Ο Αργεντίνος Χόρχε Μπουκάι, γιατρός και ψυχοθεραπευτής της σχολής Γκεστάλτ, όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με τη συγγραφή, είδε περισσότερα από δώδεκα βιβλία του να μεταφράζονται σε -τουλάχιστον- είκοσι μία γλώσσες και να τοποθετούνται πρώτα στις λίστες των ευπώλητων κάθε χώρας. Είναι απ’ τους επιστήμονες που έχουν βρει τον τρόπο να κοινωνούν -χωρίς να εκλαϊκεύουν- το αντικείμενό τους σε μεγάλη μερίδα του κόσμου.  Το “μέσον” με το οποίο επιτυγχάνεται ο “σκοπός” είναι η τέχνη του λόγου του, που καταφέρνει -ακόμα- να διεγείρει στοιχεία του εσώκοσμού μας. Η λογοτεχνία είναι, λοιπόν, το διαβατήριο. Εφόσον όμως του επιτρέπουμε την είσοδο, στη συνέχεια μας επιτρέπει εκείνος να δούμε τον εξωτερικό και εσωτερικό μας κόσμο με μια διαφορετική ματιά, που δεν θα την πούμε μόνο ψυχολογική, αλλά βαθιά ανθρώπινη.

Συνέντευξη: Κωνσταντίνα Θεοφανοπούλου

Culturenow.gr: Είναι επιβεβαιωμένο ότι τα ανθρώπινα όντα «από τις απαρχές της ύπαρξής τους» συνεργάζονταν όχι μόνο όταν απειλούνταν η επιβίωσή τους, αλλά και για να ζήσουν καλύτερα. Αν, όμως, αυτό συνέβαινε πάντοτε, γιατί σήμερα μιλάμε για τη σημασία της κοινωνικής νοημοσύνης, σαν να είναι κάτι καινούργιο;


Χόρχε Μπουκάι: Ίσως να οφείλεται στο ότι αφ’ ενός η τάση μας για απομόνωση έχει διογκωθεί και αφ’ ετέρου η ανάγκη να εργαστούμε συντονισμένα με τους άλλους έχει γίνει πιο προφανής.

Cul. N.: Σε ποιο βαθμό θεωρείτε ότι τείνουμε να συσχετιζόμαστε  με τους άλλους σύμφωνα με το πώς μας συμπεριφέρθηκαν στην οικογένειά μας;


Χ.Μ.: Από κάθε άποψη. Μαθαίνουμε να δημιουργούμε δεσμούς με τους υπόλοιπους κατά το πρότυπο των πρώτων μας δεσμών και στη συνέχεια, καλώς ή κακώς, τροποποιούμε το πρότυπο αυτό σύμφωνα με τις κατά καιρούς αποφάσεις μας (που είναι προϊόντα βέβαιων συναγωγών ή συγχύσεων).

Cul. N.: Θεωρείτε ότι με το πέρασμα των χρόνων εξαρτόμαστε λιγότερο ή περισσότερο από τους άλλους;


Χ.Μ.: Καλύτερα να μην γενικεύουμε. Πιστεύω ότι κάθε μέρα, κάθε άτομο συνειδητοποιεί καλύτερα από ποιον είναι εξαρτημένος και με σημείο εκκίνησης αυτή τη συνειδητοποίηση προσπαθεί να μην εξαρτάται ή τουλάχιστον κλίνει προς μια τέτοια συμπεριφορά, που κατ’ εμέ είναι δηλωτική μικρού βαθμού εξέλιξης και ποιότητας.

Cul. N.: Πώς εξηγείτε την παραδοξότητα του Ίντερνετ; Είναι φυσιολογικό σε έναν κόσμο, όπου ζούμε περιτριγυρισμένοι από τόσους ανθρώπους, να νιώθουμε όλο και πιο μόνοι;


Χ.Μ.: Ο όρος «φυσιολογικός» είναι από μόνος του πεδίο προς διερεύνηση. Δεν μπορούμε να συσχετίσουμε την ποσότητα των ανθρώπων με το συναίσθημα της μοναξιάς. Πρόκειται για δυο στοιχεία που ακολουθούν διαφορετικούς δρόμους.

Cul. N.: Είμαστε εφοδιασμένοι με συγκεκριμένα αντανακλαστικά που μας ειδοποιούν για την κοινωνική απόρριψη, με αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές να επιλέγουμε να «συμμορφωθούμε». Πώς θα μπορούσαμε να βρούμε μια ισορροπία ανάμεσα σε αυτό που χρειαζόμαστε και επιθυμούμε σαν άτομα και σε εκείνο που χρειάζεται και επιθυμεί η κοινωνία;


Χ.Μ.: Αυτό που προτείνω είναι να έχουμε πλήρη συνείδηση όταν εμμένουμε σε μια θέση για την οποία μας απορρίπτουν, αλλά να έχουμε επίσης συνείδηση όταν διαπραγματευόμαστε τον τρόπο με τον οποίο αντιδράμε, για να ευθυγραμμιστούμε με τις ανάγκες του περίγυρου. Το να αγκιστρώνεται κανείς σε μια άποψη (στη δική του ή σε αυτή του περίγυρου) μπορεί να είναι εξίσου επιβλαβές. Πρόκειται για μια προσωπική και αενάως μεταβαλλόμενη διαδικασία αξιολόγησης.

Cul. N.: Είναι πλέον επιστημονικά αποδεδειγμένη η άμεση ανάγκη του κοινωνικού και συναισθηματικού αλφαβητισμού. Γιατί, όμως, δεν έχει συμπεριληφθεί ακόμα στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα;


Χ.Μ.: Ως προς αυτό είμαι αισιόδοξος. Είμαι πεπεισμένος ότι όσο αυξάνονται αυτές οι αποδείξεις,  όλο και περισσότερο θα συνειδητοποιούμε ότι οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη ο κόσμος είναι όντως αυτές και όχι άλλες καθαρά ακαδημαϊκού περιεχομένου. Υπολογίζω ότι ο κόσμος μας χρειάζεται περίπου εκατό χρόνια για να σχεδιάσει ένα τέτοιο μοντέλο· δεν νομίζω ότι γίνεται να αλλάξει το σύστημα μέσα σε μια εικοσαετία.

Cul. N.: Ποια είναι, τελικά, η βάση των ηθικών μας κωδίκων; Πρόκειται για κάτι έμφυτο, πολιτισμικό, θρησκευτικό;


Χ.Μ.: Παιδεία, πληροφόρηση, πολιτισμός, μίμηση και απόφαση. Δεν είναι μόνο ένα πράγμα. Αλλά είναι σίγουρο ότι η οικογένεια επηρεάζει «επαναστατικά» τις αρχές και τους κώδικές μας.

Cul. N.: Σε πρακτικό επίπεδο τι θα μας προτείνατε να κάνουμε για να προστατεύσουμε τη νοητική μας υγεία, όπως κάνουμε με τη σωματική;


Χ.Μ.: Δυστυχώς δεν μπορώ να πω παρά προφανή πράγματα και λυπάμαι. Η υγεία δεν αποκτάται με ένα εγχειρίδιο πρακτικών συνταγών. Ό, τι κι αν κάνεις, το σημαντικότερο είναι να αντιληφθείς τη σημασία του να βαδίζεις προς την υγεία, καθώς και  την υπευθυνότητα που σου αναλογεί σε αυτή τη διαδικασία. Η συμβουλή των σοφών της Ανατολής είναι σαφής (αν και δεν πρόκειται για μια συνταγή): «Ανάλυσε καλά την πραγματικότητα γύρω σου, σκέψου καλά, νιώσε καλά και πράξε καλά».

Cul. N.: Τα κείμενά σας είναι υβριδικά. Είναι συγχρόνως ψυχολογία και λογοτεχνία. Πώς αντιλαμβάνεστε  τη σχέση μεταξύ αυτών των δύο; Χρησιμοποιείτε τη λογοτεχνία για να κοινωνήσετε την επιστήμη της ψυχολογίας με ένα πιο εύκολα κατανοητό τρόπο;


Χ.Μ.: Μπορώ να πω ότι το προσπαθώ με πολύ μεγάλη αφοσίωση. Ωστόσο, θεωρώ τον εαυτό μου περισσότερο έναν καθηγητή που εξηγεί μια επιστήμη παρά ένα συγγραφέα που κατέχει το καλλιτεχνικό χάρισμα του γραπτού λόγου. Εννοείται ότι προσπαθώ να το κάνω με τον καλύτερο δυνατό αισθητικό τρόπο. Θεωρώ ότι είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω για να ευχαριστήσω εκείνους που μου παραχωρούν το προνόμιο να με διαβάζουν.

Cul. N.: Πιστεύετε ότι η Θεωρία Γκεστάλτ (Θεωρία σύμφωνα με την οποία ο νους αντιλαμβάνεται κάθε φαινόμενο ως όλον), την οποία υποστηρίζετε, μπορεί να εφαρμοστεί σε ευρύτερα συστήματα, όπως αυτό της κοινωνίας; Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι ίσως εκεί να βρίσκεται η λύση πολλών προβλημάτων, αφού σήμερα αντιμετωπίζουμε το κοινωνικό σύστημα «καθ’ έκαστον» και όχι «καθ’ όλου»;


Χ.Μ.: Υπάρχουν περισσότερες από 300 σχολές που προτείνουν την «προέκταση» του ατομικού στο κοινωνικό επίπεδο. Μία από αυτές είναι και η Γκεστάλτ, ούτε η μόνη ούτε η καλύτερη. Το σημαντικό δεν είναι το μοντέλο που ακολουθούμε αλλά η κατεύθυνση. Σε κάθε περίπτωση, όμως, το γεγονός ότι θεραπευτές όπως εγώ ασχολούμαστε περισσότερο με το άτομο καθεαυτό είναι λογικό και αναμενόμενο, αφού προσεγγίζουμε το ίδιο το άτομο από έξω προς τα μέσα. Και δεν πιστεύω ότι η κοινωνία αντιτίθεται ή καθιστά δύσκολο το έργο του ατόμου.