλέγοντας το φύλο από μόνος του γεννιέται ένα ιδιότυπο μανιφέστο ενάντια στον ετεροκαθορισμό που χωρίς έλεος κολλάει τις ταμπέλες. Όταν συντρέχουν σοβαροί λόγοι που δεν αφήνουν την κάθε προσωπικότητα να αναπτυχθεί τότε πρέπει να μπουν οι μηχανισμοί προστασίας του ατόμου. Αυτοπροστασία μέσα από επιλογή και μόνο, με τον ανάλογο βέβαια βαθμό ωριμότητας γι αυτό το καθοριστικό εγχείρημα.

Σε όλη αυτή την ιστορία εμπλέκονται θεσμοί και φορείς, όπως η οικογένεια, η εκπαίδευση, η πολιτεία και η ψυχοθεραπεία.

Στο «Baby», το αγόρι που γεννιέται γίνεται αντικείμενο ανόμοιων ιδεολογικών προσανατολισμών, νοσηρών ιδεοληψιών και συγκρούσεων, από τους συμπεριφορικά παρεκκλίνοντες γονείς. Το ονομάζουν Νταίζη και εξαντλούν πάνω του όλη τη διπολική τους διαταραχή, σκορπίζοντας ασύστολα τα προσωπικά τους σκοτάδια και θανατηφόρα αδιέξοδα. Εθισμένοι σε καταχρήσεις και με εμφανή δείγματα ψυχοπαθολογίας αδυνατούν να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί. Και φυσικά αυτό παραπέμπει στην ευρύτερη εικόνα της κοινωνίας που με ανωριμότητα και προχειρότητα αντιμετωπίζει τα δικαιώματα του κάθε κοινωνικού όντος. Η συλλογική ευθύνη δεν απαλλάσσεται του χρέους της να αξιολογεί με καθαρότητα χωρίς προκαταλήψεις ανθρώπινες ζωές.

Η σκηνοθέτιδα δημιουργεί κλίμα γκροτέσκο με έντονες πινελιές από παλέτα που άνετα θυμίζει θέατρο του παραλόγου. Η σκηνογραφική σύλληψη βάζει το θεατή μέσα στη δράση και τον αφήνει «εκτεθειμένο» να δει και να ακούσει τις τραγελαφικές εικόνες των ηρώων. Είναι ένα πείραμα πάνω στην επικοινωνία ηθοποιών – κοινού που κερδίζει στην ουσία και στα σημεία. Οι συμβολισμοί και οι απαραίτητες ενσωματωμένες στον κορμό του έργου υπερβολές, λειτουργούν καταλυτικά στην αφομοίωση του δύσκολου υλικού.

Καταδεικνύονται με ανάγλυφο τρόπο οι επιρροές της οικογένειας και του εκπαιδευτικού συστήματος πάνω σε αθώα πλάσματα. Το αγόρι που τόσο βάναυσα το χειραγώγησαν έγινε παιχνίδι στα χέρια σκληρών και αυτοκαταστροφικών ανθρώπων με απρόβλεπτες συνέπειες.

Η εμφάνιση κατάθλιψης και οι τάσεις αυτοκτονίας του παιδιού έλκουν τη ρίζα τους στην επανειλημμένη κακοποίησή του. Το αμείλικτο περιθώριο που βιώνει και στο σπίτι και στο σχολείο είναι η δική του «φυλακή».

Περνάνε από μπροστά μας οι χρεωκοπημένοι θεσμοί που ευθύνονται για την ελλειμματική ψυχοπνευματική ανάπτυξη των παιδιών, εγκαταλείποντάς τα στη μοίρα τους. Το συναίσθημα που προσλαμβάνουμε είναι ανατριχίλα και απέχθεια. Απλώς επειδή όλο αυτό αντιμετωπίζεται με κωμικό ύφος κάπως το βάρος γίνεται πιο ελαφρύ.

Τα μηνύματα περνάνε ανεμπόδιστα, καθώς η γοργή ροή και η ένταση με τον καταιγιστικό ρυθμό της αποκαλύπτουν τη δραματικότητα που υποβόσκει. Ασφυξία, θυμός, υστερία, γέλιο, ειρωνεία, είναι μερικές από τις εκφραστικές εκδηλώσεις που με πληθωρικότητα εκπέμπονται στο κοινό. Ένα κοινό μετέωρο ανάμεσα στη λογική και το παράλογο, νιώθει το τίμημα που πληρώνει η «Νταίζη», ζώντας σε ακραιφνώς επικίνδυνο περιβάλλον.

Η προσπάθεια του παιδιού να ζήσει το φύλο του και να αποποιηθεί μια αμφισεξουαλικότητα που του επέβαλαν είναι μία υγιής αχτίδα. Προοικονομείται έτσι μια λανθάνουσα αλλαγή , λαμβάνοντας υπόψη βέβαια και τις κλιμακούμενες σκηνές με τις ανάλογες ανατροπές κατά την εξέλιξη του μύθου.

Ο νεαρός μέσα από τεράστιες δυσκολίες και εμπόδια επιλέγει τη φύση και τη μελλοντική ζωή του. Αυτή η αυτοσυνειδησία σηματοδοτεί την οφειλή κάθε νέας γενιάς να επαναστατεί ενάντια σε ό, τι αρτηριοσκληρωτικό της κληροδοτεί η προηγούμενη. Και να αγωνίζεται διαρκώς για την ενσυναίσθηση στις κάθε είδους σχέσεις.

Η διανομή των ηθοποιών ερμηνευτικά ισχυρή και δεμένη σε ενιαίο σύνολο. Όλοι πολύ καλοί, με σφρίγος, μπρίο, πάθος, έμπνευση και κέφι δόμησαν μία πυκνή θεατρική δουλειά, άξια προσοχής.

Ξεχώρισαν οι Αθηνά Αλεξοπούλου, Ντέπυ Πάγκα και Γιώργος Σουλεϊμάν.

Επίσης οι Χάρης Μπόσσινας, Μαργαρίτα Παπαγιάννη και Εύα Φρακτοπούλου κέντησαν τους ρόλους τους ανάλογα με την ευκαιρία που τους δόθηκε.

Στο ρόλο του ψυχιάτρου ακούγεται η φωνή του Άγγελου Παπαδημητρίου που έχει και την εικαστική επιμέλεια των έξυπνων σκηνικών. Τραπεζάκια και πολλά ρούχα, απλά, λιτά, αλλά με χιούμορ υποβαστάζουν τη δραματουργική δομή του έργου. Αξιοπρόσεκτη η επινόηση με τα επιμήκη κομμάτια από καθρέπτες.

Τη γεμάτη ενέργεια και «γλαφυρή» μουσική επιμελήθηκαν οι ταλαντούχοι Burger Project. Τα εναρμονισμένα με το κέντρο της παράστασης φώτα ρυθμίζει με ακρίβεια η Στέλλα Κάλτσου. Η ενάργεια και το «φως» που διαχέουν προσδίδουν μία νότα μαγείας στο χώρο.

Η Στεφανί Τσάκωνα δίνει με την κίνηση και την χορογραφία της έναν τόνο ευχάριστο στην όλη δράση, έναν αέρα δροσιάς.

Όλοι οι συντελεστές εργάστηκαν με απότοκο μια φωτεινή παράσταση με τη δική της σφραγίδα τόσο στο κείμενο όσο και στην αισθητική.

Μία δημιουργία που ευαγγελίζεται μία ελεύθερη κοινωνία που θα σέβεται το αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ύπαρξης για αυτονομία σε όλα τα επίπεδα. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα γίνουμε πολίτες του κόσμου.

Ελπίζουμε σε μία κοινωνία των εθνών όπου η αποδοχή της διαφορετικότητας θα αποτελεί το moto της.


Διαβάστε επίσης: 

Baby, του Christopher Durang στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης