Η Ταινιοθήκη της Ελλάδος έχει την τιμή να παρουσιάσει ένα μεγάλο αναδρομικό αφιέρωμα στον Νίκο Παπατάκη, έναν ξεχωριστό Έλληνα δημιουργό που άφησε πολύτιμο κινηματογραφικό έργο , και ο οποίος αποτέλεσε μια μυθική μορφή της σύγχρονης πολιτιστικής ιστορίας της Γαλλίας, με την δράση του να αποτελεί σημείο αναφοράς στην καλλιτεχνική και πνευματική αναγέννηση του μεταπολεμικού Saint-Germain.


Οι ταινίες του αφιερώματος “Νίκος Παπατάκης, ο αναρχικός ποιητής” αναλυτικά:

ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΤΑΚΗΣ – ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ

 

Οι άβυσσοι  Les Abysses

Μυθοπλασία, Γαλλία, 1963, α/μ, 96΄ (στα γαλλικά)

Σκηνοθεσία: Ν. Παπατάκης Σενάριο: J. Vauthier Φωτογραφία: J.- M. Boussaguet Μουσική: P. Barbaud Μοντάζ: D. de Casabianca, P. Laverrière, E. Bernard Ηθοποιοί: F. Bergé, C. Bergé, P. de Boysson, P. Bonifas, C. Régis, L. Daubigny Παραγωγή: Lenox Films

Επίσημη συμμετοχή στο  Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών (1963)

Οι ορφανές αδελφές Παπέν, στενά δεμένες μεταξύ τους, εργάζονται ως υπηρέτριες σ’ ένα μεγαλοαστικό σπίτι της γαλλικής επαρχίας. Απλήρωτες για χρόνια, παραμένουν στο σπίτι διεκδικώντας την αμοιβή τους,  κάνοντας όσες περισσότερες ζημιές μπορούν και καταλήγοντας να σκοτώσουν τα αφεντικά τους.

Παρότι αφετηρία μου ήταν ένα πραγματικό γεγονός  δεν θέλησα ποτέ να κάνω μια ταινία βεριστική, ούτε καν ρεαλιστική. Θα μου φαινόταν πλεονασμός. Έπρεπε όμως να ξαναβρώ την ένταση του πραγματικού. Επέλεξα έναν συγκεκριμένο λυρισμό -ή μάλλον μια συγκεκριμένη βία την οποία προσέφερε ο λυρισμός- και μια συγκεκριμένη δραματική φόρμα, μια και η αλήθεια δεν είναι ποτέ δεδομένη στον τομέα του θεάματος: μπορούμε μόνο να την αναδημιουργήσουμε. […] Όλοι οι ηθοποιοί έπρεπε να διατηρούν το ίδιο, κάπως αντιπαθητικό, ύφος που θέλαμε. Δεν δίστασα να χρησιμοποιήσω τους ηθοποιούς για να “ζυμώσω” τον θεατή στον οποίο δεν χαρίζομαι. Οι άβυσσοι δεν είναι μια ταινία ψυχαγωγίας. Για να μην μένει παθητικός ο θεατής αλλά να συμμετέχει, προσπάθησα εσκεμμένα να δημιουργήσω μία δυσφορία, μια βίαιη ενόχληση, για να επιτύχω σε μια δεδομένη στιγμή, μια συγκεκριμένη ομορφιά. ΝΠ

Οι βοσκοί Les tres du sordre

Μυθοπλασία, Ελλάδα/ Γαλλία, 1967, α/μ, 121΄ (στα ελληνικά με γαλλικούς υπότιτλους)

Σκηνοθεσία – σενάριο: Ν. Πατατάκης Φωτογραφία: J. Boffety, C. Guillouet Μουσική: P. Barbaud Μοντάζ: S. Cabon, G. Vaury, Π. Παπακυριακόπουλος Ηθοποιοί: Ο. Καρλάτου, Γ. Διαλεγμένος, Έ. Ξανθάκη, Λ. Τσάγκας, Τ. Καρούσος Παραγωγή: Lenox Films 

Επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας (1967)

Ο Θάνος, ένας φτωχός βοσκός που επέστρεψε μετανάστης από τη Γερμανία, απάγει την κόρη ενός πλούσιου τσέλιγκα. Οι δυο τους καταδιώκονται από τη χωροφυλακή κι όλο το χωριό.

Στους Βοσκούς ασχολούμαι (όπως και στις Αβύσσους) με τις σχέσεις αφέντη-δούλου και απεικονίζω τα θέματα της ταπείνωσης και της εξέγερσης, αλλά αυτή τη φορά στην κλίμακα ενός ολόκληρου έθνους. Θέλω να δείξω την ελληνική πραγματικότητα του 1967. Παρά την επανάσταση του 1821 η κατάσταση των ανθρώπων εκεί δεν έχει ουσιαστικά αλλάξει και ο ελληνικός λαός ίσως είναι περισσότερο τρομοκρατημένος, εξαθλιωμένος και υποταγμένος από ποτέ άλλοτε: ντρέπεται για τον εαυτό του, πράγμα που δημιουργεί ευνοϊκό έδαφος για δικτατορίες. Στις Αβύσσους μιλάω με το δικό μου τρόπο για τον πόλεμο της Αλγερίας και με τους Βοσκούς προσεγγίζω με το δικό μου τρόπο το ελληνικό ζήτημα […]  Θέλησα να δείξω ότι ένας άνθρωπος που πεθαίνει από την πείνα και το φόβο μπορεί να μεταμορφωθεί σε ζώο, να συρθεί, να εξευτελιστεί. Προσπάθησα να περιγράψω τον κόσμο των ταπεινωμένων ανθρώπων με ενάργεια απαλλαγμένος από συναισθηματικούς ανθρωπισμούς. Προσπάθησα να δώσω στον κόσμο να καταλάβει ότι όταν ένας άνθρωπος δεν έχει τίποτα να φάει δεν χρειάζεται να του δώσουμε πατάτες, αλλά να του μάθουμε να τις καλλιεργεί μόνος του και να καταγγέλλουμε όσους έχουν συμφέρον να μη μάθει πώς να το κάνει. ΝΠ

Gloria mundi

Μυθοπλασία, Γαλλία, 1975/ 2005, Έγχρ., 130΄(1975), 92΄(2005) (στα γαλλικά)

Σκηνοθεσία-σενάριο: Ν. Παπατάκης Φωτογραφία: F. Variot (1975), Y. Le Saux, B. Rizotti (2005), Μουσική: Groupe BBK (Bround- Barbaud- Klein) (1975), B. Purmegiani (L’ oeuil Ecoute), Τ. Χαλκιάς (Μοιρολόι) (2005) Μοντάζ: J.-C. Bonfanti(1975), T. Bertay (2005) Ηθοποιοί: O. Καρλάτου, R. Bertin, P. Adrien, A. Halle, C. Tussot Παραγωγή:  Gaia productions (1957), NIO productions (2005)

Επίσημη συμμετοχή στα Φεστιβάλ Παρισιού (1975), Διεθνές Φεστιβάλ Κινημ/φου La Rochelle (2005)

Ακατάλληλη για θεατές κάτω των 16 ετών.

Ένας σκηνοθέτης, ο Χαμδίας, γυρίζει μια ταινία με θέμα τα βασανιστήρια στην Αλγερία. Η γυναίκα του, Γκαλάι, υποδύεται μια αλγερινή κρατούμενη που υποβάλλεται σε διάφορα βασανιστήρια, ώσπου η ζωή της γίνεται μια αδιάκοπη ταπείνωση. Πίσω από την κάμερα, ο Χαμδίας παρακολουθεί το μαρτύριό της…

Κάποιοι χαρακτήρισαν την ταινία μου φασιστική. Οι λέξεις «φασίστας», «επαναστάτης» όταν εκφέρονται μέσα σε ένα πλαίσιο ιδεολογικού δογματισμού αποκτούν το νόημα που απέδιδε η Ιερά Εξέταση στη λέξη «αιρετικός». Ο χειρότερος φασισμός είναι ο κομφορμισμός. Η πολιτική, ηθική, θρησκευτική, αισθητική υποκρισία. Η πιο δηκτική κριτική στην ταινία έχει ως στόχο τους αριστερούς, εκείνους που ονομάζουν εαυτούς επαναστάτες και στους οποίους αναμφισβήτητα ανήκω και εγώ ο ίδιος. Η κριτική αυτή συνίσταται στην καταγγελία της εύκολης και βολικής αλληλεγγύης των αριστερών προς τη δυστυχία του κόσμου, τα βασανιστήρια, την καταπίεση, την αποικιοκρατία που γίνεται πηγή υλικών ή ηθικών απολαβών: όλα εκτός από τα εκρηκτικά στο δικό μας σπίτι, εκτός από τον πραγματικό κίνδυνο, τη συγκεκριμένη δράση. Πιστεύω ότι, για παράδειγμα, η άνοδος στην εξουσία των συνταγματαρχών στην Ελλάδα οφειλόταν εξίσου στις αντιδραστικές δυνάμεις και σε αυτή την παράλογη έννοια της αλληλεγγύης προς τους καταπιεσμένους, τους βασανισμένους, την οποία προβάλλει η αριστερά των πλούσιων χωρών. ΝΠ

Κατά την πρώτη προβολή της τον Απρίλιο του 1976 σε τρεις κινηματογραφικές αίθουσες του Παρισιού η ταινία αποσύρεται μετά από μία εβδομάδα. Το 2005 ο Παπατάκης ξαναμοντάρει την ταινία αφαιρώντας και προσθέτοντας σκηνές κι αλλάζοντας τη μουσική επένδυση.

Η φωτογραφία La Photo

Μυθοπλασία, Ελλάδα/ Γαλλία, 1986, Έγχρ., 102΄ (στα ελληνικά με αγγλικούς υπότιτλους)

Σκηνοθεσία-σενάριο:    Ν. Παπατάκης Φωτογραφία: Ά. Σταύρου, A. Desplechin Μοντάζ: D. Desfons Μουσική: Χ. Χάλαρης Ηθοποιοί: Χ. Τσάγκας, Ά. Ρέτσος, Ζ. Ζάρπα, Δ. Τομαζάνη, Χ. Βαλαβανίδης Παραγωγή: EKK, Εικόνες ΕΠΕ, IkonesFrance, RGP

Επίσημη συμμετοχή στα Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (1986), Δεκαπενθήμερο των σκηνοθετών του Φεστιβάλ Καννών (1987).

Ένας νεαρός φεύγει στη διάρκεια της δικτατορίας για το Παρίσι, σε αναζήτηση ενός μακρινού συγγενή του. Μαζί του κουβαλά τη φωτογραφία μιας τραγουδίστριας που την παρουσιάζει σαν αδελφή του, δημιουργώντας έτσι μια σειρά από παρεξηγήσεις.

Η φωτογραφία πηγάζει από ένα πραγματικό γεγονός που συνέβη στην Ισπανία στις αρχές της δεκαετίας του ’50.  Ένας οδοκαθαριστής στη Βαρκελώνη είχε πει ψέματα σ΄ ένα φίλο του με αφορμή μια φωτογραφία που είχε μαζέψει στο δρόμο. Τελικά τον σκότωσε. Και το πρόβλημα στη δίκη ήταν να πείσει τον δικαστή πως δεν τον σκότωσε από συμφέρον. […] Ο Ηλίας είναι το τραγικό πρόσωπο της ταινίας.  Βγαίνει από το στρατό και θέλει να φύγει από την Ελλάδα. Την παραμονή της αναχώρησης μαζεύει αυτή τη φωτογραφία και τη βάζει στην τσέπη του. Φτάνει στη Γαλλία μ’ αυτή τη φωτογραφία και μερικές άλλες που θα του ανοίξουν την πόρτα της τύχης κοντά στον άντρα που τον υποδέχεται. Αλλά η φωτογραφία που μάζεψε θα του κλείσει αυτήν την πόρτα. Όταν λέει το ψέμα είναι τελείως ανώδυνο. Υπάρχει όμως μια μορφή δύναμης του πεπρωμένου που τον καταδιώκει και τον εγκλωβίζει σ’ ένα δίλημμα. Είναι λοιπόν ένα αληθινά τραγικό πρόσωπο που πάει ως το τέρμα του πεπρωμένου του, ως την ύστατή του χειρονομία. […] Το κύριο θέμα είναι η μετανάστευση: το όνειρο του μετανάστη, η μοναξιά του, η συναισθηματική και σεξουαλική του μιζέρια στο ξένο μέρος. Η ταινία αφορά όλους τους μετανάστες της Γαλλίας κι εμένα ακόμα. Το θέμα είναι τόσο ειδικό όσο και γενικό. Το έκανα ελληνικό γιατί η καταγωγή μου είναι ελληνική. ΝΠ

Οι ισορροπιστές Les Equilibristes

Μυθοπλασία, Γαλλία, 1991, Έγχρ., 120′ (στα γαλλικά)

Σκηνοθεσία-σενάριο:    Ν. Παπατάκης Φωτογραφία: W. Lubtchansky Μοντάζ: D. Desfons Μουσική: B. Coulais, G. Faure Ηθοποιοί: M. Piccoli, L. Dadi, P. Walker, P. Mille, D. Kunstmann Παραγωγή: Paris Classics Productions,La Sept Cinema, Chevereau Production, FR 3 Cinema, Caroline Productions

Επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας (1991)

 

Ο Μαρσέλ Σπαντίς, διάσημος ομοφυλόφιλος συγγραφέας κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 στο Παρίσι, προσπαθεί να κάνει τον νεαρό Άραβα Φραντς-Αλί, τον καλύτερο σχοινοβάτη του κόσμου.

Ο Αμπνταλά δούλευε ως βοηθός σε κάποιο τσίρκο του Παρισιού, κι εκεί τον γνώρισε ο Ζαν Ζενέ. Καθώς ο Αμπνταλά ήθελε να ασχοληθεί με τη σχοινοβασία εκείνος τον βοήθησε. […] Και ο Αμπνταλά που τον είχε τιμήσει όλο το Παρίσι, που σύχναζε στου Gallimard μαζί με τον Ζενέ, που τον κανάκευαν…από τη μία μέρα στην άλλη εγκαταλείφθηκε, ο Ζενέ τον απαρνήθηκε, του γύρισε την πλάτη όλος ο κόσμος. Και τούτη την ταπείνωση δεν μπόρεσε να την αντέξει: αυτοκτόνησε. […] Γιατί έκανα αυτή την ταινία; Μετά την αυτοκτονία του, την παραμονή της μέρας που θα τον κήδευαν, μου τηλεφώνησε ο Ζαν και μου είπε: «Αύριο κηδεύουν τον Αμπνταλά, θα σας πείραζε να έρθετε στην κηδεία του;». […] Ο Ζενέ, που του άρεσαν οι τελετές, ανεξαρτήτως φύσεως, συναίνεσε στη μουσουλμανική κηδεία. Κάλεσε έναν σεΐχη, έβαλε ένα πέπλο πάνω στο κεφάλι του, αν θυμάμαι καλά, και έριξε το πρώτο χώμα πάνω στον τάφο. Όσο διαρκούσε όμως η τελετή, υπήρχαν δυο γυναίκες που στέκονταν αρκετά πέρα, κάπου είκοσι μέτρα μακριά. Στη συνέχεια έμαθα ότι ήταν η μητέρα του Αμπνταλά και μια φίλη της, και τούτη η μητέρα δεν είχε δικαίωμα να πλησιάσει τον τάφο του γιου της παρά μόνον όταν είχαν φύγει όλοι. Επειδή δεν την άντεχε ο Ζενέ. Κι αυτή η εικόνα με κεραυνοβόλησε, ήξερα ότι θα έκανα κάτι πάνω σ’ αυτό, κάποια μέρα. ΝΠ

 

ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΤΑΚΗΣ-ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ

 

Ένα ερωτικό άσμα Un Chant d’amour

Μυθοπλασία, Γαλλία, 1950, α/μ, 26΄, βωβό

Σκηνοθεσία-σενάριο: J. Genet  Φωτογραφία: J. Natteau Σκηνογραφία: M. Colasson Μουσική: G. Bryars Ηθοποιοί: L. Sénemaud (ο νεαρός φυλακισμένος), Java (το χέρι που κουνάει τα λουλούδια), Coco le Martiniquais (o αφρικανός φυλακισμένος που χορεύει), A. Reybaz (ντουμπλέρ) Παραγωγή: Ν. Παπατάκης

Δύο κρατούμενοι στην απομόνωση επικοινωνούν και μοιράζονται τις επιθυμίες τους μέσα από μια μικρή τρύπα στον τοίχο που χωρίζει τα κελιά τους υπό το ηδονοβλεπτικό βλέμμα του φύλακα.

Ο Ζενέ ήξερε ότι είχα λεφτά. Μια μέρα ήρθε και με ρώτησε αν ήθελα να χρηματοδοτήσω ένα φιλμ: “Ξέρετε, θέλω να κάνω μια ταινία στο ύφος όλων αυτών που κάνω γενικά, άρα μια ερωτική ταινία”. Απάντησα ότι συμφωνούσα. Μου είπε: “Σκεφτείτε το, επειδή αυτό συνεπάγεται πολλούς κινδύνους”. Εκείνη την εποχή τα πράγματα ήταν πολύ σκληρά, κι ένα τέτοιο εγχείρημα θα παραβίαζε το νόμο. Κάθε φιλμ που θύμιζε πορνό (το δικό μας έργο δεν θα είχε αυτόν τον χαρακτήρα, μπορούσε όμως να εξομοιωθεί με ταινίες τέτοιου είδους) ήταν μια πολύ επικίνδυνη υπόθεση, κινδυνεύαμε με φυλάκιση.  […] Υπήρξαν πολλές δυσκολίες. Το τόλμημα ήταν ριψοκίνδυνο. Έπρεπε να γίνουν όλα κρυφά, οι ηθοποιοί ήταν αλάνια από τον υπόκοσμο της Pigalle και φίλοι του Ζενέ. Τους πληρώναμε πολύ καλά για να μην κινδυνεύουμε από εκβιασμό. […] Αρχίσαμε τα γυρίσματα στα 16mm, έπειτα αποφασίσθηκε να γυρίζουν σε 35mm και ξεκινήσαμε από την αρχή. Ο Ζενέ είχε το σενάριο στο μυαλό του. Ήξερε από πριν τί ήθελε να κάνει. Δεν νομίζω ότι έβαλε ποτέ κάτι στο χαρτί. Μέρα-νύχτα έκανε γυρίσματα, τα οποία διήρκεσαν ένα μήνα περίπου. ΝΠ

Ζαν Ζενέ (Jean Genet 1910-1986)

Γάλλος πεζογράφος, δραματουργός και σκηνοθέτης.  Ιδιοφυής και περιθωριακός, απεικονίζει μέσα από τα έργα του την ίδια του τη ζωή: κλέφτης, παρίας, παραβατικός, προβοκάτορας, πλάνητας, ομοφυλόφιλος αλλά και  αγαπημένο παιδί της γαλλικής διανόησης. Έγραψε ποίηση, δύο μυθιστορήματα  καθώς και πολλά θεατρικά έργα, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν Οι δούλες (1947), Το μπαλκόνι (1956), Οι Νέγροι (1958).

Σκιές Shadows
Μυθοπλασία, ΗΠΑ, 1959, α/μ 87΄ (στα αγγλικά)

Σκηνοθεσία-σενάριο: Τζον Κασσαβέτης Ηθοποιοί: B. Carruthers, L. Goldoni, H. Hurd A. Ray Φωτογραφία: E. Kollmar Μουσική: C. Mingus, S.Hadi, P. Newborn Μοντάζ: Τ. Κασσαβέτης, M. Mc Endree, L. Appelson Παραγωγή: Gena Production (M. McEndree, Ν. Παπατάκης) Αποκατάσταση: UCLA Film & Television Archive με χρηματοδότηση του The Film Foundation

Μεγάλο βραβείο της κριτικής επιτροπής-Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας (1960).

Η ιστορία δύο αδελφιών, του Μπεν και της Λίλια, που η ιδιαιτερότητα του δέρματός τους, ούτε μαύροι ούτε λευκοί, τους μετατρέπει σε α-φυλετικά πρόσωπα, σε πραγματικές σκιές οδηγώντας τους στην απογοήτευση και φέρνοντας σε αμηχανία τους γύρω τους.

Κάποιος στην Αμερική, μέσα στο ίδιο το φέουδο της μεγάλης Μέκκας, είχε τολμήσει να επιτεθεί εκ των ενόντων, στις ιερές και απαράβατες χολιγουντιανές αξίες, τόσο με την αισθητική όσο και με το περιεχόμενο του, έστω ατελούς,  έργου του. Ενώ τα μεγάλα στούντιο, υπερθεματίζοντας σε αστρονομικά ποσά, πλάσαραν καλλωπιστικές μονάχα μάσκες για τους ομοίους τους της λευκής ράτσας, παρήγαγαν μονάχα μια πουριτανική και ηθοπλαστική εικονογραφία, που γινόταν ακόμα πιο καθησυχαστική, αφού συμβάδιζε με το φετιχιστικό δόγμα του κέρδους με κάθε τίμημα, και της εκτυφλωτικής επιτυχίας. Ενώ σε κάμποσες Πολιτείες το λυντσάρισμα εφαρμοζόταν ατιμωρητί, ο ρατσισμός ήταν κοινωνικά θεμελιωμένος, τόσο στην Καλιφόρνια όσο κι αλλού, και ο μακαρθισμός, εκτρωματικό προϊόν των ίδιων των στούντιο, έκανε θραύση, για πρώτη φορά μια ταινία μυθοπλασίας αντιμετώπιζε χωρίς συναισθηματισμούς, μισόλογα και ταμπού τις σεξουαλικές σχέσεις ανάμεσα σε μια νεαρή μαύρη και έναν νεαρό λευκό. Και τοποθετούσε τη σχέση σ’ ένα βίαιο κοινωνικό περίγυρο, στο περιθώριο των παραπεταμένων από τους ακόμα πιο ηλίθιους κι από τα αρχέτυπά τους κυριάρχους του επιχρυσωμένου χολιγουντιανού κόσμου, τους φανατικούς του american way of life. ΝΠ

Τζον Κασσαβέτης (1929-1989)

Ηθοποιός, σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός, ο ελληνικής καταγωγής Τζον Κασσαβέτης γεννήθηκε στη Ν.Υόρκη. Το αυτοσχεδιαστικό σκηνοθετικό του ντεμπούτο Σκιές (1951) θα βραβευθεί στο Φεστιβάλ Βενετίας. Έκτοτε, και μέχρι τον πρόωρο θάνατό του, θα μπαινοβγαίνει στα στούντιο με μέτρια υποστήριξη αλλά πλήρη καλλιτεχνική ελευθερία, αφήνοντας ως παρακαταθήκη το φιλμικό του σύμπαν -12 ταινίες- ύμνο στην αγάπη και στον άνθρωπο, μεταξύ των οποίων και τις: Πρόσωπα (1968), Σύζυγοι (1970), Μίνι και Μόσκοβιτς (1971), Μια γυναίκα εξομολογείται (1975), Ο θάνατος ενός κινέζου πράκτορα στοιχημάτων (1978), Νύχτα Πρεμιέρας (1978), Χείμαρροι αγάπης (1984).

 

ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΤΑΚΗΣ-ΗΘΟΠΟΙΟΣ


Το Κόκκινο Ρόδο La Rose Rouge
Μυθοπλασία, Γαλλία, 1951, α/μ, 95΄ (στα γαλλικά)

Σκηνοθεσία: M. Pagliero Σενάριο: R. Scipion Φωτογραφία: A. Bac Μουσική: G. Van Parys Ηθοποιοί: A. Bellec, G. Bellec, F. Soubeyran, P.Tourenne, Y. Deniaud, L. de Funès Παραγωγή: Les Films Marceau 

 

Το “Κόκκινο Ρόδο” εγκαινιάζεται το Σεπτέμβριο του 1948 στον αριθμό 76 της οδού Rennes ως λογοτεχνικό καμπαρέ υπό τη διεύθυνση του Νίκου Παπατάκη. Θαμώνες, τόσο Παριζιάνοι όπως οι Υ. Μοντάν, Σ. Σινιορέ, Ζ. Κοκτό, Μ. Πικολί, Ρ. Βαντίμ, Ζ. Ζενέ, όσο και περαστικοί σταρ όπως οι Μ. Ντίτριχ, Ο. Γουέλες, Τ. Τσάπλιν, Ρ. Χάρισον, Ρ. Χαιηγουόρθ, Λ. Άρμστρονγκ, Τ. Πάρκερ, Μ. Ντέιβις κι άλλοι πολλοί. Το πρόγραμμα περιλάμβανε από παραστάσεις μαριονέτας και ταχυδακτυλουργικά γκαγκ, μέχρι σόλο της Ζιλιέτ Γκρεκό και επιθεωρησιακού τύπου νούμερα ή θεατρικές παραστάσεις (έργα των Y. Robert, J. Prévert, R. Desnos, B. Vian, R. Queneau μεταξύ άλλων). Στην ομώνυμη ταινία, στην οποία ο Παπατάκης ερμηνεύει τον ίδιο του τον εαυτό δίπλα στην Φρανσουάζ Αρνούλ και τον Λουί ντε Φινές, το πρόγραμμα του καμπαρέ ανατρέπεται όταν η εμφάνιση των διάσημων μουσικών Αδελφών Ζακ (Les Frères Jacques), ακυρώνεται προσωρινά. Προσωπικό και θαμώνες αναλαμβάνουν την παράσταση σε μία ντελιριακή μουσική κωμωδία.  

Αυτό που με ενδιέφερε να κάνω στο “Κόκκινο Ρόδο” ήταν πράγματα βίαια και τολμηρά. Ήταν ένα καμπαρέ βέβαια περισσότερο αισθητικής παρά πολιτικής αμφισβήτησης. Εισήγαγε νέες μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης, οι οποίες αμφισβητούσαν τον καθιερωμένο τρόπο με τον οποίο γινόταν μέχρι τότε το θέατρο και ο κινηματογράφος […] Παρακολουθώντας επί επτά χρόνια κάθε βράδυ θεάματα έμαθα πώς ζει ένα έργο, έμαθα τη σημασία και την ακρίβεια της θεατρικής κίνησης. Το “Κόκκινο Ρόδο” ήταν μια σχολή σκηνοθεσίας για τις ταινίες που γύρισα αργότερα. ΝΠ

Μαρτσέλο Παλιέρο (Marcello Pagliero, 1907-1980)

Γεννημένος στο Λονδίνο, εργάζεται αρχικά ως κριτικός εικαστικών και λογοτεχνίας, και μεταφραστής σεναρίων. Ο Ρομπέρτο Ροσελίνι θα του εμπιστευθεί το 1944 τον κεντρικό ρόλο του κομμουνιστή μηχανικού Μανφρέντι στο Ρώμη ανοχύρωτη πόλη, ερμηνεία που θα εγκαινιάσει την καριέρα του ως ηθοποιού. Η δεύτερη συνεργασία του με τον Ροσελίνι στο σενάριό του Παιζά θα τον οδηγήσει πίσω από την κάμερα. Θα γυρίσει συνολικά 12 ταινίες.  

 

ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΠΑΠΑΤΑΚΗ

 

Πρόσωπα του Κινηματογράφου-Ταπείνωση και Βία: Νίκος Παπατάκης

Visages du Cinéma – Humiliation et Violence: Nico Papatakis

Τηλεοπτική εκπομπή, Γαλλία, 1971, 45΄ (στα γαλλικά)

Σκηνοθεσία: J. Nahum Παραγωγή: R. Boussinot-J.Nahum-Mars Productions International Μετάδοση: ORTF / Office National de Radiodiffusion et Télévision Française

Στο πλαίσιο της σειράς Πρόσωπα Κινηματογράφου του Ροζέ Μπουσσινό, ο Ζακ Ναούμ σκηνοθετεί ένα επεισόδιο για τον Νίκο Παπατάκη. Προβάλλονται αποσπάσματα από τις ταινίες Οι άβυσσοι, Οι βοσκοί και Σκιές, ενώ εμφανίζονται οι Ν. Παπατάκης, Ο. Καρλάτου, Ε. Ταμίζ, Φ. Μπερζέ, Κ. Μπερζέ, Τ. Κασσαβέτης.

Ζακ Ναούμ  (Jacques Nahum , 1921)

Γάλλος παραγωγός, σεναριογράφος και σκηνοθέτης. Με σπουδές στο Ινστιτούτο Ανώτατων Κινηματογραφικών Σπουδών (IDHEC) στο Παρίσι έχει κάνει την παραγωγή πολλών γαλλικών ταινιών κι έχει σκηνοθετήσει πολλές τηλεοπτικές σειρές καθώς και 2 ταινίες μυθοπλασίας.

 

Νίκος Παπατάκης: πορτραίτο ενός ελεύθερου σκοπευτή

Nico Papatakis: portrait d’ un franc-tireurNτοκιμαντέρ, Ελλάδα-Γαλλία, 2009, Έγχρ., 43΄ (στα γαλλικά)

Σενάριο-Σκηνοθεσία: Τ. Κουλμάσης, Η. Σιαφλιάκη Φωτογραφία: J. Bouquin Μοντάζ: A. Delannoy Παραγωγή: Amip, Ciné Cinéma, Gaumont, CNC, Procirep, Angoa, Περίπλους, ΕΡΤ ΑΕ

 

Είναι αυτό το περίεργο μείγμα ποιητικότητας και πολιτικής στράτευσης, λυρικότητας και στυγνής βίας που στις ταινίες του Νίκου Παπατάκη μας αγγίζει τόσο βαθειά. Η συνέπεια μεταξύ του έργου και των πράξεών του είναι απόλυτη, μια συνέπεια δύσκολη και σπάνια, που μας φέρνει σήμερα αντιμέτωπους με καίρια ερωτήματα. Σ’αυτή επίσης συνίσταται η δύναμη κι η εντυπωσιακή ελευθερία του κινηματογραφικού του έργου. Ίσως αυτή εξηγεί και την εκπληκτική του επικαιρότητα, αλλά ταυτόχρονα και τη σχετική λήθη στην οποία περιέπεσε στην εποχή μας, εποχή του “πολιτικώς ορθού” και μιας χλιαρής συμβατικότητας. Η δύναμη του χαρακτήρα του Νίκου Παπατάκη όπως επίσης η ανένδοτή του στάση απέναντι στις δυσκολίες, στη μοναξιά προκαλούν τον θαυμασμό. Το πορτραίτο αυτό στοχεύει σε μια αντάξιά του δικαίωση. Ένα πορτραίτο σε – σχεδόν- ένα μόνο πλάνο. Περισσότερα δεν χρειάστηκαν. ΤΚ-ΗΣ

Τίμων Κουλμάσης
Γεννήθηκε στη Γερμανία. Σπούδασε ιστορία και φιλοσοφία. Ζει και εργάζεται ως σκηνοθέτης και σεναριογράφος στο Παρίσι και στην Αθήνα

Ηρώ Σιαφλιάκη

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Είναι απόφοιτος της Σχολής Χατζίκου και του Paris VIII St. Denis στη Γαλλία. Μεταπτυχιακό στη φιλοσοφία (Paris I Sorbonne).

 

ΕΙΔΙΚΗ ΠΡΟΒΟΛΗ

Βιριδιάνα Viridiana

Μυθοπλασία, Ισπανία-Μεξικό, 1961, α/μ, 90΄ (στα ισπανικά με ελληνικούς υπότιτλους)

Σκηνοθεσία: Luis Buñuel Σενάριο: Julio Alejandro, Luis Buñuel Φωτογραφία: Jose F. Aguayo Μουσική: Gustavo Pitaluga Μοντάζ: Pedro del Rey Ηθοποιοί: Silvia Pinal, Francisco Rabal, Fernando Rey, José Calvo, Margarita Lozano Παραγωγή: Unión Industrial Cinematográfica (UNINCI), Gustavo Alatriste, Films 59

Χρυσός Φοίνικας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών (1961)

Μία από τις πιο καταπληκτικές και σκανδαλώδεις ταινίες του Λουίς Μπουνιουέλ απαγορεύτηκε στην πατρίδα του την Ισπανία από το 1961 έως το 1977 κι έγινε αιτία για την παρ’ ολίγον σύλληψή του στο Μιλάνο. Μια δόκιμη μοναχή, θύμα εκμετάλλευσης από το μοχθηρό θείο της, Φερνάντο Ρέι, κάνει την ανατροπή και μαζεύει στην έπαυλή του μια ομάδα ζητιάνων και λεπρών. Ο Μπουνιουέλ υφαίνει σταδιακά και με πλάγιο τρόπο έναν ιστό από αντιφατικές παρορμήσεις: πίστη, ευσπλαχνία και ανιδιοτέλεια συνδέονται αναπόσπαστα με την επιθυμία, την υποκρισία και την απληστία στο σχιζοφρενικό σύμπαν των Λατίνων Καθολικών του Παλαιού Κόσμου.

Λουίς Μπουνιουέλ/ Luis Buñuel (1900-1983)

Αφού γύρισε τον Ανδαλουσιανό σκύλο, σουρεαλιστικό ντεμπούτο σε συνεργασία με τον Σαλβαδόρ Νταλί, και το μεγάλου μήκους ταίρι του, τη Χρυσή εποχή, ο Ισπανός δημιουργός δραπετεύει από τον Ισπανικό Εμφύλιο και αναζητά καταφύγιο πρώτα για λίγο στο Χόλιγουντ κι έπειτα στο Μεξικό, όπου ξεκινά η λεγόμενη μεξικανική του περίοδος του με καυστικά και σατιρικά διαμάντια ταξικού σχολιασμού, όπως οι ταινίες Ξεχασμένοι από την κοινωνία (Los Olvidados), Η εγκληματική ζωή του Αρτσιμπάλδο ντε λα Κρουζ και Ο εξολοθρευτής άγγελος. Ο εικονοκλάστης σκηνοθέτης θα επιστρέφει κατά περιόδους στην Ευρώπη για να γυρίσει ταινίες με τη μία ρηξικέλευθη επιτυχία μετά την άλλη: Βιριδιάνα, Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας, Η ωραία της ημέρας, Τριστάνα, Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας, Το φάντασμα της ελευθερίας και Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου.

**Πηγές κειμένων:

Νίκος Παπατάκης, Μονογραφία, Γιάννης Κονταξόπουλος, εκδ. Καστανιώτη, Φεστιβάλ Κινημ/φου Θεσσαλονίκης, 2005