Ο François Mauriac είχε πει το παρακάτω: “Πες μου τι διαβάζεις να σου πω ποιος είσαι. Αυτό είναι αρκετά σωστό, αλλά θα σε γνώριζα καλύτερα αν μου έλεγες τι ξαναδιαβάζεις”.

Τα διηγήματα του Maugham είναι οι πίνακες του Γκωγκέν, για τον οποίο άλλωστε έχει γράψει και μία βιογραφία, σε λέξεις. Είναι διηγήματα που θα ξαναδιάβαζε κάποιος για να ανακαλύψει διαφορετικές πτυχές των ιστοριών. Εξάλλου όπως ο ίδιος αναφέρει εύστοχα στον πρόλογο του βιβλίου που διανθίζει τα διηγήματα και τα προαναγγέλλει: “Από τις απαρχές της ιστορίας, οι άνθρωποι συγκεντρώνονταν γύρω από υπαίθριες φωτιές ή στην αγορά για να ακούσουν ιστορίες. Αυτή η επιθυμία μοιάζει βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη ύπαρξη όσο και το αίσθημα της ιδιοκτησίας”. Ο Maugham στα διηγήματά του μας ταξιδεύει στον χρόνο της βρετανικής αυτοκρατορίας, η οποία βρίσκεται στα πρόθυρα διάλυσης, σε μία διαδικασία αποδόμησης, σαν ένα λαμπερό αστέρι που ολοένα και χάνει την λάμψη του. Αυτό υπονοείται από την αφήγησή του, από τον τόνο που χρησιμοποιεί και καταφέρνει να μας μεταφέρει την δραματική ατμόσφαιρα, τον συναισθηματικό ξεπεσμό των πρωταγωνιστών και την αφαίμαξη που πραγματοποιείται. Άνθρωποι που αλληλοσπαράζονται, σχέσεις που φθίνουν, αντιζηλίες και συγκρούσεις, πισώπλατα “μαχαιρώματα”, ψυχές χαμένες σε χώρες μακρινές, χαρακτήρες στον προθάλαμο νευρικής κρίσης, όλα αυτά συνθέτουν ένα σκηνικό πτώσης για την άλλοτε κραταιά αυτοκρατορία και τους ανθρώπους που την απαρτίζουν. Τα πλούτη και η ευγένεια, οι καλοί τρόποι έχουν πλέον δώσει την θέση τους σε αλληλοσπαραγμούς για την κατάληψη μίας θέσης στον διοικητικό θώκο και σε εικόνες βίας και δεσποτισμού απέναντι στους ιθαγενείς κατοίκους, οι οποίοι βιώνουν όσο ποτέ την σκληρότητα και την αυταρχικότητα των κατακτητών τους. Η ισχύς που είχαν στα χέρια τους οι Βρετανοί δείχνει να εξασθενεί και η δυναμική κυριαρχία που κάποτε τους διακατείχε έχει αντικατασταθεί από τον φόβο και την αδυναμία στις κινήσεις τους, σαν να απειλούνται οι ζωές τους από τους υπόδουλους τους. Έτσι, ο πανικός και η πληγωμένη περηφάνια είναι ό,τι τους έχει απομείνει, ένα μείγμα φωτιάς που τους καίει αργά και βασανιστικά λίγο πριν το οριστικό τέλος.

Ο Maugham δείχνει μέσα από τις ιστορίες του να κατέχει πλήρως τον κόσμο που ο ίδιος επισκέφθηκε – ο ίδιος άλλωστε δηλώνει: “Ο σώφρων ταξιδευτής μετακινείται μόνο με τη φαντασία του” – και είδε από κοντά την ασυδοσία και την έπαρση που επέδειξαν οι συμπατριώτες του. Αναμιγνύει στο ίδιο δοχείο την φαντασία και την πραγματικότητα για να εκφράσει και να εκφραστεί αυτά που αντίκρισε με τα ίδια του τα μάτια. Καταδικάζει τον τρόπο μεταχείρισης των ανθρώπων και πολλές φορές με καυστικό και σαρκαστικό τρόπο αποδεικνύει πως καμία καταπάτηση ξένων τόπων δεν μπορεί να αποφέρει καρπούς. Γιατί κάθε επεισόδιο που μας περιγράφει είναι ποτισμένο με την μελαγχολία και την δραματικότητα ανθρώπων που βλέπουν το τέλος να έρχεται αλλά μέσα τους δεν το παραδέχονται για να συνεχίσουν να ζουν το όνειρο, ένα όνειρο όμως απατηλό και ξεθωριασμένο από τις ριπές του χρόνου. Ο πολυταξιδεμένος συγγραφέας σε μέρη όπως η Χαβάη, η Ινδονησία, η Ινδία μας θυμίζει και τα βιβλία του σύγχρονού του Φόρστερ, ο οποίος περίπου την ίδια εποχή έγραφε το “Πέρασμα στην Ινδία”. Ένα βιβλίο κόλαφος για όλα αυτά που συνέβαιναν σε εκείνο το απομακρυσμένο από τον βρετανικό χώρο τόπο, για τα εγκλήματα των Βρετανών ενάντια σε ανθρώπους που απλά υπερασπίζονταν την χώρα τους και διψούσαν για ανεξαρτησία και ελευθερία. Μέσα στον Maugham όμως ζει και βασιλεύει και το αστυνομικό δαιμόνιο του συγγραφέα που επιθυμεί να εξιχνιάσει φόνους και ανεξήγητες υποθέσεις πάσης φύσεως, η Agatha Christie κάπου εκεί ξυπνάει μέσα του. Κάθε διήγημα αφηγείται και μία ιστορία που επιβεβαιώνει πως η ανισότητα μεταξύ των ανθρώπων είναι τεχνητή και όλοι έχουν δικαίωμα στο αίσθημα δικαιοσύνης ανεξαρτήτου χρώματος ή καταγωγής. Στο διήγημα “Μάκιντος” για παράδειγμα οι μέθοδοι διακυβέρνησης αυτού του μικρού νησιού της Πολυνησίας από τον Ουώκερ θυμίζουν δικτάτορα πάρα δημοκράτη κυβερνήτη. Τα δυτικά πρότυπα δημοκρατίας εκεί ξεχάστηκαν και υπερίσχυσε η αυθαιρεσία του εξουσιαστή απέναντι σε ανήμπορους από τον νόμο πολίτες δεύτερης κατηγορίας, με λίγα λόγια η δημοκρατία à la carte και σαφώς κατά το δοκούν προς το συμφέρον του εκάστοτε κυβερνήτη. Έτσι η εξουσία στα χέρια αυτού του αναίσχυντου και θρασύ άξεστου που έτυχε να αναλάβει τις τύχες μέσα από νόμιμες διαδικασίες, οδηγεί σε αναβρασμό και τελικά σε αναπάντεχες εξελίξεις που θα έχουν ως συνέπεια την κοινωνική αναταραχή και όχι μόνο.

Σε άλλο πάλι διήγημα, στα “Χνάρια στη ζούγκλα” θα ζήσουμε την ατιμωρησία και την αποσιώπηση ενός εγκλήματος γιατί σε εκείνη την γωνιά του πλανήτη το δίκαιο απονέμεται προς όφελος του ισχυρού και όχι προς όφελος του ανθρώπου. Δύο κατά τα άλλα ευγενείς της βρετανικής κοινωνίας, ο κύριος και η κυρία Κάρτραιτ με σκοπό να βγάλουν από την μέση τον ενοχλητικό κύριο Μπρόνσον, πρώην σύζυγο της πρώτινος κυρίας Μπρόνσον και νυν Καρτράιτ και για να σώσουν το τομάρι τους και τον έρωτά τους, θα υποπέσουν σε πειθαρχικό ατόπημα. Αυτό αποτελεί και το επιστέγασμα της σάπιας αντίληψης πως οι αρχές και οι αξίες μπορούν να μαγειρεύονται και να εξυπηρετούνται κατά το δοκούν προς όφελος αυτών που διαπράττουν αμαρτίες για να ξεφεύγουν από την τιμωρία. Αυτή η ανομία και η αθλιότητα σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο αντικατοπτρίζει πλήρως έναν κόσμο που πνέει πλέον τα λοίσθια. Ο Maugham κατορθώνει να μας ξυπνήσει από τον λήθαργο ενός κόσμου που είναι όμορφα φτιαγμένος και ονειρικά δοσμένος και με την λογοτεχνική του γραφή – εδώ αξίζουν συγχαρητήρια στην εξαιρετική απόδοση της γραφής αυτής από την μεταφράστρια Παλμύρα Ισμυρίδου – χαρίζει στον αναγνώστη το ταξίδι αυτό σε χώρες, που ίσως να μην μπορέσει ποτέ να επισκεφθεί. Ο περιηγητής Maugham, βιβλία του οποίου έχουν μεταφερθεί με επιτυχία στον κινηματογράφο όπως το “Βαμμένο πέπλο”, έχει ποτίσει τον λόγο του με γλωσσικά ιδιώματα των χωρών στις οποίες πέρασε πολύ χρόνο κατά την διάρκεια των ταξιδιών του και είδε από κοντά την ανατολή και την δύση μίας Βρετανίας, που αν και πανίσχυρη διολίσθησε σε λάθη ολέθρια. Με αυτόν τον τρόπο και νομοτελειακά μέσα από παραλείψεις και υπερβολές γεύτηκε τον κατακερματισμό της αυτοκρατορίας της που χτίστηκε όπως αποδείχτηκε πάνω σε γυάλινα πόδια και χάθηκε όπως κάποτε χάθηκε η επίσης κυρίαρχη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Τα παθήματα δυστυχώς δεν γίνονται πάντοτε μαθήματα και η ιστορία έρχεται να το επισφραγίσει.

Η αφήγηση μιας ιστορίας χάριν της ιστορίας και μόνο αποδοκιμάζεται από την διανόηση. Προσπαθώ να υπομείνω σθεναρά την κακοτυχία μου”

“Έχει μεγάλο ενδιαφέρον να παρατηρείς τις διαφορετικές συναισθηματικές αντιδράσεις μεταξύ διαφόρων ανθρώπων. Ορισμένοι είναι ικανοί να αντιμετωπίσουν τρομερές μάχες, το φόβο του επικείμενου θανάτου, την αδιανόητη φρίκη, διατηρώντας την ψυχή τους αλώβητη, ενώ σε άλλους το τρεμούλιασμα της Σελήνης στην επιφάνεια μίας έρημης θάλασσας ή το κελάδημα ενός πουλιού μες στα δέντρα θα προκαλέσει βαθιά ταραχή, μεταβάλλοντας την ίδια τους την υπόσταση”

Το βιβλίο του W. Somerset Maugham, Χονολουλού και άλλα διηγήματα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα.