Την Παρασκευή 24 Ιουνίου 2016 στις 20:00 εγκαινιάζεται η ατομική έκθεση του Γιάννη Γίγα στην γκαλερί ΑΔ.

Ἄνθρωπος καὶ λέων συνοδεύοντες

Ὥδευέ ποτε λέων σὺν ἀνθρώπῳ.


Ἕκαστος δὲ αὐτῶν τοῖς λόγοις ἐκαυχῶντο. Καὶ δὴ ἐν τῇ ὁδῷ ἦν ἀνδρὸς στήλη πετρίνη λέοντα πνίγοντος. Ὁ δὲ ἀνὴρ ὑποδείξας τῷ λέοντι ἔφη· ” Ὁρᾷς σὺ πῶς ἐσμεν ὑμῶν κρείττονες.” Κακεῖνος εἶπεν ὑπομειδιάσας· “Εἰ λέοντες ᾔδεισαν γλύφειν, πολλοὺς ἂν ἄνδρας εἶδες ὑποκάτω λέοντος.



Αισώπου Μύθοι*

Μέσω της Ιστορίας και της τέχνης διαπραγματευόμαστε επεισόδια του παρελθόντος. Στοχεύουμε στην κατανόηση του παρόντος και στην αποκάλυψη του μέλλοντος αναδομώντας τετελεσμένα γεγονότα. Η επιλογή της ακολουθίας των γεγονότων και η αναδόμησή της στηρίζεται στην έρευνα των αρχείων με οδηγούς την ιδεολογία αλλά και το ένστικτο και την φαντασία. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που για αρκετούς ιστορικούς η Ιστορία θα έπρεπε να συγκαταλέγεται μεταξύ των τεχνών και όχι των επιστημών.

Επί μακρές ιστορικές περιόδους  το έργο τέχνης είχε ακριβώς την ίδια λειτουργία ανάπλασης και μεταφοράς εμπειριών και ιδεών με σκοπό την κοινωνία τόσο του αισθητού όσο και του υπεραισθητού κόσμου. Αυτήν άλλωστε την λειτουργία της τέχνης έχουμε υπ’ όψιν μας όταν  αναφερόμαστε σε κατηγορίες όπως πολιτική, θρησκευτική κλπ. Ιστορία και τέχνη έχουν μια σχέση αρχαία που συγκρότησε ταυτότητες και συλλογικότητες.

Αυτή είναι η αφετηρία και της ζωγραφικής των εικόνων.  Γι’ αυτό αναφερόμαστε στην ιστόρηση των ναών για να καταδείξουμε με σαφήνεια την χρήση της εικαστικής αυτής γλώσσας στην δημιουργία «βιβλίων» για αναλφάβητους. Την παράδοση αυτή των 15 αιώνων πραγματεύεται με το έργο του ο Γίγας. Τόσο μορφολογικά, ως γλωσσική εξελικτική πορεία και όχι ως παγιωμένο κανόνα, όσο και εννοιολογικά, επιλέγοντας την ιστόρηση γεγονότων που επιδιώκει να διατηρηθούν και να ανασυγκροτήσουν την ιστορική μας μνήμη. Η ενασχόληση του καλλιτέχνη με μια γλώσσα που έλκει την καταγωγή της από την μεταβυζαντινή χρονολογείται από τα χρόνια της φοίτησής του στην ΑΣΚΤ όταν, στα τέλη της δεκαετίας του ’80, παρουσίασε έργα που σχετίζονταν τόσο με την βυζαντινή παράδοση όσο και με το κόμικ όπως «Ο Βιασμός του Χριστού στις Φυλακές της Κέρκυρας από τους Ανθρωποφύλακες και τους Συγκρατούμενούς του».  

Ο Γίγας πραγματεύεται στην έκθεσή του αυτή γεγονότα που μόλις πρόσφατα άρχισαν να γίνονται γνωστά στην σύγχρονη Ελλάδα, την δράση του κρητικού μετανάστη εργάτη, συνδικαλιστή και αγωνιστή Λούη Τίκα (Ηλίας Σπαντιδάκης). Η έρευνά του σχετικά με περιστατικά της δράσης του Τίκα που δολοφονήθηκε το 1914 στο Κολοράντο των Η.Π.Α. διαρκεί περισσότερο από 3 χρόνια. Για τρεις μήνες ταξίδεψε στις Η.Π.Α. ακολουθώντας τα ίχνη του ήρωά του. Η γλωσσική επιλογή του καλλιτέχνη δεν είναι τυχαία. Βασικό συστατικό στοιχείο που σημάδεψε την εξέλιξη της τέχνης των εικόνων είναι η αναφορά τους σε πρόσωπα και γεγονότα που ανήκουν τόσο στο παρελθόν, όσο και στο παρόν και το μέλλον. Πρόσωπα και περιστατικά των οποίων η παρουσία είναι παντοτινή. Ιστορώντας τους αγώνες του Τίκα, ο Γίγας δεν αναφέρεται αποκλειτικά στο παρελθόν αλλά στο παρόν και το μέλλον. Δεν επιδιώκει την απλή ανάπλαση της ιστορικής μνήμης αλλά την αίσθηση της παρουσίας της σαν στοιχείο αέναης αντίστασης. Η επιλογή του να ασχοληθεί με έναν εν πολλοίς άγνωστο ήρωα είναι δηλωτική της αγωνίας του να επανέλθει στο προσκήνιο το εξορισμένο στο περιθώριο κοινωνικό υποκείμενο.

*Άνθρωπος και λέων βαδίζοντας παρέα

Κάποτε, ένας άνθρωπος και ένας λέων περπατούσανε μαζί και συζητούσαν, καυχώμενοι ο κάθε ένας για την δύναμη του είδους του. Στο δρόμο κάποια στιγμή, είδαν μπροστά τους μια πέτρινη στήλη που είχε επάνω της σκαλισμένο έναν άνθρωπο που έπνιγε ένα λιοντάρι.

Ο άνθρωπος γύρισε και είπε: Βλέπεις, στο γλυπτό, πως εμείς είμαστε καλύτεροί σας;

Ο λέων τότε χαμογέλασε και του απάντησε:

Άμα και τα λιοντάρια ήξεραν να σκαλίζουν, τότε θα έβλεπες πολλούς ανθρώπους νικημένους από λιοντάρι.

Μύθος του Αισώπου