Το Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή παρουσιάζει το φετινό καλοκαίρι στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στο νησί της Άνδρου, ένα αφιέρωμα στο έργο της Σοφίας Βάρη, από 29 Ιουνίου έως 28 Σεπτεμβρίου 2014.


Η Σοφία Βάρη, Ελληνίδα τη καταγωγή με πολυπολιτισμική όμως εικαστική παιδεία και διεθνή καλλιτεχνική παρουσία από παραστατική ζωγράφος στα πρώτα της βήματα, στράφηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’80 στην γλυπτική όπου και διακρίθηκε. Χωρίς να ενταχθεί σε σχολές σκέψεις και κινήματα καλλιτεχνικά, απεξαρτημένη από παγιωμένες αντιλήψεις, αναζήτησε με τόλμη και πάθος τα δικά της πρότυπα αναφορών που συνέβαλαν στην διάπλαση του δικού της μορφικού και εικονογραφικού κόσμου.

Το αφιέρωμα εκτός από γλυπτά όλων των κατηγοριών και μεγεθών τα οποία θα αποτελέσουν τον άξονα της έκθεσης θα περιλαμβάνει επίσης σχέδια, ακουαρέλλες, ελαιογραφίες, ανάγλυφα και κολλάζ καθώς και αντικείμενα μικρογλυπτικής.

Σκοπός του αφιερώματος είναι να αναδειχθούν οι πολλαπλές εικονοποιητικές μεταλλάξεις τις οποίες επινοεί ευρηματικά με την δύναμη της φαντασίας της και αποδίδει με ταλέντο και με μια πρωτότυπη και ιδιόμορφη διαλεκτική με τη φόρμα.

Στο εισαγωγικό κείμενο του καταλόγου της έκθεσης, o επιμελητής της έκθεσης και διευθυντής του Μουσείου, κύριος Κυριάκος Κουτσομάλλης αναφέρει μεταξύ άλλων:

 

Η τέχνη φαίνεται να υπήρξε για τη Σοφία Βάρη μια προδιαγεγραμμένη πορεία. […]

Από πολύ νωρίς ένιωσε να ριζώνει μέσα της διακαώς ο πόθος της γι αυτήν. Ήταν μια πρόκληση, την πραγμάτωση της οποίας επεδίωξε με εμμονή και πάθος. Το πέτυχε επινοώντας μια δική της πλαστική γλώσσα, δικούς της συντακτικούς κώδικες γραφής, οι οποίοι, με γνώμονα τις απαιτήσεις του δικού της δημιουργικού χρόνου, διασφάλισαν στο έργο της πρωτοτυπία, ανθεκτικότητα και αυθεντικότητα. […]

Με διάθεση απεξάρτησης από παγιωμένες θέσεις και αντιλήψεις, με τη φρεσκάδα του ασυμβίβαστου νεανικού πάθους αναζήτησε τις δικές της θέσεις, οι οποίες παρότι πρόσκεινται σε ιδιώματα νεωτερικών τάσεων, εγνωσμένα απέφυγε την ένταξή της σε ομάδες καλλιτεχνικές, σε σχολές ή ρεύματα. […]

Αν το έργο της σε όλες του τις μορφές και κατηγορίες έτυχε της γενικότερης αποδοχής, της ευρύτερης υποδοχής και εμβέλειας είναι γιατί, σθεναρά, με δυνάμεις που δεν καταστέλλονται από συγκυριακές αντιξόοτητες και εφήμερες πρακτικές, διεκδίκησε από τον εαυτό της το δικαίωμα να εκφράσει τα προσωπικά της οράματα, με κριτήρια υποκειμενικά και καθοδηγητική αρχή την δική της εγγενή συγκινησιακή δύναμη και ιδιοσυγκρασιακή της ευαισθησία και ελευθερία. […]

Μέσα από μια υπαινικτική, ημιαφαιρετική διαδικασία στα πρώτα της χρόνια, που χαρακτηρίζεται από δισδιάστατες, δύσπλαστες, διογκωμένες, ανθρωποκεντρικές ή ζωομορφικές φιγούρες, θα οδηγηθεί στη συνέχεια σε εντελώς αντιρεαλιστικές δημιουργίες με προεκτάσεις σουρεαλιστικές. […]

Η Σοφία Βάρη, Ελληνίδα μεν την καταγωγή, έχοντας όμως ελάχιστα ζήσει στην Ελλάδα, βιώνει την ελληνικότητά της χωρίς επιμερισμούς, και με τρόπο που να λειτουργούν όλες οι ανάγκες της ψυχής ως ενιαία, αδιαίρετη και αδήριτη ανάγκη. Η ελληνικότητά της ένθετα ενυπάρχει στην σκέψη και στη συνείδησή της και αναδύεται ως μνήμη, ως συνειρμός, ως γνώση διαχρονική. […]

Με μια ακόρεστη περιέργεια αναζητά τον εαυτό της σε ανοιχτούς ορίζοντες. Σε τόπους που γέννησαν πολιτισμό και άνοιξαν δρόμους  και τούτο γιατί γνωρίζει ότι το αμιγές, το μονοσήματο και το μονοδιάστατο είναι έννοιες ασυμβίβαστες με την εξέλιξη στην τέχνη. Ό,τι το νέο προκύπτει από τη μίξη πολιτισμών. Με συγκλίσεις και αποκλίσεις κι όταν οι δρόμοι διασταυρώνονται με νέες ιδέες. Με ιδέες που υπεκφεύγουν από το στερεότυπο και το κατεστημένο. […]

Όσο καταλυτικές κι αν υπήρξαν οι επιδράσεις από τον οικογενειακό και κοινωνικό της περίγυρο, εγκατέλειψε τα προσχήματα, τα οποία νομοτελειακά απορρέουν από τις αντιλήψεις, τις προλήψεις και τις προκαταλήψεις που τις εξέθρεψαν και ενήργησε με οξυδέρκεια και διορατικότητα και με τρόπο ώστε οι επιρροές αυτές να μην έχουν παρά μερικό μόνο βάρος. […]

Κατά την πρώτη δεκαπενταετή περιπλάνησή της στον χώρο της δυσδιάστατης απεικόνισης  «συγκεχυμένη» και αγωνιώδης φαίνεται να υπήρξε η πορεία της. Από το 1975 κι έπειτα, χωρίς να απεμπολεί τίποτα από την διαχρονική μνήμη, θεωρώντας απλώς τη ζωγραφική ως «ψευδαίσθηση», άρχισε να αναθεωρεί τους προσανατολισμούς της και να διαμορφώνει μια δική της αντίληψη της υφής και του χώρου, να γοητεύεται από την αίσθηση του απτού και τη στιβαρότητα της ύλης και να προσανατολίζει τις καλλιτεχνικές της αναζητήσεις προς την τρισδιάστατη φόρμα. […]

Έκτοτε, η γλυπτική θα αποτελέσει το κυρίαρχο μέλημά της και μ’αυτήν θα επιβληθεί έχοντας αποβάλλει τις αβεβαιότητες των πρότερων διλημμάτων. Μ’αυτή θα αναζητήσει μια θέση σ’ένα χώρο δύσκολο και σε μια εποχή κατά την οποία οι κρατούσες ευρωπαϊκές τάσεις, μην έχοντας διαμορφώσει ένα κυρίαρχο ρεύμα, άφηναν στη γλυπτική την ελευθερία αναζήτησης πηγών τόσο στον πριμιτιβισμό όσο και στις εξωευρωπαϊκές αρχαϊκές τέχνες. […]

Τα γλυπτά της  με τη στιβαρότητα της δομής και τη μνημειακότητα του όγκου είναι σαν να έρχονται από τα βάθη του χρόνου για να προσλάβουν στο σήμερα με την αισθαντικότητα της πρωτογένειας και τις αναφορές στις αρχαϊκές μνήμες την ενσάρκωσή τους. […]

Η Σοφία Βάρη συνέβαλε στο ανανεωτικό αίτημα του νεωτερισμού με μια νέα δική της διαλεκτική με τη φόρμα. Τα γλυπτά της, αν και ευχάριστα στην όραση όπως και στην αφή, θα ήταν άδικο να προσληφθούν ως εικόνες θεάματος μόνο κι όχι ως αποκρυσταλλωμένη ενέργεια που προκύπτει από την αγωνία της μετάλλαξης της πρωτογένειας σε σχήματα αποδεκτά και συμβατά με τις απαιτήσεις του δικού της χρόνου. Γι’ αυτό και τίποτα δεν ήταν εύκολο για εκείνη. Ως άλλη Camille Claudel, υπό διαφορετικές, εξυπακούεται, συνθήκες, κλήθηκε να εξοφλήσει στον εαυτό της το τίμημα των επιλογών της. Το δικαίωμα, δηλαδή, να καταπιαστεί με τα δύσκολα ως γυναίκα. Να δώσει σχήμα και μορφή στην άμορφη μάζα της ύλης. Το πράττει αδιάλειπτα με υπερβάσεις των δυσκολιών και με προτάσεις αισθητικής αρτιότητας και πρωτοτυπίας και την ελευθερία που της προσφέρει η αδέσμευτη λαξευτική και η εν γένει αναπλαστική χειρονομία.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Η Σοφία Βάρη γεννήθηκε στη Βάρη Αττικής το 1940 από μητέρα ουγγαρέζα και πατέρα έλληνα. Τα πρώτα χρόνια της ζωής της τα πέρασε μεταξύ Ελβετίας, Λονδίνου και Ελλάδας. Σπούδασε στην École des Beaux-Arts στο Παρίσι.

Το 1968 κάνει την πρώτη της έκθεση ζωγραφικής στη Woodstock Gallery στο Λονδίνο. Το 1978 αρχίζει τη γλυπτική και τη συνεργασία της με τον Αλέξανδρο Ιόλα με την πρώτη της έκθεση στην Γκαλερί Δεσμός. Γνωρίζει τον Φερνάντο Μποτέρο. Συγχρόνως διδάσκει ζωγραφική στο στούντιό της φέρνοντας τους μαθητές της να συνεχίσουν τα μαθήματα το καλοκαίρι στο Δημοτικό Σχολείο της Χώρας της Άνδρου.

Το 1990 ξεκινάει τη δημιουργία γλυπτών μνημειακών διαστάσεων. Το 2000 το Hilton της Νέας Υόρκης αγοράζει και τοποθετεί ένα γλυπτό της στην είσοδό του. Παρουσιάζει έκθεση στην πλατεία Κοτζιά, όπου τοποθετείται και παραμένει μέχρι σήμερα το γλυπτό Θησέας. Επίσης, εκθέτει στο Palazzo de Bricherasio στο Τορίνο.

Το 2002 εκθέτει στο Palazzo Vecchio και την Piazza della Signoria στη Φλωρεντία. Το 2004 κάνει αναδρομική έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, στην Piazza Esedra στη Ρώμη και στην Κουάλα Λουμπούρ. Το 2005 την καλεί ο Δήμος του Παρισιού και παρουσιάζει στο Saint-Germain-des-Prés μνημειώδη γλυπτά της. Το 2008, με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων στο Πεκίνο, εκθέτει στο Confucius Temple και στους κήπους του Μόντε Κάρλο στο Μονακό. Το 2011 εκθέτει τα μνημειώδη γλυπτά της στη Μαδρίτη στο Paseo de la Castellana και στην Καρθαγένη της Ινδίας στην Κολομβία.

Η τελευταία μεγάλη της έκθεση ήταν πέρυσι στο μουσείο Πέρα της Κωνσταντινούπολης.

Την έκδοση του συνοδευτικού καταλόγου ανέλαβε ο εκδοτικός οίκος SKIRA. 



*Λεζάντες έργων:


L’étendue du silence, 2014 (φωτό θέματος)

Εποξική ρητίνη

Διάμετρος 110 εκ.

 

Mademoiselles 2, 2012 (φωτό κειμένου 1)

Ασήμι

31 x 14 x 11 εκ.

Black Space, 2000 (φωτό κειμένου 2)

Πολύχρωμος μπρούτζος

92 x 59 x 61 εκ.