Η Νυχτερίδα, η δημοφιλέστατη οπερέτα του Γιόχαν Στράους του νεότερου, παρουσιάζεται σε νέα παραγωγή στην Εθνική Λυρική Σκηνή, από τις 28 Φεβρουαρίου 2014 και για 15 λαμπερές παραστάσεις.

Έργο ανάλαφρο, γεμάτο χιούμορ και ανατροπές, πλημμυρίζει από τη γοητευτική μουσική της αυτοκρατορικής Βιέννης σε μουσική διεύθυνση Μιχάλη Οικονόμου, Ζωής Τσόκανου και Ανδρέα Πυλαρινού. Ο Αλέξανδρος Ευκλείδης, με μερικές από τις πιο επιτυχημένες ανανεωτικές παραστάσεις οπερέτας στο ενεργητικό του, μεταφέρει τη δράση του έργου στην αθηναϊκή μπουρζουαζία της δεκαετίας του ’60. Στο ξέφρενο πάρτι του πρίγκιπα Ορλόφσκι οι ήρωες του Στράους συναντιούνται με προσκεκλημένους-έκπληξη.

Η Νυχτερίδα είναι το πρώτο έργο με το οποίο ξεκίνησε τις δραστηριότητες της η Εθνική Λυρική Σκηνή, στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, στις 5 Μαρτίου 1940. Το έργο είχε δοθεί στα ελληνικά. Από τότε έως και σήμερα η Νυχτερίδα παρουσιάζεται πάντα στην ελληνική γλώσσα σε όλες τις παραστάσεις της στην ΕΛΣ. Η μετάφραση της νέας παραγωγής είναι του Δημήτρη Δημόπουλου.

Η Νυχτερίδα για ένα έργο που βρίσκεται στο γενετικό κώδικα της Λυρικής Σκηνής, το οποίο έχουν ερμηνεύσει οι σημαντικότεροι πρωταγωνιστές της και το έχει αγαπήσει διαχρονικά το κοινό της. Είναι ένα έργο που, μπορούμε να πούμε πως, έχει «ελληνοποιηθεί» μέσα από την τόσο στενή ταύτισή του με την μουσικοθεατρική ζωή της μεταπολεμικής Ελλάδας και ιδιαίτερα με εκείνη της Λυρικής Σκηνής.

Στη νέα παραγωγή πρωταγωνιστούν μερικοί από τους πιο διακεκριμένους μονωδούς της νεότερης γενιάς, ενώ συμμετέχει το μπαλέτο της ΕΛΣ σε χορογραφία της Α’ Χορεύτριας Μαρίας Κουσουνή.

Η σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Ευκλείδη μεταφέρει τη δράση του έργου στα αστικά σαλόνια της Αθήνας και στις καμπάνες του Αστέρα Βουλιαγμένης, κατά τη δεκαετία του ’60. Μάλιστα, το πάρτι του Σοβιετικού Πρέσβη  Ορλόφσκι λαμβάνει χώρα το βράδυ της 20ης Απριλίου 1967 παραμονή του στρατιωτικού πραξικοπήματος, ενώ το ξημέρωμα της επομένης βρίσκει τους ήρωες μας στα κρατητήρια. Στην παράσταση του Ευκλείδη οι συνταγματάρχες της Δικτατορίας συναντούν τους σοβιετικούς κοσμοναύτες, τα αντίπαλα στρατόπεδα του Ψυχρού Πολέμου θερμαίνουν τις σχέσεις τους υπό την επήρεια της σαμπάνιας, ενώ τα μπαλέτα Κίροφ κονταροχτυπιούνται με εκείνα της Όπερας του Παρισιού.
Η μεταφορά στα «καθ’ ημάς» είναι μία διαδικασία απολύτως συνυφασμένη με το ελαφρό μουσικό θέατρο παγκοσμίως.

Πριν θεωρηθεί ένα από τα αριστουργήματα της σοβαρής μουσικής, η Νυχτερίδα υπήρξε ένα λαϊκότατο έργο, που γνώρισε τοπικές διασκευές στις διαφορετικές χώρες που παίχθηκε. Η σκηνοθετική πρόταση του Ευκλείδη προκύπτει από τη λογική αυτή και επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στον απαιτούμενο σε ένα τέτοιο έργο σεβασμό και στην εξίσου θεμιτή στο είδος της οπερέτας ασέβεια. Εξάλλου μια από τις πιο ενδιαφέρουσες διαστάσεις της οπερέτας είναι ακριβώς αυτή: Να παίζει με τα όρια, να παράγει νόημα μέσα από ένα διαρκές μπες-βγες στα διάφορα πλαίσια με τα οποία συνδιαλέγεται: του ελαφρού θεάτρου, αλλά και της σοβαρής μουσικής, του υψηλού, αλλά και του ευτελούς, του αστικού, αλλά και του «λαϊκού», των διεθνών καλλιτεχνικών ρευμάτων, αλλά και της εντοπιότητας. Η επαναπλαισίωση που επιχειρείται στην νέα εκδοχή της θρυλικής Νυχτερίδας δεν είναι τίποτε άλλο από μια αλλαγή κάδρου: αυτό που έχει σημασία είναι ο πίνακας.

Στο έργο όλα ξεκινούν από φάρσα που είχε γίνει στο παρελθόν: μετά από αποκριάτικο χορό ο Δρ. Φάλκε βρέθηκε να τριγυρνά στους δρόμους, μέρα μεσημέρι, μασκαρεμένος με κοστούμι νυχτερίδας. Υπεύθυνος ήταν ο Γκάμπριελ φον Άιζενσταϊν, στον οποίο ο Φάλκε αποφασίζει να ανταποδώσει τα ίσα κατά τη διάρκεια χορού που παραθέτει ο Ρώσος πρίγκιπας Ορλόφσκι. Άφθονη σαμπάνια και μάσκες φροντίζουν για κέφι, παρασύροντας τους πρωταγωνιστές σε σειρά παρεξηγήσεων. Για διαφορετικούς λόγους όλοι καταλήγουν στην φυλακή, όπου τελικά αποκαλύπτεται η πραγματικότητα.

Παρά το γεγονός ότι η Νυχτερίδα θεωρείται η αντιπροσωπευτικότερη και διασημότερη βιεννέζικη οπερέτα, υπερβαίνει τα στερεότυπα του είδους, δηλαδή δεν αποτελεί ακόμα μια συρραφή από βαλς, μαζούρκες και πόλκες, τις οποίες μάλιστα ο Στράους έγραφε με χαρακτηριστική άνεση, αλλά κατόρθωσε να αναπτύξει δομές ικανές να στηρίξουν μια κωμική όπερα. Υπέροχα μουσικά θέματα επανέρχονται σε κομβικά σημεία του έργου δίνοντας ενότητα στο σύνολο, όπως άλλωστε και η διάθεση καρναβαλιού η οποία διατρέχει την Α’ Πράξη, κορυφώνεται στον χορό του Ορλόφσκι στην Β’ Πράξη και εξακολουθεί στη φυλακή της Γ’ Πράξης. Στην Νυχτερίδα τα βαλς ορόσημα του Στράους δεν χρησιμοποιούνται αδιάφορα, αλλά γίνονται φορείς συναισθημάτων, ανάλογα με την περίσταση, ενώ η εντυπωσιακή εισαγωγή δεν αποδίδει απλώς τις διαθέσεις, αλλά προαναγγέλλει τη θεατρική δράση.

Ο Γιόχαν Στράους θεωρείται ανάμεσα στους κορυφαίους της μουσικής αφού ξεχώρισε για την κομψότητα, το καλό γούστο, το πνεύμα και η γνησιότητα του. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι υμνήθηκε από συναδέλφους του, όπως οι Μπραμς, Βάγκνερ, Μάλερ, Ραβέλ, Σαίνμπεργκ κ. ά. όσο κανείς άλλος. Ήταν όμως ο Γκουστάβ Μάλερ εκείνος που έκανε στον Στράους το μεγαλύτερο δώρο: στις 13 Μαρτίου του 1894 ο κορυφαίους συνθέτης και αρχιμουσικός διηύθυνε στην Όπερα του Αμβούργου τη Νυχτερίδα, επικυρώνοντας την ποιότητα της μουσικής, δίνοντας στο έργο τα διαπιστευτήρια για μια διεθνή σταδιοδρομία στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου και χαρίζοντας τη δημοτικότητα του που έως σήμερα παραμένει αμείωτη.  

Σημείωμα Σκηνοθέτη – Μια νυχτερίδα στο σπίτι μας

Η ιδέα για την παράσταση αυτή της Νυχτερίδας διαμορφώθηκε μέσα από κάποιους αυθαίρετους συνειρμούς: τη συγγένεια των λέξεων «πραξικόπημα» και «οπερέτα», την ιδιομορφία του έργου, το οποίο περιγράφει μια ιστορία που ξεκινάει το απόγευμα σε ένα σαλόνι και καταλήγει το ξημέρωμα σε μια φυλακή, το μυστηριώδες πρόσωπο του Ορλόφσκι, το οποίο με δελέασε να προβάλω πάνω του το σοβιετικό φαντασιακό και, κυρίως, από την προσωπική μου εμμονή για εκδοχές έργων του μουσικού θεάτρου που θα αντλήσουν έμπνευση από κομβικές στιγμές της ελληνικής ιστορίας. Έτσι, προέκυψε το σενάριο μιας απολύτως φανταστικής ιστορίας που διαδραματίζεται το βράδυ της 20ης Απριλίου 1967, αρχικά σε μια καμπάνα του Αστέρα της Βουλιαγμένης, έπειτα σε ένα πάρτι του βαρύθυμου Σοβιετικού πρέσβη Ορλόφσκι και, τέλος, σε ένα κρατητήριο, το ξημέρωμα του πραξικοπήματος. Στις τρεις αυτές εικόνες οι συνταγματάρχες συναντούν σοβιετικούς κοσμοναύτες, τα αντίπαλα στρατόπεδα του Ψυχρού Πολέμου θερμαίνουν τις σχέσεις τους υπό την επήρρεια της σαμπάνιας, τα μπαλέτα Κίροφ κονταροχτυπιούνται με εκείνα της Όπερας του Παρισιού, ο Δαλιανίδης συναντά τον Βούλγαρη των Πέτρινων χρόνων. Πάνω από όλα, αναζήτησα τις συνθήκες που θα επέτρεπαν στο ανατρεπτικό και συχνά σουρεαλιστικό avant la lettre χιούμορ της οπερέτας αυτής να ανθίσει, μέσα από την επανατοποθέτηση της βιεννέζικης ιστορίας στο πλούσιο κάδρο των ελληνικών ‘60s. Είναι, άλλωστε, μια εποχή που μας έχει αφήσει πλούσια παρακαταθήκη σε όλους τους τομείς της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής, με την οποία αναμετριόμαστε, θέλουμε δε θέλουμε, καθημερινά. Οι νυχτερίδες κρέμονται ακόμη, γελοίες και απειλητικές, στο σπίτι μας.

Αλέξανδρος Ευκλείδης

Η Νυχτερίδα με μια ματιά

Ο συνθέτης

O Γιόχαν Στράους o νεότερος, «βασιλιάς του βαλς», γεννήθηκε το 1825 στην Βιέννη. O πατέρας του, Γιόχαν Στράους ο πρεσβύτερος, παρότι συνθέτης ιδιαίτερα αγαπητός, δεν επιθυμούσε να ακολουθήσει ο γιος του την ίδια σταδιοδρομία. Ωστόσο, ο νεαρός Γιόχαν επέμεινε και σύντομα οι Βιεννέζοι τού έδειξαν την αγάπη τους. Γεμάτος αυτοπεποίθηση περιόδευσε σε πολλές χώρες και στα μέσα της δεκαετίας του 1860 ήταν ήδη διασημότερος από τον πατέρα του. Την εποχή εκείνη την Ευρώπη σάρωναν οι οπερέτες του Ζακ Όφενμπαχ. Επηρεασμένος, ο Στράους δοκίμασε τις δικές του δυνάμεις πρώτα με τις Εύθυμες κυράδες της Βιέννης που δεν παρουσιάστηκαν ποτέ, και στη συνέχεια με την οπερέτα Ο Ίντιγκο και οι 40 κλέφτες, η οποία δόθηκε με τεράστια επιτυχία το 1871. Στην παρισινή εκδοχή του ίδιου έργου ο Στράους ενέταξε το βαλς Στον ωραίο γαλάζιο Δούναβη. Ακολούθησαν πολλές οπερέτες, μεταξύ των οποίων το Ρωμαϊκό καρναβάλι (1873), η Νυχτερίδα (1874), το δημοφιλέστατο στις ΗΠΑ Δαντελένιο μαντήλι της βασίλισσας (1880), Μία νύχτα στη Βενετία (1883) και Ο βαρόνος Ατσίγγανος (1885). Το 1899, διασημότατος και καταξιωμένος, ο Στράους πέθανε στη γενέτειρά του Βιέννη.

Το έργο

Κωμική οπερέτα –komische Operette– σε τρεις πράξεις η Νυχτερίδα βασίζεται στο βωντβίλ Το ρεβεγιόν των Ανρί Μεγιάκ και Λυντοβίκ Αλεβί. Το ποιητικό κείμενο είναι των Καρλ Χάφνερ και Ρίχαρντ Ζενέ.

Πρεμιέρες

Η Νυχτερίδα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 5 Απριλίου 1874 στη Βιέννη, στο Θέατρο στον Βην –Theater an der Wien.  Με αυτήν εγκαινιάστηκαν την Τρίτη 5 Μαρτίου 1940 οι δραστηριότητες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, η οποία λειτούργησε αρχικά ως τμήμα του Εθνικού –τότε Βασιλικού– Θεάτρου. Η δημοφιλέστατη οπερέτα αποτελούσε εύλογη επιλογή καθώς επέτρεπε την αξιοποίηση ηθοποιών πρόζας από το δυναμικό του Εθνικού Θεάτρου. Τη μουσική διεύθυνση είχε ο Βάλτερ Πφέφερ, ενώ τους κεντρικούς ρόλους ερμήνευαν μεταξύ άλλων ο Ιωάννης Στυλιανόπουλος, η Ναυσικά Γαλανού, η Ζωή Βλαχοπούλου και ο Μιχάλης Κορώνης. Η χορογραφία ήταν του Σάσα Μάχοφ, η σκηνοθεσία του Ρενάτο Μόρντο, τα σκηνικά του Κλεόβουλου Κλώνη και τα κοστούμια του Αντώνη Φωκά.

Μουσική διεύθυνση: Μιχάλης Οικονόμου (22, 23, 26, 28/2 – 23, 24/4) / Ζωή Τσόκανου (1, 5, 7, 8/3) / Ανδρέας Πυλαρινός (4, 7, 14, 18/5)
Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Ευκλείδης
Μετάφραση ποιητικού κειμένου: Δημήτρης Δημόπουλος
Σκηνικά: Σωτήρης Στέλιος /Κοστούμια: Αλεξία Θεοδωράκη
Χορογραφία: Μαρία Κουσουνή / Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος

Γκάμπριελ φον Άιζενσταϊν: Διονύσης Σούρμπης (28, 26, 28/2 – 5, 8/3 – 24/4 – 4/5), Δημήτρης Πακσόγλου (1, 7/3 – 23/4 – 7, 14, 18/5)
Ροζαλίντα: Έλενα Κελεσίδη (28/2 – 5, 8/3 – 24/4), Μαρία Μητσοπούλου (1, 7/3 – 23/4), Μαρία Κόκκα (4, 7, 14, 18/5)
Φρανκ: Βαγγέλης Χατζησίμος (28/2 – 1, 5, 8/3 – 24/4 – 7, 18/5), Σταμάτης Μπερής (7/3 – 23/4 – 4, 14/5)
Πρίγκιπας Ορλόφσκι: Ελένη Βουδουράκη (28/2 – 1, 5/3), Μαρισία Παπαλεξίου (7/3 – 4, 18/5), Έλενα Μαραγκού (8/3 – 23, 24/4), Μαρίτα Παπαρίζου (7, 14/5)
Άλφρεντ: Αντώνης Κορωναίος (28/2 – 1, 5, 8/3 – 24/4), Γιάννης Χριστόπουλος (7/3 – 23/4), Νίκος Στεφάνου (4, 7, 14, 18/5)
Δρ. Φάλκε: Άκης Λαλούσης (5, 8/3 – 24/4 – 4/5), Αρκάδιος Ρακόπουλος (28/2), Χάρης Ανδριανός (1, 7/3 – 23/4 – 7, 14, 18/5)
Δρ. Μπλιντ: Θανάσης Ευαγγέλου (28/2 – 7/3 – 23/4), Δημήτρης Ναλμπάντης (1, 5, 8/3 – 24/4 – 4, 7, 14, 18/5)
Αντέλα: Βασιλική Καραγιάννη (1, 5, 8/3 – 24/4 – 4, 14/5), Κάτια Πάσχου (7/3 – 7, 18/5), Μαριάννα Μανσόλα (28/2 – 23/4)
Ίντα: Βάγια Κωφού 28/2 – 24/4 – 4/5), Λυδία Αγγελοπούλου (1, 5, 7, 8/3 – 23/4 – 7, 14, 18/5)
Φρος/Αλή Μπέης: Παναγιώτης Αθανασόπουλος (28/2 – 1, 5, 8/3 – 24/4 – 7, 18/5), Παύλος Μαρόπουλος (7/3 – 23/4 – 4, 14/5)
Μάρρευ: Xρήστος Αμβράζης (28/2 – 1, 5, 8/3 – 24/4 – 7, 18/5), Παναγιώτης Πρίφτης (7/3 – 23/4 – 4, 14/5)
Τζίνα: Ειρήνη Κώνστα (28/2 – 1, 5, 8/3 – 24/4 – 7, 18/5) , Ειρήνη Αθανασίου (7/3 – 23/4 – 4, 14/5)