Μία Ρωσία που πνίγεται από την φτώχεια και την ανέχεια, που αιμορραγεί από την δολιοφθορά και οι άνθρωποί της ακροβατούν στο αβέβαιο σήμερα και το ακόμα πιο αβέβαιο μέλλον περιγράφει η Ναταλία Κλιουτσάροβα.

Η ρώσικη λογοτεχνία του Γκόρκι, του Ντοστογιέφσκι και των άλλων μεγάλων Ρώσων συγγραφέων εστίαζε στα δεινά των ανθρώπων της εποχής. Η ρώσικη αρκούδα της αδικίας και της στασιμότητας, που με τα νύχια της πνίγει κάθε διαφορετικό και κατατροπώνει καθετί που υπόσχεται αλλαγή και μεταβολή, δεν κοιμήθηκε ποτέ και βρίσκεται σήμερα όσο ποτέ επικίνδυνη να απειλεί τον σεβασμό και την αξιοπρέπεια των Ρώσων και όχι μόνο πολιτών. Η Κλιουτσάροβα αποτελεί μία νέα φωνή, φερέλπιδα, επαναστατική και αναγκαία γιατί χρειάζεται η σιωπή, που το σύγχρονο καπιταλιστικό καθεστώς-τέρας της ολιγαρχίας που έχει εγκαθιδρυθεί από τις στάχτες μίας πάλαι ποτέ κραταιάς Σοβιετικής Ένωσης, να ραγίσει και να δεχθεί επίθεση από όποιο δυνατό μετερίζι μήπως και κατορθώσει να πληγεί.

Στο σύντομο αυτό μυθιστόρημα – αν θυμηθεί κανείς τις εκτενείς δημιουργίες των παλιών δασκάλων θα καταλάβει τι εννοώ – οι ιστορίες ανθρώπων που παλινωδούν και πασχίζουν για την επιβίωση δεν κολακεύει καθόλου το σύγχρονο κοινωνικό γίγνεσθαι σε μία Ρωσία που υποτίθεται πως έχει προοδεύσει και εξελιχθεί αλλά τα γεγονότα και τα δεδομένα μάλλον το αντίθετο διαλαλούν. Σάπια μυαλά ή μάλλον χειρότερα κουτοπόνηρα μυαλά έχουν αγκυλώσει και προκαλέσει καθίζηση στις νοοτροπίες και τις συνθήκες ζωής σε μία Ρωσία που ανέκαθεν επιχειρούσε να αναγεννηθεί μετά την αιμοσταγή Οκτωβριανή επανάσταση και τα παραλειπόμενά της, την σταλινική καταβαράθρωση της ανθρώπινης ύπαρξης με τα βασανιστήρια και την σιβηρική εξορία και τέλος την ντροπή της πτώσης της κατά τα άλλα παντοδύναμης Σοβιετικής Ένωσης. Και αντί της αναμόρφωσης και ανασύνταξης της ρώσικης κοινωνίας και της βελτίωσης της ποιότητας ζωής και των κοινωνικών υπηρεσιών, οι άνθρωποι της γενιάς της Κλιουτσάροβα ήρθαν αντιμέτωποι με μία ολιγομελή ομάδα μαφιόζων και διεφθαρμένων παραγόντων της οικονομικής ζωής, οι οποίοι και λυμαίνονται την πολιτική σκηνή επηρεάζοντας πεπραγμένα και αποφάσεις έχοντας τοποθετήσει σε θέσεις κλειδιά πρόσωπα εξυπηρετώντας τα συμφέροντα τους.

Οι κατατρεγμένοι και ταλαιπωρημένοι από την μιζέρια άνθρωποι της Κλιουτσάροβα αγωνιούν, λιγοψυχούν και παραπαίουν σε μία κοινωνία που τους θέλει θύματα στο έλεος της ανασφάλειας και αν προσθέσει κανείς τον φόβο και τον τρόμο που τους διακατέχει μπροστά στο θηρίο των υπηρεσιών ασφαλείας κατάλοιπα μίας αναδιοργανωμένης KGB, τότε το ψηφιδωτό των εικόνων που σχηματίζονται με την ανάγνωση της απόγνωσης που μας περιγράφει, ολοκληρώνεται με απόλυτη “επιτυχία”. Κύριος μοχλός της Κλιουτσάροβα δεν είναι άλλος από τον κύριο πρωταγωνιστή της τον Νικίτα έναν άνθρωπο που θυμίζει Προμηθέα και Οδυσσέα μαζί, στον οποίο έχει φορτώσει και αναθέσει την σωτηρία και την παρηγοριά όλων των αναξιοπαθούντων συμπατριωτών της σε μία προσπάθεια να καταπραΰνει όσο γίνεται πιο πολύ τον πόνο και την κατάθλιψη σε ένα παρόν που μοιάζει στοιχειωμένο και νεφελώδες. Μέθυσοι, επαίτες, πόρνες, κοπέλες που έχουν υποστεί βιασμό, παιδιά που ελπίζουν σε ένα καλύτερο μέλλον συνθέτουν το πάζλ των καταφρονεμένων που αδημονούν για μία καλή είδηση και μία ανάσα αισιοδοξίας.

Με στοιχεία ντοστογιεφσκικά όπως αναφέρει εύστοχα και ο μεταφραστής, η Κλιουτσάροβα δίκαια διεκδικεί, παρά το νεαρό της ηλικίας της, μία θέση στο σύγχρονο ρώσικο αλλά και παγκόσμιο λογοτεχνικό γίγνεσθαι γιατί πάνω από όλα αρθρώνει έναν λόγο αληθινό, πραγματιστικό, απογυμνωμένο από επικαλυμμένη ωραιότητα αλλά διατυπωμένο με την απαραίτητη ωμότητα και την σκληρή απεικόνιση μίας τάξης πραγμάτων ακριβώς όπως συμβαίνει τώρα. Παρόλη την όλη απαισιοδοξία που εξασφαλίζει για αυτούς η πολιτική κατάσταση, οι ήρωές της αντλούν μία ελπίδα από την ίδια την ζωή γιατί η λύπη πάντα θα εναλλάσσεται με την χαρά και το φως με το σκοτάδι ακριβώς όπως ο Ντοστογιέφσκι έγραφε πριν χρόνια. Καθόλου τυχαίο της επιτυχίας του λογοτεχνικού της εγχειρήματος είναι το αποκαλυπτικό γεγονός της προσπάθειας φίμωσης της συγγραφέως από τους κύκλους που λαχταρούν για αδράνεια και πλήρη αποστόμωση οποιασδήποτε έκφρασής της. Η κάθε μορφή όμως αντίστασης έχει τέτοια ορμή που τα νερά της παρασέρνουν στο διάβα τους κάθε εμπόδιο, προσμένοντας την κάθαρση. Ο λόγος της Κλιουτσάροβα έχει λόγο να λέγεται.

“Εμείς ξέρουμε μόνο εκείνο που κρατάμε στη μνήμη μας, και όχι εκείνο που γράφτηκε στο χαρτί”


Το βιβλίο της Ναταλία Κλιουτσάροβα, Ρωσία Βαγόνι τρίτης θέσεως, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.