Στον κόσμο του παραδόξου και του μεταφυσικού βουτάει δίχως αναπνευστική μάσκα ο Μπουλγκάκοφ ταράζοντας τα νερά στην μετεπαναστατική Ρωσία.

Φλεγματικός, καυστικός, εκκεντρικός αλλά και πολυμήχανος με τον λόγο του που μοιάζει γλυκό σαν γύρη μέλισσας και αιχμηρό σαν αγκάθι τριανταφυλλιάς, θα σατιρίσει βάναυσα την πολιτική, κοινωνική και ταξική κατάσταση στην Ρωσία της εποχής του. Η καρδιά σκύλου, πρώτη φορά μεταφρασμένη απευθείας από τα ρώσικα και με την μεταφραστική υπογραφή της Ελένης Μπακοπούλου, αποτελεί ένα από τα αριστουργηματικά δείγματα της σπουδαίας ρώσικης πρωτοπορίας που αντέχει στην λογοκρισία γιατί ζει και αναπνέει με την ιδέα της κριτικής σε πρόσωπα και πράγματα. Το ίδιο θα συμβεί και εδώ, σε αυτό το παράξενης φύσης σύγγραμμα που γράφτηκε το 1925 αλλά θα έβλεπε τα φώτα της δημοσίευσης παρά πολύ αργότερα, το 1987. Ο συγγραφέας, ουδέτερα διακείμενος στις αλλαγές που έχουν προκύψει, αφού παραμένει στην ρωσική επικράτεια αλλά δεν ενστερνίζεται τις πολιτικές μεταλλάξεις, θα επιστρατεύσει το βαθύ γκογκολικό πνεύμα που έχει καλλιεργηθεί και θα αναδείξει μία καθαρά προσωπική σύλληψη μπουλγκακοφικής φύσης μακράς διάρκειας και πνοής. Όπως αναφέρει και στο επίμετρο ο Κώστας Σπαθαράκης «η Καρδιά σκύλου ανήκει ιδεολογικά στην επιστημονική φαντασία αλλά εντάσσεται στην παράδοση της μενίππειας σάτιρας, του είδους δηλαδή εκείνου που παρωδεί τους κάθε λογής τσαρλατάνους, σοβαροφανείς και φανατικούς».

Ο Μπουλγκάκοφ καταφέρνει με την αποκαθήλωση των εθιστικών συμβάσεων που έχουν επιβληθεί και έχουν στραγγαλίσει την δημιουργία να επαναστατήσει και να παρουσιάσει ένα φιλόδοξο παρά φύσιν δημιούργημα, ένα έργο αμφιλεγόμενο ως προς τα μηνύματα που επιθυμεί να περάσει. Σαφές είναι πάντως πως ο Μπουλγκάκοφ καταθέτει με μεγάλη δόση σαρκασμού και με έναν φλεγματικό λόγο που κατακεραυνώνει τις νοοτροπίες του προλεταριάτου μία ιστορία που βγαίνει καθαρά από το θέατρο του παραλόγου. Ο σκύλος, ο οποίος μέσα από μετάλλαξη και πολύωρη επέμβαση μετατρέπεται σε άνθρωπο είναι η προσπάθεια πλύσης εγκεφάλου του μέσου Ρώσου ανθρώπου, του μουζίκου και η μετατροπή του σε πολίτη πρώτης κατηγορίας, όπως επιθυμεί το σύστημα και το καθεστώς. Αυτός όμως ο άνθρωπος, ο ανεξάρτητος αλλά κατά τα άλλα υποχείριο των εκάστοτε πολιτικών αρχηγών και της καταπιεστικής εξουσίας, είναι στην πραγματικότητα ένας μη ελεγχόμενος άνθρωπος, ένας αντιρρησίας και μία εκπροσώπηση μίας μόνιμης αντίδρασης στις διαταγές των γύρω του γιατί είναι ένα ξένο σώμα που δεν υπόκειται σε εντολές αλλά λειτουργεί αυτόνομα. Με λίγα λόγια, το δημιούργημα επιτίθεται και καταφέρεται εναντίον του δημιουργού του, μη αποδεχόμενος την δημιουργία του. Ο Σαρίκ, σκύλος που γίνεται Σαρίκοφ, άνθρωπος, δεν θα υπηρετήσει τους σκοπούς για τους οποίους ο καθηγητής Πρεομπραζένσκι τον προορίζει. Ο τελευταίος είναι ένας αυταρχικός και ναρκισσιστής γιατρός και αναλαμβάνει αυτό το εγχείρημα μαζί με το επιτελείο του να επιτελέσει σε μία εποχή που όλα επιτρέπονται ελεύθερα και «δημοκρατικά». Ποιος όμως ορίζει τα όρια της δράσης αυτής και ποιος θα βάλει φραγμούς σε εκμεταλλευτές και εχθρούς της δημοκρατικής τάξης που θεωρούν πως όλα είναι εφικτά στο όνομα της επανάστασης; Όπως θα φανεί καθαρά ο Σαρίκοφ είναι μία μορφή παράξενη, εξωτερικά και εσωτερικά αλλόκοτη, ένα παραμορφωμένο τέρας που δημιουργήθηκε κατόπιν οδηγίας για αναμόρφωση του ταπεινού λαού προς κάτι πολύ ανώτερο. Ο εξουσιάζων καθηγητής θυμίζει τον δικτάτορα Στάλιν, έναν άνθρωπο που στα χέρια του συγκεντρώνει όλες τις δυνάμεις και είναι ικανός να επιβάλει τις αρρωστημένες του διαθέσεις μέσω της επιστήμης του για να εκπληρώσει τις πολύ προσωπικές του επιδιώξεις με οποιονδήποτε τρόπο νόμιμο ή μη, ηθικό ή ανήθικο. Η επιστήμη δεν σηκώνει τα χέρια ψηλά αλλά πιάνει νυστέρι για να παρουσιάσει ένα μόρφωμα κατά πως βολεύει την πολιτική στρατηγική, το επικίνδυνο και το ακραίο βρίσκουν εδώ φωνή και ο Μπουλγκάκοφ, εμμέσως πλην σαφώς, ανακοινώνει μία πιθανή τρομακτική εξέλιξη που έρχεται από το εγγύς μέλλον. Ο καθηγητής όπως αναφέρεται και στο εξαιρετικό επίμετρο είναι «ο κατεξοχήν νέπμαν, ο άνθρωπος που πασχίζει  να διατηρήσει τα προνόμιά του αξιοποιώντας το περιθώριο οικονομικής ελευθερίας της πρώτης περιόδου της επανάστασης».

Αυτό το μυθιστόρημα του Μπουλγκάκοφ, όπως άλλωστε και το σύνολο του έργου του, είναι μία γροθιά στο στομάχι του νεποτισμού που οι κυρίαρχοι μετεπαναστάτες προσπάθησαν και εν μέρει πέτυχαν να διαδώσουν σε μία Ρωσία έρμαιο των ιδεοληψιών. Η σάτιρα του Μπουλγκάκοφ είναι ένας μοχλός πίεσης και κριτικής σε αυτούς που καταδυνάστευσαν τον ίδιο, τον εξοστράκισαν από το δημιουργικό κατεστημένο που είχαν οι ίδιοι διαμορφώσει και είναι και μία μηχανή παραγωγής σκέψης και συλλογισμού πάνω στα προβλήματα που ταλάνιζαν για αιώνες τον σκληρό πυρήνα της ρωσικής κοινωνίας, ο Μπουλγκάκοφ αναλαμβάνει να διαδραματίσει τον ρόλο αυτό. Τα γρανάζια του συντηρητισμού και οι απολυταρχικές αντιλήψεις περί επανάστασης αλλά στην πραγματικότητα οπισθοδρόμησης των κοινωνικών δομών είναι ό,τι δυσμενέστερο για μια κοινωνία που δεν αφήνεται να προχωρήσει τον δρόμο του εκσυγχρονισμού. Για αυτό και ο σκύλος που ουσιαστικά μεταλλάσσεται σε κάτι νέο, σε έναν άνθρωπο με φρέσκια ματιά και συμπεριφορά είναι τελικά πιο παλιός από το παλιό και δεν εκπροσωπεί παρά έναν αγροίκο και έναν άξεστο που δεν κατέχει ούτε τους βασικούς κανόνες ευγένειας και ευπρέπειας. Ο καθηγητής καταστρατηγεί κάθε φυσική εξέλιξη για να επιστρατεύσει την δική του παράδοξη φιλοσοφία και ψεύδεται ασυστόλως και επισταμένως όταν αναφέρει: «στα λόγια μου δεν υπάρχει καμιά αντεπανάσταση. Υπάρχει υγιής σκέψη και πείρα της ζωής». Ο Μπουλγκάκοφ «πιστός στην παράδοση του είδους, επικεντρώνει την ουσία της σάτιρας του στον ίδιο τον αναμορφωτή, τον κοινωνικά και πολιτικά συντηρητικό αλλά δήθεν καινοτόμο καθηγητή Προεμπραζένσκι».

Ο Μπουλγκάκοφ με την καρδιά του σκύλου αυτοαποκλείεται από την προβολή και λαμβάνοντας πλείστα βέλη καθίσταται μη αποδεκτός από τον καλλιτεχνικό και πολιτικό κύκλο που κινεί τα νήματα της παραγωγής τέχνης. «Ο στόχος της σάτιρας του είναι διττός: δεν διακωμωδούνται μόνο οι πρωτοπόροι υπερασπιστές της στρατευμένης λογοτεχνίας και οι αφελείς ιδέες τους περί τέχνης και δημιουργίας, αλλά κι ο ιθύνων νους της αναμόρφωσης, που, ως αστικό κατάλοιπο, αποτελεί φαινομενικά το στόχο της επίθεσης των πρώτων».

«Ο τρόμος δεν πετυχαίνει τίποτα με ένα ζώο, σε όποια βαθμίδα της εξέλιξης κι αν βρίσκεται αυτό».

«Να το θυμάσαι αυτό μια για πάντα. Τον άνθρωπο και το ζώο μπορεί σαν τα επηρεάσεις μόνο με την πειθώ».

Το βιβλίο του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, Καρδιά σκύλου, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αντίποδες.