Πόσο πιθανό είναι ένας συγγραφέας να ξεπεράσει τον εαυτό του, να τον ανταγωνιστεί και να βγει νικητής προσφέροντας στον αναγνώστη ένα σύγγραμμα άρτιο, σμιλεμένο και εμπνευσμένο; Δεν είναι απλά θέμα ταλέντου ή συγκυριών. Είναι πέραν του δέοντος σαφές πως η εμπειρία, η γνώση και το χάρισμα της γραφής που δεν δωρίζεται έτσι απλόχερα είναι ικανά να παρουσιάσουν ένα τέτοιο αποτέλεσμα.

Από τον Γιάννη Αντωνιάδη

Ο λόγος είναι για τον Τζων Μπάνβιλ, τον συγγραφέα του βιβλίου «Η θάλασσα» με το οποίο απέσπασε το Man booker το 2005 και το οποίο αναγνωρίστηκε δικαίως ως ένα από τα αριστουργήματα του 21ου αιώνα. Ένας ανεξάντλητος και απύθμενος πλάστης του λόγου είναι ο Μπάνβιλ, δεν αφήνει τίποτα στην τύχη του, ακόμα και την παραμικρή λέξη και αυτό είναι το κέρδος για όλους εμάς που κατανοούμε την σοβαρή και διαχρονική επιτυχία από την φαινομενική, πρόσκαιρη και επιφανειακή πώληση αντιτύπων από ανθρώπους που μόνο λάμψη έχουν και ουσία δεν κατέχουν. Όσοι έχουν μάτια βλέπουν και όσοι έχουν κριτική ματιά απέναντι στον ορυμαγδό του «λογοτεχνικού παραληρήματος» αντέχουν. Ο Τζων Μπάνβιλ είναι για άλλη μία φορά παρών και τόσο ηχηρά που προκαλεί αναταραχή στους λογοτεχνικούς διαδρόμους.

Έρωτας, απώλεια, μνήμη, η ζωή η ίδια περνάει από μπροστά μας σαν ανοίξουμε τα πανιά του καταρτιού που έχει επιβιβάσει το νέο του βιβλίο για να μας αφοπλίσει με μία αφήγηση τόσο οικεία, τόσο ανθρώπινη, τόσο βαθιά συναισθηματικά φορτισμένη πραγματικότητα ενός ανθρώπου που παλεύει ανάμεσα στο σήμερα και το χθες. Ο Μπάνβιλ δια μέσου του ήρωά του Άλεξ Κλιβ σχηματίζει δύο παράλληλες ιστορίες αλλόκοτες που μιλάνε την ίδια γλώσσα αλλά σε διαφορετικό χρόνο, σμίγει δύο αμμόλοφους που χτίζονται παράλληλα σε ίδια αμμουδιά αλλά που απέχουν χρονικά μεταξύ τους. Ο πρωταγωνιστής θυμάται, αναπολεί και νοσταλγεί τον πρώτο του έρωτα, την μητέρα του καλύτερου του φίλου με την οποία συνάπτει ένα ερωτικό ειδύλλιο όπως άλλωστε κάθε αρσενικό στην ευαίσθητη ηλικία της εφηβείας θα ήθελε να ζήσει. Δυσκολεύεται να το χωνέψει, αδυνατεί να παραδεχτεί ότι αυτό του συμβαίνει σε χρόνο πραγματικό και τα ερωτήματα αρχίζουν να τον διατρέχουν όπως ο ιδρώτας κυλάει πάνω μας στην πρώτη αλλά και στην δεύτερη ερωτική μας συνεύρεση όταν ένας πόνος ακατανόητος πλημμυρίζει το σώμα μας, όταν οι λέξεις δεν φτάνουν για να περιγραφούν τα όρια και οι γραμμές που έχουμε βάλει μέχρι την ανακάλυψη της ηδονής που μας κάνει να αισθανόμαστε σαν μετέωροι πλανήτες σε ένα σύμπαν την στρατόσφαιρα του οποίου πριν λίγο διαγράψαμε νοητά και δεν θέλουμε να πιστέψουμε πως θα σβήσει.

Οι εμπειρίες του έρωτα αυτού για τον νεαρό «πρίγκιπα» πάνε και έρχονται σαν χελιδόνια που μεταναστεύουν από ήπειρο σε ήπειρο αναζητώντας τον τελικό τους προορισμό σε ένα νέφος ευτυχίας που άλλοτε τους περιμένει και άλλοτε τους απογοητεύει. Γιατί έτσι νιώθει ο Άλεξ Κλιβ, σε κάθε του βήμα και σε κάθε του στάση στο δρομολόγιο αυτό που λέγεται πλοίο του έρωτα και που μόνος επιβάτης είναι αυτός. Αυτό που τον φοβίζει είναι εν τούτοις μήπως τα ταξίδι που τόσο απολαμβάνει κάποτε τελειώσει και μείνει εμβρόντητος σε μία πεζή πραγματικότητα που του προκαλεί άγχος, φόβο και απέχθεια μαζί. Πόσο ποιητικό σε κάνει ο έρωτας; Σαν ένα αεροπλάνο που απογειώνεται στους αιθέρες της επιθυμίας και της απόλαυσης νιώθει και όχι άδικα. Σαν ένας άλλος εραστής της Λαίδης Τσάτερλυ σκιαγραφεί τις στιγμές που νιώθει πως σε λίγο όλα θα καταρρεύσουν όταν κάποιος μάρτυρας αυτόπτης ή άλλος θα αποκαλύψει το επτασφράγιστο μυστικό του βάλτου που τόσο καλά κρατάνε τόσο εκείνος όσο και η maitresse του καθώς οι συναντήσεις τους πραγματοποιούνται κυρίως σε τόπους αδήλωτους και αχαρτογράφητους όπως για παράδειγμα ένα αραχνιασμένο αγρόκτημα που έχουν μετατρέψει σε φωλιά τους. Έτσι σαν δύο άλλοι μαφιόζοι που όμως κακό δεν κάνουν παρόλο που το συνεχές τους κρυφτούλι μπορεί να κρεμάσει και τους δύο και εν ριπή οφθαλμού όλα να γίνουν στάχτη.

Τι είναι όμως προτιμότερο να ζει κανείς για ένα όνειρο και ας ξέρει πως μπορεί αυτό να τον κάψει ή να πάψει να ζει από φόβο μήπως κάποια στιγμή πληγωθεί; Η συνείδησή μας και το πάθος δεν πρέπει να δοκιμάζονται και να δοκιμάζουν τον «κίνδυνο»; Ο Άλεξ Κλιβ όμως σε χρόνο τωρινό πια ζει με την Λυδία, την γυναίκα που τόσο αγαπάει και με την οποία απέκτησαν ένα μικρό κορίτσι, το οποίο όμως χάθηκε πρόωρα. Αυτήν την απώλεια που συνεχώς αναπαράγει και αναδύει μέσα στην δίνη των σκέψεών του έρχεται να του υπενθυμίσει μία κλήση για έναν ρόλο κινηματογραφικό παρόλο που εκείνος είναι μεγάλος πια και κουρασμένος από τον χρόνο που όλα τα γιατρεύει αλλά και όλα τα αναμοχλεύει. Έτσι, η αποδοχή του ρόλου αυτού μοιάζει να καθίσταται η θεραπεία του αλλά και το βάσανό του μαζί καθώς η συμπρωταγωνίστριά του, μία νεαρή και διάσημη ηθοποιός τον φέρνει αντιμέτωπο με το παρελθόν του, την κόρη του και την ανάμνηση των όμορφων εικόνων που γέννησε η παρουσία της και το πέρασμά της από την ζωή του. Αυθυποβάλλεται λοιπόν σε μία συνεχή καταγραφή γεγονότων και συμβάντων που τον θλίβουν και μαζί τον ευχαριστούν, πρόκειται για ένα πισωγύρισμα που για εκείνον είναι αμείλικτο όσο και σκληρό να αναδύονται στον νου του πράξεις και συγκινήσεις σε σχέση με ένα πρόσωπο που λάτρεψε και ξαφνικά απώλεσε γιατί η μοίρα δεν μας ρωτάει ποτέ για το τι μέλλει γενέσθαι, παίρνει μόνη αποφάσεις κλεισμένο στο δικό της γραφείο και δεν ρωτάει ποτέ την γνώμη μας. «Οι νεκροί είναι η σκοτεινή μου ύλη, καταλαμβάνουν αόρατοι τους κενούς χώρους του κόσμου». Παλεύει και μάχεται εντός του όμως και την θολή ανάμνηση μίας πράξης που δεν ξέρει και δεν έχει εικόνα αν συνέβη ή όχι. Μήπως υπήρξε με την νεαρή και σαγηνευτική ηθοποιό μία κάποια επικοινωνία και επαφή από αυτές που λογικό είναι ένας άνδρας να υποπέσει και να υποκύψει; Μπορεί αυτή η πράξη να σημάνει το τέλος της συζυγικής του θαλπωρής και να ανατρέψει όλη του την ζωή? Αλλά στα αλήθεια συνέβη ή είναι ένας ονειρικός διάβολος, ένας εφιάλτης όπως ακριβώς αυτός που έζησε με τον θάνατο της κόρης του και αρκεί ένα τσίμπημα ώστε όλα να επανέλθουν στην πρότερα κατάσταση? Αναπάντητα ερωτήματα, αναταραχές της ψυχής με φροϋδικές αποχρώσεις κλονίζουν τον Άλεξ Κλιβ και εκείνος κολυμβητής των σκέψεών του προσπαθεί να κατευνάσει τα κύματα που ο Ποσειδώνας της συνείδησής του τον έχει φυλακίσει σε ιστορία όπου η λύση δεν είναι δρόμος στρωμένος με ροδοπέταλα, ίσως και αυτή η λύση που διακαώς επιθυμεί να μην έρθει και ποτέ

Το βέβαιο είναι πως ο Μπάνβιλ μας αποστομώνει και μας καθηλώνει για ακόμα ένα φεγγάρι και μας καλεί να βουτήξουμε στο άβατο των ανησυχιών που πλημμυρίζουν το είναι του και μας προτρέπει να δούμε τον έρωτα και την απώλεια με το πρίσμα μίας εσωτερικής αναδιοργάνωσης όπου το αρχαίο φως σαν ένα άστρο ίσως να μας βοηθήσει να βγούμε από το τούνελ των πολυποίκιλων ερωταπαντήσεων που μας ταλανίζουν ως σκεπτόμενα και πολιτικά όντα. Αν οι κύριοι της Σουηδικής Ακαδημίας αναρωτιούνται ποιος θα είναι ο επόμενος κομιστής του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας, ας μην κάνουν τον κόπο, ο Μπάνβιλ είναι σπίτι του και μπορούν να τον καλέσουν.

«Οι οικογένειες είναι παράξενα ιδρύματα και οι τρόφιμοί τους γνωρίζουν πολλά παράξενα πράγματα, συχνά δίχως να ξέρουν ότι τα γνωρίζουν»

Το βιβλίο του Τζων Μπάνβιλ, Αρχαίο φως, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.