Πόσο η αγάπη μπορεί να υπερκεράσει τις όποιες διαφορές σε ένα ζευγάρι, να τις λυγίσει και να καταστήσει μία πολύχρονη σχέση και πάλι βιώσιμη; Ποια είναι η μυστική και μαγική συνταγή που θα θρέψει τους καρπούς του έρωτα ανάμεσα σε έναν άντρα και μία γυναίκα μετά από πολλά χρόνια γάμου;

Ο Τανιζάκι, ο εκ των κορυφαίων εκπροσώπων της ιαπωνικής λογοτεχνίας, θα δώσει την δική του θέση, θα εντρυφήσει και θα αναμοχλεύσει λόγια και πράξεις για να μπει βαθιά σε έναν ρόλο που θυμίζει “ηδονοβλεψία” όταν με μορφή κατασκόπου και σαν να παραφυλάει στην κλειδαρότρυπα ενός δωματίου, κατασκευάζει με τον δικό του μοναδικό τρόπο ένα σύγγραμμα γεμάτο υποψίες, αγωνία, αλήθειες και ψέματα και εισχωρεί σε μία εξονυχιστική ανάλυση της σχέσης των δύο φύλων. Όλα αυτά τα θαυμαστά θα τα πετύχει μέσα από τα απόκρυφα ημερολόγια ενός άντρα και μίας γυναίκας, δύο χαρακτήρων που αντιπροσωπεύουν τα πάθη και την δίψα των ανθρώπων για έξοδο από την καθημερινότητα σε μία Ιαπωνία που ισορροπεί ανάμεσα στην σεμνοτυφία, τα στερεότυπα και την ανάγκη για απελευθέρωση από τα στενά κοινωνικά δεσμά που ορίζουν τις σχέσεις. Η φωλιά των συναισθημάτων ανοίγει, τα πουλιά του έρωτα κελαηδάνε υπό το μαγικό του ραβδί και τραγουδάνε στον σκοπό ενός ύμνου στο παιχνίδι της σαγήνης.

Σκηνές ερωτισμού, ομολογία αισθήσεων, παραίσθηση χωρίς συναίσθηση, ο Τανιζάκι επιστρατεύει όλα τα δυνατά εργαλεία και σαν σπηλαιολόγος που ψάχνει για το ανεξερεύνητο, το άγνωστο, το μυστήριο, εισβάλλει χωρίς δεύτερη σκέψη στα άδυτα του ζευγαριού. Ποια η σχέση της γυναίκας, της Ικούκο με τις εμμονές ενός ατέρμονου αισθησιασμού που την πλημμυρίζει και θέλει να εκμυστηρευτεί στο ημερολόγιο, που κρυφά διατηρεί, μακριά από το βλέμμα του άντρα της που υποπτεύεται την ύπαρξή του; Ποιο το κίνητρο του άντρα της να καταθέτει και αυτός σε ημερολόγιο τις κινήσεις του μυαλού του που ταλανίζεται συθέμελα, τις μύχιες ανησυχίες του για την γυναίκα του που νιώθει την ανάσα της αλλά δεν την κατανοεί? Ποιοι φόβοι και ποιοι αδύναμοι συλλογισμοί τους κυριεύουν, τους εξουθενώνουν και οδηγούν την σχέση τους στα άκρα απομακρύνοντας τον έναν από τον άλλο, κλυδωνίζοντας τον γάμο τους και αναγκάζοντάς τους να μπαίνουν πίσω από την κουρτίνα για να μην γίνει το μυστικό τους βορρά στην αδηφάγο όρεξη τους για αλήθεια? Ο Τανιζάκι με ματιά ψυχαναλυτή χωρίς να το επιδιώκει αφουγκράζεται τον παλμό και με αόρατο βήμα περπατάει στα ενδότερα των έγγαμων για να βρει το κλειδί της ευτυχίας τους ή της δυστυχίας τους.

Τα δύο αυτά ημερολόγια είναι κάτι παραπάνω από δύο απλά τετράδια όπου σημειώνονται λέξεις και φράσεις, εδώ θα ανακαλύψουμε έναν ολόκληρο κόσμο εξομολόγησης για τις ενοχές, τις τύψεις, τις επιθυμίες και τους πόθους τους με έναν ειρμό που θυμίζει λάβα που κατακαίει τις κορυφές του ηφαιστείου. Γιατί όταν η Ικούκο αποφασίζει να αποδράσει από τον τρόμο της μη ικανοποίησης και καταφεύγει στην νεανική ορμή του Κιμούρα, του φίλου της κόρης της τότε η λαχτάρα της για αυτόν κατακαίει σαν τον ήλιο στον Ξένο του Καμύ. Επιταχύνει και επιβραδύνει στην όαση ενός νέου και ζωντανού έρωτα μήπως και ξαναξυπνήσει τον παλιό που ρημάζει όπως το δέντρο που δεν έχει ποτιστεί; Ο Κιμούρα είναι για αυτήν η γη της Επαγγελίας, το άστρο που φωτίζει το πρόσωπό της και η φαντασίωσή της είναι ένας μοχλός και μία κεντρομόλος δύναμη που ξεκλειδώνει το μυαλό της και την κούραση της από την σχέση με τον άντρα της. Η Ικούκο γράφει στο ημερολόγιό της για τον Κιμούρα: “Δεν μπορώ να πιστέψω πως το γεγονός ότι η φαντασίωση του Κιμούρα που είχα στα όνειρά μου συνέπιπτε ακριβώς με τον πραγματικό Κιμούρα, είναι απλώς ένα τυχαίο γεγονός. Αισθάνομαι πως αυτός ο άνθρωπος είναι σαν να κατοικούσε στη μνήμη της ψυχής μου πριν ακόμα γεννηθεί, μέσα από μία υπόσχεση δοσμένη σε μία προηγούμενη ζωή…”.

Εκείνος πάλι σαν αλχημιστής που ψάχνει το μαγικό φίλτρο που θα σώσει την επαφή μαζί της και θα ξαναγίνει ο ιππότης και κατακτητής της κατατρώγεται από την υποψία ότι εκείνη τον απατά και θέλει πάση θυσία να την ξανακερδίσει. Κατά βάθος όμως στον Κιμούρα θα εναποθέσει και εκείνος  τις ελπίδες του, θα τον χρησιμοποιήσει για να διαλευκάνει τις ερωτικές ορέξεις της γυναίκας του και να λύσει τον γρίφο που μοιάζει μπλεγμένος σαν γόρδιος δεσμός. Σε κάθε έκφραση της καθημερινότητάς τους εκείνος προσπαθεί να αποσπάσει από εκείνην την παραμικρή πληροφορία που θα τον συνδράμει να συμπληρώσει το παζλ των αποριών που μοιάζει απέραντο σαν αχανής έρημος. Μοιάζει αδύναμος μπροστά της, την έχει ανάγκη και νιώθει να τον καθοδηγεί η απόγνωση που νιώθει μπροστά στο δέος της παρουσίας της. Δεν θα αργήσει λοιπόν να παραβεί τον κανόνα του άβατου και σαν τυμβωρύχος θα κατέλθει στον Άδη των γραπτών της για να μάθει, να γνωρίσει την γυναίκα που νόμιζε πως γνώριζε τόσα χρόνια.

Πρόκειται για ένα παιχνίδι συνειδήσεων, για μία πάλη με το εγώ και το εμείς, όλα αυτά στον βωμό της αγάπης που βρίσκεται μετέωρη να ματαιοπονεί ανυπομονώντας για μία καινούργια ανατολή. Πασχίζουν να βρουν πρώτα τους εαυτούς τους μήπως και τυχόν ξαναγίνουν συνοδοιπόροι. Ο Τανιζάκι τολμά να αγγίξει το θέμα που πριν από δύο αιώνες περίπου έθιξε ο Γάλλος Laclos με τις “Επικίνδυνες σχέσεις”, μία καυτή πατάτα που μόνο ένας δεξιοτέχνης της ηθογραφίας και της ανάλυσης τέτοιων λεπτών και εύθραυστων κοινωνικών θεμάτων μπορεί να ξεφλουδίσει.

“Και αυτός και εγώ, ξέροντας ότι διαβάζουμε αντίστοιχα στα κρυφά ο ένας το ημερολόγιο του άλλου, σηκώσαμε φράγματα, στήσαμε εμπόδια στους δρόμους μας, πήραμε όσο πιο πλάγιους δρόμους μπορούσαμε και όπως ήταν αναμενόμενο, η επίτευξη των σκοπών μας παρέμεινε μέχρι τέλους αβέβαιη, τέτοιοι ήταν οι όροι του παιχνιδιού μας”

Το βιβλίο του Τανιζάκι, Το κλειδί κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα.