Η έκθεση “The Ruralists” (οι επαρχιώτες) προέκυψε μετά από πρόσκληση της Αγγελικής Αντωνοπούλου για μία συνεργασία μετά από την μετακόμιση μου από την πρωτεύουσα. Σκεφτήκαμε πως και οι δύο είχαμε καταγωγή από την επαρχία. Από σχετικά αστικά περιβάλλοντα μεν αλλά επαρχία δε, που για τα ελληνικά δεδομένα σημαίνει ότι χοντρικά δεν συμβαίνει τίποτα στην πολιτιστική ζωή, εκτός αν εσύ ο ίδιος αποφασίσεις να αναλάβεις πρωτοβουλία και δράση.

Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια μέσα από νέους ανθρώπους και μια σταδιακή μεταβολή της γενικής νοοτροπίας που θέλει οι πολιτιστικές δράσεις να συγκεντρώνονται στην Αθήνα κυρίως και στη Θεσσαλονίκη παρουσιάζονται συστηματικά εκθέσεις και λειτουργούν προγράμματα residency για καλλιτέχνες που τόσο οι τοπικές κοινωνίες όσο και οι καλλιτέχνες φαίνονται να αγκαλιάζουν.

Ωστόσο η έκθεση αυτή δεν είναι αφιερωμένη στην επαρχία. Ο τίτλος “The Ruralists” αναφέρεται στο ομώνυμο αγγλικό “κίνημα” του οποίου ηγήθηκε ο Peter Blake τη δεκαετία του ’70 στη Μεγάλη Βρετανία και συγκέντρωνε γύρω του καλλιτέχνες που είχαν εγκαταλείψει το Λονδίνο για την βρετανική επαρχία, με σκοπό κυρίως την συστηματική ενασχόληση με την τοπιογραφία (προφανώς μια αντίθεση στην εννοιακή τέχνη που τότε ήταν στις πολύ δυνατές τις στιγμές). Αντίστοιχα η έκθεση αναφέρεται σε καλλιτέχνες που έχουν αποφασίσει συνειδητά να εγκαταλείψουν το αστικό περιβάλλον λιγότερα ή περισσότερα χρόνια πριν. Σε απόσταση από το κέντρο που συμβαίνουν όλα, αλλά ποτέ απόντες οι καλλιτέχνες της έκθεσης δεν είναι άνωστοι στο Αθηναϊκό κοινό. Η έκθεση δεν είναι μια προσπάθεια ανάδειξης καλλιτεχνών που ζουν στην επαρχία, δεν αποτελεί στατιστική έρευνα ούτε μελέτη της καλλιτεχνικής ζωής εκτός των κέντρων.

Οι καλλιτέχνες που παρουσιάζουν τη δουλειά τους έχουν έντονη παρουσία στην καλλιτεχνική πραγματικότητα της Ελλάδας και έργα τους έχουν παρουσιαστεί και παρουσιάζονται σε μουσεία και γκαλερί στη χώρα μας αλλά και το εξωτερικό. Αυτό που μας ενδιέφερε κι εμένα και την Αγγελική Αντωνοπούλου κατά την επιλογή καλλιτεχνών και έργων ήταν το πως αυτοί “επαρχιώτες” καλλιτέχνες διαπραγματεύονται το φυσικό περιβάλλον (ως χώρο και ως υλικό), την απόσταση (ως μέσο και συνθήκη παρατήρησης) και κυρίως το χρόνο (ως διάσταση και ως μέγεθος). Με οδηγό αυτές τις τρεις έννοιες αρχίσαμε να συγκεντρώνουμε ονόματα και έργα για να καταλήξουμε στους καλλιτέχνες που παρουσιάζονται στην έκθεση.

Η Λήδα Παπακωνσταντίνου παρουσιάζει έργα τα οποία έχουν γίνει άλλα με κλαδιά και άλλα με φύκια, οργανωμένα σε λεπτότατες συνθέσεις που μοιάζουν να δημιουργούνται και να  οργανώνονται σε έναν εξωτερικό χώρο, σε μια αυλή η σε μια παραλία αλλά η δομή τους φανερώνει την βαθιά κατανόηση της μοντέρνας τέχνης.

Αντίστοιχα ο Θανάσης Τότσικας με το έργο “Άμπελος” δημιουργεί μια ζωγραφική εγκατάσταση με μεταλλικά στοιχεία που στέκεται σαν κληματαριά και φέρνει στο νου τη βυζαντινή τέχνη και τα ξυλόγλυπτα εκκλησιαστικά τέμπλα.

Ο Γιώργος Τσακίρης οργανώνει μια ραφιέρα με πολύχρωμα μπουκάλια και βάζα που μέσα έχουν μαρμελάδες, τουρσιά, τσίπουρα, κρασιά και προϊόντα μεταποίησης της αγροτικής παραγωγής τα οποία παρασκευάζει ο ίδιος ταυτίζοντας το χρόνο του έργου με το χρόνο της γεωργίας.

Ο Μανώλης Ζαχαριουδάκης δημιουργεί υφαντά που θυμίζουν κουρελούδες αλλά ανάμεσα στα υφάσματα και τα νήματα μπλέκονται καλάμια ορίζοντας τα υλικά του ως “ό,τι έχει γύρω του, ανάλογα την εποχή”.

Ο Αλέξανδρος Ψυχούλης με χαρακτηριστικό χιούμορ προτείνει μια συσκευή για διευκόλυνση της σποράς και ένα δέντρο σφεντόνα.

Η καρέκλα σκύλος φτιαγμένη από ξύλο και δέρμα και η ιδιότυπη απλώστρα ρούχων του Ζήση Κοτιώνη, είναι γλυπτά που φλερτάρουν με το ντιζάιν, τη χρηστικότητα και τη διακόσμηση.

Το μεγάλο κεραμικό τζιτζίκι του Απόστολου Ντελάκου  αντιχεί καλοκαίρι ενώ η μαρμάρινη κολώνα υπολογιστής της Κατερίνας Κανά επανερμηνεύει το μάρμαρο ως ένα υλικό ζωντανό, με την ιστορία της ανθρωπότητας να είναι μέρος της δικιάς του ιστορίας, και όχι ένα απομεινάρι του παρελθόντος ή μία υπερβολή της πολυτέλειας.

Η φωτογραφία της Μαργαρίτας Μυρογιάννη ανοίγεται στη θέα του θάλασσας από το παράθυρο ενώ  η ενυδατική κρέμα στο τζάμι ορίζει τις αποστάσεις και οριοθετεί τον εσωτερικό χώρο από τον εξωτερικό – σε αντίθεση με το μικρό μπρούτζινο γλυπτό στο οποίο το εσωτερικό και το εξωτερικό είναι μονίμως υπό διαπραγμάτευση.

Ο Πέτρος Ευσταθιάδης στήνει την ελληνική ύπαιθρο μεγάλων διαστάσεων προσωρινές γλυπτικές κατασκευές τις οποίες φωτογραφίζει και παρουσιάζει σε μεγάλα τυπώματα. Οι εικόνες που προκύπτουν από τη μία πρωτότυπες και από την άλλη δε σταματούν να σου φέρνουν στο μυαλό τους διάφορους αυτοσχεδιασμούς που προκύπτουν από ανάγκη και συναντάς συνεχώς στην ελληνική επαρχία, στα χωριά και στα χωράφια.

Ο Γιάννης Κολιόπουλος φτιάχνει κολάζ από λογής λογής υλικά και τα δύο έργα της έκθεσης καταπιάνονται με τον ιδιωτική ζωή και τις δημόσιες εκφράσεις της.

Τα ζωγραφικά έργα της Πάολας Παλαβίδη βρίσκουν την καταγωγή τους στις εικόνες των εγκυκλοπεδειών και τις επιστημονικές εικονογραφήσεις μερικών δεκαετιών πριν, τις οποίες χρησιμοποιεί για να καυτηριάσει τη σύγχρονη εκβιομηχανοποιημένη ζωή.

Τέλος στην έκθεση πραουσιάζεται και ένα αντικείμενο δικό μου, που είναι μια άλλη έκφραση της επιμελητικής μου πρακτικής, με αντικείμενα που στην ουσία είναι ιδέες που αντί να πάρουν τη μορφή κειμένου πραγματοποιούνται στο χώρο και τοποθετούνται σε συνομιλία με τα υπόλοιπα έργα.


Διαβάστε επίσης:

The Ruralists: Ομαδική έκθεση στην a.antonopoulou.art