Με 21 διεθνή βραβεία και μια εξαιρετική φιλμογραφία στο ενεργητικό του («Βιασμός της Αφροδίτης», «Σφαγή του Κόκορα», «Τάμα»), ο Κύπριος σκηνοθέτης Ανδρέας Πάντζης συνεχίζει να κάνει σινεμά, γιατί όπως λέει και ο ίδιος, «κάνουμε ταινίες για να σωθούμε» και «γιατί δεν ξέρουμε να κάνουμε κάτι άλλο». Η νέα του ταινία «Η Χαρά και η Θλίψη του Σώματος» είναι μια κριτική ματιά για το ποιά τελικά είναι η Χαρά σήμερα. Είναι η φιλία και ο έρωτας άνευ όρων; Το χρήμα; Το «παραγοντιλίκι»; Ο Ευαγόρας, ο ήρωας της ταινίας ταξιδεύει αναζητώντας τον αδελφικό φίλο του Μιλέν. Η εξέλιξη του ταξιδιού θα τον φέρει αντιμέτωπο με αυτά τα ερωτήματα και οι απαντήσεις των οποίων πρόκειται να του αλλάξουν την ζωή…    


Συνέντευξη: Ελένη Φιλίππου

 

CultureNow: Ας ξεκινήσουμε από τον τίτλο της ταινίας, ο οποίος μου άρεσε πολύ: «Η Χαρά και η Θλίψη του Σώματος». Πώς τον εμπνευστήκατε;

Ανδρέας Πάντζης: Ουσιαστικά η Χαρά και η Θλίψη είναι τα δυο αντίθετα που κυριαρχούν στη ζωή μας. Η Ζωή και ο Θάνατος.  Το γιν και το γιανγκ. Το γεγονός ότι η ηρωίδα είναι ερωτευμένη με τον Ευαγόρα αλλά τα φέρνουν έτσι οι καταστάσεις, ώστε να κοιμάται με άλλον, ενέχει την ουσιώδη αντίφαση της ταινίας. «Είχα οργασμό χωρίς καν να αγγίξω το σώμα μου»… Η Χαρά του Σώματος που δεν προέρχεται από την πηγή της χαράς, τον Ερώτα αλλά από το Χρήμα και την Ανάγκη… Όταν ένας θείος μου, 86 χρονών, με ρώτησε πως ονομάζεται η νέα μου ταινία και του είπα τον τίτλο, μου είπε: «Α! Είναι για την Φύση μας!» Μου αρέσει ακόμη το εκ-κεντρον του τίτλου, όπου δεν εκφράζει υποχρεωτικά το Όλον του έργου, αλλά ένα μόνο μέρος του και δίνει έτσι την ευκαιρία στον θεατή να ταξιδέψει με την φαντασία του στη σχέση του τίτλου με το έργο που έχει δει…

C.N: Η ταινία μιλάει για την φιλία, για τον έρωτα και για την προδοσία. Ο πρωταγωνιστής της ταινίας, ο Ευαγόρας είναι αυτός, ο οποίος πορεύεται με αυτά τα ιδανικά και αυτός που προδίδεται. Είναι ενδιαφέρον ότι βάζετε τον ήρωα σε μια κυκλική πορεία, η οποία αποδεικνύεται πολύ σκληρή, αν όχι οδυνηρή. Γιατί βάλατε τον ήρωά σας να μάθει τις αλήθειες της ζωής με τόσο σκληρό τρόπο;

Α.Π: Στόχος μου είναι να αφηγηθώ μια ιστορία. Είναι φανερό ότι για να δείξω τον ηρώα όσο το δυνατό καλύτερα, θα πρέπει να τον εμπλέξω σε διαφορές καταστάσεις και διαφορετικές δοκιμασίες. Καταστάσεις είναι αυτό που ονομάζει ο Αριστοτέλης «περιπέτειες». Ο ήρωας πρέπει κανονικά να περάσει δια πύρος και σιδηρού για να βγει στο τέλος του έργου ένας άλλος άνθρωπος. Θυμηθείτε τον Ευαγόρα στην προηγούμενη ταινία μου «Το Τάμα», ο οποίος κατά την διάρκεια της ταινίας περνά από διάφορες περιπέτειες και, αν και είναι θεοφοβούμενος και γιος παπά, διαπράττει κατά τη διάρκεια της ταινίας όλα τα αμαρτήματα! Τίποτα δεν είναι εύκολο σε αυτή τη ζωή. Την Αλήθεια, όπως και την Γνώση, την αποκτάς με βάσανο και δυσκολία. Και οι οριακές καταστάσεις είναι οι πλέον παραγωγικές για την γέννηση και τη δοκιμασία ενός χαρακτήρα…

C.N: Ο βασικός χαρακτήρας έχει για ακόμη μια φορά το όνομα Ευαγόρας. Προσωπικά, γνωρίζω μόνο εσάς και τον Μίκαελ Χάνεκε που επιμένουν να δίνουν στους ήρωες τους τα ίδια ονόματα κάθε φορά. Γιατί;

Α.Π: Δεν το ήξερα ότι ο Μιχαήλ Χάνεκε κάνει το ίδιο. Εκπλήττομαι. Μα είσαι σίγουρη;

Εγώ ακολουθώ αυτόν τον κανόνα ως μέρος μιας προβληματικής πάνω στην δραματουργία. Στην ταινία, στο μεγάλο πλάνο των  οκτώ λεπτών, την μια μέρα όλα τα αυτοκίνητα είναι κόκκινα και στα επόμενα 4 λεπτά όλα τα αυτοκίνητα στο δρόμο είναι μαύρα, χωρίς cut! Σε μονοπλάνο! Ολόκληρη η κλασική δραματουργία βασίζεται στο τυχαίο. Εγώ λέω ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο, αλλά ότι όλα είναι ελεγχόμενα. Τα χρώματα, οι κινήσεις, το παίξιμο, οι κομπάρσοι δεν υπάρχουν. Αν όλα ήταν τυχαία, όλοι οι ήρωες των ταινιών μου θα είχαν διαφορετικά ονόματα. Γιάννης, Κώστας, Μιχάλης! Αφού όμως όλοι έχουν το ίδιο όνομα, αυτό κάτι σημαίνει. Κυρίως σημαίνει ότι λέω κάτι φτιαχτό, ψεύτικο, παραμύθια… Άρα αυτό είναι ένα χτύπημα ενάντια στον ρεαλισμό. Είναι το ίδιο όπως τα χρώματα στις ταινίες μου. Στις ταινίες μου έχω βάψει ελαιώνες μπλε, δέντρα καφέ, θάμνους και τοίχους ακόμη και άλογα!!!! Όμως νομίζω δεν μας παίρνει άλλο ο χώρος… μια άλλη φορά…

C.N: Πώς επιλέξατε τον Χάρη Αμπράζη για τον ρόλο του Ευαγόρα;

Α.Π: Τον Χάρη τον επέλεξα μέσα από ένα χρονοβόρο και δύσκολο κάστινγκ. Στο πόσο χρονών είναι ο ήρωας, υπάρχουν μερικοί χρονικοί περιορισμοί. Είναι βασικό ο ήρωας να έχει γεννηθεί 4-6 χρόνια πριν την Τουρκική Εισβολή του ΄74. Είναι η γενιά εκείνη που έχασε σε μια μέρα ολόκληρο τον κόσμο (της). Το 6χρονο αγόρι χάνει τους φίλους του, τη ζωή του, τον πατερά του. Δημιουργείται έτσι ένας χαρακτήρας ενδοστρεφής, ο οποίος όταν συναντά τον Μιλέν και γίνονται φίλοι, αυτή η φιλία είναι χρωματισμένη με την απουσία του Πατέρα και ο Μιλέν ενέχει θέση Πατέρα στην ψυχή του ηρώα μας. Για τούτο τον ακολουθεί χωρίς αντιρρήσεις, γιατί έχει εμπιστοσύνη στον πατέρα και σε ό,τι λέει…  Ο ήρωας πρέπει να είναι 32 με 35 ετών, το 2002, που διαδραματίζεται η ταινία. Στην Κύπρο δεν υπήρχε το 2009-2010 τέτοιος ηθοποιός. Ο Χάρης είχε αυτή την ηλικία μαζί με μια απέραντη θλίψη στο πρόσωπο: τη θλίψη του αποφυλακισμένου που έμεινε 5 χρόνια στη φυλακή  χωρίς, βασικά να φταίει… Ο Χάρης είναι εύπλαστος, ευαίσθητος, ταλαντούχος. Έκανε ότι του  ζήτησα…

C.N: Η ταινία είναι ένα σύγχρονο film noir. Σκεπτόμενος κανείς το σύμπαν που κυριαρχεί στο συγκεκριμένο είδος όπως π.χ., την παντελή έλλειψη εμπιστοσύνης, την απεικόνιση της μεγαλούπολης ως τόπος αφιλόξενος, τον φόβο και την παράνοια καθώς και έναν διάχυτο κυνισμό, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι έτσι είναι ο τρόπος που αντικρίζετε τον κόσμο σήμερα;

Α.Π: Ο Ευαγόρας φέρνει μαζί του μια κουλτούρα από το παρελθόν. Από τον κόσμο του χαμένου πατερά του, του πάππου του… Αυτός μένει προσηλωμένος σε μια φιλία, ενώ ολόγυρα του, τα πάντα κινούνται σε ένα κλίμα προδοσίας και εξαγοράς, ηθικών διακανονισμών και χρηματικών ανταμοιβών. Ο κόσμος σήμερα είναι σίγουρα αφιλόξενος και εχθρικός. Για τούτο είναι σημαντική η φιλία και ο έρωτας. Ο έρωτας όχι ως κατάκτηση αλλά ως τρυφερότητα και συνομωσία. Συνομωσία συνειδήσεων και σωμάτων ακριβώς εναντίον αυτού του εχθρικού κόσμου! Για να επιτύχει αυτή την συνωμοτική ολοκλήρωση ο Ευαγόρας δεν κοιμάται ποτέ με την Ντρίτα…

C.N: Η ταινία, στο μεγαλύτερο μέρος της, γυρίστηκε στην Βουλγαρία, ένας τόπος που με τον ένα ή άλλο τρόπο είναι παρόν στην φιλμογραφία σας. Η επιλογή να εξελιχθεί εκεί το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας είναι απλά ένας τρόπος ευχαριστήριος ή συνετέλεσε και κάτι άλλο ώστε να την επιλέξετε για τα γυρίσματα;

Α.Π: Η Βουλγαρία είναι παρούσα στην φιλμογραφία μου ως χώρα συμπαραγωγός ταινιών μου. Ο Nikolay Lazarov είναι ο Διευθυντής Φωτογραφίας τριών ταινιών μου. Ήθελα πάντα να κάνω μια ταινία για την Βουλγαρία ως μετωνυμία των πρώην σοσιαλιστικών χώρων. Γιατί στις χώρες αυτές υπάρχουν άνθρωποι πραγματικοί, ικανοί να αντισταθούν. Γιατί στις χώρες αυτές, στη Βουλγαρία, στη Ρωσία, δεν είναι όλοι οι άντρες μαφιόζοι και όλες οι γυναίκες πόρνες… Φυσικά ο λόγος της ταινίας είναι αυστηρά κριτικός και αυτός ίσως είναι ο λόγος που στην ταινία αυτή δεν είχα καμία βοήθεια από την Βουλγαρία. Όμως στο τέλος είναι φανερό ότι επιλεγείς να ασχοληθείς με ό,τι αγαπάς και εγώ αγαπώ αυτές τις χώρες, την Ρωσία, όπου σπούδασα και την Βουλγαρία, όπου έζησα και δημιούργησα τα τελευταία 20 χρόνια…

C.N: Για κάποιο λόγο, παρακολουθώντας τον ήρωα μου ήρθε στο νου η φράση του ποιητή Φρανσουά Βιγιόν «στον τόπο μου είμαι τέλεια ξένος…». Υπάρχουν στοιχεία του Ευαγόρα που προέρχονται από την «χαρά και την θλίψη του σώματος» του Ανδρέα Πάντζη;

Α.Π: Μα κανένας στον τόπο του δεν είναι προφήτης… αυτό είναι γνωστό. Κάθε τι που κάνεις έχει στοιχεία της ζωής σου. Της σκέψης σου. Των προβλημάτων που σε απασχολούν. Κάνουμε ταινίες για να σωθούμε. Κάνουμε ταινίες γιατί δεν ξέρουμε να κάνουμε τίποτε άλλο. Όμως το χειρότερο απ’ όλα είναι το γεγονός ότι κάθε ταινία που κάνω αφόρα στην Κύπρο, στον Ελληνισμό γενικότερα, αλλά νοιώθω σαν να κάνω ένα πυρηνικό αντιδραστήρα σε μια έρημη χωρά που δεν τον χρειάζεται. Που δεν ξέρει τι είναι αυτό. Αυτή η αδιαφορία, ακόμη και από ανθρώπους φίλους που με εκτιμούν ως άνθρωπο αλλά δεν καταλαβαίνουν τι κάνω, με τρελαίνει… Το ίδιο και η  αδιαφορία των πολίτικων…  Με δυο λόγια ενώ δημιουργώ ένα πολιτιστικό γεγονός κανείς δεν το θέλει… Κάνεις δεν το χρειάζεται… Ως σκηνοθέτης είμαι χωρίς πατρίδα.

C.N: Πώς υποδέχτηκε το κοινό της Κύπρου την νέα σας ταινία; Νιώθετε ικανοποιημένος;

Α.Π: Ο κόσμος που την είδε ήταν ενθουσιασμένος. Οι δημοσιογράφοι και κριτικοί την επαίνεσαν … Όμως αν ένας Γερμανός κάνει μια ταινία, κατ’ επέκταση η Γερμάνια κάνει μια ταινία. Το ίδιο για μια γαλλική ή ρωσική ταινία. Εγώ όταν κάνω μια ταινία δεν ενδιαφέρει κανένα, εκτός από τους λίγους ανθρώπους  που με εκτιμούν και φυσικά τους ανθρώπους από το Υπουργείο Πολιτισμού. Η παραγωγή Πολιτισμού κανένα δεν ενδιαφέρει.

C.N: Είναι νωρίς να ρωτήσω εάν υπάρχουν σκέψεις, σχέδια για επόμενη ταινία;

Α.Π: Έχω σενάρια και σχέδια για 4 ταινίες! Όμως νομίζω ότι είναι και λίγο σόλοικο να μιλάς σήμερα για μελλοντικά σχεδία… Θα δούμε!

Η νέα ταινία του πολυβραβευμένου Κύπριου σκηνοθέτη Ανδρέα Πάντζη, με τίτλο Η χαρά και η θλίψη του σώματος, με τη συμμετοχή του Γιώργου Χωραφά έρχεται στις κινηματογραφικές αίθουσες από 6 Φεβρουαρίου 2014.