Μια ομαδική δουλειά εννέα διαφορετικών συγγραφέων, που με τις ιστορίες τους, κατάφεραν να μας ξεναγήσουν σε ανθρώπινα συναισθήματα και αλήθειες που εύκολα μπορούν να ξεχαστούν μέσα στην ανήσυχη εποχή μας.

Εμείς συναντήσαμε στην Ύδρα, τόσο καταγωγής του, τον συγγραφέα Χρήστο Δασκαλάκη, έναν από τους εννέα δημιουργούς, όπου μας μίλησε για το βιβλίο και μας εξήγησε το λόγο που μια γειτονιά μπορεί να «ανταγωνιστεί» τα σύνορα ενός ολόκληρου κράτους.


– Σε βρίσκουμε στην Ύδρα. Ποιες οι διαφορές από τις γειτονιές του νησιού, με τις γειτονιές της μεγάλης πόλης;

Η Ύδρα είναι το καταφύγιο μου. Πολλές φορές, όταν θέλω να απομονωθώ εντελώς, αφήνω πίσω μου το πατρικό σπίτι στη χώρα και ανηφορίζω στο μικρό εξοχικό των γονιών μου, στην κορφή μιας πλαγιάς πάνω από τη θάλασσα… Εδώ, θαυμάζω το μεγαλείο της απλότητας. Οι γειτονιές μυρίζουν βασιλικό και νυχτολούλουδο. Από την εξώπορτα του σπιτιού μου έως και το λιμάνι έχω πει 20 καλημέρες και έχω σταθεί άλλες τόσες για να βγάλω φωτογραφίες. Στο νησί νιώθω σαν τουρίστας.  Κάθε σημείο είναι σαν να το βλέπω για πρώτη φορά. Προσπαθώ να κάνω το ίδιο και στην Αθήνα, να καλημερίζω τους ανθρώπους της γειτονιάς που ο φόβος μας έχει αποξενώσει. Δύσκολη αποστολή αλλά είμαι σε καλό δρόμο.

– Τι συμβαίνει τελικά με τα Εξάρχεια; Πως καταφέρνουν να είναι πάντα στο προσκήνιο, κάποιοι να τα φοβούνται, κάποιοι να τα λατρεύουν;

Νομίζω πάντα θα υπάρχει ένα εξιλαστήριο θύμα ανάμεσα μας. Υπήρχε στο σχολείο, στην παρέα, στο στρατό, στη δουλειά μας. Το ίδιο ισχύει και με τις γειτονιές.  Τα Εξάρχεια θεωρώ είναι το εξιλαστήριο θύμα μιας πόλης που ψάχνει να βρει το δίκιο της. Φυσικά όμως το «πείραμα» δεν λειτουργεί. Γιατί τα Εξάρχεια αποτελούνται από ενεργούς πολίτες. Και ενεργοί πολίτες, σημαίνει ενεργή γειτονιά, ζωντανή και ετοιμοπόλεμη.

– Ως κάτοικος των Εξαρχείων, ένιωσες ποτέ κίνδυνο περπατώντας ανάμεσα σε δακρυγόνα και φλεγόμενους κάδους;

Ένιωσα την ισχύ της αδρεναλίνης θα έλεγα. Δεν ξέρω αν είναι φόβος. Παρόλα αυτά έχω νιώσει αγανάκτηση. Με τους «Άρχοντές» μας!  Μια γειτονιά με απίστευτη ιστορία, και κυρίως πολιτιστική κληρονομιά, γίνεται γήπεδο επίδειξης δύναμης ανάμεσα στους καλούς και τους κακούς. Και είναι τόσο κρίμα αυτή η κληρονομιά να μην προστατεύεται από κανέναν…

– Γιατί άργησε τόσο πολύ να βγει μια συλλογή διηγημάτων αφιερωμένη σε μια γειτονιά με τέτοια ιστορία;

Δεν ξέρω να σου απαντήσω σε αυτό. Σημασία έχει όμως ότι έγινε. Και έγινε από νέους ανθρώπους. Από ανθρώπους που ζούμε εκεί, συχνάζουμε εκεί, ονειρευόμαστε ή επαναστατούμε εκεί. Έγινε από έναν τολμηρό εκδότη που ήθελε να δείξει το αληθινό και ανθρώπινο πρόσωπο της γειτονιάς, έγινε από εννέα συγγραφείς που σεβόμαστε όσα αυτή η γειτονιά προσέφερε και προσφέρει σε αυτήν την πόλη. Κυρίως, καταφύγιο σε όσους έβρισκαν οπουδήποτε αλλού τις πόρτες και τα «σύνορα» κλειστά…

– Σε αντίθεση με αυτό που θα περίμενε να διαβάσει ο αναγνώστης, και οι εννέα ιστορίες της συλλογής, είναι πολύ ανθρώπινες και κάποιες, σαν τη δική σου, άκρως συγκινητικές. Πως το εξηγείς αυτό;

Συμβαίνει απλά επειδή εμείς ανήκουμε στο στρατόπεδο των «καλών»… Γιατί ακόμα αντιστεκόμαστε στην τρέλα και πιστεύουμε στο «καλύτερο αύριο» . Ίσως γιατί έτσι να είναι ο κόσμος που ονειρευόμαστε.  Ανθρώπινος και ευαίσθητος, σε όποια γειτονιά και αν ζούμε, ό,τι χρώμα και αν έχει το δέρμα μας, όποια γλώσσα και αν μιλάμε. Στο τέλος της ημέρας, δεν έχει σημασία σε ποια γειτονιά ζεις ή τι αυτοκίνητο οδηγείς. Στο τέλος της ημέρας, σημασία έχει τι άνθρωπος είσαι…

– Η ιστορία σου, «Το Αγόρι που έλεγε Ναι», μιλάει για ένα πολύ όμορφο αγόρι που όμως έχει χάσει την ακοή του. Τι σε οδήγησε σε αυτή την ιστορία;

Η ιστορία μου είναι αληθινή εμπειρία. Για αυτόν το λόγο και είναι γραμμένη σαν κείμενο ημερολογίου. Δεν έγραψα τίποτα περισσότερο από κάτι που προσωπικά έχω βιώσει.  Από τα 18 μου χρόνια έχω χάσει την ακοή στο δεξί μου αυτί. Κανένας ήχος, μόνο ένα βουητό που διπλασιάζεται τις ώρες της απόλυτης ησυχίας. Κανένας γιατρός και καμία θεραπεία δεν μπορούν να την επαναφέρουν. Λίγοι το αντιλαμβάνονται, λίγους ενδιαφέρει. Για εμένα όμως είναι εκεί. Όπως κάθε τι που δεν διαλέξαμε αλλά το κάναμε δικό μας.

– Πόσο εύκολο είναι να βάζουμε ταμπέλες τελικά και πόσο δύσκολο να τις ξεκολλήσουμε από πάνω μας;

Οι ταμπέλες μπαίνουν πολύ εύκολα. Απλά γιατί δεν μας κάνει κόπο να πούμε την απερισκεψία μας για να γελάσουμε με τους φίλους μας ή να νιώσουμε σημαντικοί. Όσο εύκολα όμως μπαίνουν, τόσο δύσκολα ξεκολλάνε από πάνω μας. Και κυρίως, πολύ δύσκολα ξεκολλάνε οι πληγές.

– Έχουν τελικά δύναμη οι άνθρωποι στις μέρες μας να αλλάξουν τον κόσμο;

Φυσικά και έχουν δύναμη. Απλά δεν το ξέρουν! Εμείς είμαστε η αλλαγή. Ούτε οι πολιτικοί μας, ούτε οι νόμοι, ούτε κανείς δεν μπορεί να φέρει την αλλαγή αν εμείς δεν το αποφασίσουμε. Οι μικρές ομάδες γίνονται μεγάλες. Οι εννιά ιστορίες γίνονται είκοσι. το ένα χέρι γίνεται δέκα, οι δέκα φωνές γίνονται εκατό και όλοι μαζί ίσως ακουστούμε. Εμείς θα φέρουμε την αλλαγή, ξεκινώντας από τις ζωές μας, το σπίτι μας, τη γειτονιά, την πόλη μας…

– Έχουν την ίδια δύναμη και οι γειτονιές;

Οι γειτονιές, έχουν τη δύναμη μιας χώρας! Οι γειτονιές ανοίγουν την αγκαλιά τους όπως ακριβώς θα έπρεπε να  ανοίγει τα σύνορα του ένα κράτος σε όσους το έχουν ανάγκη. Η γειτονιά παρέχει ασφάλεια, όπως ασφάλεια θα έπρεπε να παρέχει μια χώρα στους φιλήσυχους  πολίτες της. Η γειτονιά αφουγκράζεται, μεριμνά, ευαισθητοποιείται, όπως ακριβώς θα έπρεπε να κάνει κάθε πατρίδα για τους ανθρώπους της.

– «Εννέα Ώρες στα Εξάρχεια», εννέα ιστορίες. Σε ποιο δημόσιο πρόσωπο θα χάριζες αυτό το βιβλίο;

Λογικά, θα μοίραζα μερικά αντίτυπα στην αίθουσα της βουλής των Ελλήνων. Πρέπει όσοι μας κυβερνούν να μάθουν ότι είμαστε άνθρωποι με ψυχή και σάρκα, με όνειρα και ευαισθησίες, με όρεξη για ζωή και δημιουργία. Αγόρια ή κορίτσια, με ή χωρίς ακοή, από τα Εξάρχεια ή την Δραπετσώνα, έχουμε ο καθένας τη δική μας ιστορία. Και για αυτή την  ιστορία ονειρευόμαστε ένα καλύτερο τέλος…

– Πες μου κάτι για το τέλος. Κάτι που θα ήθελες και ο ίδιος να ακούσεις, μια συμβουλή.

Να αγαπάτε και να μην παίρνετε τίποτα ως δεδομένο. Σας το λέει ένας άνθρωπος που χρειάστηκε να παλέψει πολύ για να αγαπήσει τον εαυτό του και να κερδίσει την αγάπη των οικείων του. Να ακούτε και να φροντίζετε τα παιδιά. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο να μας διασφαλίσει ένα ανθρώπινο μέλλον. Να αρκείστε στα απλά. Προσπαθώ να μου το θυμίζω κάθε μέρα. Και επιτέλους, ας είμαστε ευγενικοί μεταξύ μας. Κυρίως με τους αγνώστους και τους ηλικιωμένους. Όλοι μας θα γεράσουμε, όλοι μας ίσως μείνουμε κάποια στιγμή μόνοι. Αλίμονο αν έχουμε σπείρει εγωισμό και ματαιοδοξία.


Η συλλογή διηγημάτων «9 ώρες στα Εξάρχεια» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Λέμβος ( Μαυρομιχάλη 84 & Καλλιδρομίου, Τηλ. 210 8817341). Για πληροφορίες σχετικά με τον συγγραφέα, επισκεφτείτε την ιστοσελίδα: www.christosdaskalakis.com