Με αφορμή την συμπλήρωση 150 χρόνων από τη γέννηση του Ουίλλιαμ Μπάτλερ Γέητς, το έργο του Ντύρντρα θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα στο Skrow Theater, από την Ομάδα Πάλσαρ.

Η Βίκυ Γεωργιάδου, σκηνοθέτις με μακρά και αναγνωρισμένη καριέρα στα θεατρικά δρώμενα, που έχει αναλάβει την μεταφορά του έργου στη σκηνή, απάντησε στις ερωτήσεις μας, τόσο για το μυθικό ερωτικό ζευγάρι και τα θέματα που θίγει ο Γέητς μέσα από την τραγική του ιστορία, όσο και για το «αγριευτικό» θεατρικό τοπίο της Ελλάδας του σήμερα.

Διαβάστε όσα μας είπε, έχουν ενδιαφέρον και ουσία!

 

Συνέντευξη: Ερριέττα Μπελέκου

 

Culturenow. Gr: Με αφορμή την συμπλήρωση 150 χρόνων από τη γέννηση του κορυφαίου Ιρλανδού ποιητή Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέητς, θα παρουσιάσετε με την Ομάδα Πάλσαρ,  στο Skrow Theater, το έργο του Ντύρντρα. Ποια στοιχεία του κειμένου σας γοήτευσαν και πήρατε την απόφαση να το μεταφράσετε και να του δώσετε σκηνική “ζωή”, μιας και πρόκειται για ένα έργο που δεν έχει παρουσιαστεί ξανά στο ελληνικό κοινό;


Βίκυ Γεωργιάδου: Το ότι είναι ένα παραμύθι που, ενώ φαίνεται να μιλά για το αναπόδραστο της μοίρας, τελικά ανοίγει ένα παράθυρο για τη συνειδητοποίηση του δρόμου προς την ανεξαρτησία.  Επίσης η πυκνότητα του λόγου του Γέητς, ο ρυθμός και η δύναμή του, που παράγουν μια δραματική ένταση σχεδόν σωματική στην απαίτησή της. Ο Γέητς μπορεί να είναι γνωστός ως ποιητής αλλά νομίζω ότι είναι εξίσου σημαντικός θεατρικός συγγραφέας. Συνθέτει απόλυτους και αληθινούς χαρακτήρες και ενεργοποιεί μέσα από τα έργα του μια συλλογική μνήμη της ανθρώπινης ύπαρξης, την φλόγα για ζωή ακόμη και μπροστά στο δεδομένο του θανάτου. 

Cul. N.: Πείτε μας λίγα λόγια, τόσο για το μυθικό ερωτικό ζευγάρι Ντύρντρα και Νέισι, όσο και για τα θέματα που θίγει ο συγγραφέας μέσω της τραγικής ιστορίας του.


Β. Γ.: Η Ντύρντρα και ο Νέισι είναι το απόλυτο ερωτικό ζευγάρι της Ιρλανδικής μυθολογίας. Το έργο τους βρίσκει μετά από επτά χρόνια περιπλανήσεων να επιστρέφουν στο Ώλστερ, αφού ο βασιλιάς υποσχέθηκε συγχώρεση. Αντί υποδοχής όμως γνωρίζουν μια παγίδευση θανάτου. Ο Κόνοχαρ εξαπατά και διεκδικεί την Ντύρντρα ως ιδιοκτησία του. Το ανυποχώρητο όμως των εραστών τον οδηγεί στο να σκοτώσει τον Νέισι. Η Ντύρντρα ανταποκρινόμενη στο δολοπλόκο πνεύμα του Κόνοχαρ αναμετριέται μαζί του και καταφέρνει να κερδίσει και τον δικό της θάνατο ώστε να ενωθεί με τον Νέισι. Το έργο του Γέητς δραματοποιεί αυτή την τελευταία αποφασιστική ώρα στη ζωή των εραστών. Στο σημείο όμως όπου τείνει να εκπληρωθεί η μοίρα, οι δύο εραστές συνειδητοποιούν ότι ο έρωτας, η απόλυτη αγάπη τους καθιστά ένα σε μια αδιαίρετη ζωή. Και εκεί αποφασίζουν να χαρτογραφήσουν οι ίδιοι τη μοίρα τους, μετατρέποντας το ταξίδι επιστροφής σε μια ήσυχη ζωή ένα πυρωμένο ταξίδι προς την ελευθερία.

Cul. N.: Πως διαχειριστήκατε τις συγκρούσεις και τις αντιθέσεις που συνθέτουν τον κόσμο του Γέιτς και ποιος είναι ο κεντρικός άξονας, στον οποίο στηρίζεται η σκηνοθετική σας προσέγγιση;


Β. Γ.: Μέσα από την καθαρότητα των χαρακτήρων. Ο Γέητς είναι κρυστάλλινος στο άνοιγμα της επιθυμίας που διακρίνει τους χαρακτήρες του. Όλους τους χαρακτήρες του. Όσο περισσότερο οι άνθρωποι εναποθέτουν τους εαυτούς τους στους άλλους τόσο πιο ανάγλυφες γίνονται και οι αντιθέσεις τους. Η ανάγκη του μαζί κινεί τους ανθρώπους, ακόμη κι αν αυτό τελικά αναδεικνύει τα χάσματα. Σκηνικά βασιστήκαμε στην ιδέα του πώς φτιάχνεις μια ασφυκτική παγίδα μέσα σε έναν κόσμο που μοιάζει διάτρητος και διαπερατός. Πώς περιορίζεσαι στο χώρο για να συνειδητοποιήσεις ξαφνικά ένα άνοιγμα που φτάνει στην απεραντοσύνη και την ελευθερία. Γιατί ο Γέητς τελικά νομίζω πως λέει μια ιστορία για να αναδείξει την πολυτιμότητα της ανεξαρτησίας και της ελεύθερης βούλησης, να κάνει τους ανθρώπους να συλλάβουν την έννοια της αξιοπρέπειας και της ακεραιότητας έξω από τις κοινωνικές συμβάσεις και να αναδείξει εκείνη την λαμπερή στιγμή κατά την οποία ο άνθρωπος αποφασίζει να κάνει την ζωή του δική του πέρα από τη σκιά της μοίρας και τις επιταγές της εξουσίας.

Cul. N.: Παράλληλα, είστε και καθηγήτρια υποκριτικής. Σε ποιο επίπεδο βρίσκεται σήμερα η υποκριτική διδασκαλία στη χώρα μας; Τι συμβουλεύετε τη νέα γενιά ηθοποιών που μεγαλώνει με την έλλειψη ελπίδας και τον φόβο ενός αβέβαιου μέλλοντος;


Β. Γ.: Νομίζω, εκτός ορισμένων σχολών που έχουν διάρκεια και συνέχεια και συγκεκριμένο χαρακτήρα στους στόχους τους, η υποκριτική διδασκαλία έχει αποσπασματικό και τυχαίο χαρακτήρα. Τι ποσοστό των ανθρώπων που διδάσκουμε το κάνουμε δίνοντας του ίση αξία με την υπόλοιπη καλλιτεχνική μας δραστηριότητα; Και πώς το ξεκινάμε; Μέσα από την ανάγκη να συμπληρώσουμε το εισόδημά μας ή γιατί έχουμε αποκρυσταλλώσει έναν κώδικα που μπορούμε να μεταδώσουμε από την αρχή με σαφήνεια; Έχουμε τεράστια ευθύνη απέναντι στην επιθυμία των παιδιών και πρέπει να έχουμε και τεράστιες απαιτήσεις, αρκεί να προσφέρουμε και εμείς τα μέγιστα και όχι όσα προλαβαίνουμε. Είναι μεγάλο προνόμιο για έναν δάσκαλο το φως που αντικρίζει στα μάτια των πρωτοετών κάθε χρόνο. Αυτό το φως σε πείθει ότι η ελπίδα δεν λείπει και το μέλλον πάντα ήταν αβέβαιο σε αυτή τη δουλειά. Το μόνο που θα είχα να συμβουλέψω είναι να μην χάσουν ποτέ την πίστη τους στην πολλή δουλειά και να διαβάζουν όσο περισσότερο μπορούν για να συναντούν έργα, κείμενα και ιστορίες που θα τους βοηθήσουν να συνειδητοποιήσουν τις ανάγκες τους και τους δρόμους για την εξέλιξη των εκφραστικών τους μέσων.

Cul. N.: Κατά τη γνώμη σας, ποιος είναι ο ρόλος του θεάτρου και η ευθύνη των καλλιτεχνών απέναντι στα επίκαιρα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά ζητήματα;

Β. Γ.: Νομίζω ότι το τοπίο την τελευταία πενταετία γίνεται όλο και πιο αγριευτικό. Και το θέατρο στο σύνολό του δεν έχει καταφέρει να αποτελέσει ένα αντίβαρο, πράγμα που θα ήταν ίσως ο ρόλος του. Τα πράγματα, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, τα διακρίνει εν πολλοίς ένας φόβος, πολλή γκρίνια, μια σχετική σπασμωδικότητα και η ένδεια δημιουργεί βλακώδη παιχνίδια εξουσίας. Η ευθύνη των ανθρώπων που κάνουν θέατρο βρίσκεται, κατά τη γνώμη μου, στην προσπάθεια τους να μην παρατείνουν άλλο αυτή την κακώς εννοούμενη εφηβεία του ελληνικού θεάτρου. Να δείξουν πάλι πίστη στη δουλειά τους, εμπιστοσύνη στους συνεργάτες τους. Δεν μπορεί να παρεισφρύουν στο θέατρο νοοτροπίες της νύχτας και εμείς να κάνουμε ότι δεν συμβαίνει τίποτα. Δεν μπορεί να κάνουμε διαδικτυακές πλατφόρμες που εμπορεύονται προσωπικά δεδομένα ισάξιες με την αναζήτηση ποιότητας στη δουλειά μας γιατί έτσι θα βρούμε τάχα επαφή με μεγαλύτερο κοινό. Δεν μπορεί να ζητάμε 3, 4, 5 ευρώ από την ατέλεια και εν τω μεταξύ στις παραστάσεις μας να κατακλέβουμε video, μουσικές και εικόνες άλλων καλλιτεχνών. Αν δεν σεβόμαστε οι ίδιοι τη δουλειά μας και τους συνεργάτες μας, δεν μπορούμε να απαιτήσουμε σεβασμό από κανένα υπουργείο πολιτισμού,  δεν μπορούμε να διεκδικήσουμε καμία απαλλαγή φορολόγησης που θα επιτρέψει στο θέατρο να ξανακινηθεί με όρους αξιοπρέπειας. Μόνο αναζητώντας την ουσία στις συνεργασίες  μας μπορούμε να ελπίσουμε ότι θα συναντήσουμε ανάλογα βλέμματα στο κοινό και αυτό θα μας ενώσει σε μια κοινή προσπάθεια αντιμετώπισης των προβλημάτων που μας καταβάλλουν.

Cul. N.: Κλείνοντας, θα θέλατε να μας πείτε τι περιλαμβάνουν τα επόμενα καλλιτεχνικά σας σχέδια, ως ομάδα αλλά και σε προσωπικό επίπεδο;

Β. Γ.: Δεν ξέρω ακόμη. Προσπαθώ να αφήνω να διαμορφώνεται η ανάγκη για το επόμενο μέσα από αυτό που εξελίσσεται τώρα. Νομίζω όμως ότι θα ήθελα πολύ να κάνω ένα ελληνικό έργο.

Η επίσημη ιστοσελίδα της σκηνοθέτιδας Βίκυς Γεωργιάδου: http://www.vickygeorgiadou.com



Το έργο του Ουίλλιαμ Μπάτλερ ΓέητςΝτύρντρα, θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα από την Ομάδα Πάλσαρ στο Skrow Theater, σε σκηνοθεσία Βίκυς Γεωργιάδου. ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ