«Στην αγάπη ένα και ένα κάνουν ένα» έγραφε ο Σαρτρ για να δείξει πόσο απόλυτη μπορεί να είναι η ταύτιση δυο ανθρώπων και η γνωστή δημοσιογράφος Τασούλα Επτακοίλη καταθέτει σε ετούτο το καλαίσθητο βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις εκδ. Πατάκη με έναν εξαιρετικό πρόλογο του Παντελή Μπουκάλα, τη δική της εκδοχή πάνω σ’ αυτό γράφοντας για την ολοκλήρωση, την τελείωση και την αυτογνωσία που συντελούνται μέσω εκείνου του άλλου όταν είναι ικανός να πυροδοτήσει στη ζωή μας μια σχέση εξαιρετικής και σπάνιας δυναμικής.

Επί της ουσίας, ποτέ άλλοτε ένα εξομολογητικός μονόλογος για το πένθος δεν έχει καταφέρει να γίνει ένας ύμνος στον έρωτα που μπορεί να βιώσουν δύο άνθρωποι, ένα μανιφέστο περί πληρότητας, ένα εγκώμιο για την αγάπη και τον σπαραγμό που νιώθει κανείς όταν κληθεί να αναμετρηθεί με την απώλεια της, όταν αναγκαστεί να συμπληρώσει τη φυσική απουσία μέσα από τους ήχους της μοναξιάς και να ξαναβρεί εκεί τα ίχνη που άφησε στην ψυχή, γενναιόδωρος ο έρωτας.

Πρόκειται απλώς  για μια προσωπική μαρτυρία για την κόλαση που βιώνουν οι άνθρωποι όταν φτάσει η στιγμή του αναπόδραστου χωρισμού ή μήπως για την καταγραφή ενός μηχανισμού αυτοβελτίωσης δύο ανθρώπων μέσα από την πληρότητα που ορίζει στη ζωή η παρουσία ενός συγκεκριμένου άλλου;

Στην κατάθεσή της αυτή η Τασούλα Επτακοίλη αναζητεί να ξαναβρει το γνώριμο τρόπο ζωής που χάθηκε όταν έφυγε εκείνος μέσα από μια θολή πια καθημερινότητα, ανάμεσα στα προσωπικά αντικείμενα και στα ζώα του σπιτιού με τα οποία μοιράστηκαν αγκαλιές και εικόνες, στιγμές ουσιαστικές και βλέμματα, κρατώντας ημερολογιακές καταγραφές. Σ’ αυτές ο αναγνώστης θα νιώσει όχι μόνο το τέλος που σηματοδοτεί την έναρξη του πόνου αλλά κυρίως όλα όσα έγιναν η αφορμή για να υπάρξει αυτός ο πόνος. Εκείνες τις στιγμές οικογενειακής ηρεμίας και κοινωνίας της ζωής που οδήγησαν στην ταύτιση και στη σπάνια μέθεξη της αυτοπροσφοράς μέσα σε μια σχέση.  Όταν η αμοιβαιότητα κυριαρχούσε στην ουσία της ύπαρξης και γι’ αυτό το λόγο μετατράπηκε στο αναμφίβολο μέτρο της ίδιας της ζωής.

Και το κάνει γράφοντας αυτό το ημερολόγιο με πλήρη συνείδηση της μοναδικότητας που της δωρίστηκε ή που κατέκτησε αποφασιστικά αλλά και με μια αξιοπρέπεια, συνεχώς παρούσα και αισθητή, να διατρέχει το κείμενο και την σκέψη της από την πρώτη κιόλας φράση του κειμένου: «Σήμερα έχω ξυπνήσει με ένα βάρος στο κεφάλι. Μένω ακίνητη χωρίς να ανοίξω τα μάτια», γράφει και ξεκινά να καταγράψει κάθε στιγμή του πρώτου χρόνου της ξαφνικής απώλειας, μετουσιώνοντας τον πόνο της σε κινητήριο δύναμη της εξομολόγησης. Και κατορθώνει να προβάλλει περισσότερο από την οδύνη της αυτή τη συναίσθηση της βιωμένης αγάπης, της τρυφερότητας, τη σπανιότητα της έκστασης ενός έρωτα που σε φέρνει αντιμέτωπο με την ίδια την ουσία της ύπαρξής σου και την προσχώρηση στην αγαπημένη ετερότητα. Και παράλληλα καταθέτει την αναπηρία του συναισθήματος όταν αναίτια και αναπόδραστα χαθεί η συνύπαρξη αυτής της κοινής, τόσο σφιχτοδεμένης ζωής.

«Κραταιά ως θάνατος αγάπη» επιγράφεται το «Άσμα Ασμάτων» και είναι αλήθεια ότι αυτή η βιβλική φράση θα μπορούσε να είναι κάλλιστα μια εναλλακτική πρόταση για τον τίτλο αυτού του βιβλίου. Η αγάπη είναι ισχυρή όπως ο θάνατος και μόνο μέσα σ’ αυτή μπορεί να βιωθούν συναισθήματα κραταιά όπως η θλίψη, η χαρά, η αμοιβαία αναγκαιότητα, το πάθος, η χαρά του έρωτα και η φριχτή νοσταλγία του. Με πολύ θάρρος, και περισσότερη δύναμη, η Τασούλα Επτακοίλη μιλά για τις ηλεκτρισμένες στιγμές μιας προσωπικής της αναπηρίας και αναπολεί τον κοινό χρόνο και τρόπο του βίου σε ένα κείμενο που διαβάζεται απνευστί, με έντονο λυρισμό χωρίς όμως μελοδραματικές εξάρσεις, απευθυνόμενη σε εκείνον που δε θα μπορέσει να το διαβάσει σίγουρη όμως ότι θα νιώσει, σε όποια διάσταση και αν βρίσκεται, ακριβώς αυτό: πως η αγάπη μπορεί να έχει την ίδια δύναμη με τον θάνατο.

Το βιβλίο της Τασούλας Επτακοίλη, Το άλλο μου ολόκληρο, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.