Το Από Μηχανής Θέατρο, φιλοξενεί ένα από τα όψιμα έργα του κορυφαίου Νορβηγού συγγραφέα Χένρικ Ίψεν , με τίτλο “Αρχιμάστορας Σόλνες“, με την πρεμιέρα να έχει προγραμματιστεί για τις 14 Φεβρουαρίου 2014.

«Και καθώς στεκόμουν στην κορυφή και κρεμούσα το στεφάνι στον ανεμοδείκτη, του είπα: Άκουσέ με, παντοδύναμε! Από τη μέρα αυτή θέλω να ‘χω κι εγώ ελευθερία ως αρχιμάστορας. Στο δικό μου πεδίο. Όπως εσύ στο δικό σου.»

Χένρικ Ίψεν, Αρχιμάστορας Σόλνες

Η επιλογή αυτού του αριστουργηματικού κειμένου ανήκει σε μια σειρά κλασικών κειμένων σπουδαίων συγγραφέων, τα οποία διαρθρώνουν τον κορμό του ρεπερτορίου της Εταιρείας Θεάτρου Συν-Επί(+,Χ) από το 2008 έως σήμερα. Ο Αρχιμάστορας Σόλνες έρχεται μετά το Ξύπνημα των νεκρών, το τελευταίο έργου του Νορβηγού δραματουργού σαν συνέχεια μιας μελέτης στο έργο του μετρώντας ανάποδα στο χρόνο. Ο βραβευμένος με έπαινο από την Ένωση Ελλήνων θεατρικών Κριτικών Άκις Βλουτής για την ερμηνεία του στους Εξόριστους του Τζέημς Τζόυς συνεργάζεται με τους Ιερώνυμο Καλετσάνο, Διώνη Κουρτάκη, Ερρίκο Λίτση, Αθηνά Μπερδέκα, Κωνσταντίνο Μωραΐτη, Βασιλική Τρουφάκου σε σκηνοθεσία της Κατερίνας Μπερδέκα.

Ο Χάλβαρντ Σόλνες. Πετυχημένος αρχιτέκτονας. Γνωστός ως αρχιμάστορας. Η Αλίνε Σόλνες. Η γυναίκα του. Ο κύριος Μπρόβικ, ο γιος του Ράγκναρ και η Κάγια. Βοηθοί στο γραφείο του. Ο Χέρνταλ. Γιατρός και φίλος της οικογένειας. Και η δεσποινίς Χίλντε Βάγκελ. Τα νιάτα. Η πυρκαγιά του πατρικού της κυρίας Σόλνες. Ένα καινούριο σπίτι χτισμένο στα αποκαΐδια του. Τα νεκρά δίδυμα. Η καριέρα του Σόλνες που απογειώνεται. Αρχικά Οίκοι για τον Θεό. Μετά σπίτια με πύργους στην κορυφή. Η ανέγερση του πύργου. Το σεξουαλικό και το θρησκευτικό. Η άνοδος και η πτώση. Η πτώση.

«Σ΄αυτά τα προπύλαια ήταν στημένοι φαλλοί τριάντα οργιές ψηλοί. Δυό φορές το χρόνο ένας άντρας σκαρφαλώνει σε κάποιον από αυτούς τους φαλλούς και μένει στην κορυφή για επτά μέρες. Απ΄αυτή την κορυφή, ο άντρας μπορεί να συνομιλήσει στενότερα με τους Θεούς και να προσευχηθεί για την ευημερία της Συρίας»

Λουκιανός από την Σαμόσατα, Περί Συρίας Θεού

Η Ταυτότητα της Παράστασης

Μετάφραση: Έρι Κύργια

Σκηνοθεσία: Κατερίνα Μπερδέκα

Σκηνικά – Κοστούμια: Νίκος Αναγνωστόπουλος

Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης

Μουσική: Δημήτρης Παπαλάμπρου

Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριάνθη Μπαϊρακτάρη

Ερμηνεύουν οι: Άκις Βλουτής (Αρχιμάστορας Σόλνες), Ιερώνυμος Καλετσάνος (Γιατρός Χέρνταλ), Διώνη Κουρτάκη (Αλίνε Σόλνες), Ερρίκος Λίτσης (Κνουτ Μπρόβικ), Αθηνά Μπερδέκα (Κάγια Φόσλι), Κωνσταντίνος Μωραΐτης (Ράγκναρ Μπρόβικ), Βασιλική Τρουφάκου (Χίλντε Βάνγκελ)

Για το έργο

 Η τελευταία μέρα της ζωής του διάσημου αρχιτέκτονα Χάλβαρντ Σόλνες. Ένας μάλλον αμφιλεγόμενος  χαρακτήρας, που βρίσκεται στο απόγειο της καριέρας του. Είναι παντρεμένος με την Αλίνε, η οποία δεν κατάφερε ποτέ να βγει από το βαθύ πένθος για τα δίδυμα αγόρια τους που πέθαναν. Διατηρεί σχέση με την αρκετά νεώτερη γραμματέα του Κάγια Φόσλι, η οποία είναι αρραβωνιασμένη με τον υπάλληλό του, τον νεαρό αρχιτέκτονα Ράγκναρ Μπρόβικ. Κρατώντας την κοντά του κρατάει και εκείνον, ακριβώς επειδή γνωρίζει την αξία του και απειλείται. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Σόλνες αρνείται πεισματικά να επιβεβαιώσει οτιδήποτε σχετικά στον Ράγκναρ και στον γέρο πατέρα του, παρόλο που γνωρίζει ότι ο τελευταίος είναι πολύ κοντά στον θάνατο. Δέχεται την «εισβολή» της Χίλντε Βάνγκελ, μιας νέας γυναίκας, 23 ετών, στο σπίτι του. Έρχεται να παραλάβει το βασίλειο που της υποσχέθηκε στα δεκατρία της, όταν την φίλησε «λερώνοντάς» την για πάντα.  Όμως, πώς μπορείς να μην συμπαθήσεις –να μη συμπονέσεις τον άνθρωπο που ομολογεί ότι φοβάται. Που αναγνωρίζει και δέχεται ότι πρέπει να πληρώσει το τίμημα για ό,τι πέτυχε στη ζωή του, που δέχεται την ενοχή για τον θάνατο των παιδιών του και το «ασήκωτο, υπέρογκο χρέος» απέναντι στη σύζυγο του Αλίνε. Η μόνη διέξοδος, η άνοδος. Η μόνη πραγματικότητα η πτώση.

Σημείωμα σκηνοθέτη

Είναι τρομακτικά γοητευτική –στην κυριολεξία– η αναμέτρηση με ένα πραγματικά σπουδαίο κείμενο όπως είναι ο Αρχιμάστορας Σόλνες του Ίψεν. Ταξιδεύοντας, όμως, όλο και πιο βαθειά στις λέξεις και στο νήμα των ηρώων νοιώθεις ακριβώς το αντίθετο απ΄ ό,τι φανταζόσουν. Ασφάλεια. Γιατί αυτός ο σπουδαίος αρχιμάστορας του θεάτρου σου παρέχει ένα οικοδόμημα στέρεο, δομημένο με τα καλύτερα υλικά, και ταυτόχρονο σύγχρονο και φιλόξενο, επιτρέποντάς σου να ζήσεις και να αναπνεύσεις μέσα σ΄αυτό. Τρικλοποδιά μπορείς να βάλεις μόνο ο ίδιος στον εαυτό σου. Ο Ίψεν στην αλλαγή του προηγούμενου αιώνα αφουγκράζεται το νέο που έρχεται, την αρχιτεκτονική ως νέα αναγνωρισμένη τέχνη, τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, τη γέννηση ενός νέου μοντέλου οικογένειας, σχέσεων, ύπαρξης των ανθρώπων μεταξύ τους, τα νέα ρεύματα στη φιλοσοφία, την ψυχολογία, το θέατρο. Όλα αυτά τα μπολιάζει με την προσωπική του ιστορία δημιουργώντας μια σπουδαία αυτοπροσωπογραφία, διευρευνώντας τη δική του πορεία, τις δικές του ανησυχίες και τις δικές του σχέσεις. Στην αριστοτεχνική ρεαλιστική του βάση χορεύει το Ονειρόδραμα του Στρίντμπεργκ που βαθειά θαύμαζε και η αρχαία τραγωδία με τη θυσία του ήρωα για να καθαρθεί το μίασμα. Η ιδέα της παράστασης στηρίζεται στο μοτίβο που ο Ίψεν χρησιμοποιεί στο κείμενο, στα τρολ και τα δαιμόνια που πρέπει να καλέσει κανείς για να εμφανιστούν. Θα παρακολουθήσουμε την αντίστροφη μέτρηση του τελευταίου 24ωρου, της πορείας του Σόλνες προς το ύψος, από όπου κάποτε προκάλεσε τον ίδιο τον Θεό, και τελικά προς τον θάνατο. Σε αυτές τις λίγες ώρες ο Σόλνες θα καλέσει ο ίδιος τα δικά του δαιμόνια, την Αλίνε και τον Κνουτ Μπρόβικ, τον γιατρό Χέρνταλ, τον Ράγκναρ και την Κάγια, τα οποία και δεν θα αποχωρήσουν ποτέ από τη σκηνή, θα είναι εκεί συνέχεια, μπροστά του, δίπλα του, πίσω από παράθυρα και πόρτες με καταλυτική την έλευση της Χίλντε, βγαλμένη σαν από μύθο των Βίκινγκς, που ο ίδιος κάλεσε, για να υπηρετήσει και εκείνη νομοτελειακά το αναπόφευκτο τέλος του ήρωα. Η άγρια επιθυμία της Χίλντε να τον ξαναδεί στο απόγειό του, σε πλήρη δόξα ταυτίζεται με τη δική του ανάγκη και η τελευταία αυτή πράξη ύβρεως δεν μπορεί παρά να οδηγήσει τον Σόλνες στα ουράνια παλάτια που η Χίλντε ζητάει από εκείνον. Όλοι θα ζητήσουν κάτι από αυτόν, θα του υπενθυμίσουν τα λάθη του, και η παρουσία όλων θα τον στοιχειώσει. Θα δημιουργηθούν τα γοητευτικά, επικίνδυνα περίφημα ιψενικά τρίγωνα τα οποία κινούνται πάνω στην σκηνή αποκτώντας δική τους αυτονομία και δείχνοντας όλο και πιο πιεστικά με τις γωνίες τους το τέλος. Οι ήρωες μέσα στο αρχιτεκτονικό σκηνικό μοιάζουν να αιωρούνται σε έναν χώρο που ποτέ δεν έγινε σπίτι. Κι αυτό που παρακολουθούμε είναι τόσο ρεαλιστικό όσο και όνειρο. Ένα κακό όνειρο ενίοτε. Όπως η ζωή.

Κατερίνα Μπερδέκα

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Χένρικ Ίψεν (1828-1906)

Ο Χένρικ Ίψεν (Henrik Ibsen, 1828-1906) ήταν Νορβηγός θεατρικός συγγραφέας και ποιητής, ένας από τους πρωτοπόρους της σύγχρονης ευρωπαϊκής δραματουργίας, που επηρέασε βαθύτατα τους Τζέιμς Τζόυς, Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, Χένρι Τζέιμς και πολλούς άλλους.

Γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου του 1828 στη μικρή πόλη Σκίεν, με γονείς τους Κνουτ Ιψεν και τη Μαρίχεν Άλτενμπουργκ. «Οι γονείς μου και από τις δύο πλευρές ήταν μέλη των πιο διάσημων οικογενειών του Σκίεν» γράφει ο ίδιος σε ένα γράμμα του προς τον κριτικό Georg Brandes το 1882. Ο πατέρας του προερχόταν από οικογένεια καπετάνιων, αλλά ο ίδιος αποφάσισε να γίνει έμπορος. Ο γάμος του με την Μαρίχεν ήταν ένα «υπέροχο οικογενειακό προξενιό». Το 1835, σε ηλικία επτά ετών, η οικογένειά του έχασε την περιουσία της και ο Χένρικ με όλη την οικογένεια αναγκάστηκε να μετακομίσει μόνιμα σε ένα μικρό εξοχικό σπίτι στο Βένστεπ. Η χρεοκοπία και η ταξική πτώση της οικογένειας έπαιξαν μεγάλο ρόλο στο μετέπειτα έργο του Ίψεν. Οι χαρακτήρες στα έργα του συχνά καθρεφτίζουν τους γονείς του, και τα θέματα του συχνά ασχολούνται με θέματα οικονομικών δυσκολιών, καθώς και ηθικές συγκρούσεις που προέρχονται από σκοτεινά μυστικά κρυφά από την κοινωνία.

Την 1η Οκτωβρίου του 1845 ο Ιψεν πήρε το χρίσμα στην εκκλησία του Γκιέρπεν και τελείωσε τη σχολική του εκπαίδευση. Το 1845 μετακόμισε στη μικρή πόλη Γκρίμσταντ για να γίνει μαθητευόμενος φαρμακοποιός, επάγγελμα που άσκησε έως το 1850. Προκειμένου να ξεφύγει από την ανιαρή ζωή του Γκρίμσταντ αρχίζει να διαβάζει και να γράφει. Το 1846, όταν ο Ερρίκος ήταν 18 ετών, απόκτησε ένα νόθο παιδί με την υπηρέτρια του φαρμακοποιού, το οποίο αργότερα αναγνώρισε χωρίς όμως ποτέ να γνωρίσει. Η ιστορία του νόθου γιου του πιθανολογείται πως ήταν και η αιτία που διέκοψε κάθε σχέση με την οικογένεια του. Ο Χέρνικ Ίψεν δεν συνάντησε ποτέ ξανά τον πατέρα του, ενώ είδε την μητέρα του μόνο μια φορά ξανά πριν πεθάνει. Διατηρούσε αλληλογραφία μόνο με μία από τις αδελφές του.

Το 1849 έγραψε το πρώτο του έργο, τον Κατιλίνα, με το ψευδώνυμο Μπρίνγιουλφ Μπγιάρμε. Το 1850, ο Ίψεν μετακόμισε στην Χριστιανία (αργότερα μετονομάστηκε σε Όσλο) και έδωσε εξετάσεις για να μπει στο πανεπιστήμιο, αλλά κόπηκε. Την ίδια εποχή άρχισε να γράφει σε εφημερίδες και ήρθε σε επαφή με τον μικρό λογοτεχνικό κύκλο της Νορβηγίας της εποχής. Εγραψε το δεύτερο έργο του, Ο τάφος του πολεμιστή, που ανέβηκε στο θέατρο της πόλης. Το 1851 ίδρυσε μαζί με τον Άασμοντ Βίνιε την εφημερίδα Andhrimmer. Στα τέλη Οκτωβρίου, ο βιολιστής Όλε Μπουλ τον διόρισε δραματουργό του Νορβηγικού Θεάτρου του Μπέργκεν. Το 1853, μετά από εκπαιδευτικό ταξίδι στα θέατρα του Βερολίνου, της Δρέσδης, του Αμβούργου και της Κοπεγχάγης, έκανε πρεμιέρα το έργο του Η νύχτα του Αγίου Ιωάννου. Το 1857, έγινε καλλιτεχνικός διευθυντής στο Νορβηγικό Θέατρο της Χριστιανίας (Οσλο). Τον Ιούνιο του  1858 παντρεύτηκε τη Σουζάνα Θόρεσεν. Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς έκανε πρεμιέρα το έργο του Τα παλικάρια στο Χέλγκελαντ.

Ο γιος του Σίγκουρντ, το μοναδικό παιδί τους, γεννήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 1859. Το 1862 έκανε πρεμιέρα Η Κωμωδία του έρωτα. Την ίδια χρονιά το Νορβηγικό Θέατρο της Χριστιανίας καταστράφηκε οικονομικά και ο Ίψεν βρήκε προσωρινά το 1863 μια θέση, με απίστευτα χαμηλό μισθό, ως λογοτεχνικός σύμβουλος στο θέατρο της Χριστιανίας, όπου ανέβασε την επόμενη χρονιά σε δική του σκηνοθεσία το έργο του Οι μνηστήρες του θρόνου. Λίγο καιρό μετά γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν στο δουκάτο του Σλέβιγκ και ο Ίψεν εγκατέλειψε στις 5 Απριλίου τη Νορβηγία με προορισμό τη Ρώμη. Στα αμέσως επόμενα χρόνια, σημειώθηκε μια βαθιά τομή στη σταδιοδρομία του. Ο Μπραντ (ανέβηκε για πρώτη φορά το 1885), στο οποίο είχε αρχικά δώσει μορφή αφηγηματικού ποιήματος και αργότερα το ξανάγραψε ως έμμετρο δράμα, ολοκληρώθηκε κοντά στη Ρώμη, το καλοκαίρι του 1865, και δημοσιεύθηκε στην Κοπεγχάγη, το επόμενο έτος. Η καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία του έργου στη Σκανδιναβία υπήρξε εντυπωσιακή. Ο Ίψεν πήρε επίδομα από την κυβέρνηση και απέκτησε έτσι ένα τακτικό εισόδημα.

Στις 14 Νοεμβρίου του 1867 εκδόθηκε ο Πέερ Γκυντ. Την επόμενη χρονιά μετακόμισε στη Δρέσδη. Τον Οκτώβριο του 1869 έκανε πρεμιέρα Ο Σύνδεσμος των νέων. Το 1873 εκδόθηκε το βιβλίο του Αυτοκράτορας και Γαλιλαίος με μεγάλη εμπορική απήχηση. Το 1873 εγκαταστάθηκε στο Μόναχο. Το 1876 ανέβηκε στο Θέατρο της Χριστιανίας ο Πέερ Γκυντ με θριαμβευτικές κριτικές. Το 1877 πήρε τον τίτλο καθηγητής honoris causa του Πανεπιστημίου της Ουψάλας.  Τον Νοέμβριο του 1877 ανέβηκε στην Κοπεγχάγη το έργο του Τα στηρίγματα της κοινωνίας. Το έργο αυτό εδραίωσε τη φήμη του στη Γερμανία. Δύο μήνες μετά από την πρώτη του έκδοση, τον Φεβρουάριο 1878, παιζόταν σε πέντε διαφορετικά θέατρα μόνο στο Βερολίνο, σε τρεις διαφορετικές μεταφράσεις. Ακολούθησε Το κουκλόσπιτο, το 1878, που ανέβηκε την επόμενη χρονιά στο Βασιλικό Θέατρο της Κοπεγχάγης και προκάλεσε τεράστιο σκάνδαλο. Το 1881 εκδόθηκαν οι Βρικόλακες και προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις. Το έργο την επόμενη χρονιά παρουσιάστηκε στο Σικάγο. Το 1883 παρουσιάστηκε στο Θέατρο της Χριστιανίας Ο εχθρός του λαού και δύο χρόνια αργότερα στο Μπέργκεν Η αγριόπαπια. Την ίδια χρονιά, το 1885, ο Ιψεν μετακόμισε στο Μόναχο. Το 1887 ανέβηκε στο Μπέργκεν το Ρόσμερσχολμ. Ακολούθησε το Κυρά της θάλασσας που ανέβηκε στο Μπέργκεν το 1889. Δύο χρόνια αργότερα παρουσιάστηκε η Έντα Γκάμπλερ στο Θέατρο της Χριστιανίας. Την ίδια χρονιά αποφασίζει να επιστρέψει στη Νορβηγία και εγκαταστάθηκε στη Χριστιανία, παγκόσμια διάσημος πλέον, βάζοντας τέλος μετά από 27 χρόνια στην αυτοεξορία του.

Πριν από την επιστροφή του στη Νορβηγία το 1891, ο Ίψεν συνήθιζε να περνάει τους καλοκαιρινούς μήνες μακριά από το σπίτι του, συνήθως στο αγαπημένο του Gossensass (Colle Isarco) στο Τιρόλο. Εκεί, το 1889, γνώρισε τη νεαρή Εμιλία Μπάρνταχ, μια 18χρονη κοπέλα από τη Βιέννη, για την οποία ο Ίψεν έλεγε αργότερα ότι ήταν «ο μαγιάτικος ήλιος στον Σεπτέμβρη της ζωής μου». Το 1892 παντρεύτηκε την Μπέργκλιοτ Μπγέρνσον. Την επόμενη χρονιά, στις 19 Ιανουαρίου του 1893, ανέβηκε ο Αρχιμάστορας Σόλνες στο Λέσινγκ Τεάτερ του Βερολίνου. Το 1895 έκανε πρεμιέρα Ο Μικρός Εγιολφ  και το 1896 ταυτόχρονη πρεμιέρα του Γιον Γκάμπριελ Μπόρκμαν στο σουηδικό και στο φιλανδικό θέατρο του Χέλσινγκφορς. Το 1898 γιορτάζονται με πολυάριθμες εκδηλώσεις τα εβδομηκοστά γενέθλια του Ίψεν στη Χρισταινία, την Κοπεγχάγη και τη Στοκχόλμη. Στις 26 Ιανουαρίου του 1899 ανέβηκε στο Θέατρο της Αυλής στη Στουτγκάρδη το τελευταίο έργο του, Το Ξύπνημα των νεκρών, «ένας δραματικός επίλογος», όπως έλεγε ο υπότιτλος του Ίψεν. Το 1900 έπαθε το πρώτο εγκεφαλικό επεισόδιο και άλλο ένα ένα χρόνο αργότερα, που τον άφησε σχεδόν παράλυτο. Πέθανε στη Χριστιανία στις 23 Μαΐου του 1906.

Λίγα λόγια για τη σκηνοθέτη

Κατερίνα Μπερδέκα

Σπούδασε θέατρο στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών και στην Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης του Γιώργου Κιμούλη.

Ως ηθοποιός, έχει παίξει στην «Μήδεια» του Ευριπίδη (σκηνοθεσία Άντζελα Μπρούσκου) και στη χοροθεατρική παράσταση «Πώς να πώ» (χορογράφος Μαρουσώ Καραλέκα).

Έχει γράψει και σκηνοθετήσει τα έργα, «6+1 τα 7 θανάσιμα αμαρτήματα» (Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας), «Ξέχνα το» (Ροές), «3΄΄ η μνήμη του χρυσόψαρου και άλλων ευτυχισμένων ζώων» στον Άδειο Χώρο της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου.

Διασκεύασε και σκηνοθέτησε για τη θεατρική ομάδα «Εν δυνάμει» τα εξής έργα: «Ο Ψαράς και η ψυχή του» του Όσκαρ Ουάιλντ, «Όλος ο Άντερσεν σε μία ώρα», «Τα καινούρια ρούχα του αυτοκράτορα» και «το μολυβένιο στρατιωτάκι» του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν και την «Αλίκη στη Χώρα των θαυμάτων» του Λουις Κάρολ.

Έχει εργασθεί ως βοηθός σκηνοθέτη στην παράσταση «Festen» των Τόμας Βίντενμπεργκ και Μόγκενς Ρούκοφ (σκηνοθεσία Αλίκη Δανέζη Κνούτσεν), στο «Δον Ζουάν στο Σόχο» του Πάτρικ Μάρμπερ (σκηνοθεσία Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης) και στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή (σκηνοθεσία Δέσποινας Γκάτζιου).

Σε συνεργασία με την Αλίκη Δανέζη Κνούτσεν έγραψε το σενάριο της μικρού μήκους ταινίας «Euphoria» το οποίο ήταν προτεινόμενο για βραβείο σεναρίου στο «48hours film project».

Από το 2003 έως το 2009 υπήρξε Διευθύντρια θεατρικών παραγωγών των εταιριών Λυκόφως και Highway Productions για πάνω από 30 παραστάσεις. Από το 2007 έως το 2009 υπήρξε υπεύθυνη ρεπερτορίου στο θέατρο Χώρα όπου και οργάνωσε την πρώτη εφηβική παράσταση στην Ελλάδα με το έργο «Chatroom» του Enda Walsh. Συνεργάζεται από το 2009 με την Εταιρεία Θεάτρου Συν-Επί(+,Χ) στο Από Μηχανής Θέατρο στο γραφείο Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης και ως Διευθύντρια των θεατρικών παραγωγών όπου σκηνοθέτησε τις παραστάσεις «Drunk enough to say I love you?» της Κάριλ Τσέρτσιλ, «Την Τρίτη στο σουπερμάρκετ» του Εμαννουέλ Νταρλέ, το «Έγκλημα στα Παρασκήνια» του Γιάννη Μαρή, τον «Κροκόδειλο» του Φιοντόρ Ντοστογέφσκι.